του Σάββα Καλεντερίδη
Στις 10 Οκτωβρίου 2009 οι υπουργοί Εξωτερικών της Αρμενίας και της Τουρκίας, υπό το άγρυπνο βλέμμα και την υψηλή επιστασία των Η.Π.Α., της Ρωσίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπέγραψαν δυο πρωτόκολλα τα οποία θα λειτουργήσουν ως πλαίσιο για την ομαλοποίηση των σχέσεων των δύο χωρών και θα οδηγήσουν στη σύναψη διπλωματικών σχέσεων, αφού η Αρμενία και η Τουρκία δεν διατηρούν διπλωματικές σχέσεις από την ίδρυση της ανεξάρτητης Δημοκρατίας της Αρμενίας (1991).
Φυσικά, για να λειτουργήσει η συμφωνία, που υπογράφηκε στη Ζυρίχη, θα πρέπει να επικυρωθεί από τα κοινοβούλια των δυο χωρών. Αν τα πρωτόκολλα επικυρωθούν από τα κοινοβούλια των δυο χωρών και τεθούν σε ισχύ, η Τουρκία θα υποχρεωθεί να συνάψει διπλωματικές σχέσεις με την Αρμενία (το αρνείται μέχρι τώρα, ζητώντας να αποχωρήσουν τα αρμενικά στρατεύματα από το Ναγκόρνο Καραμπάχ) και να ανοίξει τις συνοριακές της πύλες με την Αρμενία, βάζοντας τέρμα στην απομόνωση της μικρής και φτωχής αυτής χώρας του Καυκάσου, απομόνωση που επιτείνει το οικονομικό αδιέξοδο και τον οικονομικό μαρασμό της.
Από την άλλη πλευρά, η Αρμενία θα υποχρεωθεί να αλλάξει το σύνταγμά της, που αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο της διεκδίκησης των εδαφών της Μεγάλης Αρμενίας (βρίσκονται εντός της τουρκικής επικράτειας) και να αποδεχτεί τα σημερινά σύνορα μεταξύ των δύο χωρών.
Επίσης, η Αρμενία υποχρεώνεται να ανασκευάσει και να αλλάξει εκ βάθρων τη στρατηγική της για τη διεκδίκηση της αναγνώρισης της Γενοκτονίας 1,5 εκατομμυρίων Αρμενίων και της διεθνούς καταδίκης της Τουρκίας, αποδεχόμενη τη σύσταση κοινής επιτροπής ιστορικών, που θα μελετήσει τα γεγονότα και το καθεστώς κάτω από το οποίο τελέστηκε το μεγαλύτερο αυτό έγκλημα του 20ού αιώνα. Δηλαδή, με άλλα λόγια η Αρμενία υποχρεώνεται να αποδεχτεί την αποπολιτικοποίηση και αποποινικοποίηση της Γενοκτονίας και την παραπομπή του θέματος σε επιτροπή ιστορικών, κάτι που, σημειωτέον, ήταν πάγιο αίτημα της Άγκυρας.
Αν και φαινομενικά το θέμα αυτό είναι κάτι που αφορά τις σχέσεις Αρμενίας και Τουρκίας, εμείς από την πλευρά μας οφείλουμε να σημειώσουμε ότι η Αρμενία πιέστηκε αφόρητα από Η.Π.Α.- Ρωσία-Ευρωπαϊκή Ένωση για να αποδεχτεί μια συμφωνία που αν και δεν ακυρώνει, αποδυναμώνει σημαντικά έναν αγώνα που έγινε από την επομένη της Γενοκτονίας για τη δικαίωση 1,5 εκατομμυρίου θυμάτων της Γενοκτονίας και ενός ολόκληρου λαού.
Πώς είναι δυνατόν να μιλούν πλέον για διεθνή αναγνώριση και καταδίκη της Τουρκίας οι Αρμένιοι, τη στιγμή που οι ίδιοι στην ουσία την αθωώνουν, παραπέμποντας το θέμα στους ιστορικούς;
Πώς είναι δυνατόν να ζητούν από τώρα και στο εξής την αναγνώριση της Γενοκτονίας από ξένες χώρες, όταν οι ίδιοι παραπέμπουν το θέμα στην αίρεση των ιστορικών;
Γιατί μια τρίτη χώρα να αναγνωρίσει τη Γενοκτονία των Αρμενίων και στην ουσία να καταδικάσει την Τουρκία, εισπράττοντας και το ανάλογο κόστος της αντίδρασης του τουρκικού κράτους, όταν η ίδια η Αρμενία θα περιμένει από την επιτροπή ιστορικών να αποφανθεί για το αν και κατά πόσο έγινε η Γενοκτονία;
Τέλος, σημειώνοντας ότι κανείς δεν είναι αντίθετος με την εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ των χωρών και των λαών, υπογραμμίζουμε με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο ότι αυτή θα πρέπει να στηρίζεται στην αποδοχή των εγκληματικών πράξεων που έγιναν στο παρελθόν από κράτη, μηχανισμούς και λαούς εναντίον αθώων και ανυπεράσπιστων ανθρώπων.
Η εξέλιξη αυτή και η υπογραφή των πρωτοκόλλων μεταξύ Αρμενίας- Τουρκίας, που επιβλήθηκε στην Αρμενία από τις τρεις μεγαλύτερες δυνάμεις του πλανήτη, θα πρέπει να προβληματίσει την Ελλάδα, τον οργανωμένο ποντιακό χώρο και το σύνολο του ελληνικού λαού για την πορεία των εθνικών μας θεμάτων γενικότερα και ειδικότερα για τη στρατηγική που θα πρέπει να ακολουθηθεί στο ζήτημα της προώθησης της διεθνοποίησης της Γενοκτονίας του Ελληνισμού του Πόντου και της Ανατολής.
Ο κόσμος και οι συσχετισμοί αλλάζουν και τα πράγματα ίσως δυσκολέψουν.
Ας είμαστε έτοιμοι.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Ποντιακή Γνώμη - Τεύχος Οκτωβρίου
Στις 10 Οκτωβρίου 2009 οι υπουργοί Εξωτερικών της Αρμενίας και της Τουρκίας, υπό το άγρυπνο βλέμμα και την υψηλή επιστασία των Η.Π.Α., της Ρωσίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπέγραψαν δυο πρωτόκολλα τα οποία θα λειτουργήσουν ως πλαίσιο για την ομαλοποίηση των σχέσεων των δύο χωρών και θα οδηγήσουν στη σύναψη διπλωματικών σχέσεων, αφού η Αρμενία και η Τουρκία δεν διατηρούν διπλωματικές σχέσεις από την ίδρυση της ανεξάρτητης Δημοκρατίας της Αρμενίας (1991).
Φυσικά, για να λειτουργήσει η συμφωνία, που υπογράφηκε στη Ζυρίχη, θα πρέπει να επικυρωθεί από τα κοινοβούλια των δυο χωρών. Αν τα πρωτόκολλα επικυρωθούν από τα κοινοβούλια των δυο χωρών και τεθούν σε ισχύ, η Τουρκία θα υποχρεωθεί να συνάψει διπλωματικές σχέσεις με την Αρμενία (το αρνείται μέχρι τώρα, ζητώντας να αποχωρήσουν τα αρμενικά στρατεύματα από το Ναγκόρνο Καραμπάχ) και να ανοίξει τις συνοριακές της πύλες με την Αρμενία, βάζοντας τέρμα στην απομόνωση της μικρής και φτωχής αυτής χώρας του Καυκάσου, απομόνωση που επιτείνει το οικονομικό αδιέξοδο και τον οικονομικό μαρασμό της.
Από την άλλη πλευρά, η Αρμενία θα υποχρεωθεί να αλλάξει το σύνταγμά της, που αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο της διεκδίκησης των εδαφών της Μεγάλης Αρμενίας (βρίσκονται εντός της τουρκικής επικράτειας) και να αποδεχτεί τα σημερινά σύνορα μεταξύ των δύο χωρών.
Επίσης, η Αρμενία υποχρεώνεται να ανασκευάσει και να αλλάξει εκ βάθρων τη στρατηγική της για τη διεκδίκηση της αναγνώρισης της Γενοκτονίας 1,5 εκατομμυρίων Αρμενίων και της διεθνούς καταδίκης της Τουρκίας, αποδεχόμενη τη σύσταση κοινής επιτροπής ιστορικών, που θα μελετήσει τα γεγονότα και το καθεστώς κάτω από το οποίο τελέστηκε το μεγαλύτερο αυτό έγκλημα του 20ού αιώνα. Δηλαδή, με άλλα λόγια η Αρμενία υποχρεώνεται να αποδεχτεί την αποπολιτικοποίηση και αποποινικοποίηση της Γενοκτονίας και την παραπομπή του θέματος σε επιτροπή ιστορικών, κάτι που, σημειωτέον, ήταν πάγιο αίτημα της Άγκυρας.
Αν και φαινομενικά το θέμα αυτό είναι κάτι που αφορά τις σχέσεις Αρμενίας και Τουρκίας, εμείς από την πλευρά μας οφείλουμε να σημειώσουμε ότι η Αρμενία πιέστηκε αφόρητα από Η.Π.Α.- Ρωσία-Ευρωπαϊκή Ένωση για να αποδεχτεί μια συμφωνία που αν και δεν ακυρώνει, αποδυναμώνει σημαντικά έναν αγώνα που έγινε από την επομένη της Γενοκτονίας για τη δικαίωση 1,5 εκατομμυρίου θυμάτων της Γενοκτονίας και ενός ολόκληρου λαού.
Πώς είναι δυνατόν να μιλούν πλέον για διεθνή αναγνώριση και καταδίκη της Τουρκίας οι Αρμένιοι, τη στιγμή που οι ίδιοι στην ουσία την αθωώνουν, παραπέμποντας το θέμα στους ιστορικούς;
Πώς είναι δυνατόν να ζητούν από τώρα και στο εξής την αναγνώριση της Γενοκτονίας από ξένες χώρες, όταν οι ίδιοι παραπέμπουν το θέμα στην αίρεση των ιστορικών;
Γιατί μια τρίτη χώρα να αναγνωρίσει τη Γενοκτονία των Αρμενίων και στην ουσία να καταδικάσει την Τουρκία, εισπράττοντας και το ανάλογο κόστος της αντίδρασης του τουρκικού κράτους, όταν η ίδια η Αρμενία θα περιμένει από την επιτροπή ιστορικών να αποφανθεί για το αν και κατά πόσο έγινε η Γενοκτονία;
Τέλος, σημειώνοντας ότι κανείς δεν είναι αντίθετος με την εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ των χωρών και των λαών, υπογραμμίζουμε με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο ότι αυτή θα πρέπει να στηρίζεται στην αποδοχή των εγκληματικών πράξεων που έγιναν στο παρελθόν από κράτη, μηχανισμούς και λαούς εναντίον αθώων και ανυπεράσπιστων ανθρώπων.
Η εξέλιξη αυτή και η υπογραφή των πρωτοκόλλων μεταξύ Αρμενίας- Τουρκίας, που επιβλήθηκε στην Αρμενία από τις τρεις μεγαλύτερες δυνάμεις του πλανήτη, θα πρέπει να προβληματίσει την Ελλάδα, τον οργανωμένο ποντιακό χώρο και το σύνολο του ελληνικού λαού για την πορεία των εθνικών μας θεμάτων γενικότερα και ειδικότερα για τη στρατηγική που θα πρέπει να ακολουθηθεί στο ζήτημα της προώθησης της διεθνοποίησης της Γενοκτονίας του Ελληνισμού του Πόντου και της Ανατολής.
Ο κόσμος και οι συσχετισμοί αλλάζουν και τα πράγματα ίσως δυσκολέψουν.
Ας είμαστε έτοιμοι.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Ποντιακή Γνώμη - Τεύχος Οκτωβρίου