Σάββατο 4 Ιουνίου 2011

Μια νέα ανάγνωση του Σοφοκλή


του Θανάση Τσιγγανά


«Νέπε, Θόδωρε, θα βαλτς ατα με τον Κρέονταν;», ρώτησε η Αντιγόνη του Σοφοκλή όταν «συνάντησε» τον συγγραφέα της στα Ποντιακά πριν από λίγο καιρό. «Και ντο δουλείαν εχ ατός με τ’ εμόν το χρέον τ’ ιερόν;», απάντησε ο Θόδωρον (Κωνσταντινίδης)... Ο 70χρονος εκπαιδευτικός και συγγραφέας από την Κοζάνη, με τη βοήθεια του γιου του Στάθη, καταπιάστηκε να μεταφέρει το αρχαίο κείμενο της Αντιγόνης κατευθείαν στα Ποντιακά, σαν ένα χρέος προς τον εαυτό του και όλους του Πόντιους, και τα κατάφερε. Η Αντιγόνη του Σοφοκλή στην ποντιακή διάλεκτο που έχει ήδη κυκλοφορήσει, είναι ένα ξεχωριστό παράθυρο γλωσσικής απόδοσης, «μια νέα ανάγνωση», όπως λέει ο συγγραφέας. Η ανταπόκριση του κόσμου ήταν μεγάλη και εξέπληξε.

Γιατί την Αντιγόνη; «Η Αντιγόνη είναι γόνος ενός οίκου καταραμένου από τον Θεό. Αντιγόνη και Μήδεια μου θυμίζουν την τραγική μοίρα των πατέρων μας, τον ξεριζωμό που έχει αποδοθεί σε κατάρα. Από μαθητής πάντα είχα μια ιδιαίτερη αδυναμία στην Αντιγόνη. Σε ένα ποντιακό στίχο του κειμένου λέει “Θεού κατάρας και βοήν”. Η Αντιγόνη είναι η ηρωίδα που επικεντρώνει την οργή των Θεών για τα σφάλματα των προγόνων της. Πολύ τολμηρό, θα μπορούσε κανείς, με τη σημερινή κρίση, να πει ότι η νέα γενιά επικεντρώνει την μήνιν των σφαλμάτων που διέπραξε η δική μας γενιά...».

«Η ποντιακή φωνή της Αντιγόνης είναι πιο κοντά από ιστορικής άποψης στη γλώσσα που πρωτακούστηκε στο θέατρο της Αρχαίας Αθήνας. Η ποντιακή είναι η διάλεκτος η οποία θεωρείται ότι προέρχεται από την τοπική όψιμη ελληνιστική κοινή και μορφοποιήθηκε σε χώρο με ιωνικό υπόστρωμα», σημειώνει στον πρόλογο της έκδοσης ο καθηγητής Ιστορίας της Παιδαγωγικής Σχολής Φλώρινας κ. Κωνσταντίνος Φωτιάδης. Η μεταγλώττιση, πάντως, δεν ήταν εύκολη υπόθεση, παρ’ όλο που ο κ. Κωνσταντινίδης προτίμησε η απόδοση να είναι στη σημερινή Ποντιακή. «Υπήρξαν μάλιστα και αντιρρήσεις φίλων γλωσσολόγων που μου είπαν ότι θα προτιμούσαν τη γλώσσα της γιαγιάς, αλλά έτσι δεν θα διαφέραμε από το να κάνουμε την ποντιακή διάλεκτο... μούμια. Η γλώσσα είναι κίνηση κι ότι δεν κινείται πεθαίνει», ανέφερε ο κ. Κωνσταντινίδης

«Αυτήν την περίοδο», προσθέτει, «παρατηρείται στην Ευρώπη μια στροφή στις διαλέκτους. Από διαλέκτους προήλθε και η νέα ελληνική γλώσσα, συνεπώς η ενασχόληση με τα σημερινά Ποντιακά δεν αποτελεί παρακωλυτικό παράγοντα της πληρέστερης εκμάθησης της γλώσσας, αλλά γέφυρα υπαγωγής στα Aρχαία και αναγωγής στα Nέα Eλληνικά».

Έπρεπε επίσης να διατηρηθεί η διάνοια του έργου, το μέτρο, τα σχήματα λόγου, τα χορικά. Μάλιστα, το σημείο που ο Φύλακας μιλάει στον Κρέοντα κάνοντας λογοπαίγνιο με τη λέξη δόξα, στην ποντιακή διάλεκτο δεν μπορούσε να αποδοθεί έτσι (...μεγάλο κακό ο άρχοντας να σχηματίζει απόψεις εσφαλμένες...) κι έγινε «κακόν τρανόν ο Κύριον, να κυριεύκεται α’ σο ψέμαν» (μεγάλο κακό ο Αρχοντας, ο Κύριος, να κυριεύεται ο ίδιος, να κατακτιέται από το ψέμα και να μη σχηματίζει σωστή αντίληψη...), ένας στίχος για τον οποίο ο κ. Κωνσταντινίδης «αφιέρωσε» τέσσερις ώρες.

Η έκδοση, που περιλαμβάνει σχόλια και λεξικό, χρειάστηκε ένα χρόνο περίπου με καθημερινή εργασία 8-10 ωρών.

Στα Ποντιακά μιλούν ήδη (έχουν μεταγλωττιστεί) ο Λυσίας (Λόγος υπέρ του Αδυνάτου), ο Περικλής (Επιτάφιος) και σε λίγο καιρό θα τα μιλούν ο Πλάτωνας (Αλληγορία του Σπηλαίου), ο Αριστοτέλης (Ηθικά Νικομάχεια) και οι «Βάτραχοι» του Αριστοφάνη.

Πηγή: Καθημερινή