του Φάνη Γρηγοριάδη
Ήταν για μια ακόμη χρονιά, συνεπείς οι Πόντιοι της οικουμένης στο γνώριμό τους αντάμωμα, στο Όρος Μελά. Αλλά, η μέρα διέφερε, ήταν ξεχωριστή, σίγουρα ιστορική. Σαν τάμα παλιό, που έφτασε το πλήρωμα του καιρού για να προσφερθεί από τα «παιδιά» της, στην Κυρά του Πόντου, την Πλατυτέρα των Ουρανών.
Ογδόντα οκτώ χρόνια μετά, το ιστορικό μοναστήρι - μουσείο της Παναγίας Σουμελά, με την επίσημη άδεια των τουρκικών αρχών, άνοιξε τις πύλες του για να τελεστεί η Ορθόδοξη Θεία Λειτουργία. Ένα λαμπρό, αλλά κατανυκτικό συλλείτουργο. Στο κέντρο, ο προκαθήμενος της μητρός εκκλησίας, Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, δεξιά και αριστερά ο μητροπολίτης Δράμας και πρώην ηγούμενος της μονής Σουμελά του Βερμίου, Παύλος και ο Ρώσος επισκόπος Ποντόλσκ και βικάριος του Πατριαρχείου Μόσχας, Τύχων.
Συμπροσευχόμενοι, οι μητροπολίτες Ηλιουπόλεως Θεόδωρος, Νεαπόλεως Βαρνάβας και Καλαμάτας Χρυσόστομος, πρεσβύτεροι από την πατριαρχική συνοδεία, ιερείς από τη Λιθουανία και το Καζακστάν. Παρόντες, ο επικεφαλής της Ομοσπονδίας Ελληνικών Κοινοτήτων Ρωσίας, πρόεδρος της Διεθνούς Συνομοσπονδίας Ποντίων Ελλήνων και βουλευτής της κρατικής Δούμας της Ρωσικής Ομοσπονδίας Ιβάν Σαββίδης, ο πρόεδρος του ΣΑΕ Στέφανος Ταμπάκης, προσωπικότητες όπως ο Βαλερί Αλεξέγιεφ (διεθνές ίδρυμα για την ενότητα των ορθοδόξων εκκλησιών), Έλληνες βουλευτές (Μ. Τιμοσίδης, Γ. Αμοιρίδης, Στ. Κωνσταντινίδης, Μ. Χαρακόπουλος, Η. Θεοδωρίδης, Γ. Κασαπίδης, Σ. Κεδίκογλου, Π. Νεράτζης) πρώην βουλευτές (Α. Τζιτζικώστας, Ε. Χαϊτίδης, Στ. Παπαθεμελής, Α. Λυκουρέζος), ο πρέσβης της Ελλάδας στην Άγκυρα, οι επικεφαλής ποντιακών ομοσπονδιών και σωματείων (Γ. Παρχαρίδης, Μπ. Αποστολίδης), των τοπικών αρχών, κ.ά.
Αλλά πέρα από τους επισήμους, ένα ανώνυμο, ευλαβικό πλήθος, που απλωνόταν στα σκαλοπάτια του μεγαλόπρεπου μνημείου, από νωρίς περίμενε υπομονετικά να αρχίσει η λειτουργία. Ανάμεσα σ' αυτούς, διακρίνονταν και γυναίκες με κεφαλομάντηλα, εμφανώς, μουσουλμάνες στο θρήσκευμα.
Όλοι, με ευλάβεια, παρακολούθησαν, όρθιοι, στον περίβολο του ιστορικού μοναστηριού - μνημείου, μέχρι τέλους την τελετή. Χωρίς να καθίσουν. Χωρίς να αποχωρήσει κανείς. Με πνεύμα μεγαλόθυμο, ο Πατριάρχης επέτρεψε και στους δύο συλλειτουργούντες του να ευλογήσουν. Βροχή είχε το πρωί στην Τραπεζούντα και συννεφιά μετά και βροχή πάλι. Κατά τη Θεία λειτουργία, ακούστηκαν βροντές, "συνοφρυώθηκε" ο ουρανός, αλλά δεν έπεσε, ούτε ψιχάλα…. Έγινε το «σώμα και το αίμα» του Χριστού, μοιράστηκε το αντίδωρο, λάλησε ο κεμετζές….
Σε απευθείας σύνδεση μαζί με την ΕΤ-3 και το κρατικό κανάλι της Τουρκίας (ΤΡΤ). Πολυάριθμα τα ρωσικά και ελληνικά συνεργεία, αλλά και τα τουρκικά ( Αnkara ΤV, Show ΤV, StarΤV, κ.α.). Μεγάλο το γεγονός, για όλους, υπέρλαμπρο. Δεν είναι το πρώτο παλαιοχριστιανικό καθίδρυμα, στο οποίο επιτράπηκε από τους τις τουρκικές αρχές να τελεστεί η θεία λειτουργία. Άνοιξαν επετειακά, με πρωτοβουλίες του Πατριάρχη και ναοί της Καππαδοκίας και τελέστηκε στα προηγούμενα χρόνια θρησκευτική τελετή. Αλλά, η σημασία και ο συμβολισμός του μνημείου στο Όρος Μελά είναι υπέρτερος σε εμβέλεια, δύναμη και ιερότητα, έναντι όλων των άλλων, για τους ορθόδοξους χριστιανούς όπου γης, για τους Πόντιους.
Το φετινό δεκαπενταύγουστο, η Μεγαλόχαρη του Πόντου άνοιξε διάπλατα τη στοργική αγκαλιά της για να υποδεχτεί τα παιδιά της από την Ελλάδα, τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, από τη διεθνή διασπορά. Τους κάλεσε να έρθουν κοντά της «ως άγγελοι ειρήνης και φιλίας» - όπως τόνισε ο κ. Βαρθολομαίος - όπως κατά την ορθόδοξη παράδοση είχε καλέσει στα απρόσιτα μονοπάτια του Όρους Μελά, το 386 μ.Χ. και τους Αθηναίους κτήτορες της ιστορικής μονής, αγίους Βαρνάβα και Σωφρόνιο, για να της χτίσουν το ενδιαίτημά της. Το αρχαίο μονοπάτι που άνοιξαν οι δύο καλόγεροι ακολούθησαν οι προσκυνητές, Έλληνες, Ρώσοι, Πόντιοι, από τις περιοχές του Καυκάσου και της πρώην ΕΣΣΔ για να γιορτάσουν το γεγονός.
«Πανηγυρίζουν με έξαλλον χαράν οι Αγιοι κτήτορες της Μονής Βαρνάβας και Σωφρόνιος και ο Οσιος Χριστόφορος, οι γείτονες Τίμιος Πρόδρομος του Βαζελώνος και Άγιος Γεώργιος Περιστερεώτας από το Πυργί και Αγιος Ευγένιος της Τραπεζούντος! Σκιρτούν από αγαλλίασιν αι μακάριαι ψυχαί των αοιδίμων μεγάλων Κομνηνών. Μαζί των, πιστεύομεν, ότι θα αισθάνωνται χαράν και ικανοποίησιν και αι ψυχαί των αειμνήστων Οθωμανών Σουλτάνων», τόνισε ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος στην ομιλία του.
Μακρύς ο κατάλογος των ευεργετών μεγάλων σουλτάνων (από τον Βαγιαζήτ Β΄, τον Σελήμ Α΄, Μουράτ Γ΄, Σελήμ Β΄, Iμπραήμ A΄, Μεχμέτ Δ΄, Σουλεϊμάν Β΄, Μουσταφά Β΄, Αχμέτ Γ΄) στους κώδικες του μοναστηριού. Μακρύς και εκείνος, των παλαιότερων βυζαντινών αυτοκρατόρων της Τραπεζούντας των Κομνηνών (Ιωάννης Β'. Αλέξιος Β', Γ' , Βασίλειος και Μανουήλ Γ΄). Ευλαβέστατοι χορηγοί της και οι παραδουνάβιοι ηγεμόνες (Σκαρλάτος, Στέφανος και Ι. Υψηλάντης) . Η Παντάνασσα του Πόντου είχε ανέκαθεν μια επιρροή σχεδόν διεθνική, διαθρησκευτική και μια επίδραση ενωτική, που υπό το δέος του υπερφυσικού, ανεξαρτήτως δόγματος και θρησκείας, ξεπερνά και αυτά τα σύνορα της χριστιανοσύνης. Το μαρτυρά η προ ετών, αγανακτισμένη αντίδραση του Ιμάμη της Αδελαΐδας, Αυσταλίας, που πρώτος αυτός - όπως ανέφερε ο Πατριάρχης - προστρέχοντας στον δικό μας επίσκοπο Ιωσήφ της Αριανζού, αποδοκίμασε και έψεξε έντονα κάποιους που προσπάθησαν να βεβηλώσουν τη Θεία εικόνα της. Το μαρτυρούν τα τουρκόγλωσσα δίστιχα των ντόπιων λυράρηδων υμνητών της, που αν και μουσουλμάνοι στο θρήσκευμα θεωρούν τον δικό μας Θεάνθρωπο, ιερό πρόσωπο και τη θεία μητέρα του, προφήτισσα θαυματουργή: «Ey gidi Mereym AnaSana diyorum Sana, Allahin kadinisin Isa i verdin bana» (Παναγία Σουμελά σε Σένα απευθύνομαι, Εσύ Θεία γυναίκα μας χάρισες το Χριστό).
Ήταν ο Αλέξιος ο Γ' ο Κομνηνός, που αφού το πλόιμο του σώθηκε από θαύμα σε ναυμαχία στη Μαύρη Θάλασσα προίκισε τη Μονή με κτήματα, αναθήματα και περιουσία μεγάλη. Ήταν ο Μανουήλ ο Γ' που της δώρισε τον Τίμιο Σταυρό. Ήταν ο Σελήμ ο Α', ο ύψιστος σε γενναιοδωρία προς τη μονή, εκ των πανίσχυρων Οθωμανών ευεργετών της. Όλοι τους επικύρωσαν τα προνόμια, που της είχαν δοθεί από τους βυζαντινούς βασιλείς και τα επαύξησαν.
Ήταν η συμφωνία των Ευ. Βενιζέλου - Ι. Ινονού, που άνοιξε τον δρόμο για τη μεταφορά της ιστορικής εικόνας της, στην Αθήνα το 1931 για να ανηφορήσει το 1952 στο νέο της «θώκο», στην ομώνυμη νέα μονή, στην Καστανιά του Βερμίου. Έμενε να αναζητηθεί και στις δικές μας μέρες ο ιστορικός συμβολισμός, που θα επιβεβαίωνε εκείνο, που η θαυματουργή Παναγιά του Πόντου, κατά την ορθόδοξη παράδοση, είχε πάντοτε την ιδιότητα να κάνει. Να ενώνει υπό τη σκέπη της τους λαούς. «Δεόμενη απαύστως, υπέρ όλων των ανθρώπων» και «μεσίτρια του κόσμου προς τον Οικτίρμονα Θεό», όπως επεσήμανε ο Οικουμενικός Πατριάρχης.
Ο «κρίκος» της ιστορικής αλυσίδας έμελλε να επαναδυνδεθεί με το έγγραφο, που ενεχειρίσε προσωπικά στον ίδιο τον Πατριάρχη , ο υπουργός Πολιτισμού της Τουρκίας Ερτουγρούλ Γκιουνάι, εκ μέρους της «εντίμου» τουρκικής κυβέρνησης, για να γίνει 88 χρόνια μετά, πράξη η σημερινή θεία λειτουργία. Και να αναπτερωθεί η ελπίδα για να γίνει η Σουμελιώτισσα «Εγγυήτρια καλυτέρων ημερών δια τους δύο λαούς, οι οποίοι συναντώνται σήμερον, εις το εδώ εορτάζον πανίερον σέβασμά της», όπως τόνισε ο κ. Βαρθολομαίος.
Άλλωστε, χριστιανοί και μουσουλμάνοι του Πόντου, στο βάθος των αιώνων, πάντοτε «έκλιναν ευλαβικά το γόνυ» μπροστά της με σεβασμό. Τη χιλιοτραγούδησαν, την εξύμνησαν, την περιέβαλαν με λαϊκούς θρύλους και παραδόσεις.
Το οδοιπορικό προς τη Σουμελά
«Σουμέλα λεν' την Παναγιάν, Σουμέλα λεν' κι εσένα, θα προσκυνώ την Παναγιάν και έρχουμαι με τε σένα» τραγουδούσαν, υπό τους ήχους της λύρας, στους πρόποδες του βουνού οι λυράρηδες, αναμένοντας τον Πατριάρχη για να τούς δώσει την ευλογία του και για να τελέσει την ιστορική Θεία Λειτουργία στην κατωφέρεια του Όρους Μελά, στα 1,063 μέτρα ύψος, απ' όπου «αιωρείται» στο γκρεμό το ιστορικό μοναστήρι-μουσείο της Παναγιάς.
Στο βαθύσκιωτο πλάτωμα, που διαρρέεται από τον αρχαίο ποταμό Πυξίτη συγκεντρώθηκαν, όπως πέρυσι και πρόπερσι, οι προσκυνητές. Με κεμετζέδες και γκάιντες. Στο ίδιο σημείο, που για χρόνια πολλά, τραγούδια από όλον τον Πόντο έπαιρναν τη θεία συγκατάβαση για να περάσουν στη σφαίρα της λαϊκής παράδοσης. Η Παναγιά ανακούφιζε, προστάτευε, γιάτρευε, καλοπάντρευε και οι λυράρηδες το αποτύπωναν στα τραγούδια τους : «Εγώ Ποντιοπούλ είμαι ματώνω κι' ματούμαι, σην Παναγίαν Σουμέλαν θα πάω να στεφανούμαι» (Εγώ είμαι Πόντιος, πληγώνω και δεν πληγώνομαι, στην Παναγία Σουμελά θα πάω να στεφανωθώ).
Στις προηγούμενες λαϊκές πανηγύρεις της Παναγιάς του Πόντου, οι επισκέπτες ανέβαιναν αργά, ρυθμικά, με τα όργανα της παράδοσης να συνοδεύουν τη μακρόσυρτη πομπή, με τη λύρα και τη φλογέρα, με το αυτοσχέδιο τραγούδι και με την εικόνα μπροστά, πιστό αντίγραφο της αυθεντικής που βρίσκεται στο νέο της «θρόνο» στο Βέρμιο, να τους οδηγεί μέσα από δύσβατα μονοπάτια. Στις πρώτες σειρές, οι επίσημοι και πίσω τους, μια λαοθάλασσα απλών, ανωνύμων ανθρώπων, που σκαρφάλωναν στο βουνό, τραγουδώντας στη διάλεκτο των Ποντίων και υμνώντας τη Μεγαλόχαρη. Για λόγους οργανωτικούς, φέτος αποφασίστηκε να γίνει αλλιώς.
Μόνο σε πεντακόσιους «τυχερούς», εφοδιασμένους με τις ειδικές κάρτες, επιτράπηκε να διαβούν, να μπουν στον περίβολο, να έχουν το προνόμιο της συμμετοχής στην πρώτη ιστορική πατριαρχική Θεία Λειτουργία. Με τα λεωφορεία ανέβηκαν τα τρία χιλιόμετρα ως τον ευλαβικό προορισμό, διασχίζοντας πεζοί μόνο τα τελευταία τριακόσια μέτρα της οργιαστικής ύσης, του βουνού, ακολουθώντας τα κρυστάλλινα νερά του αρχαίου ποταμού Πυξίτη (Αλτίντερε). Τα βάδισαν εύκολα γεμίζοντας τα πνευμόνια τους με καθάριες ανάσες. Εβδομηνταπέντε τα πετρόκτιστα σκαλοπάτια, ως την είσοδο. Τα ανέβηκαν βάζοντας στα πόδια, φτερά. Διακριτική η αστυνομία παντού. Ευγενικοί οι υπάλληλοι του μουσείου, καλωσόριζαν τους πιστούς μ' έναν χαιρετισμό: «Μέρχαμπα…»
Αγόγγυστα σεβάστηκαν τα προσυμφωνημένα οι υπόλοιποι, εκατοντάδες, χιλιάδες, μέχρι τους πρόποδες του βουνού, που συμβιβάστηκαν με την τηλεοπτική εικόνα, από τις δύο πελώριες στημένες γιγαντοοθόνες. Μικρός ο χώρος του μοναστηριού, μεγάλη η προσέλευση, ακόμη μεγαλύτερη η τιμή να βρίσκεσαι εκεί, στο Όρος Μελά, αυτή την ιστορική ημέρα, στα πόδια του παλαιοχριστιανικού μνημείου, που στέγαζε για αιώνες τη Μεγαλόχαρη των Ποντίων για τους πιστούς. Να είσαι στο επίκεντρο ενός εξαιρετικού, μοναδικού ιστορικού γεγονότος για όλους τους άλλους. Κι όταν η λειτουργία ολοκληρώθηκε και οι υπόλοιποι άρχισαν να ανεβαίνουν κατά ομάδες για να προσκυνήσουν κι εκείνοι, να θαυμάσουν το καθολικό της παλιάς μονής, με τις αλλεπάλληλες στρώσεις (επτά) με θαυμάσιες τοιχογραφίες, από την εποχή των πρώτων κτητόρων των αγίων Βαρνάβα και Σωφρόνιου και από του όσιου Χριστόφορου, μέχρι και στα τελευταία χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας.
Στο βάθος των δεκαέξι αιώνων, με εξαίρεση την ταραγμένη δεκαετία, που ακολούθησε τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και την ανταλλαγή πληθυσμών στις αρχές του 20ού αιώνα, τα βήματα των Ποντίων της Ελλάδας, της Ρωσίας, του Καυκάσου και της Μαύρης Θάλασσας δεν έπαψαν να αναζητούν το δρόμο για το μοναστήρι της Παναγιάς. Την «τεμέτερον Παναϊαν τρανέσσαν»…
Από την εποχή που λειτουργούσε ως μοναστήρι, ως στις μέρες μας που είναι μουσείο, πάντοτε, ο Πόντιος όπου γης, το είχε στο νου του το προσκύνημα του Αυγούστου, στην αρχαία Μονή της Σουμελά. Κι ας ήταν απλώς για να επισκεφθεί, να δει από κοντά, το μεγαλόπρεπο, το επιβλητικό από κάθε άποψη μνημείο. Οι επτά επισκέψεις αρκούσαν παλιά για να πάρει κανείς τον βαρύτιμο τίτλο του «Χατζή», προνόμιο μοναδικό των προσκυνητών του Παναγίου Τάφου.
Λιγότεροι ή περισσότεροι, κάθε Αύγουστο, ευλαβικοί επισκέπτες, ανάπηροι, πληγωμένοι, ασθενείς και οδοιπόροι ανέβαιναν όλα τα χρόνια για να πάρουν την ευλογία της Κυράς του Πόντου, να θεραπευτούν, να γευτούν τη χαρά της προσκύνησης, να κάνουν το τάμα τους. Χριστιανοί, αλλά και μουσουλμάνοι, που κρεμούσαν -και ακόμη και σήμερα κάνουν το ίδιο- κομμάτια από ρούχα και τάματα, έξω από το γρανιτένιο βράχο. Αγίασμα για τους ορθόδοξους, νερό θαυματουργό και για τους μουσουλμάνους η δροσοπηγή που ρέει μέχρι σήμερα από τον γρανιτένιο βράχο, απ' όπου αναβλύζει νερό: «Trabzon'da yukari Macjka'dan gicekesin, Mereym ana suyu'dan oturup icekesin (Από την Τραπεζούντα ανηφορίζεις και πας προς τη Ματσούκα, μόλις φτάσεις στο ποτάμι της Παναγίας, να πιεις από το νερό της)».
«Είναι δροσοπηγή Θείων χαρίτων η πανύμνητος Θεοτόκος και ξεδιψά αδιακρίτως όλους τους προστρέχοντας εις αυτήν», είπε ο Πατριάρχης.
Τα «δάκρυα» της Παναγιάς δεν στέρεψαν για τα ανθρώπινα πάθη, τις έχθρες, τους διχασμούς. Όμως, το φετινό ευλαβικό, ειρηνικό προσκύνημα απέπνεε μια άλλη νότα αισιοδοξίας, μια νέα συνάντηση με την Ιστορία. Και μια ελπίδα ότι η Παναγιά θα φέρει καλύτερες μέρες για όλους. Θα είναι η «Εγγυήτρια καλυτέρων ημερών δια τους δύο λαούς, οι οποίοι συναντώνται σήμερον, εις το εδώ εορτάζον πανίερον σέβασμά της». Στο αντάμωμα των Ποντίων, στο αντάμωμα της Παναγίας, της Σουμελιώτισσας, της Κυράς του Πόντου, χαρμόσυνο πανηγύρι και ύψιστη θρησκευτική γιορτή για τους ορθόδοξους όλου του κόσμου. Ογδονταοκτώ χρόνια μετά, ήταν η πιο ευλογημένη στιγμή για τους απανταχού Ποντίους, που από σήμερα κιόλας δίνουν ραντεβού για το επόμενο προσκύνημα:«Σην Λιβεράν Μωμόγερος, Σου Κοσπιδί τσοπάνος, σην Παναγίαν Σουμελά ψάλτες και τραγωδιάνος...».
Όπως είπε και ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος, απευθυνόμενος στους προσκυνητές, υψώνοντας και κλυδωνίζοντας με πυγμή, σ' εκείνο το σημείο της ομιλίας του, ψηλά την ποιμαντορική ράβδο: «Επιστρέφοντες εις τα ίδια, ας κρατήσουμε, ως αναμμένη Πασχαλινή λαμπάδα την ακαταίσχυντον Θεομητορική ελπίδα Σουμελιώτικου Δεκαπενταύγουστου να ανθίσει πλουσίως μέσα μας και 'φέρει κι άλλο'»!
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ