![]() |
Ποντιακή Γενοκτονία: Ώρα για ευρωπαϊκή αναγνώριση χωρίς αστερίσκους |
του Διονύση Ασημιάδη
Η Ποντιακή Γενοκτονία δεν είναι απλώς ένα ιστορικό γεγονός. Είναι μια ανεπούλωτη πληγή στη μνήμη εκατοντάδων χιλιάδων απογόνων Ελλήνων του Πόντου, οι οποίοι είδαν τους προγόνους τους να εξολοθρεύονται, να εκτοπίζονται ή να εξαναγκάζονται σε απάνθρωπη προσφυγιά από το κεμαλικό καθεστώς, την περίοδο 1914–1923.
Πρόκειται για μια από τις πιο σκοτεινές σελίδες της σύγχρονης ιστορίας, με καταγεγραμμένους θανάτους άνω των 350.000 ανθρώπων, βάσει ερευνητικών πηγών και μαρτυριών διεθνών διπλωματών και ιεραποστόλων της εποχής.
Παρά την αναγνώρισή της από τη Βουλή των Ελλήνων, αλλά και από ορισμένα ξένα κοινοβούλια όπως αυτά της Σουηδίας, της Αρμενίας και της Κύπρου, η Ποντιακή Γενοκτονία παραμένει εκτός του επίσημου θεσμικού λόγου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κι όμως, η ίδια Ε.Ε. έχει τοποθετηθεί ξεκάθαρα για άλλες γενοκτονίες, όπως του Ολοκαυτώματος, της Ρουάντα ή των Αρμενίων, ενσωματώνοντας το ιστορικό τραύμα στο κοινό ευρωπαϊκό αφήγημα για τα ανθρώπινα δικαιώματα, την ειρήνη και την πρόληψη εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας. Η στάση αυτή, πέρα από ηθικά και ιστορικά ανεπαρκής, έρχεται σε αντίθεση με το ίδιο το νομικό πλαίσιο της Ένωσης, αλλά και τις διεθνείς δεσμεύσεις των κρατών-μελών της.
Σύμφωνα με τη Σύμβαση για την Πρόληψη και Καταστολή του Εγκλήματος της Γενοκτονίας του ΟΗΕ (1948), την οποία έχουν κυρώσει όλα τα κράτη μέλη της Ε.Ε., η γενοκτονία ορίζεται ως πράξη που αποσκοπεί στην ολική ή μερική εξόντωση εθνικής, εθνοτικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας, είτε δια της φυσικής εξόντωσης είτε δια της ψυχολογικής καταστροφής (άρθρο 2). Οι περιγραφόμενες μαζικές σφαγές, εκτοπίσεις και βίαιες πορείες θανάτου στον Πόντο εντάσσονται ξεκάθαρα στο πνεύμα αυτού του ορισμού.
Επιπλέον, με βάση το Καταστατικό της Ρώμης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (1998), το έγκλημα της γενοκτονίας υπάγεται στη διεθνή ποινική δικαιοδοσία χωρίς παραγραφή, ανεξαρτήτως του πότε διαπράχθηκε. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, παρότι δεν είναι κράτος, έχει θεσμικά δεσμευτεί υπέρ της διεθνούς δικαιοσύνης και της καταπολέμησης της ατιμωρησίας, ιδιαίτερα μέσω της Κοινής Θέσης 2001/443/ΚΕΠΠΑ και της Απόφασης του Συμβουλίου 2011/168/ΚΕΠΠΑ για τη συνεργασία με το ΔΠΔ.
Η άρνηση θεσμικής αναγνώρισης της Ποντιακής Γενοκτονίας υπονομεύει επίσης τον ίδιο τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2000), ιδίως το άρθρο 1 («Η ανθρώπινη αξιοπρέπεια είναι απαραβίαστη») και το άρθρο 21, που απαγορεύει τις διακρίσεις λόγω εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής.
Δεν μπορεί η Ένωση να αυτοπροσδιορίζεται ως θεματοφύλακας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ταυτόχρονα να διατηρεί αποσιωπημένα εγκλήματα εθνοκάθαρσης επειδή αφορούν γεωπολιτικά «ευαίσθητες» περιοχές ή στρατηγικούς εταίρους κατά κύριο λόγο την Τουρκία.
Ακόμη και στο επίπεδο της ιστορικής μνήμης, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει αναγνωρίσει την ανάγκη μνήμης για τα ολοκληρωτικά εγκλήματα του 20ού αιώνα.
Η Απόφαση P6_TA(2005)0233 για την Ευρωπαϊκή Συνείδηση και τον Ολοκληρωτισμό τονίζει ότι η Ευρώπη δεν μπορεί να είναι ολοκληρωμένη χωρίς έναν ενιαίο τρόπο ανάγνωσης της ιστορίας των θυμάτων. Η επιλεκτική θεσμική μνήμη για κάποιες γενοκτονίες και η πλήρης αποσιώπηση άλλων ακυρώνει το ίδιο αυτό ευρωπαϊκό αφήγημα.
Εκτός των άλλων, η Στρατηγική της Ε.Ε. για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία (2020–2024) δεσμεύεται ρητά για την υπεράσπιση της ιστορικής αλήθειας και της διεθνούς δικαιοσύνης. Η απόκλιση από αυτή τη στρατηγική γραμμή στο ζήτημα των Ποντίων λειτουργεί ως σιωπηρή εξαίρεση, η οποία θίγει όχι μόνο την ελληνική συλλογική μνήμη, αλλά και την αξιοπιστία της Ένωσης ως παγκόσμιου παράγοντα αρχών.
Η επιλεκτική μνήμη όμως υπονομεύει τις αρχές πάνω στις οποίες οικοδομήθηκε η Ένωση. Η μη αναγνώριση της Ποντιακής Γενοκτονίας δεν είναι απλώς ένα ιστορικό κενό· είναι μια πολιτική αποσιώπηση, που λειτουργεί σιωπηρά ως ανοχή σε πρακτικές αναθεωρητισμού, όπως αυτές που ενισχύονται σήμερα στην τουρκική δημόσια σφαίρα. Μια Ευρώπη που θέλει να είναι συνεπής στον λόγο της για τη δικαιοσύνη, τη δημοκρατία και την ιστορική αλήθεια, δεν μπορεί να παραβλέπει το Ποντιακό Ζήτημα για λόγους διπλωματικής σκοπιμότητας.
Η υποχρέωση αναγνώρισης της Ποντιακής Γενοκτονίας δεν αφορά μόνο την Ευρωπαϊκή Ένωση· αφορά πρωτίστως την ίδια την Τουρκία, ως διάδοχο κράτος του κεμαλικού καθεστώτος που διέπραξε τα εγκλήματα. Σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, και ιδίως το άρθρο 1 της Σύμβασης για τη Γενοκτονία του ΟΗΕ, τα κράτη έχουν όχι μόνο καθήκον να αποτρέπουν τέτοιες πράξεις, αλλά και να τις αναγνωρίζουν όταν έχουν διαπραχθεί. Η άρνηση μιας γενοκτονίας συνιστά συνέχιση του τραύματος, γιατί διατηρεί την ατιμωρησία, παραχαράσσει την ιστορική αλήθεια και προσβάλλει τη μνήμη των θυμάτων.
Η Τουρκία, αντί να στραφεί στην αυτογνωσία, επιλέγει τη διαρκή άρνηση, τόσο για τους Ποντίους, όσο και για τους Αρμένιους και τους Ασσυρίους. Αυτή η στάση αντίκειται στις βασικές αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Συμβουλίου της Ευρώπης, όπου η Τουρκία είναι μέλος. Εφόσον αρνείται να συμβαδίσει με τα πρότυπα ιστορικής ευθύνης που έχουν τεθεί από άλλες δημοκρατίες, τότε η διεθνής κοινότητα και ειδικά η Ε.Ε. έχει χρέος να επιβάλει συγκεκριμένες κυρώσεις.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να συνεχίσει να σιωπά μπροστά στη συγκροτημένη ιστορική τεκμηρίωση της Ποντιακής Γενοκτονίας. Οφείλει να ενθαρρύνει την αναγνώρισή της όχι μόνο ως συμβολική πράξη, αλλά και ως βάση για την εκπαίδευση των μελλοντικών γενεών, την πρόληψη ανάλογων εγκλημάτων και την εμπέδωση μιας ηθικά συνεπούς εξωτερικής πολιτικής. Η μνήμη δεν είναι διαπραγματεύσιμη και η Ευρώπη δεν πρέπει να επιλέγει ποια θύματα αξίζει να θυμάται.
Πηγή: The Opinion