Τετάρτη 20 Ιουλίου 2011

Λόγος «περί ευθύνης… καλλιτεχνών»


Ένα ενδιαφέρον κείμενο του φιλόλογου-καθηγητή Ανέστη Πορφυρίδη προς τους νέους Πόντιους καλλιτέχνες που δημοσιεύτηκε στο 19ο τεύχος του περιοδικού Άμαστρις.

Οι σύγχρονοι καλλιτέχνες έπεσαν θύματα των πολύ μεγάλων δυνατοτήτων τους, χάσανε την αίσθηση του μέτρου και επιδοθήκανε σε υπερβολές. Θυμίζουν τον Φαέθοντα, που ενθουσιασμένος από τις δυνατότητες του άρματος του θεού Ήλιου (που ο ίδιος ο θεός χρησιμοποιούσε συνετά και σταθερά) κατάστρεψε τη γη και στο τέλος καταστράφηκε και ο ίδιος.

Σημαντική και αξιέπαινη η πρωτοβουλία του σοβαρού περιοδικού Άμαστρις για το διαδικτυακό δημοψήφισμα και την εκδήλωση διαλόγου σχετικά με την κατάσταση της ποντιακής μουσικής σήμερα. Πιστεύω στην ποιότητα, τη σοβαρότητα και την ειλικρίνεια του περιοδικού. Όμως μέχρι σήμερα, όσοι ασχολούμαστε με τον χώρο, γνωρίζουμε και πολλές άλλες παρόμοιες πρωτοβουλίες από διάφορους φορείς, σε επίπεδο βαρύγδουπων συνεδριών, ημερίδων για την ποντιακή μουσική, γλώσσα, χορό, θέατρο κλπ. Ενέργειες που αποσκοπούσαν (όπως φαίνεται από το αποτέλεσμα), στο τυπικό, στη δημιουργία εντυπώσεων ως προς την εικόνα των φορέων και στις αντιπαλότητες μεταξύ τους. Πολλά ελέχθησαν στα διάφορα συνέδρια μέσα στην δεκαετία (2000-2010) και κατεγράφησαν σε πρακτικά!

Όμως τα εκφυλιστικά φαινόμενα συνεχίζονται. Γιατί;

Γιατί, αγαπητοί φίλοι, τις περισσότερες φορές δημιουργείται μεγαλύτερη σύγχυση, όταν όροι με σαφές εννοιολογικό περιεχόμενο, εμφανίζονται ασαφείς και νεφελώδεις και μάλιστα από ειδικούς (μουσικολόγους, κορυφαίους λυράρηδες, τραγουδιστές). Τίθεται ο σκεπτικισμός ως προς το τι είναι παράδοση, τι είναι αυθεντικό, τι είναι καλή ποντιακή μουσική. Τόσο δυσδιάκριτες είναι πια αυτές οι απαντήσεις, όταν έχεις τόσα δείγματα ποιοτικής μουσικής με αίσθηση μέτρου, αρμονίας, λιτότητας, απλότητας που αγγίζουν σχεδόν το τέλειο;

Συμφωνώ απόλυτα με τον κύριο Στυλίδη. Θεωρώ ότι απάντησε σαφέστατα και με πληρότητα σε αυτά τα ερωτήματα (και να επικροτήσω και τη θαυμάσια δουλειά στο διπλό CD με το Γιώτη Γαβριηλίδη, που αποτελεί και έμπρακτη απάντηση στο τι είναι παράδοση). Ξεκουράζει, ευφραίνει, διδάσκει και αποτελεί μια σταθερά για το μέλλον.

Επανέρχομαι στο θέμα της σύγχυσης των όρων. Το αυθεντικό, σε ότι αφορά την παράδοση, έχει εκείνα τα ποιοτικά στοιχεία που το κάνουν ευδιάκριτο, γιατί είναι ένα λαϊκό προϊόν συνυφασμένο άρρηκτα με τις συνθήκες της εποχής (ιστορικές, κοινωνικές, πολιτισμικές). Μπορεί να είναι έμπνευση, κατά αρχάς, του ενός, αλλά στην συνέχεια εμπλουτίζεται και σε μια μακροχρόνια διαδρομή εμφανίζεται αθροιστικά, διαφοροποιημένο ίσως κάπως, αλλά κρατώντας πάντα τον καμβά, το υφάδι του. Κινείται μέσα στις ανοχές που επιτρέπει η ίδια του η υφή, μέσα σε μια συγκεκριμένη κοίτη, με μικρές ποιοτικές αλλαγές και όχι άναρχα, ανεύθυνα, ανατρεπτικά. Δεν είναι αυθαίρετη σύλληψη έξω από την εποχή του με αταίριαστες επιρροές, ένα συμπίλημα, κακέκτυπο.

Τότε πρόκειται για βιασμό. Δείτε την εξέλιξη του «έναν άστρεν εξέβεν». Υπάρχουν εμφανείς διαφορές παιξίματος και τραγουδιού ανάμεσα στον πατέρα Σταύρη και τον υιό Γώγο Πετρίδη, λόγω των αλλαγών εποχής (όχι τόσο) και γνώσεων μουσικής (περισσότερο), αλλά και τα δύο είναι υπέροχα. Το νιώθει κανείς ότι είναι παράδοση. Ο Γώγος, δεν χρησιμοποιεί τις γνώσεις του μπουζουκιού σε βάρος της λύρας και δεν αφήνεται στο άναρχο και επιδεικτικό παίξιμο (εδώ βέβαια κάποιοι θα διαφωνήσετε ερήμην μου αλλά δυστυχώς δεν έχω το χρόνο να απαντήσω, για να μην κάνω κατάχρηση της φιλοξενίας). Ο Γώγος, με αίσθηση του μέτρου , πολλές φορές καταδίκασε τους πλεονασμούς και τις υπερβολές του γόνου του, Σταύρη, λέγοντας με την βαριά φωνή του: «Μήπως εγώ δεν μπορούσα να τα βάλω; Αλλά δεν χωράνε».

Σήμερα χάθηκε η αίσθηση του μέτρου, της αυτοσυγκράτησης, η επίγνωση της ευθύνης. Κανείς δεν θέλει, αγαπητοί φίλοι καλλιτέχνες, να πνίξει την έμπνευση, την ελεύθερη έκφραση του καλλιτέχνη και να επιβάλει κομφορμισμό. Είναι απαραίτητο ο καλλιτέχνης να είναι ο εαυτός του, να έχει το δικαίωμα να βάλει τις δικές του πινελιές. Αλλά με μέτρο, όχι με υπερβολές, με επιδεικτικό φόρτο, έτσι που στο τέλος να καταντά ενοχλητικό και να είναι σε βάρος της λύρας. Στον ορισμό της αρχαίας τραγωδίας της ποιητικής του Αριστοτέλη αναφέρεται ότι η παρουσίαση της τελείας πράξης πρέπει να γίνεται «ηδυσμένω λόγω χωρίς (χωριστά) εκάστων των ειδών εν τοις μορίοις», που σημαίνει ότι τα «ηδύσματα», τα διανθίσματα του λόγου (ποιητικές εκφράσεις, σχήματα λόγου κλπ), δεν μπορεί να είναι εν αφθονία, πληθωρικά, σε ένα μέρος του δράματος, αλλά να κατανέμονται με λιτότητα και να διανθίζουν με μέτρο όλο το έργο. Δείτε όμως σήμερα. Κυριαρχεί η επίδειξη και ο στείρος ανταγωνισμός, η ανάλωση σε επιδερμικά στοιχεία της μουσικής (όχι ποντιακής). Όχι στο δακτυλικό βάρος, τη μελωδία, την αρμονία (Κουγιουμτζίδης), αλλά στην ταχυδακτυλουργία, στην πένα, στο βιολί. Οι σύγχρονοι λυράρηδες (ευτυχώς όχι όλοι) έχουν την ψευδαίσθηση ότι εντυπωσιάζουν, καινοτομούν, δημιουργούν χωρίς να αντιλαμβάνονται ότι αυτοί η φαινομενική πολυφωνία είναι στην ουσία μονοφωνία, μια στείρα επανάληψη και αντιγραφή του επουσιώδους, του επιδερμικού, της μικρής διαρκείας… Όμως ο μεγάλος καλλιτέχνης δεν είναι ανασφαλής, γνωρίζει τον ρόλο και την ευθύνη του και οριοθετεί τον χώρο του. Ξέρει μέχρι που και πώς να κινηθεί, εμπλουτίζει την παράδοση, της αφαιρεί την στατικότατα (που πράγματι οδηγεί στην φθορά), της δίνει κίνηση. Οι κορυφαίοι λυράρηδες μας, σε αυτούς που επενδύσαμε τις προσδοκίες για την επιστροφή της ποιότητας του οργάνου, δεν έχουν πια να αποδείξουν τίποτα σε κανέναν. Είναι γνωστό ότι παικτικά κατέκτησαν τον Όλυμπο.

Όμως γιατί αυτές οι υπερβολές; Έτσι χάνεται και ο ρόλος τους. Τα περισσότερα παιδιά (και αρκετά μεγάλα) προτιμούν να ακούσουν και έχουν στα κινητά τους την «Ισπανική υποχώρηση» και όχι το «βαρύν λόγον» (που παίζει ομολογουμένως μαγευτικά, όπως και πολλά άλλα παραδοσιακά, ο Μακούλης), έχουν στα κινητά τους δεξιοτεχνίες του Στέλιου και όχι το «αν αποθάνω γιάβροπο μ’» (που παίζει και τραγουδάει προκαλώντας ρίγη συγκίνησης ο Στέλιος Χαλκίδης). Για αυτήν την ευθύνη μιλώ, αγαπητοί φίλοι λυράρηδες.

Γιατί τα παιδιά είναι κοινωνικά προϊόντα, και όπως τα διδάξει και τα γαλουχήσει κανείς, έτσι λειτουργούν και τέτοιες προτιμήσεις υιοθετούν. Έχετε ένα κοινό, που δεν μπορεί να αναγνωρίσει τα ποιοτικά σας στοιχεία (σε σχέση με την παράδοση), γιατί όλη η περιρρέουσα κοινωνική ατμόσφαιρα είναι αντιπαραδοσιακή, προοδόπληκτη. Δεν έχει τα ριζώματα (γλώσσα, βιώματα ηθών, εθίμων, μουχαπετιων), που του διδάσκουν το κριτήριο.

Γεύεται και ενθουσιάζεται με το επιδερμικό. Αυτό όμως είναι απειλή για σας και ασθένεια που υποβόσκει. Όταν φύγει η δική μας γενιά των πενήντα και άνω, αυτούς που χαρακτηρίζετε συντηρητικούς και γκρινιάρηδες, γνωρίζετε πολύ καλά ότι θα είναι και το «κύκνειο» άσμα σας. Εμείς σας καταξιώσαμε, γιατί γνωρίζουμε τις πραγματικές σας δυνατότητες. Εάν πέσετε στην παγίδα του εμπορικού και ζητάτε το παροντικό χειροκρότημα των αδαών, κάποια στιγμή ίσως θα νοιώσετε κενοί. Κατά το «τρώσας και ιάσεται» οι ίδιοι μπορείτε να επαναφέρεται τους νέους στο σωστό κριτήριο για την ποιότητα της ποντιακής μουσικής και να της δώσετε προοπτική. Εδώ είναι η ευθύνη σας. Λειτουργήστε ως πραγματικοί δάσκαλοι. Ο χώρος σας έχει ανάγκη εσάς του καλλιτέχνες του υψηλού αναστήματος και διαμετρήματος.

Με αγάπη για τον καλλιτέχνη και αγωνία για την προοπτική της ποντιακής μουσικής.