Τετάρτη 24 Αυγούστου 2011

Κυρίαρχος στον Πόντο ο Οικουμενικός Πατριάρχης

Η επιβλητική μορφή του Οικουμενικού Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίου έδωσε τον τόνο της θρησκευτικής διάστασης στη Θεία Λειτουργία στην Παναγία Σουμελά


του Φόρη Πεταλίδη

Όταν το 1997 ο Οικουμενικός Πατριάρχης, στο πλαίσιο του Οικολογικού Συνεδρίου, έφτασε στην Τραπεζούντα του ιστορικού Πόντου, οι εθνικιστές και οι «Γκρίζοι λύκοι» αντέδρασαν και σε συνεργασία με το βαθύ κράτος στην περιοχή δημιούργησαν επεισόδια. Εκτοτε πέρασαν αρκετά χρόνια, οι διεργασίες στο τουρκικό κράτος και την κοινωνία έγιναν πιο έντονες, υποχώρησε το στρατοκρατικό και κεμαλικό καθεστώς, οι ισλαμιστές ανήλθαν στην εξουσία. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης άρχισε να λειτουργεί σε εκκλησίες στη Μικρασία, αλλά στόχος του ήταν η λειτουργία στην Παναγία του όρους Μελά, στον Πόντο.

Η άδεια δόθηκε, και πέρυσι για πρώτη φορά, έπειτα από 87 χρόνια, από τη στιγμή που έκλεισε η ιστορική μονή και οι μοναχοί την εγκατέλειψαν στο πλαίσιο της Συνθήκης της Λωζάνης, τελέστηκε πατριαρχική θεία λειτουργία. Οι εθνικιστές, όμως, και μικρές ομάδες οι οποίες βασίζουν την ύπαρξή τους στην αναμόχλευση των παθών «χτύπησαν» και φέτος ζητώντας να μη δοθεί νέα άδεια λειτουργίας. Η δύναμή τους στην τουρκική κοινωνία είναι πλέον περιθωριακή και τελικώς πατριαρχική θεία λειτουργία τελέστηκε και φέτος. Οπως έλεγαν, άλλωστε, κύκλοι του Φαναρίου, η άδεια που δόθηκε πέρυσι δεν ήταν ετήσια, δε χρειάζεται να ανανεωθεί, αλλά είναι πλέον κατοχυρωμένο δικαίωμα.

Επειδή αρκετοί εξωεκκλησιαστικοί κύκλοι θέλησαν να πιστωθούν την επιτυχία της λειτουργίας το Δεκαπενταύγουστο στη μονή της Παναγίας στο όρος Μελά, και κυρίως παράγοντες ποντιακής καταγωγής από τη Ρωσία, όσο και άνθρωποι που βρίσκονται στην περιφέρεια της Ελλαδικής Εκκλησίας, ο Οικουμενικός Πατριάρχης ξεκαθάρισε σε συνομιλητές εδώ και καιρό: «Η επαναλειτουργία της Παναγίας Σουμελά στον Πόντο είναι καθαρά δικό μου έργο». Γι’ αυτό και προσπάθησε και πέτυχε εν πολλοίς το γεγονός της επαναλειτουργίας να αποφορτιστεί πολιτικά και να παραμείνει αποκλειστικά ένα θρησκευτικό γεγονός που θα πραγματοποιείται με ευλάβεια και κατάνυξη, όπως απαιτεί η εκκλησιαστική τάξη. Για το λόγο αυτό δεν υπάρχουν ούτε «διοργανωτές» ούτε «επικεφαλής». Αυτό έγινε αντιληπτό φέτος και αποφεύχθηκαν τα περυσινά «παρατράγουδα», όπως και των προηγούμενων χρόνων.

«Παρχαρομάνα ελάλεσεν»

Και για να δείξει αυτήν την εκτίμηση προς όλους τους απλούς προσκυνητές ποντιακής καταγωγής και όσους παρακολουθούσαν την πατριαρχική θεία λειτουργία μέσω δορυφορικής σύνδεσης, ο κ. Βαρθολομαίος τόνισε: «Παρχαρομάνα ελάλεσεν» και εμείς, ανταποκρινόμενοι εις το κάλεσμά της, ήλθαμε εδώ εκ μέρους όλων σας, των απανταχού Ποντίων. Ο μακαριστός προκάτοχός μας Πατριάρχης Αθηναγόρας έλεγε διά σας επί λέξει: "Σεις οι Πόντιοι είσθε υπέροχος λαός, λαμπρός λαός, εις τας θρησκευτικάς σας εκδηλώσεις. Σας θαυμάζω και αι ευχαί μου σας συνοδεύουν εις το θεάρεστον έργον σας". Και ο σημερινός Οικουμενικός Πατριάρχης ομοίως σας θαυμάζει, σας αγαπά, σας εκτιμά και σας ευλογείς εξ όλης καρδίας».

Οι ρίζες της ορθοδοξίας στην "Αγιότοπο Ματσούκα" των μοναστηριών της Παναγίας Σουμελά, Αγίου Ιωάννη Βαζελώνος και Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα, είναι πολύ βαθιές στην καρδιά των πιστών.

Το ενδιαφέρον του Οικουμενικού Πατριαρχείου εκτός από την Παναγία Σουμελά εστιάζεται και στις άλλες ιστορικές μονές του Πόντου. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο το γεγονός ότι, μετά την πατριαρχική θεία λειτουργία στην Παναγία Σουμελά, ο κ. Βαρθολομαίος συνοδευόμενος από το δήμαρχο της Ματσούκας (Μάτσκας), Ερτογκρούλ Γεντς, επισκέφτηκε την ερειπωμένη μονή του Αγίου Ιωάννη Βαζελώνος, ενώ νωρίτερα την Αγία Σοφία Τραπεζούντας, η οποία λειτουργεί ως μουσείο, την ερειπωμένη μονή της Θεοσκεπάστου και τον Αγιο Ευγένιο Τραπεζούντας, που σήμερα λειτουργεί ως τζαμί.

Οι επισκέψεις αυτές του Οικουμενικού Πατριάρχη δείχνουν το έμπρακτο ενδιαφέρον του για τον Πόντο, για τις εκκλησίες και τα μοναστήρια της περιοχής. Όχι τυχαία πέρυσι ισχυρός οικονομικός και πολιτικός παράγοντας εκ Ρωσίας -ποντιακής καταγωγής- πρότεινε στο δήμαρχο Ματσούκας να χρηματοδοτήσει την ανέγερση ρωσικής εκκλησίας στην περιοχή, προσφέροντας μάλιστα την αντίστοιχη οικονομική ενίσχυση, γεγονός όμως που απέτρεψε εν τη γενέσι του ο κ. Βαρθολομαίος, αφού η περιοχή του Πόντου, αλλά και ολόκληρης της Μικρασίας βρίσκεται στη δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Αξίζει να αναφέρουμε ότι τα ιστορικά μοναστήρια του Αγίου Ιωάννη Βαζελώνος, της Παναγίας Σουμελά και του Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτος (ανάλογα των οποίων δημιουργήθηκαν στην Ελλάδα) έως την αναγκαστική ανταλλαγή των πληθυσμών το 1923 ήταν σταυροπηγιακές μονές, ανήκαν δηλαδή απευθείας στο Πατριαρχείο και όχι στη Μητρόπολη Τραπεζούντος, η οποία ήταν πολύ εύρωστη και ισχυρή. Γι’ αυτό και η περιοχή ονομάζεται από τους Ποντίους και τους εκκλησιαστικούς κύκλους «Αγιότοπος Ματσούκα».

Οφέλη για την Άγκυρα

Πάντως, από αυτήν τη διαδικασία του ανοίγματος και της πατριαρχικής θείας λειτουργίας στην Παναγία Σουμελά, η Τουρκία προσδοκά οικονομικά οφέλη. Κι αυτό, γιατί βλέπει πως από τις αρχές του 1980 χιλιάδες προσκυνητές ποντιακής καταγωγής κάθε χρόνο πραγματοποιούν επισκέψεις στη γη των πατεράδων και των παππούδων τους, βρίσκουν τα σπίτια των προγόνων τους και αναπτύσσουν επαφές με τους ποντιακής καταγωγής μουσουλμάνους Τούρκους πολίτες, με τους οποίους διατηρούν αδελφικούς δεσμούς φιλίας, είναι η γέφυρα που ενώνει το παρελθόν με το μέλλον.

Όσο δε για τη μικρή μερίδα Τούρκων εθνικιστών που αντιδρά, δίχως όμως να έχει απήχηση στην κοινωνία, ο Τούρκος πρωθυπουργός Ταγίπ Ερντογάν, λίγες ώρες μετά την πατριαρχική θεία λειτουργία στην Παναγία Σουμελά και σε δείπνο για το Ραμαζάνι που παρέθεσε προς τιμήν του η Ενωση Βιομηχάνων στην πόλη Γκαζιάντεπ της νοτιοανατολικής Τουρκίας, τους επέκρινε λέγοντας: «Στη Σουμελά ήρθαν οι χριστιανοί και τέλεσαν θεία λειτουργία σύμφωνα με την παράδοσή τους και αναχώρησαν. Τι έγινε; Τι χάσαμε; Τι κερδίζουμε; Να σας πω. Αυτός που είναι βέβαιος για την πίστη του δε φοβάται την ελευθερία της πίστης. Οποιος πιστεύει στις ιδέες και στις σκέψεις του δε φοβάται την ελευθερία των ιδεών και των σκέψεων».

Ο Πόντος και η Μικρασία είναι τελικά ένα πεδίο που θα έχει ιδιαίτερο θρησκευτικό -και όχι μόνον- ενδιαφέρον το επόμενο χρονικό διάστημα.