Πέμπτη 5 Ιουνίου 2008

Οι νέοι σύμμαχοί μας στην αποκατάσταση της ιστορίας

του Φάνη Μαλκίδη

Μέρος της ομιλίας στην εκδήλωση που διοργάνωσε ο Δήμος Ορεινού Καβάλας και ο Πολιτιστικός Σύλλογος Σκοπού «Άγιος Δημήτριος»


Η σημερινή εκδήλωση έχει μεγάλη σημασία γιατί αφενός γίνεται σε μία περίοδο όπου το Ποντιακό περνά σε νέα και οπωσδήποτε πιο κεντρική θέση, αν κρίνουμε από την αντίδραση της Τουρκίας σε όλο τον κόσμο, αφετέρου γιατί αναδεικνύονται πλέον στην Τουρκία και αλλού Τούρκοι δημοκράτες οι οποίοι παραδέχονται το μαζικό έγκλημα.

Ο Τούρκος πρόεδρος του "Συλλόγου Ενάντια στη Γενοκτονία" Αλί Ερτέμ, στον πρόλογο του 14τομου έργου "Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου" του καθηγητή Κωνσταντίνου Φωτιάδη, που περιλάμβανε και αριθμούς των θυμάτων των γενοκτονιών που διέπραξαν οι Νεότουρκοι και οι Κεμαλιστές, σημειώνει τα εξής: "Η εξόντωση των χριστιανικών λαών που βρίσκονταν υπό τουρκική κυριαρχία ολοκληρώθηκε σε δύο φάσεις. Στην πρώτη φάση, από το 1912 ως το 1918, οι Νεότουρκοι έσφαξαν 1,5 εκατομμύριο Αρμενίους, 500.000 Αραμαίους - Ασσυρίους και πάνω από 750.000 Έλληνες από την Ανατολική Θράκη, την Ιωνία, τον Πόντο και την Καππαδοκία. Η δεύτερη φάση ξεκίνησε μετά τη συνθηκολόγηση της οθωμανικής αυτοκρατορίας και διήρκεσε μέχρι το 1922 (σε κάποια φάση, όπως στον Πόντο, μέχρι το 1924)... Από το 1916 μέχρι το 1924 οι Νεότουρκοι και οι Κεμαλιστές έσφαξαν συνολικά 353.000 Ελληνοπόντιους... Το τουρκικό κράτος προσπαθεί να χτίσει το μέλλον της κοινωνίας του πάνω στην άρνηση αυτής της πραγματικότητας.. Μ΄ αυτόν τον τρόπο ανοίγεται ο δρόμος για νέα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας μέχρι και για νέες γενοκτονίες."

Θα πρέπει να τονισθεί ότι το 1999 ο Αλί Ερτέμ, το 1999 συγκέντρωσε 11.247 υπογραφές Τούρκων της Ευρώπης, και τις έστειλε στο τουρκικό κοινοβούλιο με το αίτημα αναγνώρισης του τουρκικού εγκλήματος της γενοκτονίας. Μια πρωτοφανή πράξη που δίνει μαθήματα σ΄ αυτούς που για τα εφήμερα συμφέροντα θυσιάζουν την αιωνιότητα και κηλιδώνουν τη μνήμη των θυμάτων.

Ένας άλλος Τούρκος δημοκράτης είναι ο καθηγητής Τανέρ Ακσάμ, συγγραφέας πολλών βιβλίων για τη γενοκτονία των Αρμενίων, ο οποίος σημειώνει στον πρόλογό του βιβλίου του υπογράφοντα για τη γενοκτονία: «…η εκτόπιση και οι δολοφονίες δεν ήταν μια μεμονωμένη πράξη μόνο ενάντια σε Αρμενίους. Πραγματοποιήθηκαν ως τμήμα ενός γενικού σχεδίου που θα μπορούσε να κληθεί «δημογραφική πολιτική» ή «φυλετική κάθαρση της Ανατολίας», μια πολιτική εκκαθάρισης του χριστιανικού πληθυσμού της Ανατολίας. Αυτή η πολιτική εφαρμόστηκε ως γενικό σχέδιο μεταξύ του 1913-1918 και συνεχίστηκε ενάντια στους Έλληνες του Πόντου από το 1920 μέχρι το 1924. Ο κύριος στόχος όλης αυτής της πολιτικής ήταν να εξασφαλιστεί ο σχηματισμός μιας ομογενοποιημένης Ανατολίας, η οποία μπορεί να προετοιμάσει το έδαφος για ένα έθνος- κράτος και να αποβάλει οποιαδήποτε επικίνδυνα στοιχεία που να εμποδίσουν την πραγματοποίηση αυτού του σχεδίου».

Αυτές οι δυνατές φωνές αποτελούν ένα μήνυμα παρρησίας και ανάκτησης της ανθρωπιάς, που μπορούν να απελευθερώσουν τον τουρκικό λαό από το στίγμα της γενοκτονίας. Είναι οι φωνές που μαζί με άλλες θα γίνουν σε λίγα χρόνια χιλιάδες για να αποτελέσουν το φράγμα στο ψεύδος και στην προπαγάνδα, στη βία που συνεχίζεται αφού οι θύτες δεν τιμωρήθηκαν ποτέ.

Μάλιστα όπως αναφέρει προκλητικά το Υπουργείο Εξωτερικών της Τουρκίας με έκτακτη ανακοίνωσή του της 26ης Μαΐου 2008 διαμαρτύρεται προς την ελληνική κυβέρνηση για την καθιέρωση της 19ης Μαΐου ως ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ποντίων(!). Θεωρεί ότι η σχετική απόφαση της 24ης Φεβρουαρίου 1994 του Ελληνικού Κοινοβουλίου στρέφεται «κατά του Ιδρυτού της τουρκικής δημοκρατίας Κεμάλ Ατατούρκ» και χαρακτηρίζει τις επετειακές εκδηλώσεις μνήμης και το αίτημα των ποντιακών οργανώσεων για αναγνώριση της γενοκτονίας, ως «ρωγμή» στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Αποδοκιμάζει την συμμετοχή εκπροσώπων της ελληνικής κυβέρνησης, βουλευτών του ελληνικού κοινοβουλίου και εκπροσώπων της τοπικής αυτοδιοίκησης στις εκδηλώσεις της 19ης Μαΐου για την επέτειο της «δήθεν γενοκτονίας», ενέργεια που εκτιμά ότι κλονίζει το κλίμα φιλίας και εμπιστοσύνης μεταξύ του ελληνικού και τουρκικού λαού και «πλήττει άμεσα την προσπάθεια ελληνοτουρκικής προσέγγισης και σύσφιξης των σχέσεων δύο λαών».

Παρά το θράσος των δολοφόνων που ζητούν να απολογηθούν τα θύματα, η προσπάθεια συνεχίζεται, με ακόμη περισσότερο ζήλο, ειδικά τώρα που στην Τουρκία και αλλού υπάρχουν ειλικρινείς Τούρκοι δημοκράτες που αγωνίζονται για την αλήθεια και τη δικαιοσύνη.