| Όψεις της σωματειακής οργάνωσης του Ποντιακού Ελληνισμού στην Ελλάδα. Το παράδειγμα των "Αργοναυτών - Κομνηνών" |
γράφει ο Κυριάκος Στ. Χατζηκυριακίδης
Το παρόν άρθρο αποτελεί θεματικά τη συνέχιση -για την ακρίβεια μια πρώτη προσπάθεια συνέχισης- των σπουδαίων εργασιών της αείμνηστης Κυριακής Μαμώνη. Η άξια εκείνη ερευνήτρια μέσα από την πρωτογενή έρευνα που πραγματοποίησε- συμπαραστάτη της είχε τα τελευταία χρόνια και τη Λήδα Ιστικοπούλου- κατάφερε να «χαρτογραφήσει» την πολύτιμη για την ανάπτυξη όλου του Ελληνισμού της Ανατολής συλλογική οργάνωση είτε στα μεγάλα εμπορικά-αστικά κέντρα, όπως τη Σμύρνη, την Κωνσταντινούπολη, την Τραπεζούντα, την Καισάρεια και αλλού, είτε στις μικρότερες πόλεις και τα χωριά των παραλίων και της ενδοχώρας της μικρασιατικής γης. Δε θα μπορούσαν όλα τα παραπάνω να εξηγηθούν καλύτερα παρά μόνο μέσα από τις ίδιες τις αράδες που έγραψε η Κυριακή Μαμώνη σε ένα από τα τελευταία της σχετικά άρθρα: «Η σωματειακή οργάνωση του (ποντιακού) ελληνισμού αφενός μεν ενδυνάμωσε τους συνεκτικούς αρμούς (γλώσσα, παιδεία, θρησκεία) που χαρακτηρίζουν τις προηγμένες κοινωνικές ομάδες. Αφετέρου, προσέδωσε στα επιτεύγματα και στις προσπάθειές της τον τύπο της ευγένειας και της ανθρωπιάς». Σκοπός μας είναι, λοιπόν, να «πάρουμε τη σκυτάλη» από τη μεγάλη ερευνήτρια∙ να παρακολουθήσουμε τους Ρωμιούς, τους Έλληνες του Πόντου, αμέσως μετά την «Έξοδο» του 1922.
Ερχόμενοι οι πρόσφυγες στην Ελλάδα συνέχισαν την παράδοση της συλλογικής οργάνωσης, παράδοση που είχε ξεκινήσει αρχικά ως συντεχνιακή περισσότερο στις αρχές του 19ου αι. και εξελίχθηκε σε μία πλούσια δράση (εθνική, κοινωνική και πολιτιστική) στα τέλη του ίδιου αιώνα και κυρίως στις αρχές του 20ού αι. (θυμίζουμε το σύλλογο «Ξενοφών» των τελειοφοίτων και αποφοίτων του Φροντιστηρίου Τραπεζούντος, τον Κεντρικό Εθνικό Σύλλογο ο Περικλής και τον Αθλητικό Σύλλογο «Άτλας» Αμισού, τον Ελληνικό Σύλλογο «η Αναγέννησις» Κοτυώρων, τον Ελληνικό Αθλητικό Σύλλογο «Πόντος» των μαθητών του Κολλεγίου Ανατόλια Μερζιφούντος κ.λπ.)∙ δράσεις που σαφώς μαρτυρούν προηγμένες μορφές πνευματικού και κοινωνικού βίου. Αυτή τη σωματειακή πολιτεία οι πρόσφυγες, στην προκειμένη περίπτωση οι Έλληνες του Πόντου, την προσάρμοσαν στα νέα δεδομένα που δημιούργησε τότε η βίαιη εγκατάλειψη των πατρογονικών εδαφών και η εγκατάστασή τους στον ελλαδικό χώρο.
Η εν λόγω έρευνα ολοκληρώθηκε. Μέσα από τη μελέτη έντυπων πηγών (καταστατικά, λογοδοσίες, επετηρίδες, ημερήσιος και περιοδικός Τύπος, βιβλιογραφία κ.ά.) καθώς και των αρχειακών (πρακτικά συνελεύσεων διοικητικών συμβουλίων, αρχεία συλλόγων κ.λπ.) μπορούμε, ωστόσο, να κάνουμε κάποιες γενικές διαπιστώσεις για τα χαρακτηριστικά της συλλογικής οργάνωσης του Ποντιακού Ελληνισμού στην Ελλάδα μετά το 1922, χαρακτηριστικά που άλλοτε συνυπάρχουν και άλλοτε όχι.
Χαρακτηριστικά που αλλάζουν με το πέρασμα του χρόνου και τις απαιτήσεις της κάθε εποχής. Έτσι, από τα πρώτα κιόλας χρόνια μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών τόσο στα μεγάλα αστικά κέντρα της εποχής (Αθήνα, Πειραιάς, Θεσσαλονίκη), όσο και στην περιφέρεια με έμφαση στη Μακεδονία, όπου εγκαθίσταται η πλειοψηφία των προσφύγων, οι Έλληνες του Πόντου ιδρύουν συλλόγους:
α) ως συνέχεια εκείνων που λειτουργούσαν στις πόλεις και τα χωριά του Πόντου. Ενδεικτικά αναφέρουμε: 1. το περίφημο, μακροβιότερο και δη γυναικείο σωματείο Μέριμνα Ποντίων Κυριών, το οποίο ιδρυμένο το 1904 στην Τραπεζούντα συνεχίζει αδιάλειπτα το εθνικό, φιλανθρωπικό και κοινωνικό έργο του στη Θεσσαλονίκη μέχρι και σήμερα, 2. η Φιλεκπαιδευτική Αδελφότης Κρωμναίων (1869) που επανασυστήθηκε το 1964 στην Καλαμαριά, κ.ά.,
β) σε ανάμνηση της γενέτειρας-ιδιαίτερης πατρίδας: όπως ο Σύλλογος Σανταίων Θεσσαλονίκης «Η Επτάκωμος Σάντα», η Ένωση Ποντίων Ματσούκας, ο Σύλλογος Παφραίων Σιντικής «η Πάφρα» κ.ά.,
γ) για λόγους φιλανθρωπικούς-κοινωνικούς (επίλυση προσφυγικού ζητήματος, αποκατάσταση προσφύγων, συσσίτια και φιλοξενία απόρων παίδων στην περίοδο της Κατοχής και του Εμφυλίου, στέγαση φοιτητών και φοιτητριών στη δεκαετία του 1960-1970 κ.λπ.), π.χ. η «Ένωσις Τραπεζουντίων» Αθηνών (τέλη δεκαετίας 1920), ο Σύλλογος Ποντίων Καλλιθέας Αττικής «Η Πρόοδος» (1925), κ.ά.,
δ) για λόγους πνευματικούς-εκπαιδευτικούς. Εξέχουσα θέση έχει η Επιτροπή Ποντιακών Μελετών, η οποία ιδρυμένη το 1927 από μεγάλες προσωπικότητες του Ποντιακού Ελληνισμού, όπως το μητροπολίτη Τραπεζούντος και κατοπινό Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Χρύσανθο Φιλιππίδη, τον Θεοφ. Θεοφυλάκτου, τον Άνθ. Παπαδόπουλο, τον Χρυσ. Μυρίδη κ.ά., έθεσε σαφή στόχο της «την περισυλλογή, μελέτη και δημοσίευση γλωσσικού, λαογραφικού και ιστορικού υλικού του Πόντου», κυρίως μέσα από το έγκριτο επιστημονικό περιοδικό «Αρχείον Πόντου». Θα μπορούσαμε, αναντίρρητα, να προσθέσουμε στην κατηγορία αυτή και την Εύξεινο Λέσχη Θεσσαλονίκης, από τα παλαιότερα σωματεία στη Θεσσαλονίκη (1933) με σπουδαία πνευματική δράση κυρίως μεταπολεμικά,
ε) για την ανιστόρηση ιερών μονών-προσκυνημάτων του Πόντου. Χαρακτηριστικές είναι οι περιπτώσεις των Σωματείων: Παναγία Σουμελά Θεσσαλονίκης (1951) που ανιστόρησε τη Μονή της Σουμελά στην Καστανιά Βερμίου, Άγ. Γεώργιος Περιστερεώτας Θεσσαλονίκης (1965) που ανιστόρησε την ιστορική ομώνυμη μονή στο Ροδοχώρι Ναούσης στους πρόποδες του Βερμίου,
στ) για τη διατήρηση της μουσικής παράδοσης,
και ζ) για την ανάπτυξη του αθλητισμού, όπως λ.χ. Αθλητικός Σύλλογος Χορτοκοπίου «Ο Πόντος».
Ο Σύλλογος Ποντίων Αργοναύται-Κομνηνοί Καλλιθέας Αττικής αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα συλλογικής-σωματειακής οργάνωσης, που περικλείει, καθ’ όλη τη διάρκεια της μέχρι σήμερα ζωής και πορείας του, σχεδόν όλες τις παραπάνω δραστηριότητες (με εξαίρεση την ανιστόρηση κάποιου ιστορικού προσκυνήματος του Πόντου, μολονότι και σ’ αυτόν τον τομέα πρωτοστάτησε στη διενέργεια εράνων στην περιοχή της Αττικής για την ανέγερση της Μονής Σουμελά στο Βέρμιο).
Η ενδιαφέρουσα ιστορία της ίδρυσης του συλλόγου ξεκινάει στα τέλη της δεκαετίας του 1920. Οι σχέσεις και οι «ζυμώσεις» όμως μεταξύ των προσφύγων και οι πολλές και ποικίλες ανάγκες τους στα πρώτα χρόνια της εγκατάστασής τους διαμόρφωσαν και καθόρισαν τις συνθήκες εκείνες που οδήγησαν στη σύσταση ενός κοινού συλλόγου Τραπεζουντίων και Κερασουντίων δέκα και πλέον χρόνια μετά την εμφάνιση των πρώτων συλλογικών προσπαθειών τους στην περιοχή της Καλλιθέας.
Συγκεκριμένα, πληροφορούμαστε από τις πηγές ότι πρώτοι έκαναν την αρχή οι Τραπεζούντιοι της Καλλιθέας ήδη από το Νοέμβριο του 1925. Τότε ίδρυσαν το «Σύνδεσμο των εν Καλλιθέα Τραπεζουντίων» με έδρα την Αθήνα. Σκοποί του Συνδέσμου ήταν: α) η με κάθε νόμιμο μέσο επιδίωξη της μόνιμης εγκατάστασης των αστών και των αγροτών μελών του, β) η διαπαιδαγώγησή τους με την οργάνωση αναγνωστηρίου, βιβλιοθήκης, νυκτερινής σχολής, διαλέξεων κ.λπ. και η εν γένει ηθική και υλική αλληλεγγύη προς αυτούς, γ) η προάσπιση των γενικότερων συμφερόντων των προσφύγων. Ο εν λόγω Σύνδεσμος μετωνομάσθηκε λίγα χρόνια αργότερα «Σύλλογος Τραπεζουντίων “Οι Κομνηνοί”» (1932).
Ακριβώς τέσσερα χρόνια μετά την ίδρυση του συνδέσμου των Τραπεζουντίων ακολούθησε ο «Ψυχαγωγικός και Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος Ποντίων “ΟΙ ΑΡΓΟΝΑΥΤΑΙ”». Πραγματοποιώντας μία πρώτη συνάντηση την 26η Δεκεμβρίου 1929, αποφασίσθηκε η από καιρό επιθυμητή ίδρυση ποντιακού συλλόγου «αποσκοπούντος την πνευματικήν και κοινωνικήν επικοινωνίαν και προαγωγήν των Ποντίων, κατ’ αρχήν μεν διά της ιδρύσεως Κέντρου συναντήσεως αργότερον δε διά της μετατροπής αυτού εις Λέσχην ποντιακήν, ήτις ομολογουμένως αποτελεί ανάγκην…». Θεωρείται ότι ο σύλλογος βασίσθηκε περισσότερο στους Κερασουντίους της περιοχής. Σ’ αυτό μάλιστα παραπέμπει και η επωνυμία του, καθώς ομώνυμος σύλλογος λειτούργησε στην Κερασούντα πριν από το 1922, μολονότι, τουλάχιστον από τις γνωστές σε μας πηγές, αφενός δε φαίνεται να υπάρχει στενή σχέση μεταξύ των δύο συλλόγων -αποκλείεται επομένως η περίπτωση της επανίδρυσης και επαναλειτουργίας του ίδιου συλλόγου στην Ελλάδα- και αφετέρου στο Καταστατικό του δεν αναφερόταν πουθενά η αποκλειστική προέλευση των μελών του από την πόλη της Κερασούντας.
Αντίθετα μάλιστα, σύμφωνα με το άρθρο 4, τακτικά μέλη του συλλόγου ήταν οι κατοικούντες στην κοινότητα Καλλιθέας Πόντιοι άνω των 18 ετών, και έκτακτα μέλη οι διαμένοντες Πόντιοι εκτός των ορίων της Κοινότητας καθώς και κάθε άλλος πρόσφυγας ή γηγενής κάτοικος Καλλιθέας. Εκείνο όμως που δεν μπορεί να αμφισβητήσει κανείς, παρατηρώντας τον πίνακα των αρχικών μελών του συλλόγου, είναι η μεγάλη συμμετοχή Κερασουντίων -εγγίζει το 45% - και επιπρόσθετα ο πρωταγωνιστικός ρόλος τους στα πρώτα διοικητικά συμβούλια. Επίσης, η πρόταση του εμπνευστή του συλλόγου, Γ. Αλεξανδρίδη, το έτος 1931 «όπως προσφερθή δώρον εις τον κ. Ιασωνίδην πρώτον Πόντιον Υπουργόν, διατελέσαντα άλλοτε εν Κερασούντι μέλος των Αργοναυτών», μας αφήνει το περιθώριο να υποθέσουμε ότι ίσως ο Αλεξανδρίδης να αποτέλεσε τελικά το συνδετικό κρίκο των δύο ομώνυμων συλλόγων σε Κερασούντα και Καλλιθέα. Ίσως να προσπάθησε, με άλλα λόγια, να «συνδέσει» την Κερασούντα με την Καλλιθέα μέσα από τη δημιουργία ενός συλλόγου με την ίδια επωνυμία και την ίδια σοβαρότητα-ποιότητα στη λειτουργία του.
Καταστατικός σκοπός του συλλόγου ήταν: α) η ηθική στήριξη, αλληλεγγύη και πνευματική ανάπτυξη και προαγωγή των μελών του «διά στενωτέρας συναφείας και επικοινωνίας…», μακριά από κάθε πολιτική εμπλοκή ή τοποθέτηση. Για την επίτευξή του απαραίτητη προϋπόθεση ήταν: α) η ίδρυση ιδιόκτητου εντευκτηρίου με την επωνυμία «Λέσχη Ποντίων Οι Αργοναύται», και β) η διοργάνωση εκδρομών, διαλέξεων, θεατρικών παραστάσεων, χορών, ομάδων αθλητικών, ποδοσφαιρικών, προσκοπικών, μουσικών (φωνητικών και ενόργανων) και άλλων συγκεντρώσεων συναφών με τον επιδιωκόμενο σκοπό.
Οι πρώτες συζητήσεις για συγχώνευση των δύο συλλόγων των Τραπεζουντίων και των Κερασουντίων ξεκίνησαν τον Ιούλιο του 1935 και ολοκληρώθηκαν τον Ιανουάριο του 1937. Ο Σύλλογος έφερε πια την ονομασία «Σύλλογος Ποντίων Αργοναύται - Κομνηνοί» και η σφραγίδα του είχε κυκλοτερώς την ίδια φράση με το σύμπλεγμα των γραμμάτων ΑΚ στο κέντρο της, ενώ στο κάτω μέρος της αναγραφόταν «Καλλιθέα 1930».
Η αναφορά μας στη δράση που ανέπτυξαν οι "Αργοναύται - Κομνηνοί" είναι επιγραμματική στο πλαίσιο του παρόντος άρθρου. Καταδεικνύει, ωστόσο, τη σπουδαιότητα, την ποιότητα και τη διάρκεια αυτής της δράσης, αυτής της προσφοράς τους στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο. Μέλη του εκάστοτε διοικητικού συμβουλίου αποτέλεσαν αστοί κυρίως της καλλιθαϊκής κοινωνίας, οι οποίοι δε δίστασαν να επιχορηγήσουν με ίδιους πόρους το σύλλογο. Ανάμεσά τους ήταν ήδη από τη δεκαετία του 1930 και γυναίκες -στη θέση του γενικού γραμματέα και του αντιπροέδρου-, δείγμα της προοδευτικότητας και της πρωτοπορίας του συλλόγου.
Επιπρόσθετη ώθηση στις προσπάθειές τους έδωσε επίσης η συμπαράσταση του υπουργού Κοινωνικής Πρόνοιας και Αντιλήψεως Λεωνίδα Ιασονίδη, ο οποίος υπήρξε το στήριγμα όλου του προσφυγικού στοιχείου. Με τη σύμφωνη γνώμη του τελευταίου ο σύλλογος απέκτησε μάλιστα στις αρχές της δεκαετίας του 1930 οικόπεδο, όπου και ανεγέρθηκε η πρώτη ιδιόκτητη στέγη, η οποία αποτέλεσε το εχέγγυο για την ευόδωση-πραγματοποίηση των οραμάτων του συλλόγου.
Πρωταγωνιστής ήταν ο σύλλογος στον τομέα της διατήρησης και προβολής της παράδοσης του Πόντου. Ίδρυσε από πολύ νωρίς δραματικό τμήμα (1931) και χορευτικό τμήμα (σχολή χορού και μουσικής, 1933), τα οποία πρωτοστάτησαν στα πολιτιστικά δρώμενα της Αθήνας ήδη από τη δεκαετία του 1940. Τα συγκεκριμένα τμήματα, που λειτουργούν αδιάκοπα μέχρι και σήμερα, αποτέλεσαν την «αιχμή του δόρατος» του συλλόγου, η φήμη του οποίου πολύ γρήγορα ξεπέρασε τα όρια της προσφυγικής Καλλιθέας. Το χορευτικό του συμμετείχε, για παράδειγμα, στις εκδηλώσεις της απελευθέρωσης της Ελλάδας από τους Γερμανούς στο Παναθηναϊκό Στάδιο το 1945 ∙ ταξίδεψε επίσης πολλές φορές στις εστίες του απόδημου Ελληνισμού, συνεργάσθηκε με κορυφαίους έλληνες καλλιτέχνες και δημιουργούς, και απέσπασε διθυραμβικές κριτικές με κορωνίδα την εμφάνιση στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004. Το ίδιο και ο θεατρικός όμιλος που ανέβασε θεατρικά έργα στην ποντιακή σε μεγάλα θέατρα των Αθηνών σε συνεργασία με σημαντικούς συγγραφείς και σκηνοθέτες, όπως τον Δημ. Ψαθά, τον Πόλυ Χάιτα, τον Ερμή Μουρατίδη κ.ά. Δε θα ήταν υπερβολή, επομένως, να ισχυριστεί κανείς ότι «κάθε εμφάνιση του συλλόγου στην Ελλάδα και κάθε εξόρμησή του στο Εξωτερικό δεν ήταν απλώς μια συνηθισμένη εκδήλωση ή περιοδεία αλλά μάθημα θεατρικής (και χορευτικής) παιδείας…».
Αξιοσημείωτη είναι και η φιλανθρωπική δραστηριότητα του συλλόγου, ιδιαίτερα στη δεκαετία του 1940. Μέχρι τότε προσέφερε μικρά χρηματικά βοηθήματα και τρόφιμα σε αναξιοπαθούντες συμπατριώτες της Καλλιθέας. Τα απαραίτητα χρήματα αρωγής εξασφαλίζονταν κατ’ αρχήν με τη διενέργεια εράνων αλλά και με τη διοργάνωση «χορών με τέιο» ή χοροεσπερίδων. Αρωγοί στην προσπάθεια αυτή του συλλόγου υπήρξαν επανειλημμένα ο Δήμος Καλλιθέας καθώς και ο Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος. Και ο Χρύσανθος αλλά και ο εκάστοτε δήμαρχος Καλλιθέας προσέτρεξαν σε κάθε κάλεσμα του συλλόγου, συνδράμοντας με την καταβολή χρημάτων στην επιβίωση ή την καλύτερη διαβίωση των αναξιοπαθούντων κατοίκων του προσφυγικού οικισμού.
Πολύ σημαντική όμως, ίσως η σημαντικότερη, πηγή εσόδων για την αξιέπαινη φιλανθρωπική δράση του συλλόγου ήταν οι δωρεές επιφανών και εύπορων Ποντίων της Ελλάδας και κυρίως του Εξωτερικού. Φίλοι του συλλόγου, που στην πορεία ανακηρύχθηκαν δωρητές και ευεργέτες του, προσέφεραν γενναιόδωρα για το σκοπό αυτό σεβαστά χρηματικά ποσά ή υλικά αγαθά (υποδήματα, ρούχα) σε αναγνώριση του κοινωφελούς έργου των ανθρώπων του, οι οποίοι με αυτοθυσία και ανιδιοτέλεια παρείχαν ανεκτίμητη βοήθεια στο συνάνθρωπο, και δη στον πρόσφυγα από τον Πόντο.
Με την έκρηξη του ελληνοϊταλικού πολέμου ο σύλλογος ανέπτυξε ακόμη εντονότερη δράση. Με προκήρυξή του κάλεσε τους Ποντίους των Αθηνών, όλης της χώρας και του εξωτερικού, τις γυναίκες, τα νέα παιδιά και τους επιστήμονες να συστρατευθούν στον κοινό εθνικό αγώνα. Το γενικό κάλεσμα της επιτροπής είχε απήχηση σε πολλούς πατριώτες, οι οποίοι με προθυμία δέχθηκαν να ενισχύσουν το σύλλογο στην πολεμική του προσπάθεια. Οι «Αργοναύται - Κομνηνοί» έγιναν, λοιπόν, το πρώτο ποντιακό σωματείο που απέστειλε βοήθεια στους Έλληνες στρατιώτες στα μέτωπα της Β. Ηπείρου. Συγκρότησε συνεργεία από γυναίκες που έπλεκαν κάλτσες και φανέλες και ετοίμαζαν τα δέματα. Πρότεινε ακόμη, σε συνεργασία με τους βετεράνους οπλαρχηγούς των ανταρτικών σωμάτων του Πόντου (1916-1922), και τη σύσταση εθελοντικών σωμάτων στα πρότυπα των αντίστοιχων στον Πόντο, για την ενίσχυση των δυνάμεων του ελληνικού στρατού.
Ο σύλλογος δε σταμάτησε τον αγώνα ακόμη και όταν οι Γερμανοί κατέλαβαν όλη τη χώρα. Το διοικητικό του συμβούλιο ξεκίνησε από πολύ νωρίς τα συσσίτια για τα παιδιά (αρχές του 1942).
Ζήτησε τη βοήθεια από τους ευκατάστατους Ποντίους των Αθηνών, από το Υπουργείο Επισιτισμού και τον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό. Με συνέπεια και άψογη οργάνωση τα μέλη του συλλόγου κατάφεραν να θέσουν σε λειτουργία τα συσσίτια τόσο στην Καλλιθέα όσο και στη Δραπετσώνα, σώζοντας έτσι εκατοντάδες παιδιά από την πείνα και το θάνατο. Συνολικά, τα σιτιζόμενα παιδιά στην Καλλιθέα και στη Δραπετσώνα έφθασαν τα 500 (σίτιση μέρα παρά μέρα) στην έναρξη των συσσιτίων. Γρήγορα όμως μετά την απογραφή που διενήργησε ο Ερυθρός Σταυρός για την αποφυγή του άσκοπου διπλοσιτισμού, ο αριθμός των παιδιών περιορίσθηκε στα 300 -στην Καλλιθέα 200 και στη Δραπετσώνα 100-, τα οποία όμως λάμβαναν καθημερινά τη μερίδα τους, ακόμη και τις Κυριακές. Η σωτήρια για τα παιδιά λειτουργία των συσσιτίων διήρκεσε δύο ολόκληρα χρόνια (1942-1944), παρά τα πολλά και ποικίλα προβλήματα που είχε να αντιμετωπίσει ο σύλλογος. Παρόμοια μάλιστα εθνωφελή δράση συνεχίσθηκε και στα δύσκολα χρόνια του Εμφυλίου πολέμου. Διανεμήθηκαν τότε ρούχα και υποδήματα, παρατέθηκαν τα περίφημα κυριακάτικα γεύματα (1947-1948), και επίσης στάλθηκαν τα άπορα και καχεκτικά παιδιά της Καλλιθέας σε κατασκηνώσεις στη Δροσιά (Ρωσοχώρι) Αττικής τους θερινούς μήνες (1947-1949).
Θα ήταν παράλειψη ακόμη να μην αναφερθεί και η σοβαρή φιλεκπαιδευτική δραστηριότητα του συλλόγου. Αρκεί να σημειωθεί ότι τον Ιούλιο του 1943 αποφασίσθηκε η έκδοση του λαογραφικού περιοδικού με τίτλο «Χρονικά του Πόντου». Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου και η συντακτική επιτροπή απηύθυναν έκκληση στον πνευματικό κόσμο της εποχής για βοήθεια και συμμετοχή με αξιόλογα άρθρα με σκοπό να «περισώσουν όλους τους πολύτιμους θησαυρούς, όλον τον συμπυκνωμένον υγιά πολιτισμό, απόσταγμα της πανανθρώπινης γνώσης των αιώνων». Ο ενθουσιασμός και η πίστη τους για την επιτυχία και τη σημασία του εγχειρήματός τους απορρέει από το περιεχόμενο του πρώτου άρθρου με τίτλο «Προς νέες εξορμήσεις». Σ’ αυτό, μεταξύ των άλλων, σημειώνονταν τα ακόλουθα:
«Με χαρά μας προβαίνομε στην έκδοση των “Χρονικών του Πόντου”. Είμαστε βέβαιοι, πως το ίδιο συναίσθημα δοκιμάζουν κι όλοι οι συμπατριώτες μας… Τα “Χρονικά του Πόντου” μαζί με το “Αρχείον Πόντου”, τα “Ποντιακά Φύλλα” και όλα τα άλλα όμοια έντυπα βιβλία και περιοδικά, θ’ αποτελέσουν την “ιερά κιβωτό” μέσα στην οποία θα περισώσωμεν και θα διαφυλάξομε τα προγονικά μας κειμήλια, τους ατίμητους θησαυρούς μας, τα όσια και τα ιερά μας… Καλούμε λοιπόν σε συναγερμό και παρακαλούμε θερμά όλους τους συμπατριώτες μας: τους λογίους Ποντίους… τους εύπορους… το πολύ ποντιακό κοινό… Θα δείξομε έτσι, πως ξέρομε να εκτιμούμε την ιστορία μας, πως ξέρομε να σεβόμαστε και να τιμούμε τους προγόμους μας, πως είμαστε πραγματικά άξιοι απόγονοί τους… Θέλομε να πιστεύομε πως και στη νέα μας αυτή εξόρμηση θα μας ακολουθήσουν μ’ ενθουσιασμό όλοι οι συμπατριώτες μας».
Παρά τις αντίξοες συνθήκες (υποτίμηση δραχμής, δυσκολία στη διάθεση του περιοδικού και στην είσπραξη των συνδρομών λόγω των περιορισμών στις μετακινήσεις από τις δυνάμεις Κατοχής), κατάφεραν τελικά να εκδώσουν 24 τεύχη, το περιεχόμενο των οποίων εξακολουθεί και σήμερα να είναι πολύτιμο για τους ερευνητές.
Ο Σύλλογος διοργάνωσε ακόμη πλήθος ομιλιών στην αίθουσα του περίφημου ιστορικού συλλόγου «Παρνασσός» στις δεκαετίες 1940, 1950 και 1960. Διακεκριμένοι πολιτικοί και διανοούμενοι όπως: ο Λ. Ιασονίδης, ο Οδ. Λαμψίδης, ο Πολ. Ενεπεκίδης, Ξεν. Άκογλου κ.ά. ανταποκρίθηκαν τότε στην πρόσκληση. Η δραστηριότητα αυτή συνεχίζεται και στις ημέρες μας με παρουσιάσεις βιβλίων και διαλέξεις.
Οι Αργοναύται - Κομνηνοί δεν υστέρησαν ούτε και στον τομέα του αθλητισμού. Υιοθέτησαν για δεκαπέντε χρόνια περίπου τον ποδοσφαιρικό σύλλογο «Φοίνιξ» Καλλιθέας (1932-1947), ενώ το 1949 ανήγγειλαν ότι εν τη προσπάθεία τους να εξυπηρετήσουν αποκλειστικώς την Ποντιακήν Νεολαίαν, ίδρυσαν Τμήμα Αθλητικών Παιδιών…» με έμφαση την καλαθόσφαιρα. Μέχρι και το 1962 οι ομάδες καλαθοσφαίρισης παίδων, εφήβων, ανδρών και γυναικών με την επωνυμία «ΑΡΓΩ» αγωνίσθηκαν αρχικά στο ιδιόκτητο γήπεδο του συλλόγου και από το 1956 στο γήπεδο του Εσπέρου, κατορθώνοντας να κερδίσουν το σεβασμό μεγάλων ομάδων του λεκανοπεδίου, όπως προκύπτει από το περιοδικό του ΣΕΓΑΣ αλλά και από τον Τύπο. Η έναρξη όμως των εργασιών ανέγερσης του μεγάρου του συλλόγου στη θέση του γηπέδου (1956), οδήγησε σε άδοξο τέλος το αθλητικό τμήμα.
Η τόσο σημαντική παρουσία και δράση του συλλόγου, την οποία πολύ συνοπτικά περιγράψαμε, δεν ήταν δυνατό να μην εκτιμηθεί από το ανώτατο πνευματικό ίδρυμα της χώρας. Έτσι, το 1957 η Ακαδημία βράβευσε τους "Αργοναύτες - Κομνηνούς για τη μεγάλη προσφορά τους στη διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς και εν γένει για τη δράση τους και την προσφορά τους στην πατρίδα.
Σήμερα ο σύλλογος συνεχίζει με την ίδια ζέση και ενθουσιασμό την επίτευξη των καταστατικών του σκοπών. Είναι αλήθεια όμως ότι οι εποχές έχουν αλλάξει. Οι ανάγκες και οι απαιτήσεις της νέας γενιάς είναι διαφορετικές. Και πάλι όμως οι "Αργοναύται - Κομνηνοί" αποδεικνύουν ότι αντιλαμβάνονται την επιτακτική ανάγκη της αλλαγής, της προσαρμογής στα νέα δεδομένα. Μένουν πιστοί στην παράδοση, αλλά από την άλλη πρωτοπορούν, δίνοντας μεγάλη σημασία στους νέους και έμφαση στη συμμετοχή αυτών τόσο στις επιτροπές των τμημάτων τους όσο και στην έρευνα της λαογραφίας και της ιστορίας των Ελλήνων του Πόντου. Απόδειξη τούτου είναι ότι ο σύλλογος χορηγεί πλέον υποτροφίες σε νέους ιστορικούς, μουσικούς, ανθρωπολόγους, κοινωνιολόγους που ασχολούνται με τον Ποντιακό Ελληνισμό. Ευχή όλων είναι η αξιέπαινη και πολυσχιδής δράση του συλλόγου να συνεχισθεί και να βρει και άλλους μιμητές εντός της σωματειακής οργάνωσης του Ποντιακού Ελληνισμού.

