Το παλαλόν μέλ’ (ιν) |
του Ανδρέα Χατζηκυριακίδη
Όταν περπατήσεις τα μονοπάτια δίπλα στον Γιάμπολη ποταμό και τον αιματοβαμμένο Πυξίτη, μπεις στα παρθένα δάση, πιεις από το θαυματουργό Αγίασμα της Παναγίας Σουμελά και γευτείς το γνωστό από τους Μυρίους του Ξενοφώντα «παλαλόν μέλ’» στον Άγιο Γιώργη Περιστερεώτα, το όνειρο γίνεται πραγματικότητα, βρίσκεσαι στον ωραίο Πόντο.
«Παλαλός» θα πει «τρελός», «ανισόρροπος διανοητικώς», ενώ υπάρχουν και εκφράσεις όπως «Ο παλαλόν κωδών’ ‘κι έχ’» ή «Ο παλαλόν πασκείμ’ ντο έχ’ κέρατα;».
«Μέλ’(ιν)» είναι φυσικά «το μέλι», η γλυκιά υγρή τροφή σκοτεινόχρυσου χρώματος, που παράγεται από τη μελιτοδόχο κύστη μελισσών από το νέκταρ’ των ανθέων. Το χρώμα και το άρωμα του μελιού καθορίζονται από τα άνθη από τα οποία συλλέχθηκε το νέκταρ. Έχει ήπιες αντισηπτικές ιδιότητες και χρησιμοποιείται για τη θεραπεία πληγών και εγκαυμάτων.
Είναι από τις πιο εύκολα αφομοιώμενες τροφές, γι’ αυτό χρησιμοποιείται ευρεία στη ζαχαροπλαστική, την αρτοποιία και τη φαρμακευτική. «Ασ’ σο στόμαν ατ’ μέλ’ τρέχ’ (Είναι γλυκομίλητος)» ή «Να μέλ’, να κερίν (για παντελή άχρηστο άνθρωπο)», έλεγαν στον Πόντο κατά περίπτωση.
«Παλαλόν μέλ’» ή «ζαντόν μέλ’» (τούρκ. ντελί μπαλ) είναι το μέλι που παράγεται από τα άνθη του θάμνου Αζαλέα η Ποντική (τσιφτίν), κίτρινα, με βαριά μυρωδιά, και ζαλίζει μέχρι αναισθησίας. Ακόμα και τα ζώα δεν τρώνε τα φύλλα και τα άνθη της, γιατί είναι δηλητηριώδη. Από την άλλη, οι μέλισσες που συλλέγουν το συγκεκριμένο νέκταρ δεν παρουσιάζουν κανένα σύμπτωμα, γι’ αυτό στα Σούρμενα, το Βατούμ και τη Ματσούκα οι μελισσοκόμοι κατέστρεφαν τα λουλούδια προτού προλάβουν οι μέλισσες να συλλέξουν το νέκταρ.
Παρόμοια χαρακτηριστικά έχει το μέλι που βγαίνει και από το Ροδόδεντρο το Ποντικόν (κομάρ).
Στο μοναδικό αυτό αγαθό του Πόντου κάνουν αναφορά αρκετοί αρχαίοι συγγραφείς και γεωγράφοι. Ο Ξενοφών με λεπτομέρεια περιγράφει τα συμπτώματα από το «παλαλόν και θανατηφόρον μέλ’» που έφαγαν οι Μύριοι στο όρος Θήχης, όπου υπήρχαν πολλά σμήνη μελισσών. Όσοι από τους στρατιώτες το έφαγαν, όλοι έχασαν τα μυαλά τους, τους έπιασε διάρροια και εμετός. Αυτοί που έφαγαν λίγο, ήταν σαν μεθυσμένοι. Μόλις τη δεύτερη ημέρα άρχισαν να συνέρχονται, τη δε τρίτη και τετάρτη ημέρα ήταν σαν να είχαν πάρει ένα ισχυρό φάρμακο.
Ο Αριστοτέλης αναφέρει ότι το «παλαλόν μέλ’» έκανε τους υγιείς να χάνουν τα μυαλά τους, ενώ οι επιληπτικοί θεραπεύονταν αμέσως από την αρρώστια τους. Ο Πλίνιος μιλάει για μέλι που το βρίσκει κανείς στον Πόντο και το ονομάζουν «μαινόμενον», διότι κάνει τρελούς όσους το τρώνε.
Γι’ αυτό οι λαοί του Πόντου απέφευγαν να δίνουν μέλι σαν φόρο στους Ρωμαίους. Ο Διοσκουρίδης αναφέρει ότι στην Ηράκλεια του Πόντου, σε ορισμένες εποχές, όσους τρώνε μέλι, τους παραλογίζει και τους προκαλεί εφίδρωση, εξαφανίζει όμως τα τυχόν κόκκινα σημάδια του προσώπου, αν καταναλώσουν αλμυρά και στη συνέχεια άφθονο νερό ώστε να προκληθεί εμετός. Στον Στράβωνα συναντάμε το «μαινόμενο μέλι» στην περιοχή του Παρυάδρη και «μέλι πικρό» στον Φάτση ποταμό.
Οι κάτοικοι του Πόντου, που γνώριζαν το αντίδοτο για να εξουδετερώνουν τη δράση από το «παλαλόν μέλ’», έτρωγαν ταυτόχρονα κρεμμύδι ή το άφηναν για έναν χρόνο ώστε να ζαχαρώσει και να χάσει τις δηλητηριώδεις ιδιότητές του. Ως αντίδοτο στα ζώα χρησιμοποιούσαν το «χαψοζώμ’», το ζωμό από παστά ψάρια, ο οποίος προκαλούσε δίψα στο ζώο, που έτσι έπινε μεγάλες ποσότητες νερού και βοηθούσε στην αραίωση και απομάκρυνση της τοξικής ουσίας.
Σήμερα, για τους ανθρώπους συνιστάται πλύση στομάχου και κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων υγρών, κυρίως ζεστού τσαγιού, ενώ για τα ζώα καθαρτικό και αντιβίωση.
Έλεγαν και μια παροιμία στον Πόντο: «Όλ(ι)α καλά και το μέλ’ γλυκύν».
Βιβλιογραφία:
Εγκυκλοπαίδεια του Ποντιακού Ελληνισμού, Μαλλιάρης Παιδεία
Παπαδόπουλος Άνθιμος, «Ιστορικό Λεξικό της Ποντιακής Διαλέκτου», Ε.Π.Μ.
Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος- Λαρούς- Μπριτάνικα
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Ποντιακή Γνώμη», φύλλο 36, Φεβρουάριος 2012