8 Μαΐου – «Παγκόσμια ημέρα της Μητέρας»
Μάνα –Μητέρα. Ότι πιο πολύτιμο, ότι πιο αγαπητό έχουμε στον κόσμο. Εκατομμύρια χρόνια από τότε που παρουσιάσθηκε η ζωή, η γυναίκα αφήνει την υπογραφή της σε θαυμαστά έργα. Το μεγαλύτερο από αυτά, είναι αυτό της ανθρώπινης ύπαρξης και της διαιώνισης του, που οφείλεται στον πυρήνα της οικογένειας, την μητέρα.
Η Πόντια γυναίκα, η Πόντια Μάνα, όπως όλες οι μάνες από τις χαμένες πατρίδες, άφησαν ανεξίτηλα σημάδια στις επόμενες γενιές.
Στην μακραίωνη ιστορία του Πόντου, οι γυναίκες του Πόντου, οι Πόντιες μάνες, είναι δημιουργικές, φιλότιμες μέσα στο σπίτι, σκληρές εργατικές και δυναμικές έξω από αυτό. Οι παλαιότεροι ιστοριογράφοι όταν αναφέρονται στην Πόντια μάνα κάνουν ιδιαίτερη αναφορά στην αρετή, την ανδρεία και την εργατικότητα της.
Οι αγρότισσες γυναίκες του Πόντου δεν βαρυγκωμούσαν για τον κόπο των αγροτικών εργασιών. «Τσακέλα επίκαν τα χέρα τουν», τσαπιά έκαναν τα χέρια τους, για να αναστήσουν, να μεγαλώσουν, να μορφώσουν τα παιδιά τους.
Στις πόλεις η Πόντια γυναίκα, πιο μορφωμένη, καλή νοικοκυρά, με συμπεριφορά αρχόντισσας.
Ύστερα από σχεδόν 3000 χρόνια αδιάλειπτης παρουσίας Ελληνισμού, ήρθαν οι διωγμοί, η καταστροφή, η προσφυγιά.
Στα εκατοντάδες χιλιάδες θύματα της γενοκτονίας του Ελληνισμού του Πόντου η Πόντια Μάνα και το μικρό παιδί κατέχουν ιδιαίτερη θέση.
Η μάνα και το παιδί αποτέλεσαν εφ ενός συγκεκριμένο στόχο του προμελετημένου εγκλήματος, λόγω του ειδικού βάρους στην κοινωνία και την οικογένεια, αφετέρου ήταν αποδέκτες όλων των επιπτώσεων της γενοκτονίας (χηρεία, προσφυγιά, βιασμός, ορφάνια, κ.α.).
Με την φυγή και τις δολοφονίες των ανδρών (στην εξορία, τα τάγματα εργασίας, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τις άλλες μεθόδους) πίσω στις εστίες, στα σπίτια έμεναν στηρίγματα της οικογενειακής και κοινωνικής ζωής οι γυναίκες, έχοντας να προστατέψουν παιδιά και ηλικιωμένους και να διατηρήσουν ένα ελάχιστο επίπεδο διαβίωσης - επιβίωσης.
Οι γυναίκες αποτέλεσαν το κομμάτι εκείνο του πληθυσμού πάνω στο οποίο κάθε χτύπημα θα επέφερε σημαντικό πλήγμα.
Η γυναίκα μάνα είναι η πηγή της ζωής, κάθε δολοφονία στερούσε από τον Ποντιακό Ελληνισμό τη βιολογική συνέχεια. Όπου δεν μπορούσε να γίνει αυτό, υπήρχε ο βιασμός. Και ο καρπός αυτού, που σε άλλες περιπτώσεις είναι καρπός αγάπης και έρωτα των πιο ωραίων ανθρώπινων συναισθημάτων, μετατρέπονταν σε ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη, σε παντοτινή υπενθύμιση του εγκλήματος. Παράλληλα υπήρχε και ο βιασμός των εγκύων και μετέπειτα δολοφονία μητέρας και εμβρύου.
Μέσα από τους βιασμούς και τις αρπαγές επιδίωξαν να ταπεινώσουν, εξευτελίσουν και ατιμάσουν ολόκληρη ομάδα, να την τρομοκρατήσουν και έτσι να εμποδίσουν μια πολιτισμένη και οικογενειακή οργάνωση της κοινωνίας. Με τον τρόπο αυτό στόχος γίνεται η οικογένεια που αποτελεί το θεμέλιο της κοινωνικής οργάνωσης αλλά και πυρήνας της βιολογικής συνέχεις μιας εθνότητας.
Πόσες γυναίκες δεν αναγκάσθηκαν να παραδώσουν στους Πόντιους αντάρτες τα βρέφη τους ώστε το κλάμα τους να μη τους προδώσει; Πόσες μάνες δεν άφησαν τα βρέφη και τα μικρά παιδιά στους ατέλειωτους δρόμους της εξορίας με τη ελπίδα να βρεθεί κάποιος για να το φροντίσει και να γλιτώσουν από βέβαιο θάνατο; Πόσες μανούλες δεν αναγκάσθηκαν να πνίξουν η να πετάξουν σε ποτάμια βρέφη και μικρά παιδιά για να απαλλαγούν αυτά μια ώρα αρχύτερα από τα μαρτύρια της πείνας και τις κακουχίες; Πόσες μανούλες δεν μπόρεσαν να θάψουν τα νεκρά παιδιά τους και αναγκάστηκαν να τα αφήσουν στις άκρες των δρόμων της εξορίας τροφή στα όρνια και στα άγρια ζώα;
Αναρίθμητες οι αφηγήσεις και οι καταγραφές τέτοιων γεγονότων. Πολλές οι εκθέσεις και αναφορές Προξένων, Πρεσβειών και άλλων, στις οποίες αναφέρονται τα γεγονότα σφαγών και βιαιοτήτων ενάντια στις γυναίκες και τα παιδιά. Οι εκτοπισμοί και οι ατέλειωτες πορείες των γυναικών και παιδιών αποτελούσαν μια συστηματική πολιτική εξόντωση τους.
Ο καπετάν Ευκλείδης Κουρτίδης στα απομνημονεύματα του γράφει. «Το Σεπτέμβριο του 1921 αντάρτες της Σάντας, μαζί με πολλές γυναίκες και παιδιά που προστάτευαν, δέχθηκαν επίθεση, Η διαφυγή ήταν δύσκολη και η μόνη λύση ήταν να σταλούν οι γυναίκες και τα παιδιά σε ασφαλές σημείο. Η απόφαση συνάντησε την άρνηση των γυναικών και η κατάσταση έγινε τραγική ακόμα περισσότερο με τα κλάματα των μικρών παιδιών. Τότε πολλά παιδιά, επειδή οι μάνες τους δεν μπορούσαν να σταματήσουν τις φωνούλες και το κλάμα τους και μη θέλοντας να αποχωρισθούν από τους αντάρτες τα σκότωσαν και τα άφησαν επί τόπου». Και συνεχίζει. «Όταν μετά από λίγες μέρες ο στρατός είδε ότι δεν είμαστε στο λημέρι μας και το βρήκαν άδειο, ανέβηκαν στο Μερτσιάν Λιθάρ όπου αντίκρισαν τα σωματάκια των μικρών σκοτωμένων παιδιών. Ειδοποίησαν αμέσως τον μέραρχο που ήρθε επί τόπου. Και όταν είδε τα μικρά σφαγμένα διέταξε τον στρατό να φύγει λέγων «οι άνθρωποι που σφάζουν τα παιδιά τους είναι αδύνατον να πεισθούν και ως εκ τούτου είναι περιττό να μείνουμε».
Με τις δραματικές περιστάσεις του διωγμού τους, οι πρόσφυγες προσπάθησαν να δημιουργήσουν τη ζωή τους από την αρχή.
Για μια ακόμα φορά η γυναίκα μάνα πρωταγωνίστρια της νέας της ζωής.
Τα έθιμα, τα φαγητά, οι αξίες όλα ανέπαφα χάρη στους συλλόγους, τα σωματεία, μα κυρίως χάρη στις άξιες μάνες που έμειναν όρθιες σε όλες τις μπόρες και τις φουρτούνες του ουρανού και της γης. Χωρίς ρίζες και σε ξένο χώμα, έστω και αν ήταν της μητέρας Πατρίδας και παρ’ ότι γνώρισαν την απονιά, δε λύγισαν στιγμή. Ρίζωσαν και φύτρωσαν και άνθισαν τα βλαστάρια τους, που πλούσια και ευλογημένα πλημμύρισαν την Ελλάδα.
Χρόνια Πολλά σε όλες τις μανούλες.
Χρόνια Πολλά «μάνα μ’ γλυκοκαλάτσευτος μανίτσα μ’ χατιρλίσα»
Χρόνια Πολλά «μάνα μ’ γλυκοκαλάτσευτος μανίτσα μ’ χατιρλίσα»
Ρωμανίδης Ν. Θεόδωρος
Σύλλογος Ποντίων Ν. Ξάνθης