Διαβάστε στο 9ο τεύχος του περιοδικού Άμαστρις, του περιοδικού όσων αγαπούν τον Πόντο, τους ανθρώπους του και τον πολιτισμό τους:
Αναψηλαφώντας την εθνική μας μνήμη…
Στο βιβλίο του «Ώρες Ευθύνης» -ένα από πιο σοβαρά και έντιμα βιβλία που έχουν γραφεί ποτέ από έλληνες πολιτικούς - και αφηγούμενος τα όσα τράβηξε καθήμενος επί 18 μήνες στην ηλεκτρική καρέκλα του πρωθυπουργού της Ελλάδας, ο Γεώργιος Ράλλης αναφέρεται συχνά στους πονοκεφάλους που του προκαλούσε η ιδιόρρυθμη συμπεριφορά ενός νέου σχετικά βουλευτού του, γόνου ιστορικής πολιτικής οικογένειας, του Μιχάλη Πρωτοπαπαδάκη. Και τι δεν έκανε ο φέρελπις (τότε) εκπρόσωπος του λαού των Κυκλάδων για να κάνει την ούτως ή άλλως δύσκολη ζωή του πρωθυπουργού του ακόμη δυσκολότερη: απειλούσε κάθε τόσο να καταψηφίσει τα πιο κρίσιμα νομοσχέδια της κυβέρνησης, επιτίθετο δημοσίως στους υπουργούς, μάλωνε με τους βουλευτές της αντιπολίτευσης… Λίγο αργότερα, στις ευρωεκλογές του 1981, ο κ. Πρωτοπαπαδάκης ανταμείφθηκε για τη ζωηρότητα της κοινοβουλευτικής του παρουσίας με μια ευνοϊκή μετάθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Δυστυχώς το «ξενέρωτο» πολιτικό κλίμα των Βρυξελλών και τα ήμερα λεγόμενα δυτικοευρωπαϊκά πολιτικά ήθη δεν του επέτρεψαν να διακριθεί και διεθνώς. Έτσι πολύ σύντομα ο ίδιος εξαφανίστηκε από το προσκήνιο και η πολιτική μας ζωή στερήθηκε για πάντα του ιδιόρρυθμου ταμπεραμέντου του. Για πάντα; Όχι ακριβώς. Διότι πριν από λίγο καιρό και σε προχωρημένη πλέον ηλικία ο κ. Πρωτοπαπαδάκης έκρινε ότι είχε μια ακόμη σοβαρή αποστολή να εκπληρώσει, πριν αποχωρήσει του μάταιου τούτου κόσμου: να απαλλάξει το όνομα της οικογένειάς του από τη σοβαρή σπίλωση που είχε υποστεί με τη θανατική καταδίκη και την εκτέλεση του παππού του, Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη, κατά την ιστορική «Δίκη των Έξι».
Η ιστορία είναι φυσικά γνωστή, την επαναλαμβάνουμε όμως για τους νεώτερους. Αμέσως μετά την μικρασιατική καταστροφή κι ενώ οι πρόσφυγες του Πόντου και της Μικράς Ασίας στοιβάζονται ακόμη στα θέατρα και τις εκκλησίες της Αττικής, οι πολίτες των Αθηνών απαιτούν, σε έναν από το μεγαλύτερα συλλαλητήρια που γνώρισε ποτέ η πρωτεύουσα, την παραδειγματική τιμωρία των πρωταιτίων της εθνικής συμφοράς. Η επαναστατική κυβέρνηση των βενιζελικών αξιωματικών που έχει καταλάβει πρόσφατα την εξουσία, αναγκάζεται να παραπέμψει σε δίκη τις έξι κορυφαίες πολιτικές προσωπικότητες της αντιβενιζελικής παράταξης, που εναλλάχθηκαν τους κρίσιμους μήνες της συμφοράς στα πόστα του πρωθυπουργού και του υπουργού των Στρατιωτικών και μετά από μία αμφιλεγόμενη διαδικασία, που πόρρω απείχε αυτού που σήμερα ονομάζουμε «δίκαιη δίκη», να τους εκτελέσει στο Γουδί.
Ο κ. Πρωτοπαπαδάκης λοιπόν απευθύνθηκε το 2008 στον Άρειο Πάγο και ζήτησε την επανάληψη της Δίκης, υποστηρίζοντας ότι έχουν προκύψει νέα στοιχεία που αποδεικνύουν την αθωότητα των καταδικασθέντων. Τι κι αν το νεώτερο από τα στοιχεία που παρουσίασε, αναγόταν κάπου στα μέσα της δεκαετίας του 1930; Η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου δέχθηκε -το Δεκέμβρη που μας πέρασε- το αίτημά του και αποφάσισε ότι η Δίκη θα πρέπει να επαναληφθεί.
Η θέμα δεν είναι τόσο το «ευήκοον ούς» που έτειναν οι φιλίστορες αρεοπαγίτες μας στις μελοδραματικές εκκλήσεις του κ. Πρωτοπαπαδάκη για απόδοση «ιστορικής δικαιοσύνης. Είναι το γεγονός ότι ο κ. Πρωτοπαπαδάκης είχε το θράσος να ζητήσει την ακύρωση της καταδικαστικής απόφασης όχι για τυπικούς, αλλά για ουσιαστικούς λόγους. Να βγαίνει δηλαδή στις τηλεοράσεις και να υποστηρίζει ότι η δίκη θα πρέπει να επαναληφθεί όχι γιατί οι Έξι δεν είχαν μια δίκαιη δίκη (κάτι που κανείς σοβαρός ιστορικός δεν μπορεί πλέον να αρνηθεί), αλλά γιατί ήταν ουσιαστικά αθώοι!
Είναι γνωστό ότι κάποιες λέξεις, όπως η λέξη αθώος ή λέξη προδότης, έχουν στη χώρα μας μια ειδική χρήση. Τώρα που πέρασαν ογδόντα χρόνια και έχουν καταλαγιάσει σε σημαντικό βαθμό τα πάθη εκείνης της περιόδου, μπορούμε να συμφωνήσουμε σε μερικά πράγματα. Έχω όλη την καλή πρόθεση να δεχτώ ότι οι Έξι δεν ήταν προδότες, τουλάχιστον υπό την τυπική έννοια του όρου. Από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει ότι έκαναν ό,τι έκαναν ή παρέλειψαν όσα όφειλαν να πράξουν από πρόθεση να ζημιώσουν την εθνική υπόθεση, την οποία έτυχε να υπηρετήσουν. Πολύ φοβάμαι όμως ότι ήταν κάτι πολύ χειρότερο από προδότες: ήταν τραγικά ανίκανοι. Κλήθηκαν να διαχειριστούν την τύχη του έθνους στην πιο κρίσιμη καμπή της νεώτερης ιστορίας του και αποδείχθηκαν όχι απλά ανεπαρκείς, αλλά μοιραίοι. Και μόνο η υπογραφή τους κάτω από το επαίσχυντο εκείνο διάταγμα που απαγόρευε την αποβίβαση των (υπόπτων επί βενιζελολατρεία) Μικρασιατών στα ελληνικά λιμάνια για λόγους αποφυγής «διασαλεύσεως της τάξεως» -την ώρα ακριβώς που ο «συνωστισμός» βρισκόταν στο αποκορύφωμά του και οι Κεμαλικοί είχαν βγάλει ήδη τις φαλτσέτες από τα θηκάρια- θα αρκούσε για να οδηγηθούν στο απόσπασμα όχι απλά έξι, αλλά εκατόν έξι από τους μεγαλόσχημους της εποχής.
Αν δεχθούμε τη συλλογιστική του κουτοπόνηρου κ. Πρωτοπαπαδάκη, που θρηνεί από τηλεοράσεως για το δυστυχή παππού του, αλλά αρνείται πεισματικά να παραδεχθεί ότι ο άνθρωπος εκείνος ή έστω οι σύντροφοί του είχαν και την παραμικρή ακόμη ευθύνη για τον πόνο που προκάλεσε το σύντομο πέρασμά τους από την ιστορία σε μερικά εκατομμύρια συμπατριωτών τους, τότε θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι και για αρκετές ακόμη παρόμοιες παραδοχές. Θα πρέπει π.χ. να παραδεχθούμε ότι ο Ελληνικός στρατός ηττήθηκε από μόνος του στη Μικρασία, ότι οι Σμυρνιοί συνωστίστηκαν οικεία βουλήσι στην αποβάθρα τους κι ότι οι Πόντιοι αποφάσισαν να έρθουν στην Ελλάδα κατά 353.000 χιλιάδες λιγότεροι μόνο και μόνο για λόγους δημογραφικής αραίωσης. Όλα δηλαδή τα φαιδρά για τα οποία θέλει να μας πείσει η σύγχρονη άνευ (ορατού) διδασκάλου μέθοδος ανάγνωσης της ιστορίας.
Όπου να ναι ο Άρειος Πάγος θα ορίσει την ημερομηνία διεξαγωγής της δίκης και τότε ασφαλώς το ζήτημα θα αναδειχθεί στις πραγματικές του διαστάσεις. Διότι δεν πρόκειται για ένα τυπικό ζήτημα επανασυγγραφής της ιστορίας υπό το πρίσμα των σύγχρονων εξελίξεων. Η Δίκη των Έξι ήταν μία ακραία περίπτωση απονομής λαϊκής δικαιοσύνης, η μόνη ίσως που έχει να παρουσιάσει επί πολλούς αιώνες η ελληνική ιστορία. Και είναι γνωστό ότι όταν το «πόπολο» αποκτά τη δύναμη να αποδώσει δικαιοσύνη, το κάνει με το δικό του τρόπο, που είναι σαφώς διαφορετικός -και κατά κανόνα απείρως σκληρότερος- εκείνου των τυπικών δικαστών. Έχω διαβάσει μερικά κείμενα σημαντικών Γάλλων ιστορικών, απογόνων αριστοκρατών που αποκεφαλίστηκαν κατά τη Γαλλική Επανάσταση. Όλα επικεντρώνονται στη βαρβαρότητα της εκτέλεσης. Κανένα δεν τολμά να υποστηρίξει ότι οι μακαρίτες έχασαν τα εστεμμένα κεφάλια τους διότι εκπροσωπούσαν ένα κοινωνικό καθεστώς δικαιότερο από εκείνο που τους εκτέλεσε. Στη δική μας χώρα, τη μόνη χώρα στον κόσμο όπου η άνοδος κάποιου στην εξουσία έχει ως επακόλουθο τη γνωστή ποινική (εσχάτως και ιστορική) ασυλία του κάθε εφήμερου αναβάτη της εξουσίας, αυτή η αίσθηση του ιστορικού μέτρου, πάει περίπατο.
Περισσότερα επί του θέματος λίαν συντόμως…
Άννα Θεοφυλάκτου: "έχουμε περισότερα σωματεία απ' όσα χρειαζόμαστε πραγματικά..."
Βλέποντας την πορεία των ποντιακών σωματείων, πως αξιολογείτε την παρουσία τους στο πέρασμα του χρόνου;
Δυστυχώς έχουμε πλέον πάρα πολλά σωματεία, περισσότερα απ’ όσα χρειαζόμαστε. Και δυστυχώς τα περισσότερα υπάρχουν για να υπάρχει πρόεδρος και σφραγίδα. Είναι πολύ λίγα αυτά που παράγουν πραγματικό έργο. Γενικά έχουν αλλάξει πολύ τα πράγματα. Εκείνη την εποχή που δεν μας αναγνώριζε κανείς, οι πατεράδες μας κατόρθωσαν με την προσωπικότητά τους να επιβάλλουν τα σωματεία μας. Σήμερα, που έχουμε καταξιωθεί σε σημαντικό βαθμό, θέλουμε να αναδείξουμε μέσω των σωματείων τον εαυτό μας. Και το χειρότερο, βάλαμε μέσα και την πολιτική...
Ελληνικό προσκύνημα στην Τραπεζούντα με μουσικό και πολιτικό χρώμα...
Αναδημοσίευση από τη σελίδα του BBC
Η Οθωμανική Αυτοκρατορία υπήρξε πατρίδα πολλών εθνικοτήτων και θρησκειών, ένα πολιτιστικό μωσαϊκό που κατακερματίστηκε κατά τον 20ο αιώνα από τον εθνικισμό και τον πόλεμο. Όμως ένα νέο πνεύμα ανοχής μπορεί να αναδυθεί στην σύγχρονη Τουρκία, έστω και αργά και ασταθώς, όπως λέει ο Thomas de Waal:
Για σχεδόν 90 χρόνια το μοναστήρι της Σουμελά, που υψώνεται σαν αετοφωλιά πάνω από μια χαράδρα στην ανατολική Τουρκία, ήταν ένας σωρός από ερείπια. Η χριστιανική λατρεία σταμάτησε εδώ το 1923, όταν η σύγχρονη Ελλάδα και η Τουρκία αντάλλαξαν τους χριστιανικούς και μουσουλμανικούς τους πληθυσμούς και οι ντόπιοι χριστιανοί Έλληνες εγκατέλειψαν μαζικά την περιοχή. Κατά την τελευταία όμως δεκαετία Έλληνες προσκυνητές, οι οποίοι αυτοαποκαλούνται «τουρίστες», έχουν αρχίσει να επιστρέφουν εδώ κατά την ημέρα της γιορτής της Παναγίας.
Τον περασμένο Αύγουστο βρέθηκα στο μοναστήρι -μουσειακό ίδρυμα επισήμως-καθώς μια Ορθόδοξη ελληνική λειτουργία ήχησε και πάλι έξω από τους τοίχους του, αν και διήρκεσε μόλις 30 δευτερόλεπτα. Ένα ρασοφόρος μοναχός άρχισε να ψάλει σε μπάσους τόνους, πριν η τουρκάλα έφορος του μουσείου διαλύσει τη λειτουργία. Κόντεψε να ξεσπάσει πόλεμος. Η συγκέντρωση διαλύθηκε μέσα σε αντεγκλήσεις και υψηλούς τόνους...
Η ιστορία μιας σχολικής φωτογραφίας
99 χρόνια μετά αναζητούμε την τύχη 26 μαθητών του Φροντιστηρίου της Τραπεζούντας που φωτογραφήθηκαν κάποτε στην αυλή του σχολείου τους.
Η φωτογραφία που βλέπετε τραβήχτηκε κατά τη διάρκεια του σχολικού έτους 1909-1910 στον αυλόγυρο του Φροντιστηρίου της Τραπεζούντας. Σε αυτήν απεικονίζονται 26 Σανταίοι μαθητές του Φροντιστηρίου, που φωτογραφήθηκαν σε κάποιο διάλλειμα των μαθημάτων τους. Οι εικονιζόμενοι είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία παιδιά οικοδόμων, μαστόρων της πέτρας, που ξενιτεύονταν στον Καύκασο για να εξασφαλίσουν μια καλύτερη τύχη για αυτούς και τα παιδιά τους. Ελάχιστα από τα παιδιά αυτά ζούσαν με τους δικούς τους (κυρίως εμπόρους ή καταστηματάρχες της Τραπεζούντας). Τα περισσότερα φιλοξενούνταν από φιλικές ή συγγενικές τους οικογένειες και συντηρούνταν από τα εμβάσματα που έστελναν οι ξενιτεμένοι πατεράδες τους στις γυναίκες τους, που παρέμεναν στη Σαντά...
...Πελαγίδης Ευάγγελος (ή κατ’ άλλους Άγγελος): η πιο τραγική περίπτωση από τους 26. Ήταν αδερφός του επίσης εικονιζόμενου Τηλέμαχου Πελαγίδη. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Φροντιστήριο και κατά πάσα πιθανότητα θα ακολουθούσε κι αυτός ανώτερες σπουδές, όπως και τα υπόλοιπα αδέρφια του, αν το μοιραίο καλοκαίρι του 1921 δεν τύχαινε να βρίσκεται, όπως και η υπόλοιπη οικογένειά του, για παραθέριση στην ιδιαίτερή τους πατρίδα, οπότε και υποχρεώθηκαν να ακολουθήσουν τους μόνιμους κατοίκους της Σάντας στην εξορία τους προς το εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Πέθανε στο Χουνούζ της Μικράς Αρμενίας στα χέρια της μητέρας του, πιθανότατα από τύφο ή από την πείνα, όπως και δεκάδες άλλοι συγχωριανοί του.
Έσο γενναία, μήτηρ μου…
Μια ακόμη αδημοσίευτη επιστολή από το κολαστήριο της Αμασείας
Σε προηγούμενο τεύχος του περιοδικού μας είχαμε δημοσιεύσει τη συγκινητική επιστολή που έστειλε μέσα από τις φυλακές της Αμάσειας στη σύζυγό του ο εθνομάρτυρας Αναστάσιος Μελίδης. Το δημοσίευμα εκείνο είχε ως συνέπεια να φτάσει στα χέρια μας ένα ακόμη αδημοσίευτο ντοκουμέντο από τις φυλακές της Αμάσειας: η συγκινητική επιστολή ενός νέου παιδιού, του 21χρονου τότε Γρηγόριου Ζαρωτιάδη, ο οποίος τελικά κατόρθωσε να διαφύγει την εκτέλεση, να έρθει στην Ελλάδα και να αναδειχθεί αργότερα σε βουλευτή του Ελληνικού Κοινοβουλίου.
Ο Γρηγόριος Ζαρωτιάδης γεννήθηκε γύρω στο 1900 στην πόλη της Κερασούντας. Η οικογένειά του ασχολείτο, όπως και η μεγάλη πλειοψηφία των κατοίκων της πόλης, με την παραγωγή και εμπορία φουντουκέλαιου. Αν λάβουμε υπόψη μας το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των Κερασουντίων που συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν στις φυλακές της Αμάσειας ανήκε στην εμπορική τάξη της πόλης (προκειμένου να ικανοποιηθεί το σατανικό σχέδιο του Τοπάλ Οσμάν να οικειοποιηθεί τις τεράστιες περιουσίες που είχαν συγκεντρώσει οι Κερασούντιοι από το εμπόριο των φουντουκιών προς τη Δυτική Ευρώπη), τότε οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι η οικογένειά του πρέπει να ήταν τουλάχιστον εύπορη...
Για παράδειγμα... η παιδεία στον Πόντο
της Σοφίας Ιορδανίδου, δημοσιογράφου
Αν ζητήσεις από τους Πόντιους να θυμηθούν κάποια πράγματα από το παρελθόν της ράτσας τους για τα οποία αισθάνονται υπερήφανοι, οι περισσότεροι θα αναφέρουν το Φροντιστήριο της Τραπεζούντας. Δεν είναι τυχαίο. Αυτή η στενή συναισθηματική σχέση που διατηρούμε εμείς οι Πόντιοι, ακόμη και σήμερα, με την εποποιία την οποία έγραψε η ελληνική παιδεία στη μακρινή πατρίδα μας, έχει πολύ βαθιές ρίζες. Θα αναρωτιέται κανείς, πόσο χρήσιμο είναι να μιλάμε σήμερα, ογδονταπέντε χρόνια μετά τον ξεριζωμό, για την παιδεία στον Πόντο. Μήπως είναι και αυτό μία ακόμη εκδήλωση της ακατάσχετης παρελθοντολογίας, που κατατρέχει το λαό μας, ως συνέπεια της βίαιης αποκοπής του από την ιστορική του κοιτίδα;
Κατά την προσωπική μου άποψη το μείζον δεν είναι αν θα πρέπει να ασχολούμαστε ακόμη με το εκπαιδευτικό σύστημα των Ελλήνων του Πόντου, αλλά το αν αυτή η συζήτηση έχει να μας προσφέρει κάτι σήμερα. Διανύουμε, ως χώρα και ως λαός, μια περίοδο πρωτοφανούς οικονομικής, ηθικής και μορφωτικής παρακμής. Και οι πιο έγκυροι αναλυτές επιρρίπτουν σημαντικό μερίδιο της ευθύνης για αυτήν την κρίση στο εκπαιδευτικό μας σύστημα. Δεν χρειάζεται να έχει σπουδάσει κανείς στο εξωτερικό για να αντιληφθεί ότι το εκπαιδευτικό μας σύστημα πάσχει. Το θέμα είναι σε ποια κατεύθυνση θα κινηθούμε για να το αλλάξουμε. Προσωπικά πιστεύω, όσο κι αν φαίνεται παράδοξο, ότι πάνω σε αυτό το τόσο κρίσιμο για την εθνική μας επιβίωση ζήτημα, το μεγαλύτερο «εθνικό ζήτημα» που έχουμε να αντιμετωπίσουμε ως λαός, εμείς οι Πόντιοι έχουμε να πούμε κάποια πράγματα στην ευρύτερη νεοελληνική κοινωνία...
Τα φώτα θέλω το κερί μ'
της Πόπης Τσακμακίδου-Κωτίδου, φιλολόγου
Στον Πόντο, όπου επί αιώνες διαφυλάχτηκαν και επιβίωσαν η χριστιανική πίστη και η εθνική ταυτότητα των Ποντίων, διαφυλάχτηκαν επίσης και πολλά θρησκευτικά και κοινωνικά έθιμα, παρά το σκοτεινό και βαρύ κλίμα μέσα στο οποίο ζούσαν οι Πόντιοι.νΑπό τα έθιμα, άλλα ατόνησαν και χάθηκαν, άλλα άντεξαν τις μεταβολές και έμειναν ανόθευτα και άλλα αλλοιώθηκαν. Όλα όμως κράτησαν τον κεντρικό πυρήνα τους.
Ένα από αυτά τα έθιμα, κάπως ξεχασμένο, κάπως αλλοιωμένο, είναι και «τ’ αποθαμενίων το κερίν». Το έθιμο αυτό ετηρείτο σχεδόν σε ολόκληρο τον Πόντο καθώς και στον Καύκασο, σε μέρη όπου ζούσαν Πόντιοι μετανάστες. Ωστόσο, το έθιμο, έστω και ελαφρά αλλοιωμένο, τηρείται ακόμη σε μερικά Ποντιακά σπίτια, κυρίως της υπαίθρου...
Το Χρέος
του Κωνσταντίνου Φωτιάδη
Καθηγητή Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Δυτ. Μακεδονίας
Κάθε λαός έχει δικαίωμα ν’ απαιτεί μ’ επιμονή την επίσημη αναγνώριση των αδικημάτων που διαπράχθηκαν εναντίον του. H σημερινή πραγματικότητα δε δικαιολογεί νέες ολιγωρίες και αναβολές. Όταν κανείς αργοπορεί απέναντι στην Ιστορία, αυτή τον εκδικείται.
Είναι καιρός νομίζω να ενεργοποιηθούν κάποιοι Διεθνείς Οργανισμοί προστασίας της παγκόσμιας ειρήνης. Nα αποδώσουν δικαιοσύνη σύμφωνα με το πνεύμα και τους όρους του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών που επιβάλλει σεβασμό στις θεμελιώδεις ανθρώπινες αρχές. Επιβάλλεται να συγκροτηθεί αδέκαστη ανακριτική επιτροπή από το Ανώτατο Δικαστήριο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και να φέρει στο φως, μέσα από τα υπάρχοντα ντοκουμέντα, τα τραγικά γεγονότα της εποχής εκείνης. Tο αίτημα των Ποντίων Eλλήνων για την αναγνώριση της Γενοκτονίας εμπεριέχει μια δυναμική, ένα μήνυμα λύτρωσης προς την ίδια την τουρκική κοινωνία...
Χαράλαμπος Κιαγχίδης: ο ακούραστος εργάτης της Ποντιακής Ιδέας
του Θεοδόση Κυριακίδη
υποψήφιου Διδάκτορα Νεώτερης Ιστορίας
Αν θέλαμε με δυο λόγια να μιλήσουμε για τον άνθρωπο Χαράλαμπο Κιαγχίδη θα λέγαμε πως όλη του η ζωή υπήρξε μια κατάφαση του εθελοντισμού και της αυθυπέρβασης. Μια ολοκληρωτική προσφορά του εαυτού στην υπηρεσία του πλησίον, της κοινωνίας και κυρίως της Ποντιακής Ιδέας. Ανυπότακτη φύση, μοναδική και ανεπανάληπτη, ένα ζωντανό παράδειγμα ενεργής άρνησης της ιδιοτέλειας. Ανάλωσε σχεδόν όλη του τη ζωή για την Ποντιακή Ιδέα με ακαταδάμαστη ορμή και αξιόλογα επιτεύγματα...
Ο Κιαγχίδης παραιτήθηκε από βεβαιότητες και βολικές διευθετήσεις. Επίμονα και επίπονα, με πειθαρχία και συνέπεια έφερε σε πέρας κάθε μεγαλόπνοο σχέδιο που κατάστρωνε. Αν λοιπόν η Εύξεινος Λέσχη Θεσσαλονίκης βρίσκεται σε μια εύρωστη οικονομική κατάσταση με ακίνητα στην κατοχή της αξίας εκατομμυρίων ευρώ, αυτό οφείλεται, όχι αποκλειστικώς αλλά σε ένα μεγάλο βαθμό στον Χαράλαμπο Κιαγχίδη. Το ίδιο συμβαίνει και με τον Άγιο Γεώργιο Περιστερεώτα. Η όποια ακίνητη περιουσία διαθέτει το Σωματείο σήμερα είναι παρακαταθήκη του ιδρυτή του...
Ο Άρκον του Σαμοήλ
Στα μέσα του Οχτώβρη, το κρύο άρχισε να σφίγγει. Πέρα μακριά, στα ψηλά βουνά της Άτρας είχε πέσει το πρώτο χιόνι. Οι άντρες του χωριού Μαναστήρ’ κόντευαν να τελειώσουν το κόψιμο και το κουβάλημα των καυσόξυλων από το δάσος της Άτρας. Ο Σαμοήλ, τούτη τη μέρα, θα έκανε τον τελευταίο δρόμο με το ζευγάρι του, για να συμπληρώσει τα χρειαζούμενα ξύλα του χειμώνα. Έζεψε, λοιπόν, στο ζυγό τα δύο γερά βόδια του και τράβηξε για το Αρκοφώλ, το κοντινό δάσος όπου είχαν φωλιές οι αρκούδες...
Προδημοσίευση από το βιβλίο του Χρήστου Σαμουηλίδη «Πέρα στην Ανατολή» (Κρατικό Βραβείο Διηγήματος-1980), που επανεκδίδεται από τις εκδόσεις Κυριακίδη.
Για εγγραφές συνδρομητών, ενημέρωση για τα σημεία διάθεσης του περιοδικού και οποιαδήποτε άλλη πληροφορία μπορείτε να επικοινωνείτε με το 6979743428 ή το piperdim@hotmail.com.