Είχα πάει πολλές φορές, ποτέ όμως στην Πατρίδα. Και πατρίδα είναι ο Πόντος, η Μαύρη Θάλασσα των Ελλήνων, το Karadeniz των Τούρκων.
Δυό χρόνια στο Ι.Μ.Χ.Α. (Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου) πάλευα με τις γραμματικές της Ανατολής και τα αναγνωστικά του τουρκικού δημοτικού σχολείου. Όλοι οι "συμφοιτητές" μου είχαν έναν στόχο εκεί μέσα: να πάρουν το πτυχίο, να δουλέψουν στην Τουρκία, να πάρουν θέση στον κρατικό μηχανισμό, κλπ.
Εγώ, ένα ήθελα: στα 53 μου πια, να δω τα δάση που άκουγα στα παραμύθια του παππού, να δω τη γλυκιά και συνάμα άγρια θάλασσα του Πόντου. Να τα δω μόνος, χωρίς γκρουπ και τέτοια μαζικά και αποξενωτικά μαζί.
Ήθελα να δω το πάτημα του κάπρου σε εκείνα τα δάση της καστανιάς, ήθελα να ακούσω το κλάμα του ζαγαριού στο ξεσήκωμα του λαγού. Να δω τα τρυγόνια μιλιούνια, να σκεπάζουν τις ατέλειωτες φυτείες ηλιόσπορου [φεγγαρολούλουδο λένε οι Τούρκοι τον ηλιόσπορο].
Τρένο από Θεσσαλονίκη για την Πόλη και μετά αεροπλάνο για τη Σαμψούντα. Πριν ξεκινήσω πήρα τηλέφωνο τον Μεσσήνη.
- «Πρόεδρε -έτσι έμαθα τόσα χρόνια να τον φωνάζω- σήμερα φεύγω για Σαμψούντα, θα περάσω και από τον τοπικό κυνηγετικό σύλλογο, να κάνουμε επαφή μαζί τους;»
- «Και το ρωτάς ρε παιδί μου; Να πάρουμε και τον Γιώργο» (τον Μπαμπαράτσα, τον τωρινό πρόεδρο του Κ.Σ. Θεσσαλονίκης).
Σε μισή ώρα, στα γραφεία του συλλόγου, έγινε το σχέδιο. Θα κάναμε... επαφή. Με γέμισαν δωράκια για τους Σαμψουνταίους. Καπελάκια του συλλόγου, περιοδικά, και σημαιούλες. Πήρα και δύο χάρτες κυνηγετικούς της ΚΟΜΑΘ και έφυγα...
Την Τρίτη το πρωί, έφθασα χαμογελαστός στα γραφεία του κυνηγετικού συλλόγου Σαμψούντας. Η Σαμψούντα είναι η αρχαία Αμισός, του 5ου π.Χ. αιώνα. Σήμερα με 496.334 κάτοικους, είναι πρωτεύουσα νομού.
Δυό χρόνια στο Ι.Μ.Χ.Α. (Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου) πάλευα με τις γραμματικές της Ανατολής και τα αναγνωστικά του τουρκικού δημοτικού σχολείου. Όλοι οι "συμφοιτητές" μου είχαν έναν στόχο εκεί μέσα: να πάρουν το πτυχίο, να δουλέψουν στην Τουρκία, να πάρουν θέση στον κρατικό μηχανισμό, κλπ.
Εγώ, ένα ήθελα: στα 53 μου πια, να δω τα δάση που άκουγα στα παραμύθια του παππού, να δω τη γλυκιά και συνάμα άγρια θάλασσα του Πόντου. Να τα δω μόνος, χωρίς γκρουπ και τέτοια μαζικά και αποξενωτικά μαζί.
Ήθελα να δω το πάτημα του κάπρου σε εκείνα τα δάση της καστανιάς, ήθελα να ακούσω το κλάμα του ζαγαριού στο ξεσήκωμα του λαγού. Να δω τα τρυγόνια μιλιούνια, να σκεπάζουν τις ατέλειωτες φυτείες ηλιόσπορου [φεγγαρολούλουδο λένε οι Τούρκοι τον ηλιόσπορο].
Τρένο από Θεσσαλονίκη για την Πόλη και μετά αεροπλάνο για τη Σαμψούντα. Πριν ξεκινήσω πήρα τηλέφωνο τον Μεσσήνη.
- «Πρόεδρε -έτσι έμαθα τόσα χρόνια να τον φωνάζω- σήμερα φεύγω για Σαμψούντα, θα περάσω και από τον τοπικό κυνηγετικό σύλλογο, να κάνουμε επαφή μαζί τους;»
- «Και το ρωτάς ρε παιδί μου; Να πάρουμε και τον Γιώργο» (τον Μπαμπαράτσα, τον τωρινό πρόεδρο του Κ.Σ. Θεσσαλονίκης).
Σε μισή ώρα, στα γραφεία του συλλόγου, έγινε το σχέδιο. Θα κάναμε... επαφή. Με γέμισαν δωράκια για τους Σαμψουνταίους. Καπελάκια του συλλόγου, περιοδικά, και σημαιούλες. Πήρα και δύο χάρτες κυνηγετικούς της ΚΟΜΑΘ και έφυγα...
Την Τρίτη το πρωί, έφθασα χαμογελαστός στα γραφεία του κυνηγετικού συλλόγου Σαμψούντας. Η Σαμψούντα είναι η αρχαία Αμισός, του 5ου π.Χ. αιώνα. Σήμερα με 496.334 κάτοικους, είναι πρωτεύουσα νομού.
Όπως και εμείς, έχουν και αυτοί πέντε συλλόγους στον νομό. Τα γραφεία του συλλόγου βρίσκονται στο κέντρο της πόλης, στην περιοχή FUΑRΙCΙ.
Στην αρχή ήταν ευγενικά κουμπωμένοι. Μόλις έβγαλα τους χάρτες, τρελλάθηκαν από χαρά. Η περιοχή της Σαμψούντας, μετά την υποχρεωτική ανταλλαγή του 1922, κατοικήθηκε κυρίως από μουσουλμάνους της Μακεδονίας, ιδίως της Ανατολικής.
Γνωρίζοντας τον πόνο τους, έφερα και μια κατάσταση με τα παλιά ονόματα (χωριών και πόλεων) που ξέρανε από τους γονείς τους, και τα είχα βάλει στους χάρτες πάνω στα νέα... Με ρωτούσαν συνεχώς για τα βουνά της Δράμας, τη Χρυσούπολη, την Καβάλα, τις Σέρρες, τη Φλώρινα. Ήπιαμε άπειρα τσάγια, μέχρι που νύκτωσε. Τα γραφεία λειτουργούν περίπου όπως και τα δικά μας (του συλλόγου Θεσσαλονίκης).
Οι κανόνες
Παρόλο το εργάσιμο της ημέρας, μαζεύτηκε σύσωμο το Δ.Σ., φωτογραφηθήκαμε και μου μίλησαν για τα δικά τους. Στην παρέα, ήτανε και ένας δημοσιογράφος του ειδικού κυνηγετικού τύπου, ο Beynur Arel... Αρχιτέκτονας στο επάγγελμα και πρώτος... "φερματζής" κυνηγός.
Ο Beynur, όπως και οι περισσότεροι κυνηγοί της περιοχής, μετά τη λήξη του κυνηγιού, ψαρεύουν. Υπάρχουν άφθονα μυλοκόπια, τσιπούρες, παλαμίδες. Τα δάση της περιοχής είναι τεράστια, συγκρινόμενα με τα ελληνικά δεδομένα. Και το κυριότερο, είναι δίπλα στη θάλασσα.
Υπάρχουν δύο μεγάλα ποτάμια, αριστερά και δεξιά της πόλης, όπου σχηματίζονται τα αντίστοιχα δέλτα.
Καταλαβαίνετε τι μπερεκέτι [αφθονία] κυνηγετικό υπάρχει. Η κανονιστική απόφαση της θήρας δημοσιεύεται κάθε χρόνο μέχρι την 1η Ιουνίου, και αναφέρεται σε κάθε γεωγραφικό διαμέρισμα ξεχωριστά!
Δηλαδή άλλες ημερομηνίες στον Πόντο, άλλες στην περιοχή Αιγαίου, άλλες στη μακρινή Ανατολία... Στον Πόντο, το κυνήγι του τρυγονιού και του ορτυκιού αρχίζει στις 15 Αυγούστου και τελειώνει στις 24 Ιανουαρίου. Η πέρδικα ξεκινά στην περιοχή Αιγαίου στις 3 Οκτωβρίου και στις άλλες περιοχές στις 10 Οκτωβρίου, με λήξη στις 24 Ιανουαρίου.
Ο λαγός, το αγριοκούνελο, η αλεπού, το κουνάβι, ξεκινούν στις 10 Οκτωβρίου (στην περιοχή Αιγαίου στις 3) και λήγουν στις 24 Ιανουαρίου. Το αγριογούρουνο ξεκινά στις 15 Αυγούστου και λήγει στις 21 Φεβρουαρίου, σε όλες τις περιοχές.
Μπεκάτσα, παπιοειδή, μαυρόκοτα, μπεκατσίνι από 10 Οκτωβρίου -στην περιοχή του Αιγαίο από 3- μέχρι τις 21 Φεβρουαρίου. Κάργα, κίσσα κλπ., από 15 Αυγούστου μέχρι 21 Φεβρουαρίου... Εδώ, υπάρχει και μια ιδιομορφία. Όπου η κυνηγετική έξοδος αναφέρεται σε Τετάρτη και Σαββατοκύριακο (π.χ. λαγός, γουρούνι, πέρδικα), προβλέπεται το κυνήγι να επιτρέπεται και τις μέρες των αργιών, έστω και αν πρόκειται για άλλες ημέρες. Κατά έξοδο επιτρέπονται 10 ορτύκια, 8 τρυγόνια, 3 μαυρόκοτες, 6 φάσσες, 4 μπεκάτσες, 15 κίσσες, 3 αγριοπερίστερα, 3 νερόκοτες, δύο πέρδικες, 6 πρασινοκέφαλες, 15 κάργιες, 1 λαγός, 2 αγριοκούνελα, 2 αγριογούρουνα, ένα τσακάλι, 2 αλεπούδες...
Το κυνήγι υπάγεται στο υπουργείο Δασών και Περιβάλλοντος, υπάρχουν κρατικά όργανα ελέγχου και οι ποινές είναι εξοντωτικές. Βέβαια, σε ένα τόπο πολύ πιο δύσβατο από τον καθ' ημάς συνηθισμένο, λειτουργεί και ο λεγόμενος orman kann (o κανόνας του δάσους, δηλαδή το καθ' ημάς «έτσι γουστάρω».)
Οι άνθρωποι του συλλόγου πάντως ήταν σοβαροί και συγκροτημένοι. Το κυνήγι είναι φυσικά ελεύθερο όπως εδώ, γεωγραφικοί περιορισμοί υπάρχουν, αλλά σαφώς μικρότεροι από τους δικούς μας.
Το πρόβλημα στην περιοχή είναι οι μετακινήσεις, και γενικά τα έξοδα, που δύσκολα αντιμετωπίζει ένας μισθοσυντήρητος. Με 600-700 λίρες τον μήνα ένας καλά αμειβόμενος μισθωτός, πρέπει να πληρώσει 3, 34 λίρες το λίτρο τη βενζίνη (ισοτιμία 1 ευρώ περίπου 2, 15 λίρες).
Τα καπριά...
Ενα κουτί φυσίγγια έχει από 7 έως δέκα λίρες. Ενα αυτοκίνητο 1400cc, κοστίζει κοντά στις 25-30.000 λίρες. Ετσι οι περισσότεροι βολεύονται με παλιομεταχειρισμένα, των οποίων όμως το κόστος συντήρησης είναι πολύ χαμηλό. Σε χωριό κοντά στην πόλη βρήκα και φωτογράφισα έναν καταπληκτικό σκύλο - ιχνηλάτη. Μου είπαν ότι τον χρησιμοποιούν για αγριογούρουνα (στον Πόντο, ακόμη και οι πλαγιές των βουνών είναι σπαρμένες με καλαμπόκια).
Εικόνες
Οι Τούρκοι δεν κάνουν παγάνα. Απλά ειδοποιούνται από τους ξωμάχους, ψάχνουν πατήματα, πιάνουν δυο-τρία επίκαιρα σημεία γύρω από το χωράφι και βάζουν μέσα τον σκύλο.
Το αποτέλεσμα είναι δεδομένο, και σχετικά εύκολο σε σχέση με τη δική μας "πολεμική" προετοιμασία για το γουρούνι.
Την τρίτη μέρα μου στη Σαμψούντα, μπροστά στο κτίριο του κρατικού θεάτρου είδα τρία νεκρά ορτύκια. Μου είπαν ότι στα τέλη Αυγούστου και σχεδόν όλο τον Σεπτέμβρη, παρουσιάζεται το ίδιο φαινόμενο συχνά. Εξαντλημένα από το ταξίδι, χάνουν τον προσανατολισμό τους και πέφτουν μέσα στην πόλη.
Ψάχνοντας τα τρυγόνια, βρέθηκα 80 χιλιόμετρα νοτιότερα, στον κάμπο της Χάβζας. Τεράστιες εκτάσεις με ηλιόσπορο, χαμηλοί λόφοι και αρκετά τρυγόνια, όχι όμως... όπως οι περιγραφές του παππού!
Κοπαδάκια από 10-15 πουλιά, σηκώνονταν τρομαγμένα από την ντιζελομηχανή ένος αρχαίου μεν, αξιοπρεπούς δε, τρένου.
Ήταν φανερό ότι δεν κυνηγιούνται τόσο όσο στα δικά μας μέρη. Εμείς το λέμε "ήλιο" το φυτό που προτιμούν, αυτοί... "φεγγάρι". Είναι το ίδιο όμορφο, όπως κι αν το πεις!
Κατά τα άλλα, ένιωσα σαν να πήγαινα κυνήγι, τη δεκαετία του 60, στο χωριό μου στη Δράμα... Δεν θα ξεχάσω ποτέ όμως τον Ιμπραήμ (με καταγωγή από το Σαρίσαμπάν, τη Χρυσούπολη Καβάλας δηλαδή) που πήρε το καπελάκι του κυνηγετικού συλλόγου Θεσσαλονίκης, το φόρεσε και έκλαψε πάνω στον χάρτη της ΚΟΜΑΘ.
Καημένε Ιμπραήμ, να δεις πόσες ώρες έκλαιγα εγώ, όταν αντίκρισα τις τρεις μεγάλες καστανιές, εκεί στο Erikli, το χωριό του παππού μου...
"Μείνε εδώ -είπε ο Ιμπραήμ- θα σε βρω δουλειά, θα πηγαίνουμε κάθε μέρα στο βουνό, και το καλοκαίρι θα ψαρεύουμε..."
Με τους ανθρώπους του Κυνηγετικού Συλλόγου Σαμψούντας, έξω από τα γραφεία τους. Ο Σωτήρης είναι ο τέταρτος από αριστερά. Πρώτος από αριστερά με το καπελάκι του Κ.Σ. Θεσσαλονίκης, ο Ιμπραήμ.
Η μάνα που ταξίδεψε
Το Σάββατο, 17 Οκτώβρη, συνόδεψα στην τελευταία κατοικία της, την ογδοντατετράχρονη Σαμψούντια μητέρα μου. Γεννήθηκε το 1925, λίγο μετά το καράβι της υποχρεωτικής ανταλλαγής των πληθυσμών. Οπως όλοι σ' αυτόν τον τόπο, ό,τι έμαθα, ό,τι μπόρεσα να κάνω και ό,τι θα κάνω, το στήριξα στα πρέπει της και στα μπορώ μου. Αυτό το ταξίδι το όφειλα σ' αυτήν και σε κάθε Πόντιο, σε κάθε Μικρασιάτη κυνηγό, που ξημεροβραδιάζεται με τις ιστορίες των Πατρίδων. Πατρίδων, και όχι χαμένων πατρίδων. Γιατί, κατά πως λέει κι ο Σεφέρης στο ποίημά του. «Σαλαμίνα της Κύπρος» , η γης δεν έχει κρικέλια, για να την πάρουν στον ώμο και να φύγουν... Με περίμενε, κι όταν γύρισα, χάιδεψε το πάνινο σακουλάκι με το χώμα που της έφερα και έκλεισε τα μάτια της. Η Αγγελική... Ετσι τη βάπτισε η Σαρακατσάνα Στεργιανή Σταματοπούλου, γυναίκα του αρχιτσέλιγκα της Μαυρούδας Σοχού Λαγκαδά, μια μαγιάτικη μέρα του 1925. Και πάντοτε έλεγε, ότι πήρε μύρο Σαρακατσάνικο και ευλοία (έτσι, χωρίς γ) Πόντου. Κι αυτή η γλυκιά κατάρα των βουνών φαίνεται πως χτίστηκε στο είναι μου...
Η φάσσα έχει την ιδιότητα να εμφανίζεται απρόβλεπτα και συνήθως όταν είσαι πνιγμένος στη δουλειά. Ετσι ήταν όταν έπεσε το τηλέφωνο: «Τρέχα, πέσανε φάσσες στο Κριεκούκι».
Υστερόγραφο
Αφιερώνεται σε όλους αυτούς που πίστεψαν και πιστεύουν ότι θα έρθει κάποτε μια μέρα, που θα μπορούν να κυνηγούν ελεύθερα ο Ιμπραήμ και ο Γιωρίκας, στα βουνά της Μακεδονίας και στα βουνά του Πόντου... Μαζί, όπως παλιά. Ο Κολοκοτρώνης, ο γνωστός ήρωας του 1821, λίγο προτού πεθάνει, είχε ένα βάρος.Τον βασάνιζε τις νύκτες κάτι. Πήρε το καράβι, και πήγε στην Αίγυπτο, να βρει τους Τούρκους φίλους του, που φύγανε μετά τον πόλεμο.Τους βρήκε. Κι όταν γύρισε, είπε στους δικούς του:
«Τώρα μπορώ να πεθάνω»...
Πηγή: "Έθνος" 30-10-2009