Αν και πέρασαν σχεδόν 90 χρόνια από τον ξεριζωμό, ο Ποντιακός Ελληνισμός με την δύναμη και την αγωνιστικότητα που τον διακρίνει, τιμά σήμερα για μια ακόμα φορά τους Έλληνες του Πόντου και της Μικράς Ασίας που σφαγιάσθηκαν και εξοντώθηκαν με τον πιο βάρβαρο τρόπο από την λαίλαπα των Τούρκων εθνικιστών από το 1914-1922.
Συμβολικά κάθε χρόνο διεκδικούμε την μέρα αυτή, που καθιερώθηκε με απόφαση της Βουλής των Ελλήνων ως ημέρα μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντο, αλλά και καθημερινά το «Δικαίωμα στην Μνήμη». Που σημαίνει καθημερινή αναδρομή στο παρελθόν ως ιστορία και ως παράδοση, ως πολιτισμός και αγώνας για την ελευθερία.
Θυμόμαστε το τι τράβηξαν οι πρόγονοι μας. Ρίγη διατρέχουν την ψυχή μας όταν συνειδητοποιούμε τις στιγμές που με το κλάμα και το μοιρολόγι τους πολεμούσανε τον χάρο. Όταν μαθαίνουμε για τα ανείπωτα αίσχη και τους βανδαλισμούς. Τους κλαυθμούς και οδυρμούς. Τις εξορίες, τις κακουχίες, τους εκτοπισμούς. Την απόγνωση. Την μυρωδιά του θανάτου. Τον σπαραγμό του αποχωρισμού.
Το αίμα μας παγώνει από την συγκλονιστική ανιστόρηση του δράματος ενός λαού και ενός τόπου, της γης του Πόντου που για σχεδόν 28 αιώνες υπήρξε το θερμοκήπιο μέσα στο οποίο αναπτύχθηκε και διατηρήθηκε το αρχαίο ελληνικό πνεύμα και η Ορθοδοξία.
Και όλα αυτά μας κάνουν να συνεχίζουμε να διεκδικούμε την αναγνώριση της γενοκτονίας. Και να θυμίζουμε σε εκείνους που θέλουν να ξεχάσουμε ότι εμείς είμαστε εδώ και περιμένουμε. Και αν χρειασθεί θα περιμένουμε γενιές ολόκληρες.
Δεν θα αφήσουμε στους ισχυρούς ή σε κάποιους επιτήδειους να γράψουν την ιστορία μας. Η ιστορία μας είναι τα πραγματικά ιστορικά γεγονότα και τα χιλιάδες αθώα θύματα των Ελλήνων ποντιακής καταγωγής στον Πόντο, αλλά και των χριστιανικών πληθυσμών σε ολάκερη την Μικρασία που σφαγιάσθηκαν και θανατώθηκαν στο πλαίσιο της πολιτικής «η Τουρκία στους Τούρκους».
Μπορεί τα συμφέροντα των κρατών να έκρυβαν το γεγονός της γενοκτονίας. Μπορεί τους πρόσφυγες του '22 να τους κυνήγησαν και να τους θεώρησαν βάρος, ορισμένες ομάδες εξουσίας. Αλλά τα παιδιά, τα εγγόνια και οι επόμενες γενιές εκείνων των κατατρεγμένων και διωγμένων προσφύγων, που στάθηκαν όρθιοι και με την δουλειά τους και κατέκτησαν την καταξίωση, θα τους βρίσκουν μπροστά τους.
Πρωτοπόρους στο ιερό καθήκον και το χρέος να θυμίζουν στην διεθνή κοινότητα πως αυτού του είδους οι θηριωδίες και οι βαρβαρότητες δεν συμφιλιώνονται με το ανθρώπινο γένος και τον πανανθρώπινο πολιτισμό. Για να θυμίζουν ότι η αλήθεια δεν κρύβεται ανά τους αιώνες.
Γιατί το δίκαιο νικάει την αδικία. Τα θύματα της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, που σχεδιάσθηκε και εκτελέστηκε από το τότε νεοτουρκικό καθεστώς από το 1911, θανατώθηκαν γιατί ήταν Έλληνες στην καταγωγή και Χριστιανοί Ορθόδοξοι στο θρήσκευμα.
«Αμποτε και ς’ σού Ρωμανίων! Ατουνούς πα’ αέτς’ θα ‘φτάμε!» (Αμποτε και στων Ελλήνων! Και αυτούς έτσι θα κάνουμε) ακούει, το 1915 ο Στάθης Χριστοφορίδης να λένε οι σφαγείς των Αρμενίων.
Κάτω από την καθοδήγηση Γερμανών συμβούλων εφαρμόζουν ένα καλά σχεδιασμένο σχέδιο γενοκτονίας. Σε περιοδεία του στρατηγού Φον Λίμαν ο Δήμαρχος Αδραμυτίου Χακή Βέης προσφωνώντας τον μεταξύ άλλων είπε: «Εφαρμόσσαντες κατά γράμμα το γερμανικόν σχέδιο περί εξοντώσεως του Ελληνικού στοιχείου απολαύομεν νυν των εκ τούτου απορρεουσών πολλαπλών ωφελειών.»
Γέροι, νέοι, παιδιά, ασθενείς και ανήμποροι, γυναίκες και κορίτσια, εγκαταλείποντας τα πάντα, οδηγούνται βίαια και υποχρεωτικά σε ατέλειωτες πορείες στην ενδοχώρα, κάτω από τον καυτό ήλιο αλλά και την παγωνιά, σε όρη και δύσβατα βουνά, πεινασμένοι, χωρίς καμία φροντίδα, χωρίς κατάλληλο ρουχισμό σε μια ατέλειωτη πορεία θανάτου.
Δικαστήρια παρωδίες στήνονται για να δικαστούν και να καταλήξουν στην κρεμάλα, με συνοπτικές διαδικασίες, η θρησκευτική, πολιτική και πνευματική ηγεσία της Αμισού και της Πάφρας.
Οι ελληνικοί πληθυσμοί δε φονεύονται απλά με μαχαίρια και όπλα. Πεθαίνουν ύστερα από φρικτά μαρτύρια πρωτοφανή στην ανθρώπινη ιστορία. Και όχι μόνο άνδρες αλλά γυναικόπαιδα χωρίς διάκριση ηλικίας.
Στην μαύρη βίβλο του Πατριαρχείου διαβάζουμε. «Στις 22 Φεβρουαρίου 1919 ο διοικητής χωροφυλάκων στην Μερζιφούντα με μία βολή σκότωσε 18 ελληνικά αγόρια, τοποθετώντας τους στη σειρά, το ένα πίσω από το άλλο».
Η επιστράτευση των Χριστιανών, η αποστολή τους σε τάγματα εργασίας, η βάναυση μεταχείριση τους, δημιούργησαν ένα πλήθος φυγόστρατων και λιποτακτών οι οποίοι άρχισαν να κρύβονται στα βουνά. Η τρομοκρατία, οι εξορίες, οι κρεμάλες, οι πυρπολήσεις των χωριών, οι βιασμοί, οι δολοφονίες αύξησε το κύμα των φυγάδων. Έτσι άρχισε η οργάνωση αντάρτικών ομάδων.
Το ποντιακό αντάρτικο, είχε τον χαρακτήρα της εθνικής αντίστασης. Άνθρωποι απλοί, κυρίως αγρότες και κτηνοτρόφοι, αντιστάθηκαν στην τουρκική βία και ενέπνευσαν χιλιάδες αφοσιωμένους μαχητές. Δεκάδες οι γενναίες μορφές των ανταρτών. Ο Αντών πασάς (Χατζηελευθερίου Αντώνης), ο Κοτζά Αναστάς (Παπαδόπουλος Αναστάσιος), ό Ιστίλ Αγάς (Στυλιανός Κοσμίδης), ο Κισά Μπατσάκ (Κυριάκος Παπαδόπουλος), ο Πίτς Βασίλ (Βασίλειος Τσαουσίδης),ο Βασίλ Ουστά (Βασίλειος Ανθόπουλος), η Πελαγία Εξούζογλου, ο Καπετάν Ευκλείδης (Κουρτίδης Ευκλείδης) και άλλοι πολλοί.
Άγνωστο στους περισσότερους Έλληνες το ηρωικό αντάρτικο του Πόντου. Γυναίκες και άνδρες αγωνίστηκαν σκληρά αβοήθητοι από την μητέρα πατρίδα για να περισώσουν ότι μπόρεσαν. Η ηγεσία της πατρίδας μας όχι μόνο δεν ανταποκρίθηκε στις εκκλήσεις των ανταρτών και αρνήθηκε κάθε ανάμειξη, αλλά εμπόδισε και την αποστολή βοήθειας.
Από την αρχαιότητα κατάγονταν οι παλιοί κάτοικοι της ποντιακής πατρίδας, που ρίζωσαν στη γη Πόντου, μεγαλούργησαν ως άποικοι μακριά από τον τόπο τους και ίδρυσαν πόλεις όπως η Σινώπη, η Αμισός, η Αμάσεια, η Τραπεζούντα, η Κερασούντα, τα Κοτυώρα, κ.ά.
Είναι αυτοί που γαλούχησαν τους προπάτορες μας και δίδαξαν Ελληνισμό μέσα στο βαθύ σκοτάδι του μουσουλμανικού χάους με τα 1400 σχολεία και ανέδειξαν πνευματικές μορφές όπως ο Διογένης ο Κυνικός από την Σινώπη, ο Διονυσόδωρος από την Αμισό, ο Στράβων από την Αμάσεια κ.ά.
Είναι αυτοί που οικοδόμησαν Ορθοδοξία με τις 1890 εκκλησιές, τους δεκάδες Αγίους και οσιομάρτυρες όπως ο Μέγας Βασίλειος, ο Άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης, ο Μεγαλομάρτυς Θεόδωρος ο Στρατηλάτης και ο Μεγαλομάρτυς Θεόδωρος ο Τήρων, ο Μεγαλομάτρυς Θεόδωρος Γαβράς, η Μεγαλομάρτυς Κυριακή κ.ά.
Είναι αυτοί που έστησαν το βασίλειο των Κομνηνών στην Τραπεζούντα, αυτοί που οικοδόμησαν το μεγαλείο της σκέψης μας με τα φροντιστήριο και τα ευαγή ιδρύματα του νεότερου Πόντου.
Είναι αυτοί που πρωτοστάτησαν στην Ανάσταση του γένους με την Φιλική Εταιρεία, οι Υψηλάντηδες και Μουρούζηδες.
Είναι αυτοί που έκαναν όνειρα για έναν ελληνικό Πόντο, για μια προοδευτική πατρίδα με υψηλά επίπεδα παιδείας και πολιτισμού.
Είναι οι εθνομάρτυρες που τόλμησαν να ονειρευτούν την ελευθερία και πλήρωσαν βαρύ τίμημα κρεμασμένοι στα στρατοδικείο της Αμάσειας από το ίδιο δένδρο που έσταζε θάνατο.
Κάποτε ήρθε ο μεγάλος πόλεμος και σάρωσε τις πατρίδες μας κουβαλώντας μαζί με τους ανέμους το μαρτύριο και την καυτή ανάσα του θανάτου.
Οι ελληνικοί πληθυσμοί πήραν τον δρόμο της προσφυγιάς κραδαίνοντας την ψυχή που τους είχε απομείνει και το όνειρο που είχε σκαλώσει στην σκέψη τους.
Στις νέες πατρίδες, με τα νοσταλγικά δάκρυα πόνου και αγάπης για την πατρίδα που άφησαν και τους νεκρούς που έμείναν σ' εκείνα τα Άγια χώματα, μόχθησαν, δημιούργησαν και ρίζωσαν. Τώρα πια ήρθε ο καιρός να αναμετρηθούν με το παρελθόν. Να μαζέψουν τα κομμάτια τους. Να ξεκαθαρίσουμε το χθες και ότι αυτό αντιπροσωπεύει.
Ήρθε η ώρα να διεκδικήσουμε το δικαίωμα στην μνήμη.
Η μνήμη μας υπαγορεύει όχι μόνον να αναζητήσουμε τους ενόχους αλλά και να τους εξαναγκάσουμε σε αναγνώριση των σφαγών και της γενοκτονίας.
Ο αγώνας της διεκδίκησης δεν έχει τα χαρακτηριστικά του μίσους και της αντεκδίκησης. Μοναδικός στόχος είναι η δικαίωση και η ήττα των πολιτικών νοοτροπιών που γεννούν και προκαλούν γενοκτονίες.
Ο Αδόλφος Χίτλερ, στις 22 Αυγούστου του 1939, απευθυνόμενος στα τάγματα θανάτου, τους κάλεσε να μπουν στην Πολωνία και να εξοντώσουν κάθε τι εβραϊκό, να μη λυπηθούν ούτε γυναίκες, ούτε παιδιά, να σκοτώνουν χωρίς οίκτο, γιατί όπως ο ίδιος τόνισε: «Ποιος θυμάται σήμερα την εξόντωση των Αρμενίων το 1915;»
Ήρθε η ώρα η Τουρκία να αναγνωρίσει τη Γενοκτονία.
Ήρθε η ώρα να συμφιλιωθεί με το παρελθόν της.
Η αναγνώριση της γενοκτονίας δεν αποτελεί πλήγμα. Η αποσιώπηση και τα ψέματα ανήκουν στο παρελθόν. Οι αγώνες των ανθρώπων για την αλήθεια κάποτε δικαιώνονται.
Την καλούμε να πράξει το καθήκον της, ως ελάχιστο δείγμα σεβασμού και ειλικρινούς μεταμέλειας.
Την ζητούμε να εκφέρει μια λέξη. Την λέξη της συγνώμης.
Και σαν καλοί γείτονες να πορευθούμε στο δρόμο της ειρήνης και της συνεργασίας για το καλό των ανθρώπων που η μοίρα μας όρισε να ζούμε ο ένας δίπλα στον άλλο.
Οι νεκροί του Πόντου ζητούν δικαίωση μέσα από τις νεώτερες γενιές. Ξέρουμε να παλεύουμε. Να αγωνιζόμαστε. Να διεκδικούμε. Η ώρα της δικαίωσης δεν θα αργήσει.
Δεν ξεχνούμε και δεν θα ξεχάσουμε ποτέ. Αυτό μας ζητούν επιτακτικά οι 353.000 τρομαγμένες ψυχές των αλειτούργητων και άταφων προγόνων μας.
Εμείς θα είμαστε συνεχώς η δυνατή και επίμονη φωνή τους που ζητά δικαίωση. Ενωμένοι, απέναντι στο πεπρωμένο μας με τόλμη και συνέπεια αλλά και με σεβασμό απέναντι στις εκατοντάδες χιλιάδες των νεκρών συμπατριωτών μας.
Ρωμανίδης Θεόδωρος
Σύλλογος Ποντίων Ν. Ξάνθης
Συμβολικά κάθε χρόνο διεκδικούμε την μέρα αυτή, που καθιερώθηκε με απόφαση της Βουλής των Ελλήνων ως ημέρα μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντο, αλλά και καθημερινά το «Δικαίωμα στην Μνήμη». Που σημαίνει καθημερινή αναδρομή στο παρελθόν ως ιστορία και ως παράδοση, ως πολιτισμός και αγώνας για την ελευθερία.
Θυμόμαστε το τι τράβηξαν οι πρόγονοι μας. Ρίγη διατρέχουν την ψυχή μας όταν συνειδητοποιούμε τις στιγμές που με το κλάμα και το μοιρολόγι τους πολεμούσανε τον χάρο. Όταν μαθαίνουμε για τα ανείπωτα αίσχη και τους βανδαλισμούς. Τους κλαυθμούς και οδυρμούς. Τις εξορίες, τις κακουχίες, τους εκτοπισμούς. Την απόγνωση. Την μυρωδιά του θανάτου. Τον σπαραγμό του αποχωρισμού.
Το αίμα μας παγώνει από την συγκλονιστική ανιστόρηση του δράματος ενός λαού και ενός τόπου, της γης του Πόντου που για σχεδόν 28 αιώνες υπήρξε το θερμοκήπιο μέσα στο οποίο αναπτύχθηκε και διατηρήθηκε το αρχαίο ελληνικό πνεύμα και η Ορθοδοξία.
Και όλα αυτά μας κάνουν να συνεχίζουμε να διεκδικούμε την αναγνώριση της γενοκτονίας. Και να θυμίζουμε σε εκείνους που θέλουν να ξεχάσουμε ότι εμείς είμαστε εδώ και περιμένουμε. Και αν χρειασθεί θα περιμένουμε γενιές ολόκληρες.
Δεν θα αφήσουμε στους ισχυρούς ή σε κάποιους επιτήδειους να γράψουν την ιστορία μας. Η ιστορία μας είναι τα πραγματικά ιστορικά γεγονότα και τα χιλιάδες αθώα θύματα των Ελλήνων ποντιακής καταγωγής στον Πόντο, αλλά και των χριστιανικών πληθυσμών σε ολάκερη την Μικρασία που σφαγιάσθηκαν και θανατώθηκαν στο πλαίσιο της πολιτικής «η Τουρκία στους Τούρκους».
Μπορεί τα συμφέροντα των κρατών να έκρυβαν το γεγονός της γενοκτονίας. Μπορεί τους πρόσφυγες του '22 να τους κυνήγησαν και να τους θεώρησαν βάρος, ορισμένες ομάδες εξουσίας. Αλλά τα παιδιά, τα εγγόνια και οι επόμενες γενιές εκείνων των κατατρεγμένων και διωγμένων προσφύγων, που στάθηκαν όρθιοι και με την δουλειά τους και κατέκτησαν την καταξίωση, θα τους βρίσκουν μπροστά τους.
Πρωτοπόρους στο ιερό καθήκον και το χρέος να θυμίζουν στην διεθνή κοινότητα πως αυτού του είδους οι θηριωδίες και οι βαρβαρότητες δεν συμφιλιώνονται με το ανθρώπινο γένος και τον πανανθρώπινο πολιτισμό. Για να θυμίζουν ότι η αλήθεια δεν κρύβεται ανά τους αιώνες.
Γιατί το δίκαιο νικάει την αδικία. Τα θύματα της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, που σχεδιάσθηκε και εκτελέστηκε από το τότε νεοτουρκικό καθεστώς από το 1911, θανατώθηκαν γιατί ήταν Έλληνες στην καταγωγή και Χριστιανοί Ορθόδοξοι στο θρήσκευμα.
«Αμποτε και ς’ σού Ρωμανίων! Ατουνούς πα’ αέτς’ θα ‘φτάμε!» (Αμποτε και στων Ελλήνων! Και αυτούς έτσι θα κάνουμε) ακούει, το 1915 ο Στάθης Χριστοφορίδης να λένε οι σφαγείς των Αρμενίων.
Κάτω από την καθοδήγηση Γερμανών συμβούλων εφαρμόζουν ένα καλά σχεδιασμένο σχέδιο γενοκτονίας. Σε περιοδεία του στρατηγού Φον Λίμαν ο Δήμαρχος Αδραμυτίου Χακή Βέης προσφωνώντας τον μεταξύ άλλων είπε: «Εφαρμόσσαντες κατά γράμμα το γερμανικόν σχέδιο περί εξοντώσεως του Ελληνικού στοιχείου απολαύομεν νυν των εκ τούτου απορρεουσών πολλαπλών ωφελειών.»
Γέροι, νέοι, παιδιά, ασθενείς και ανήμποροι, γυναίκες και κορίτσια, εγκαταλείποντας τα πάντα, οδηγούνται βίαια και υποχρεωτικά σε ατέλειωτες πορείες στην ενδοχώρα, κάτω από τον καυτό ήλιο αλλά και την παγωνιά, σε όρη και δύσβατα βουνά, πεινασμένοι, χωρίς καμία φροντίδα, χωρίς κατάλληλο ρουχισμό σε μια ατέλειωτη πορεία θανάτου.
Δικαστήρια παρωδίες στήνονται για να δικαστούν και να καταλήξουν στην κρεμάλα, με συνοπτικές διαδικασίες, η θρησκευτική, πολιτική και πνευματική ηγεσία της Αμισού και της Πάφρας.
Οι ελληνικοί πληθυσμοί δε φονεύονται απλά με μαχαίρια και όπλα. Πεθαίνουν ύστερα από φρικτά μαρτύρια πρωτοφανή στην ανθρώπινη ιστορία. Και όχι μόνο άνδρες αλλά γυναικόπαιδα χωρίς διάκριση ηλικίας.
Στην μαύρη βίβλο του Πατριαρχείου διαβάζουμε. «Στις 22 Φεβρουαρίου 1919 ο διοικητής χωροφυλάκων στην Μερζιφούντα με μία βολή σκότωσε 18 ελληνικά αγόρια, τοποθετώντας τους στη σειρά, το ένα πίσω από το άλλο».
Η επιστράτευση των Χριστιανών, η αποστολή τους σε τάγματα εργασίας, η βάναυση μεταχείριση τους, δημιούργησαν ένα πλήθος φυγόστρατων και λιποτακτών οι οποίοι άρχισαν να κρύβονται στα βουνά. Η τρομοκρατία, οι εξορίες, οι κρεμάλες, οι πυρπολήσεις των χωριών, οι βιασμοί, οι δολοφονίες αύξησε το κύμα των φυγάδων. Έτσι άρχισε η οργάνωση αντάρτικών ομάδων.
Το ποντιακό αντάρτικο, είχε τον χαρακτήρα της εθνικής αντίστασης. Άνθρωποι απλοί, κυρίως αγρότες και κτηνοτρόφοι, αντιστάθηκαν στην τουρκική βία και ενέπνευσαν χιλιάδες αφοσιωμένους μαχητές. Δεκάδες οι γενναίες μορφές των ανταρτών. Ο Αντών πασάς (Χατζηελευθερίου Αντώνης), ο Κοτζά Αναστάς (Παπαδόπουλος Αναστάσιος), ό Ιστίλ Αγάς (Στυλιανός Κοσμίδης), ο Κισά Μπατσάκ (Κυριάκος Παπαδόπουλος), ο Πίτς Βασίλ (Βασίλειος Τσαουσίδης),ο Βασίλ Ουστά (Βασίλειος Ανθόπουλος), η Πελαγία Εξούζογλου, ο Καπετάν Ευκλείδης (Κουρτίδης Ευκλείδης) και άλλοι πολλοί.
Άγνωστο στους περισσότερους Έλληνες το ηρωικό αντάρτικο του Πόντου. Γυναίκες και άνδρες αγωνίστηκαν σκληρά αβοήθητοι από την μητέρα πατρίδα για να περισώσουν ότι μπόρεσαν. Η ηγεσία της πατρίδας μας όχι μόνο δεν ανταποκρίθηκε στις εκκλήσεις των ανταρτών και αρνήθηκε κάθε ανάμειξη, αλλά εμπόδισε και την αποστολή βοήθειας.
Από την αρχαιότητα κατάγονταν οι παλιοί κάτοικοι της ποντιακής πατρίδας, που ρίζωσαν στη γη Πόντου, μεγαλούργησαν ως άποικοι μακριά από τον τόπο τους και ίδρυσαν πόλεις όπως η Σινώπη, η Αμισός, η Αμάσεια, η Τραπεζούντα, η Κερασούντα, τα Κοτυώρα, κ.ά.
Είναι αυτοί που γαλούχησαν τους προπάτορες μας και δίδαξαν Ελληνισμό μέσα στο βαθύ σκοτάδι του μουσουλμανικού χάους με τα 1400 σχολεία και ανέδειξαν πνευματικές μορφές όπως ο Διογένης ο Κυνικός από την Σινώπη, ο Διονυσόδωρος από την Αμισό, ο Στράβων από την Αμάσεια κ.ά.
Είναι αυτοί που οικοδόμησαν Ορθοδοξία με τις 1890 εκκλησιές, τους δεκάδες Αγίους και οσιομάρτυρες όπως ο Μέγας Βασίλειος, ο Άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης, ο Μεγαλομάρτυς Θεόδωρος ο Στρατηλάτης και ο Μεγαλομάρτυς Θεόδωρος ο Τήρων, ο Μεγαλομάτρυς Θεόδωρος Γαβράς, η Μεγαλομάρτυς Κυριακή κ.ά.
Είναι αυτοί που έστησαν το βασίλειο των Κομνηνών στην Τραπεζούντα, αυτοί που οικοδόμησαν το μεγαλείο της σκέψης μας με τα φροντιστήριο και τα ευαγή ιδρύματα του νεότερου Πόντου.
Είναι αυτοί που πρωτοστάτησαν στην Ανάσταση του γένους με την Φιλική Εταιρεία, οι Υψηλάντηδες και Μουρούζηδες.
Είναι αυτοί που έκαναν όνειρα για έναν ελληνικό Πόντο, για μια προοδευτική πατρίδα με υψηλά επίπεδα παιδείας και πολιτισμού.
Είναι οι εθνομάρτυρες που τόλμησαν να ονειρευτούν την ελευθερία και πλήρωσαν βαρύ τίμημα κρεμασμένοι στα στρατοδικείο της Αμάσειας από το ίδιο δένδρο που έσταζε θάνατο.
Κάποτε ήρθε ο μεγάλος πόλεμος και σάρωσε τις πατρίδες μας κουβαλώντας μαζί με τους ανέμους το μαρτύριο και την καυτή ανάσα του θανάτου.
Οι ελληνικοί πληθυσμοί πήραν τον δρόμο της προσφυγιάς κραδαίνοντας την ψυχή που τους είχε απομείνει και το όνειρο που είχε σκαλώσει στην σκέψη τους.
Στις νέες πατρίδες, με τα νοσταλγικά δάκρυα πόνου και αγάπης για την πατρίδα που άφησαν και τους νεκρούς που έμείναν σ' εκείνα τα Άγια χώματα, μόχθησαν, δημιούργησαν και ρίζωσαν. Τώρα πια ήρθε ο καιρός να αναμετρηθούν με το παρελθόν. Να μαζέψουν τα κομμάτια τους. Να ξεκαθαρίσουμε το χθες και ότι αυτό αντιπροσωπεύει.
Ήρθε η ώρα να διεκδικήσουμε το δικαίωμα στην μνήμη.
Η μνήμη μας υπαγορεύει όχι μόνον να αναζητήσουμε τους ενόχους αλλά και να τους εξαναγκάσουμε σε αναγνώριση των σφαγών και της γενοκτονίας.
Ο αγώνας της διεκδίκησης δεν έχει τα χαρακτηριστικά του μίσους και της αντεκδίκησης. Μοναδικός στόχος είναι η δικαίωση και η ήττα των πολιτικών νοοτροπιών που γεννούν και προκαλούν γενοκτονίες.
Ο Αδόλφος Χίτλερ, στις 22 Αυγούστου του 1939, απευθυνόμενος στα τάγματα θανάτου, τους κάλεσε να μπουν στην Πολωνία και να εξοντώσουν κάθε τι εβραϊκό, να μη λυπηθούν ούτε γυναίκες, ούτε παιδιά, να σκοτώνουν χωρίς οίκτο, γιατί όπως ο ίδιος τόνισε: «Ποιος θυμάται σήμερα την εξόντωση των Αρμενίων το 1915;»
Ήρθε η ώρα η Τουρκία να αναγνωρίσει τη Γενοκτονία.
Ήρθε η ώρα να συμφιλιωθεί με το παρελθόν της.
Η αναγνώριση της γενοκτονίας δεν αποτελεί πλήγμα. Η αποσιώπηση και τα ψέματα ανήκουν στο παρελθόν. Οι αγώνες των ανθρώπων για την αλήθεια κάποτε δικαιώνονται.
Την καλούμε να πράξει το καθήκον της, ως ελάχιστο δείγμα σεβασμού και ειλικρινούς μεταμέλειας.
Την ζητούμε να εκφέρει μια λέξη. Την λέξη της συγνώμης.
Και σαν καλοί γείτονες να πορευθούμε στο δρόμο της ειρήνης και της συνεργασίας για το καλό των ανθρώπων που η μοίρα μας όρισε να ζούμε ο ένας δίπλα στον άλλο.
Οι νεκροί του Πόντου ζητούν δικαίωση μέσα από τις νεώτερες γενιές. Ξέρουμε να παλεύουμε. Να αγωνιζόμαστε. Να διεκδικούμε. Η ώρα της δικαίωσης δεν θα αργήσει.
Δεν ξεχνούμε και δεν θα ξεχάσουμε ποτέ. Αυτό μας ζητούν επιτακτικά οι 353.000 τρομαγμένες ψυχές των αλειτούργητων και άταφων προγόνων μας.
Εμείς θα είμαστε συνεχώς η δυνατή και επίμονη φωνή τους που ζητά δικαίωση. Ενωμένοι, απέναντι στο πεπρωμένο μας με τόλμη και συνέπεια αλλά και με σεβασμό απέναντι στις εκατοντάδες χιλιάδες των νεκρών συμπατριωτών μας.
Ρωμανίδης Θεόδωρος
Σύλλογος Ποντίων Ν. Ξάνθης