Ρατζίπ Ζαράκολου: Η γενοκτονία είναι ένα αναμφισβήτητο γεγονός και η Τουρκία πρέπει να την αναγνωρίσει.
Συνεχίζοντας την τακτική της να πρωτοτυπεί στις εκδηλώσεις για τη Γενοκτονία η Λέσχη Ποντίων Καβάλας, - πριν δύο χρόνια είχε τιμήσει τους αθλητές του κολεγίου Μερζιφούντας με ποδοσφαιρικό αγώνα προς τιμήν τους φορώντας φανέλες, τα αυθεντικά αντίγραφα- προσκάλεσε το γνωστό Τούρκο εκδότη και αγωνιστή Ρατζίπ Ζαράκολου.
Σ’ ένα κατάμεστο από κόσμο αμφιθέατρο του ΤΕΙ Καβάλας, αφού κρατήθηκε ενός λεπτού σιγή στην μνήμη αυτών που χάθηκαν ο πρόεδρος της Λέσχης Ποντίων Χαράλαμπος Αλεξανδρίδης τόνισε την ανάγκη να μην ξεχαστεί η γενοκτονία και να αναγνωριστεί από όλον τον κόσμο. «Δεν ζητάμε εκδίκηση. Το μόνο που ζητάμε είναι αναγνώριση και μια συγνώμη από τους Τούρκους. Η γενοκτονία είναι γεγονός αναμφισβήτητο», είπε ο κ. Αλεξανδρίδης.
Αμέσως μετά μίλησε στα τουρκικά και στα ελληνικά ο Φάνης Μαλκίδης, μέλος της Διεθνούς Ένωσης Ακαδημαϊκών για τη μελέτη των Γενοκτονιών, ο οποίος ανέφερε τα εξής:
«Εδώ και δεκαεπτά ολόκληρα χρόνια, από τη ψήφιση του σχετικού νομοσχεδίου με το οποίο αναγνωρίζεται η 19η Μαΐου ως ημέρα μνήμης, το ελληνικό κράτος αποτελεί μία παγκόσμια πρωτοτυπία. Αρνούμενο να συμβάλλει στο αυτονόητο, δηλαδή στην αναγνώριση και διεθνοποίηση της γενοκτονίας, όταν δεν απουσιάζει, τότε λειτουργεί εχθρικά. Με την απόδοση τιμής του πρωθυπουργού (2008) και του υπουργού εξωτερικών (2000) στον Κεμάλ, τον οποίο ο σχετικός νόμος του ελληνικού κράτους έχει αναγνωρίσει ως τον βασικό υπεύθυνο της Γενοκτονίας (!), έως την προκλητική απουσία του ζητήματος από τις διμερείς και διεθνείς αναφορές και κινήσεις της Ελλάδος.
Ωστόσο αυτό που πρέπει να τονιστεί είναι η επανάληψη δύο τυπικών –ουσιαστικών αναφορών, οι οποίες δείχνουν τη σοβαρότητα του κράτους. Σοβαρότητα η οποία φαίνεται από τα μικρά και από τα μεγάλα.
Στα έγγραφα, δημόσια εννοείται που υπογράφονται ως εγκύκλιοι, ή οτιδήποτε άλλο που διακινούνται από το Υπουργείο Εσωτερικών κλπ, κλπ, τις Περιφέρειες, τις Περιφερειακές Ενότητες καλείται ο ελληνικός λαός να εορτάσει (!!!) τη ημέρα μνήμης της Γενοκτονίας. Τι μπορείς να πεις αλήθεια παραπάνω, όταν σε πλημμυρίζει η θλίψη. Δεν βλέπουν τι υπογράφουν, τι στέλνουν, τι διακινούν στα μέσα ενημέρωσης, στους συλλόγους, στους πολίτες;
Επίσης παρότι έχει ψηφιστεί ως ημέρα μνήμης η 19η Μαΐου, και όλοι γνωρίζουμε πλέον γιατί, κάθε χρόνο με αυθαίρετο τρόπο με σχετική κρατική κίνηση, μετατίθεται η ημερομηνία σε άλλη. Έτσι χάνεται η ουσία της ημέρας και η σημασία της για όλους μας και βεβαίως απαλλάσσεται η Τουρκία. H 19η Μαΐου έχει γίνει ημέρα-λάστιχο και όταν το κράτος αποφασίζει να την «τιμήσει», αυτή έχει χάσει το ουσία της. Πέρα βεβαίως από το γεγονός της διαδικασίας με ένα τελετουργικό που θυμίζει την ρήση «να βγούμε από την υποχρέωση».
Οι κινήσεις αυτές πρέπει να σταματήσουν τώρα. Κανείς δεν εορτάζει, πόσο μάλλον οι απόγονοι των θυμάτων κανείς δεν θέλει να τιμά την 19η Μαΐου όποτε κρίνει το κράτος και τα συμφέροντά του.
Η ύβρις να σταματήσει τώρα και το ελληνικό κράτος, το πολιτικό σύστημα και οι θεσμοί του, κεντρικοί και περιφερειακοί να αναλάβουν τα ευθύνες και τις υποχρεώσεις τους.
Όπως μας νουθετούν να πράξουμε εμείς. Οι πολίτες όμως έχουν δικαιώματα και κυρίως ευθύνη και χρέος. Και αυτά έχουμε αναλάβει εδώ και καιρό και η παρουσία του Ρατζίπ Ζαράκολου δείχνει ότι έχουμε και συμμάχους στον αγώνα μας»
Κεντρικός ομιλητής ήταν ο Ρατζίπ Ζαράκογλου, μέλος της Ένωσης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην Τουρκία, ο οποίος έχει υποστεί πολλές διώξεις στη γειτονική χώρα για τη δράση του. Ο κ. Ζαράκολου.
Ο Ραγκίπ Ζαράκογλου γεννήθηκε το 1948 στην Πρίγκηπο, και μεγάλωσε με μέλη της ελληνικής και της αρμενικής μειονότητας. Σε ηλικία 20 ετών άρχισε να γράφει για τα περιοδικά "Ant" και "Γενί Ufuklar» και όταν στην Τουρκία πραγματοποιήθηκε ακόμη ένα στρατιωτικό πραξικόπημα, ο Ζαράκογλου δικάστηκε με την κατηγορία μυστικών σχέσεων με τη Διεθνή Αμνηστία. Του απαγορεύτηκε η έξοδος από τη χώρα μέχρι και το 1991 και πέρασε πέντε μήνες στη φυλακή, πριν αποσυρθούν οι κατηγορίες εναντίον. Το 1972 ο Ζαράκογλου καταδικάστηκε σε χρόνια φυλάκιση 2 ετών για το άρθρο του στο περιοδικό Ant για τον Ho Chi Minh και τον πόλεμο του Βιετνάμ.
Έμεινε στη φυλακή και αφέθηκε ελεύθερος το 1974 μετά από τη γενική αμνηστία. Με την αποφυλάκισή του ο Ζαράκογλου αρνήθηκε να εγκαταλείψει την εκστρατεία του για την ελευθερία της σκέψης, σε μια προσπάθεια «σεβασμού των διαφορετικών σκέψεων και των πολιτισμών στην Τουρκία».
Το 1977 ο Ζαράκογλου και η σύζυγός του Αυσενούρ δημιουργούν τον εκδοτικό οίκο Belge, με έδρα στην Κωνσταντινούπολη. Aπό τότε οι εκδόσεις τους έχουν αποτελέσει το επίκεντρο για την τουρκική λογοκρισία και τους νόμους απαγόρευσης κυκλοφορίας.
Με την έκδοση των πρώτων βιβλίων, απαγγέλθηκαν κατηγορίες κατά του ζεύγους, οδηγήθηκαν στη φυλακή, έγινε κατάσχεση και καταστροφή των βιβλίων, ενώ επιβλήθηκαν βαρύτατα πρόστιμα.
Η νέα στρατιωτική δικτατορία στην Τουρκία της 12ης Σεπτεμβρίου 1980 στέλνει ξανά στη φυλακή τον Ζαράκολου, λόγω της θέσης του στην εφημερίδα Demokrat και για το γεγονός ότι κατήγγειλε πως 600.000 άνθρωποι συνελήφθησαν, 50 άνθρωποι εκτελέστηκαν, χιλιάδες εξαφανίστηκαν, 20.000 άνθρωποι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την χώρα και να φύγουν εξορία, και σχεδόν 100.000 άνθρωποι φυλακίστηκαν.
Μέχρι το στρατιωτικό πραξικόπημα της 12ης Σεπτεμβρίου 1980 ο εκδοτικός οίκος Belge δημοσίευε κυρίως ακαδημαϊκά και θεωρητικά βιβλία. Στη συνέχεια ο Belge άρχισε να δημοσιεύει μια σειρά από βιβλία γραμμένα για πολύ σημαντικά και καυτά, για την τουρκική κοινωνία, ζητήματα.
Ο κατάλογος των δημοσιεύσεων περιλαμβάνει βιβλία (μεταφράσεις) της ελληνικής λογοτεχνίας, ανάμεσά τους η Λωξάνδρα, το «Ματωμένα χώματα» της Δ. Σωτηρίου, για την εκδίωξη των Ελλήνων από την Κωνσταντινούπολη το 1955, για τον Πολιτισμό του Πόντου με συγγραφείς τον Ομέρ Ασάν, τον Γιώργο Ανδρεάδη, βιβλία σχετικά με τη Γενοκτονία των Αρμενίων και των Ασσυρίων, βιβλία για τους Κούρδους στην Τουρκία.
Το 1994, ο εκδοτικός οίκος Belge υπέστη εμπρησμό, καταστρέφοντας τα πάντα, υποχρεώνοντάς τον, να στεγάζεται σε ένα κελάρι. Από το θάνατο της συζύγου του το 2002, η οποία είχε φτάσει στις 34 δικαστικές διώξεις, ο Ραγκίπ Ζαράκογλου εξακολουθεί να αντιμετωπίζει περαιτέρω διώξεις.
Οι διώξεις του Ζαράκογλου αφορούν συνήθως κατηγορίες για αποσχιστική προπαγάνδα και για «προσβολή των οργάνων της Τουρκικής Δημοκρατίας» (άρθρο 301 του Τουρκικού Ποινικού Κώδικα).
Το 1986 έγινε ένα από τα 98 ιδρυτικά μέλη της Ένωσης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην Τουρκία, το 2007 διετέλεσε πρόεδρος της επιτροπής για την Ελευθερία της δημοσίευσης στην Ένωση Εκδοτών και πολλοί διεθνείς οργανισμοί (π.χ. Οργανισμός για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη) έχουν εκφράσει την ανησυχία τους για τις διώξεις του Ραγκίπ Ζαράκολου.
Ο Ζαράκογλου έχει τιμηθεί από διάφορους φορείς στο εξωτερικό (Διεθνής Ένωσης συγγραφέων, Διεθνής Ένωση Εκδοτών, κ.ά.) για τους αγώνες του για ελεύθερη έκφραση, ωστόσο πολλές φορές δεν μπόρεσε να λάβει τα βραβεία του αφού το διαβατήριό του είχε κατασχεθεί από τις τουρκικές αρχές (περίπτωση της τελετής στην Διεθνή Έκθεση Βιβλίου της Φρανκφούρτης).
Στην ομιλία του ο Ζαράκογλου αφού έκανε μία ιστορική αναδρομή για τους λαούς οι οποίοι ως αυτόχθονες ζούσαν στη χώρα, τόνισε τη Γενοκτονία που υπέστησαν από τους Νεότουρκους και τους Κεμαλικούς αναφέροντας μάλιστα στοιχεία της Γενοκτονίας από την Τραπεζούντα μέχρι τη Σμύρνη.
Τόνισε ότι «σήμερα μπορεί να καλυτέρευσαν οι σχέσεις των δυο χωρών, αυτό όμως δεν μπορεί να αποτελέσει λησμονιά για όσα έγιναν. Όμως από το 1980 και μετά, το εκπαιδευτικό σύστημα της γείτονος ελέγχεται πλήρως από τον στρατό, που προσπαθεί να μεταφέρει παραχαραγμένη την ιστορία. Όμως οι απλοί άνθρωποι να είστε σίγουροι πως γνωρίζουν την πραγματική ιστορία, αφού την μαθαίνουν από τους γονείς και τους παππούδες τους που την έζησαν. Έτσι υπάρχει πραγματική αμφισβήτηση από τον απλό κόσμο για όσα προσπαθούν οι μεγάλοι να τους περάσουν. Οι γενοκτονίες έγιναν.
Απομένει να προσπαθήσουμε να αναγνωριστούν από όλους». Ο Ζαράκογλου ο οποίος τιμήθηκε από τη Λέσχη Ποντίων, αναφέρθηκε και στη δολοφονία των Ελλήνων που φοιτούσαν στο Κολλέγιο Ανατόλια της Μερζιφούντας, ενώ έκλεισε την ομιλία του λέγοντας «ότι δεν μπορεί να συνεχιστεί η σημερινή κατάσταση στην Τουρκία, όπου το καθεστώς έχει μετατρέψει τους ανθρώπους σε σκλάβους».