Σε συνέχεια του ρεπορτάζ σχετικά με την 7η Πανελλήνια Συνάντηση Ποντιακής Νεολαίας στον Κάλαμο της Αττικής δημοσιεύουμε σήμερα την ομιλία της εκπαιδευτικού και Προέδρου του Συνδέσμου Ποντιακών Σωματείων Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης της Π.Ο.Ε., Συντονίστρια της Επιτροπής Πολιτισμού της Π.Ο.Ε. με θέμα την ελληνική διάλεκτο του Πόντου, όπου με τον δικό της γλαφυρό τρόπο καταθέτει την άποψή της για το μέλλον της….
«Χρύσα δέβα φέρε τ’ αξινάρ’» μου είπε μια μέρα ο πατέρας μου. Μικρή εγώ τότε, παιδί δημοτικού, λίγο αυστηρός εκείνος, φοβήθηκα να τον ρωτήσω τι είναι το «αξινάρ’». Τρέχω στη μαμά μου «Μαμά ο μπαμπάς μου ζήτησε το «αξινάρ’», τι είναι δεν ξέρω» της λέω ψιθυριστά για να μην ακούσει. Εκείνη νιώθει την αγωνία μου και κρυφογελώντας παιχνιδιάρικα μου ψιθυρίζει στο αυτί «Αξινάρ’ είναι το τσεκούρι, πρόσεξε πως θα το μεταφέρεις».
Το βράδυ στο σπίτι η μαμά μου συζητάει το γεγονός με τον πατέρα μου. Εκείνος χαμογελά τρυφερά και της λέει: «Ελευθερία τα μωρά να μαθίεις ατά ποντιακά». Γνώριζε ότι το πρόωρο τέλος του θα του στερούσε τη δυνατότητα να μάθει τη μητρική του λαλιά στα παιδιά του. Άφησε όμως παρακαταθήκη στη μάνα μου να μας τη μάθει εκείνη. Όχι βέβαια στέλνοντάς μας σε ένα σχολείο που να διδάσκουν ποντιακά, κάτι τέτοιο δεν υπάρχει, αλλά στο σχολείο της οικογένειας, της γειτονιάς, του χωριού. Γιατί ακόμη τότε η μάνα, η καλομάνα, η γειτονάβα εκαλάτζευαν ποντιακά. Σ’ οσπίτ’, σην εκκλησίαν, σα παρακάθε, σα χωράφε, σα χαράντας, σα παναϋρε έναν έτον η γλώσσα, τα ποντιακά. Σα ποντιακά εγούζευαν, σα ποντιακά εχαίρουνταν, σα ποντιακά ετραγώδναν ή εμοιρολόγαναν. Έτσι η γλώσσα περνούσε αβίαστα από γενιά σε γενιά, όπως τα ήθη και έθιμα, ο χορός και το τραγούδι.
Ο ρόλος της καλομάνας
Εγώ ήμουν τυχερή γιατί μεγάλωσα σε ένα χωριό αμιγώς ποντιακό, σε μία οικογένεια, όπου και οι δύο γονείς ήταν πόντιοι και πάνω απ’ όλα με την καλομάνα την Όλγα στο σπίτι.
Ξέρετε τι σημαίνει καλομάνα; Δεν είναι απλά μια γιαγιά. Είναι η τρυφερότητα προσωποποιημένη. Είναι φορέας μητρικής γλώσσας, είναι πηγή πολιτισμού και ιστορίας, είναι το παρελθόν που σε αγκαλιάζει γλυκά και σε οδηγεί με ασφάλεια στο μέλλον. Γιατί οι ιστορίες της καλομάνας και της λυκογιαγιάς τα χειμωνιάτικα βράδια είναι ένα ταξίδι στη ζωή, οι συμβουλές της είναι το απόσταγμα της ζωής και η λαλιά της είναι η έκφραση της ψυχής, είναι ο πνευματικός μας πολιτισμός.
Όταν ρώτησα έναν ποντιόφωνο στη Λαραχανή της Ματσούκας, πως έμαθε και μιλάει τόσο καλά ποντιακά, μου απάντησε «Εγώ έμαθ’ άτα α σην καλομάνα μ’. Τεμόν τη μάνας ι μ’ η μάνα εκαλάτζευεν πολλά καλά ποντιακά, μανάχο ποντιακά εκαλάτζευεν».
«Ο διωγμός» της ποντιακής στα σχολεία
Παρότι ευτύχισα να μεγαλώσω με την καλομάνα στο σπίτι και σε ένα περιβάλλον ποντιακό, όχι μόνο στο πλαίσιο της οικογένειας αλλά και στο ευρύτερο κοινωνικό του χωριού, τόσο εγώ όσο και τα παιδιά της γενιάς μου δε μιλήσαμε ποτέ ποντιακά. Μόνο τα καταλαβαίναμε. Γιατί θα μου πείτε; Μα γιατί δεν επιτρεπόταν να μιλάνε τα παιδιά στο σχολείο ποντιακά. Γιατί όταν μετέφεραν στον προφορικό ή στο γραπτό τους λόγο – κυρίως στην έκθεση – φράσεις ή λέξεις από τη μητρική τους γλώσσα, κινδύνευαν να αποβληθούν από το σχολείο ή στην καλύτερη περίπτωση, να τιμωρηθούν με αρκετά χαστουκάκια. Και όλα αυτά με τη δικαιολογία ότι μιλώντας ποντιακά δε θα μπορέσουν να μάθουν καλά νεοελληνικά.
Έτσι οι πόντιοι γονείς, που θεωρούσαν και θεωρούν σπουδαία τη μόρφωση των παιδιών τους και με το φόβο να μην περιθωριοποιηθούν τα παιδιά τους όπως οι ίδιοι γιατί μιλούν διαφορετικά, έπαψαν να απευθύνονται στα παιδιά τους με τη μητρική τους γλώσσα. Μιλούσαν πλέον μόνο νεοελληνικά.
Και όταν η μητρική γλώσσα αναπόφευκτα έβγαινε από τα χείλη των παιδιών, τόσο στο μάθημα όσο και στο διάλειμμα, οι γονείς καλούνταν στο σχολείο για να απολογηθούν. Έτσι όταν ο Χρυσόστομος χτυπήθηκε από τον Παναγιώτη με μία χιονόμπαλα στο πρόσωπο, έτρεξε στο δάσκαλο κλαίγοντας και του είπε: «Κύριε, ο Παναγιώτης εντώκ’ εμε σο κατσίν». «Τι είπες;» του απάντησε ο δάσκαλος αγριεμένος και με γουρλωμένα μάτια. Ο Χρυσόστομος αμέσως κατάλαβε ότι ο δάσκαλος θύμωσε στο άκουσμα της ποντιακής λαλιάς και επανέλαβε στα νεοελληνικά: «Ο Παναγιώτης με χτύπησε στο πρόσωπο». «Φώναξε μου τον Παναγιώτη» είπε ο δάσκαλος και ο Χρυσόστομος τον υπάκουσε. Μόλις ο Παναγιώτης στάθηκε μπροστά στο δάσκαλο τέσσερα χαστούκια, αλλά τι χαστούκια, άστραψαν στο πρόσωπό του. Το θέμα όμως δεν έληξε εκεί Ο Χρυσόστομος πάει να φύγει και ο δάσκαλος τον φωνάζει: «Έλα και εσύ εδώ» και του ρίχνει δύο χαστούκια που δεν ξέχνιουνται εύκολα. «Αυτά γιατί μίλησες ποντιακά και αύριο να φέρεις τον πατέρα σου στο σχολείο». Ο κυρ Μήτσος την άλλη μέρα στάθηκε απέναντι στο δάσκαλο και άκουσε για το παράπτωμα του γιου του. «Ο γιος σας μίλησε ποντιακά. Τα παιδιά δεν πρέπει να μιλούν αυτή τη γλώσσα, ούτε και στο διάλειμμα. Σας παρακαλώ να μη μιλάτε ποντιακά στο σπίτι μπροστά στα παιδιά». Ο Κυρ Μήτσος απολογήθηκε: «Μα δεν μιλάμε στα παιδιά ποντιακά και δεν ξέρω που τα μαθαίνει.».
Ο Χρυσόστομος Τσατλίδης 53 χρονών σήμερα κάθε φορά που διηγείται αυτή την ιστορία αγγίζει το μάγουλό του με το έναν χέρι και με το άλλο την καρδιά του. Τον πόνο στο μάγουλο μπορεί να τον ξεχάσει, ποτέ όμως τον πόνο που νιώθει στην καρδιά όταν συλλογίζεται το διωγμό που υπέστη η μητρική του γλώσσα.
Κάθε γλώσσα θέλει τον τόπο της
Βέβαια δεν είναι ο διωγμός αυτός η μόνη αιτία που η ποντιακή διάλεκτος κινδυνεύει να χαθεί.
Ο Άνθιμος Παπαδόπουλος στο «Ιστορικόν Λεξικόν της Ποντιακής Διαλέκτου», το πρώτο ιστορικό διαλεκτικό λεξικό, που εκδόθηκε το 1958, γράφει στις πρώτες του γραμμές «Η Ποντιακή διάλεκτος υπό την γεωγραφικήν αυτής έννοιαν δεν υφίσταται πλέον. Οι ομιλούντες αυτήν Έλληνες του Πόντου, δια χιλιετηρίδων απόγονοι των αρχαίων Ιώνων αποίκων, μετά την αμοιβαίαν ανταλλαγήν των Ελλήνων της Τουρκίας και των Τούρκων της Ελλάδος το 1922 έχουν διασπαρεί εις όλην την Ελλάδαν. Και όπου μεν έχουν εγκατασταθεί εις συνοικισμούς ακραιφνώς ομογενείς, όπως εις την Μακεδονίαν, εκεί επί του παρόντος εξακολουθεί να ομιλήται η διάλεκτος όπως και εις τον Πόντον, αλλ’ όπου ανεμείχθησαν με άλλους πρόσφυγας προερχομένους άλλοθεν της Τουρκίας, όπως εκ της Ανατολικής Θράκης, εκεί έπαυσε να είναι ακραιφνής. Το ίδιο συμβαίνει και όπου ανεμείχθησαν με ιθαγενείς είτε των αστικών κέντρων είτε της υπαίθρου χώρας. Πάντως δε κατά νόμον φυσικόν θα συντελεσθή συν το χρόνο πλήρης πανταχού γλωσσικής αφομοίωσις των Ποντίων δια της επιδράσεως της κοινής Ελληνικής και θα έλθη χρόνος, ότε η διάλεκτος θα ανήκει πλέον εις την κατηγορία των νεκρών γλωσσών.».
Έτσι είναι, κάθε γλώσσα θέλει τον τόπο της, όπως λέει και ο δάσκαλος, με την πραγματική έννοια του όρου, Κώστας Ζουρουφίδης «Πατρίδα και γλώσσα έναν είν’. Εντάμαν πάγνε. Χάτε το έναν, το άλλο πα για τελείται, για μεταλλάεται».
Αν προσθέσουμε σε όλα τα παραπάνω την κυριαρχία της αγγλικής γλώσσας, που τείνει να μετατραπεί σε διεθνή και απειλεί με εξαφάνιση όχι μόνο διαλέκτους αλλά και εθνικές γλώσσες (ολιγομελείς).
Την αστικοποίηση, που οδηγεί αναπόφευκτα στην απομάκρυνση από τις τοπικές παραδόσεις και τα έθιμα, μέρος των οποίων αποτελούν οι τοπικές διάλεκτοι.
Το γεγονός ότι οι τοπικές διάλεκτοι δε μπορούν να παρακολουθήσουν τις εξελίξεις, ειδικά στον τομέα της τεχνολογίας, οπότε καταφεύγουν οι χρήστες τους στην περισσότερο «ευέλικτη» κοινή γλώσσα.
Την παθητικότητα και την αδιαφορία του κόσμου που συνήθισε να μην έχει πρόβλημα με την ποιότητα του πολιτισμού του.
Την εισβολή της τηλεόρασης, που όπως λέει ο δάσκαλος Ζουρουφίδης «Εσέβεν απές σ’ οσπίτ’ και εδίωξεν την καλομάναν, που εμάθιζέν ’μας να καλατζεύομεν τα ποντιακά. Το τρανόν το κακόν η γλώσσα μουν απές σ’ οσπίτ’ έπεθεν ατό».
Αν λοιπόν κάνουμε την πρόσθεση όλων αυτών των ενοχοποιητικών στοιχείων και πιθανών πολλών άλλων, καταλήγουμε δυστυχώς ότι η ποντιακή διάλεκτος βρίσκεται σε κίνδυνο.
Η λαλιά μας δεν θέλει τα μοιρολόγια μας
Σύμφωνα με τον «Άτλαντα των παγκόσμιων γλωσσών σε κίνδυνο» της UNESCO, η ποντιακή διάλεκτος κατατάσσεται στην κατηγορία κινδύνου «σίγουρα σε κίνδυνο», όπου τα παιδιά δε μαθαίνουν πλέον τη γλώσσα ως μητρική στο σπίτι.
Προσωπικά ομολογώ ότι συγκλονίστηκα όταν συνειδητοποίησα πως είμαι η γενιά που θα χρεωθεί την εξαφάνιση της ποντιακής μας λαλιάς, αφού δε μιλώ στα παιδιά μου ποντιακά ή μάλλον δε μιλούσα. Και χρησιμοποιώ παρελθοντικό χρόνο γιατί μετά το σοκ, τόλμησα και ξεπέρασα τις όποιες αναστολές μου και επιδόθηκα στο να μάθω να μιλώ τη μητρική μου γλώσσα, ξεπληρώνοντας το χρέος στον πατέρα μου και στα παιδιά μου. Στην αρχή προκαλούσα γέλια με την προφορά μου, σήμερα νιώθω περήφανη όταν οι μιζετέρ’ μου λένε «Ντο καλά καλατζεύς τα ποντιακά».
Πιστεύω ότι η λαλιά μας δε θέλει τα μοιρολόγια μας, θέλει να ανατρέψουμε τον επικείμενο θάνατό της, να της δώσουμε το φιλί της ζωής, όπως πολύ εύστοχα είπε ο Κώστας Διαμαντίδης.
Η γλώσσα μας είναι ζωντανή
Θα μου πείτε δεν είναι εύκολο. Φυσικά και δεν είναι, όμως όλα τα σπουδαία σε αυτό τον κόσμο με κόπο κατακτήθηκαν. Και μόνο το γεγονός ότι εσείς οι νέοι βρίσκεστε εδώ για να ακούσετε, να συζητήσετε, να θέσετε τους προβληματισμούς και τις προτάσεις σας για τη μητρική μας γλώσσα είναι ένα σημαντικό βήμα. Ίσως θα έλεγα το πιο σημαντικό μια και σε εσάς θα μεταφερθεί το χρέος της διάσωσής της. Και προλαβαίνουμε να τη σώσουμε πιστέψτε με.
Γιατί η γλώσσα μας δεν είναι νεκρή, είναι ζωντανή. Μιλιέται ακόμη στα ποντιακά χωριά, στα ποντιακά σπίτια, όπου υπάρχει εστία ποντιακού Ελληνισμού.
Μιλιέται ακόμη στον Πόντο όπως προέβλεψε ο Άνθιμος Παπαδόπουλος, αφήνοντας ένα παράθυρο ελπίδας στη δυσοίωνη πρόβλεψή του για τη διάλεκτό μας. «Εξαίρεση θα αποτελέσουν τα ιδιώματα του Όφεως και της Τόνγιας, περιφερειών της επαρχίας Τραπεζούντος, διότι οι ελληνόφωνοι κάτοικοι αυτών, απόγονοι εξισλαμισθέντων Ελλήνων, δεν υπήχθησαν εις την ανταλλαγήν ως μουσουλμάνοι την θρησκείαν».
Ο Ομέρ Ασάν, συγγραφέας του βιβλίου «Ο Πολιτισμός του Πόντου», μιλάει, με συντηρητικούς υπολογισμούς, για 300.000 ποντιόφωνους στην Τουρκία. «Σήμερα στην Τουρκία υπάρχουν ακόμη άτομα που μιλούν ή καταλαβαίνουν τα ποντιακά, που είναι η αρχαιότερη ζώσα διάλεκτος της Ελληνικής Γλώσσας. Τα μέλη αυτής ως κοινωνικής ομάδας κατάγονται από την Τραπεζούντα και βρίσκονται σε διάφορα μέρη της Τουρκίας, καθώς και στο εξωτερικό, ως μετανάστες. Τα ποντιακά ομιλούνται σε εξήντα χωριά της περιφέρειας Τραπεζούντας, τα περισσότερα από τα οποία βρίσκονται στην περιοχή του Όφη», δήλωσε στην συνέντευξή του στην εφημερίδα «Καθημερινή» το 2000.
Όποιος επισκέφθηκε τον Πόντο έχει διαπιστώσει την αλήθεια των λόγων του Ομέρ Ασάν. Το 2005, στο πρώτο μου ταξίδι στον Πόντο, ένα απόγευμα στα Σούρμενα, ο ποντιόφωνος Αζίζ, περίγραψε, μεταξύ άλλων, στην κάμερά μου, σε άπταιστα ποντιακά, τον τρόπο που μαγειρεύουν το χαβίτς: «Δουρβανίζουμεν και παίρουμεν τ’ απάν’ το βούτορον. Βάλουμεν σο τηγάν’ τ’ αλεύρ’ και φτάμε το χαβίτς. Λύουμεν το βούτορον, γύρουμεν εκεί απάν’, βάφτουμεν και τρώγουμεν».
Και όταν πέρσι το 2010, στο δεύτερό μου ταξίδι στον Πόντο βρέθηκα στη Λαραχανή της Ματσούκας, στο σπίτι της Σελμά, ένιωσα μεγάλη συγκίνηση, ακούγοντας τη νεαρή κοπέλα να χρησιμοποιεί αρχαίες ελληνικές λέξεις όπως «κνέσκεσαι» από το αρχαίο κνησμός. Δυο χιλιάδες περίπου χιλιόμετρα μακριά από την Ελλάδα, ψηλά σα ραχία του Πόντου, ακόμη διατηρούνται απομεινάρια της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Η μαγιά επομένως υπάρχει, μένει να αξιοποιηθεί σωστά.
Μιλιέται και από εσάς τους νέους, μέσα από τα ποντιακά δίστιχα και τραγούδια, τα οποία σήμερα αποτελούν το δυνατό χαρτί της διαλέκτου μας. Όταν μάλιστα ευτυχήσαμε να έχουμε στην ποντιακή οικογένεια τον επίκουρο καθηγητή Νευροχειρουργικής Κλινικής Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Χρήστο Αντωνιάδη, που ακολουθώντας πιστά τη ρήση του Ελύτη «Μόνη έγνοια η γλώσσα μου», εδώ και 15 χρόνια γράφει στίχους στα ποντιακά με μοναδικό στόχο να μη χαθεί η λαλιά μας, τότε σίγουρα «η ποντιακή διάλεκτος θα έχει διάρκεια για τουλάχιστον άλλα εβδομήντα χρόνια», όπως λέει χαρακτηριστικά ο ίδιος
Ο ρόλος του θεάτρου στην εκμάθηση της γλώσσας
Έχουμε όμως και το θέατρο. Δε μπορείτε να φανταστείτε πόσο δυνατό μέσο εκμάθησης της μητρικής μας γλώσσας μπορεί να γίνει το θέατρο, όταν κληθούν να συμμετάσχουν σ’ αυτό τα μικρά παιδιά. Στο Θρυλόριο ο Πολιτιστικός Σύλλογος Ποντίων Θρυλορίου «Η Κερασούντα και το Γαρς» ανέβασε με τη νεοσύστατη παιδική θεατρική του ομάδα το έργο του Ηλία Υφαντίδη «Τη Ανεράδας η λαλία». Έπαιξαν δεκαεννιά παιδιά, ηλικίας από 5 έως 13 χρονών. Το αποτέλεσμα ήταν εκπληκτικό. Όχι μόνο τα χάταλα έμαθαν με απίστευτη ευκολία τα ποντιακά και έπαιξαν θαυμάσια, αλλά συνέχισαν να χρησιμοποιούν τις ποντιακές τους ατάκες και εκτός παράστασης, στο παιχνίδι τους, στο σπίτι τους, στο σχολείο και αυτή είναι η επιτυχία. Περιττό να σας αναφέρω ότι έμαθαν τους ρόλους και των υπολοίπων παιδιών. Το θεατρικό παιχνίδι συνεπήρε μικρούς και μεγάλους, υποδεικνύοντας μας το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουμε για τη διάσωση της γλώσσας μας.
Ελπίδα και από τις εκδόσεις στην ποντιακή
Ελπιδοφόρα παραδείγματα επίσης αποτελούν προσπάθειες όπως το παραμύθι με τίτλο «Ο Πάρδον και ο Χαμαιλετάρτς», της Ένωσης Ποντίων Πιερίας, το οποίο δεν είναι άλλο από το μύθο του Αισώπου «Ο Γάτος και ο Μυλωνάς», στην ποντιακή διάλεκτο και το οποίο συνοδεύεται από το ομότιτλο D.V.D. κινουμένου σχεδίου στην ποντιακή επίσης διάλεκτο.
Ακόμη μια αξιόλογη προσπάθεια που επίσης απευθύνεται στις μικρές ηλικίες, αν και τα παραμύθια δεν έχουν ηλικία, είναι το βιβλίο της Χρυσάνθης Συμεωνίδου – Χείλαρη με τίτλο «Παραμύθια από τον Πόντο» στην ποντιακή διάλεκτο και στη νεοελληνική.
Και φυσικά δεν μπορώ να παραλείψω να αναφέρω την εκπληκτική ιδέα έκδοσης τριών κόμιξ της παγκοσμίως αγαπημένης σειράς κόμιξ Αστερίξ στα ποντιακά. Ο Γαλάτης ήρωας, οι περιπέτειες του οποίου έχουν πουληθεί σε 325 εκατομμύρια αντίτυπα των 33 ιστοριών με μεταφράσεις σε πάνω από 107 γλώσσες και διαλέκτους, γίνεται ο Αστερίκον που μιλάει ποντιακά, όπως και οι άλλοι ήρωες με τη βοήθεια του καθηγητή Γ. Σαββαντίδη, ο οποίος μετέφερε στην ποντιακή διάλεκτο τα κείμενα με τις περιπέτειες «Το Ζιζάνιον», «Σπαθιά και τριαντάφυλλα» και ο «Αστερίκον σα Ολυμπιακά τ’ αγώνας». Ένα εμπνευσμένο εγχείρημα, ελκυστικό για τους νέους ανθρώπους που συνδυάζει αρμονικά και παραγωγικά το χθες με το σήμερα και το αύριο, ωραιότατο παράδειγμα για το που πρέπει να κατευθυνθούμε στο ζήτημα της διάσωσης της μητρικής μας λαλιάς.
Να λοιπόν που υπάρχουν αξιόλογες προσπάθειες, ένα μικρό δείγμα των οποίων σας παρουσίασα σήμερα, που αν τις αξιοποιήσουμε και τις πολλαπλασιάσουμε, εκμεταλλευόμενοι το γεγονός ότι η ποντιακή διάλεκτος είναι ακόμη ζώσα, έχουμε σοβαρές ελπίδες να πετύχουμε τη διάσωσή της.
Αγώνας δρόμου για την καταγραφή της ποντιακής
Στην τελευταία συνεδρίαση της Επιτροπής Πολιτισμού της ΠΟΕ με θέμα την ελληνική διάλεκτο του Πόντου, κατατέθηκαν αξιόλογες προτάσεις, τις οποίες ομόφωνα το Δ.Σ. της Π.Ο.Ε. ενέκρινε και στις οποίες τον πρωταγωνιστικό ρόλο καλείστε να παίξετε εσείς οι νέοι.
Ο Σάββας Μαυρίδης, καθηγητής στο ΤΕΙ Θεσσαλονίκης και μέλος της Επιτροπής, πρόβαλε ένα μείζον πρόβλημα για τη διάλεκτο μας, για να μην πω για την αρχαία ελληνική, τη διάσωση της προφοράς της.
Ευτυχώς για τον πολιτισμό των ανθρώπων ο γραπτός λόγος της αρχαίας ελληνικής γλώσσας έχει διασωθεί, ο προφορικός όμως όχι. Για να μη θρηνήσουμε μια τέτοια απώλεια και με την ποντιακή διάλεκτο, αποφασίσαμε να επιδοθούμε σε έναν αγώνα δρόμου καταγραφής των παλαιότερων γενεών που έχουν απομείνει και μιλούν ποντιακά, με τη συνδρομή των ποντιακών σωματείων, κυρίως όμως με τη δική σας. Σας ζητώ λοιπόν να πάρετε επ’ ώμου τις κάμερες και να καταγράψετε τους παλιούς πόντιους της οικογένειάς σας, της γειτονιάς σας, του χωριού σας. Υπάρχουν ανάμεσά σας ακόμη, αρκεί να κοιτάξετε γύρω σας.
Αφού γίνει αυτό το έργο σε πρώτη φάση, πρωταγωνιστής θα γίνει το διαδίκτυο μέσω του οποίου θα φτάσει το υλικό αυτό σε όλο τον κόσμο.
Στόχος μας η δημιουργία πανεπιστημιακής έδρας ποντιακής διαλέκτου
Και επειδή η λαλιά μας δεν πρόκειται να διδαχθεί σε κανένα σχολείο, αποφασίσαμε να επιδιώξουμε τη δημιουργία μιας Πανεπιστημιακής έδρας με αντικείμενο την ποντιακή διάλεκτο. Το μάθημα μπορεί να είναι απλώς επιλογής στο πλαίσιο της Φιλολογίας ή της Γλωσσολογίας ή στο Παρευξεινείων. Συγχρόνως όμως αποτελεί ένα κίνητρο για τους φοιτητές και βέβαια όχι μόνο για τους Πόντιους. Διότι όπως λέει ο Νίκος Λυγερός, η Ποντιακή Διάλεκτος είναι ένας ζωντανός τρόπος να μελετηθούν και τα αρχαία ελληνικά ως ένας συμπληρωματικός τρόπος προσέγγισης.
Ως εκπαιδευτικός στην προσχολική αγωγή, έχοντας εμπειρία 18 χρόνων με μικρά παιδιά, θεωρώ ότι ο στόχος των προσπαθειών μας πρέπει να είναι οι παιδικές ηλικίες, εκεί που μπαίνουν οι βάσεις του ανθρώπινου οικοδομήματος. Και επειδή το παιχνίδι είναι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος μάθησης, ήρθε η ώρα να το επιστρατεύσουμε στην υπηρεσία της λαλιάς μας, φτιάχνοντας γλωσσικά παιχνίδια στα ποντιακά, όπως παιχνίδια μνήμης, σταυρόλεξα, του χαμένου θησαυρού και άλλα και μέσα από τους Συλλόγους μας, να δημιουργήσουμε κατά τόπους εργαστήρια γλώσσας που με απόλυτη βεβαιότητα σας λέω ότι θα προσελκύσουν και το πιο αδιάφορο παιδί. Εδώ χρειαζόμαστε τη δημιουργική φαντασία των νιάτων σας, την καλή γνώση της χρήσης της σύγχρονης τεχνολογίας που οι περισσότεροι τη διαθέτετε και τη δροσιά της νεανικής σας σκέψης και λογικής, αλλά και τη διάθεσή σας για προσφορά.
Και για να μη μείνουμε σε μεγαλόσχημες ευχές και θεωρητικές αναλύσεις, αντί επιλόγου, θα σας δείξω το μέλλον, την προοπτική στην πράξη σε όλη της την αισιόδοξη διάσταση, μέσα από απόσπασμα από την παιδική παράσταση «Τη Ανεράδας η λαλία» όπου τα παιδιά μιλούν ποντιακά).
Πηγή: Παρατηρητής της Θρακής
«Χρύσα δέβα φέρε τ’ αξινάρ’» μου είπε μια μέρα ο πατέρας μου. Μικρή εγώ τότε, παιδί δημοτικού, λίγο αυστηρός εκείνος, φοβήθηκα να τον ρωτήσω τι είναι το «αξινάρ’». Τρέχω στη μαμά μου «Μαμά ο μπαμπάς μου ζήτησε το «αξινάρ’», τι είναι δεν ξέρω» της λέω ψιθυριστά για να μην ακούσει. Εκείνη νιώθει την αγωνία μου και κρυφογελώντας παιχνιδιάρικα μου ψιθυρίζει στο αυτί «Αξινάρ’ είναι το τσεκούρι, πρόσεξε πως θα το μεταφέρεις».
Το βράδυ στο σπίτι η μαμά μου συζητάει το γεγονός με τον πατέρα μου. Εκείνος χαμογελά τρυφερά και της λέει: «Ελευθερία τα μωρά να μαθίεις ατά ποντιακά». Γνώριζε ότι το πρόωρο τέλος του θα του στερούσε τη δυνατότητα να μάθει τη μητρική του λαλιά στα παιδιά του. Άφησε όμως παρακαταθήκη στη μάνα μου να μας τη μάθει εκείνη. Όχι βέβαια στέλνοντάς μας σε ένα σχολείο που να διδάσκουν ποντιακά, κάτι τέτοιο δεν υπάρχει, αλλά στο σχολείο της οικογένειας, της γειτονιάς, του χωριού. Γιατί ακόμη τότε η μάνα, η καλομάνα, η γειτονάβα εκαλάτζευαν ποντιακά. Σ’ οσπίτ’, σην εκκλησίαν, σα παρακάθε, σα χωράφε, σα χαράντας, σα παναϋρε έναν έτον η γλώσσα, τα ποντιακά. Σα ποντιακά εγούζευαν, σα ποντιακά εχαίρουνταν, σα ποντιακά ετραγώδναν ή εμοιρολόγαναν. Έτσι η γλώσσα περνούσε αβίαστα από γενιά σε γενιά, όπως τα ήθη και έθιμα, ο χορός και το τραγούδι.
Ο ρόλος της καλομάνας
Εγώ ήμουν τυχερή γιατί μεγάλωσα σε ένα χωριό αμιγώς ποντιακό, σε μία οικογένεια, όπου και οι δύο γονείς ήταν πόντιοι και πάνω απ’ όλα με την καλομάνα την Όλγα στο σπίτι.
Ξέρετε τι σημαίνει καλομάνα; Δεν είναι απλά μια γιαγιά. Είναι η τρυφερότητα προσωποποιημένη. Είναι φορέας μητρικής γλώσσας, είναι πηγή πολιτισμού και ιστορίας, είναι το παρελθόν που σε αγκαλιάζει γλυκά και σε οδηγεί με ασφάλεια στο μέλλον. Γιατί οι ιστορίες της καλομάνας και της λυκογιαγιάς τα χειμωνιάτικα βράδια είναι ένα ταξίδι στη ζωή, οι συμβουλές της είναι το απόσταγμα της ζωής και η λαλιά της είναι η έκφραση της ψυχής, είναι ο πνευματικός μας πολιτισμός.
Όταν ρώτησα έναν ποντιόφωνο στη Λαραχανή της Ματσούκας, πως έμαθε και μιλάει τόσο καλά ποντιακά, μου απάντησε «Εγώ έμαθ’ άτα α σην καλομάνα μ’. Τεμόν τη μάνας ι μ’ η μάνα εκαλάτζευεν πολλά καλά ποντιακά, μανάχο ποντιακά εκαλάτζευεν».
«Ο διωγμός» της ποντιακής στα σχολεία
Παρότι ευτύχισα να μεγαλώσω με την καλομάνα στο σπίτι και σε ένα περιβάλλον ποντιακό, όχι μόνο στο πλαίσιο της οικογένειας αλλά και στο ευρύτερο κοινωνικό του χωριού, τόσο εγώ όσο και τα παιδιά της γενιάς μου δε μιλήσαμε ποτέ ποντιακά. Μόνο τα καταλαβαίναμε. Γιατί θα μου πείτε; Μα γιατί δεν επιτρεπόταν να μιλάνε τα παιδιά στο σχολείο ποντιακά. Γιατί όταν μετέφεραν στον προφορικό ή στο γραπτό τους λόγο – κυρίως στην έκθεση – φράσεις ή λέξεις από τη μητρική τους γλώσσα, κινδύνευαν να αποβληθούν από το σχολείο ή στην καλύτερη περίπτωση, να τιμωρηθούν με αρκετά χαστουκάκια. Και όλα αυτά με τη δικαιολογία ότι μιλώντας ποντιακά δε θα μπορέσουν να μάθουν καλά νεοελληνικά.
Έτσι οι πόντιοι γονείς, που θεωρούσαν και θεωρούν σπουδαία τη μόρφωση των παιδιών τους και με το φόβο να μην περιθωριοποιηθούν τα παιδιά τους όπως οι ίδιοι γιατί μιλούν διαφορετικά, έπαψαν να απευθύνονται στα παιδιά τους με τη μητρική τους γλώσσα. Μιλούσαν πλέον μόνο νεοελληνικά.
Και όταν η μητρική γλώσσα αναπόφευκτα έβγαινε από τα χείλη των παιδιών, τόσο στο μάθημα όσο και στο διάλειμμα, οι γονείς καλούνταν στο σχολείο για να απολογηθούν. Έτσι όταν ο Χρυσόστομος χτυπήθηκε από τον Παναγιώτη με μία χιονόμπαλα στο πρόσωπο, έτρεξε στο δάσκαλο κλαίγοντας και του είπε: «Κύριε, ο Παναγιώτης εντώκ’ εμε σο κατσίν». «Τι είπες;» του απάντησε ο δάσκαλος αγριεμένος και με γουρλωμένα μάτια. Ο Χρυσόστομος αμέσως κατάλαβε ότι ο δάσκαλος θύμωσε στο άκουσμα της ποντιακής λαλιάς και επανέλαβε στα νεοελληνικά: «Ο Παναγιώτης με χτύπησε στο πρόσωπο». «Φώναξε μου τον Παναγιώτη» είπε ο δάσκαλος και ο Χρυσόστομος τον υπάκουσε. Μόλις ο Παναγιώτης στάθηκε μπροστά στο δάσκαλο τέσσερα χαστούκια, αλλά τι χαστούκια, άστραψαν στο πρόσωπό του. Το θέμα όμως δεν έληξε εκεί Ο Χρυσόστομος πάει να φύγει και ο δάσκαλος τον φωνάζει: «Έλα και εσύ εδώ» και του ρίχνει δύο χαστούκια που δεν ξέχνιουνται εύκολα. «Αυτά γιατί μίλησες ποντιακά και αύριο να φέρεις τον πατέρα σου στο σχολείο». Ο κυρ Μήτσος την άλλη μέρα στάθηκε απέναντι στο δάσκαλο και άκουσε για το παράπτωμα του γιου του. «Ο γιος σας μίλησε ποντιακά. Τα παιδιά δεν πρέπει να μιλούν αυτή τη γλώσσα, ούτε και στο διάλειμμα. Σας παρακαλώ να μη μιλάτε ποντιακά στο σπίτι μπροστά στα παιδιά». Ο Κυρ Μήτσος απολογήθηκε: «Μα δεν μιλάμε στα παιδιά ποντιακά και δεν ξέρω που τα μαθαίνει.».
Ο Χρυσόστομος Τσατλίδης 53 χρονών σήμερα κάθε φορά που διηγείται αυτή την ιστορία αγγίζει το μάγουλό του με το έναν χέρι και με το άλλο την καρδιά του. Τον πόνο στο μάγουλο μπορεί να τον ξεχάσει, ποτέ όμως τον πόνο που νιώθει στην καρδιά όταν συλλογίζεται το διωγμό που υπέστη η μητρική του γλώσσα.
Κάθε γλώσσα θέλει τον τόπο της
Βέβαια δεν είναι ο διωγμός αυτός η μόνη αιτία που η ποντιακή διάλεκτος κινδυνεύει να χαθεί.
Ο Άνθιμος Παπαδόπουλος στο «Ιστορικόν Λεξικόν της Ποντιακής Διαλέκτου», το πρώτο ιστορικό διαλεκτικό λεξικό, που εκδόθηκε το 1958, γράφει στις πρώτες του γραμμές «Η Ποντιακή διάλεκτος υπό την γεωγραφικήν αυτής έννοιαν δεν υφίσταται πλέον. Οι ομιλούντες αυτήν Έλληνες του Πόντου, δια χιλιετηρίδων απόγονοι των αρχαίων Ιώνων αποίκων, μετά την αμοιβαίαν ανταλλαγήν των Ελλήνων της Τουρκίας και των Τούρκων της Ελλάδος το 1922 έχουν διασπαρεί εις όλην την Ελλάδαν. Και όπου μεν έχουν εγκατασταθεί εις συνοικισμούς ακραιφνώς ομογενείς, όπως εις την Μακεδονίαν, εκεί επί του παρόντος εξακολουθεί να ομιλήται η διάλεκτος όπως και εις τον Πόντον, αλλ’ όπου ανεμείχθησαν με άλλους πρόσφυγας προερχομένους άλλοθεν της Τουρκίας, όπως εκ της Ανατολικής Θράκης, εκεί έπαυσε να είναι ακραιφνής. Το ίδιο συμβαίνει και όπου ανεμείχθησαν με ιθαγενείς είτε των αστικών κέντρων είτε της υπαίθρου χώρας. Πάντως δε κατά νόμον φυσικόν θα συντελεσθή συν το χρόνο πλήρης πανταχού γλωσσικής αφομοίωσις των Ποντίων δια της επιδράσεως της κοινής Ελληνικής και θα έλθη χρόνος, ότε η διάλεκτος θα ανήκει πλέον εις την κατηγορία των νεκρών γλωσσών.».
Έτσι είναι, κάθε γλώσσα θέλει τον τόπο της, όπως λέει και ο δάσκαλος, με την πραγματική έννοια του όρου, Κώστας Ζουρουφίδης «Πατρίδα και γλώσσα έναν είν’. Εντάμαν πάγνε. Χάτε το έναν, το άλλο πα για τελείται, για μεταλλάεται».
Αν προσθέσουμε σε όλα τα παραπάνω την κυριαρχία της αγγλικής γλώσσας, που τείνει να μετατραπεί σε διεθνή και απειλεί με εξαφάνιση όχι μόνο διαλέκτους αλλά και εθνικές γλώσσες (ολιγομελείς).
Την αστικοποίηση, που οδηγεί αναπόφευκτα στην απομάκρυνση από τις τοπικές παραδόσεις και τα έθιμα, μέρος των οποίων αποτελούν οι τοπικές διάλεκτοι.
Το γεγονός ότι οι τοπικές διάλεκτοι δε μπορούν να παρακολουθήσουν τις εξελίξεις, ειδικά στον τομέα της τεχνολογίας, οπότε καταφεύγουν οι χρήστες τους στην περισσότερο «ευέλικτη» κοινή γλώσσα.
Την παθητικότητα και την αδιαφορία του κόσμου που συνήθισε να μην έχει πρόβλημα με την ποιότητα του πολιτισμού του.
Την εισβολή της τηλεόρασης, που όπως λέει ο δάσκαλος Ζουρουφίδης «Εσέβεν απές σ’ οσπίτ’ και εδίωξεν την καλομάναν, που εμάθιζέν ’μας να καλατζεύομεν τα ποντιακά. Το τρανόν το κακόν η γλώσσα μουν απές σ’ οσπίτ’ έπεθεν ατό».
Αν λοιπόν κάνουμε την πρόσθεση όλων αυτών των ενοχοποιητικών στοιχείων και πιθανών πολλών άλλων, καταλήγουμε δυστυχώς ότι η ποντιακή διάλεκτος βρίσκεται σε κίνδυνο.
Η λαλιά μας δεν θέλει τα μοιρολόγια μας
Σύμφωνα με τον «Άτλαντα των παγκόσμιων γλωσσών σε κίνδυνο» της UNESCO, η ποντιακή διάλεκτος κατατάσσεται στην κατηγορία κινδύνου «σίγουρα σε κίνδυνο», όπου τα παιδιά δε μαθαίνουν πλέον τη γλώσσα ως μητρική στο σπίτι.
Προσωπικά ομολογώ ότι συγκλονίστηκα όταν συνειδητοποίησα πως είμαι η γενιά που θα χρεωθεί την εξαφάνιση της ποντιακής μας λαλιάς, αφού δε μιλώ στα παιδιά μου ποντιακά ή μάλλον δε μιλούσα. Και χρησιμοποιώ παρελθοντικό χρόνο γιατί μετά το σοκ, τόλμησα και ξεπέρασα τις όποιες αναστολές μου και επιδόθηκα στο να μάθω να μιλώ τη μητρική μου γλώσσα, ξεπληρώνοντας το χρέος στον πατέρα μου και στα παιδιά μου. Στην αρχή προκαλούσα γέλια με την προφορά μου, σήμερα νιώθω περήφανη όταν οι μιζετέρ’ μου λένε «Ντο καλά καλατζεύς τα ποντιακά».
Πιστεύω ότι η λαλιά μας δε θέλει τα μοιρολόγια μας, θέλει να ανατρέψουμε τον επικείμενο θάνατό της, να της δώσουμε το φιλί της ζωής, όπως πολύ εύστοχα είπε ο Κώστας Διαμαντίδης.
Η γλώσσα μας είναι ζωντανή
Θα μου πείτε δεν είναι εύκολο. Φυσικά και δεν είναι, όμως όλα τα σπουδαία σε αυτό τον κόσμο με κόπο κατακτήθηκαν. Και μόνο το γεγονός ότι εσείς οι νέοι βρίσκεστε εδώ για να ακούσετε, να συζητήσετε, να θέσετε τους προβληματισμούς και τις προτάσεις σας για τη μητρική μας γλώσσα είναι ένα σημαντικό βήμα. Ίσως θα έλεγα το πιο σημαντικό μια και σε εσάς θα μεταφερθεί το χρέος της διάσωσής της. Και προλαβαίνουμε να τη σώσουμε πιστέψτε με.
Γιατί η γλώσσα μας δεν είναι νεκρή, είναι ζωντανή. Μιλιέται ακόμη στα ποντιακά χωριά, στα ποντιακά σπίτια, όπου υπάρχει εστία ποντιακού Ελληνισμού.
Μιλιέται ακόμη στον Πόντο όπως προέβλεψε ο Άνθιμος Παπαδόπουλος, αφήνοντας ένα παράθυρο ελπίδας στη δυσοίωνη πρόβλεψή του για τη διάλεκτό μας. «Εξαίρεση θα αποτελέσουν τα ιδιώματα του Όφεως και της Τόνγιας, περιφερειών της επαρχίας Τραπεζούντος, διότι οι ελληνόφωνοι κάτοικοι αυτών, απόγονοι εξισλαμισθέντων Ελλήνων, δεν υπήχθησαν εις την ανταλλαγήν ως μουσουλμάνοι την θρησκείαν».
Ο Ομέρ Ασάν, συγγραφέας του βιβλίου «Ο Πολιτισμός του Πόντου», μιλάει, με συντηρητικούς υπολογισμούς, για 300.000 ποντιόφωνους στην Τουρκία. «Σήμερα στην Τουρκία υπάρχουν ακόμη άτομα που μιλούν ή καταλαβαίνουν τα ποντιακά, που είναι η αρχαιότερη ζώσα διάλεκτος της Ελληνικής Γλώσσας. Τα μέλη αυτής ως κοινωνικής ομάδας κατάγονται από την Τραπεζούντα και βρίσκονται σε διάφορα μέρη της Τουρκίας, καθώς και στο εξωτερικό, ως μετανάστες. Τα ποντιακά ομιλούνται σε εξήντα χωριά της περιφέρειας Τραπεζούντας, τα περισσότερα από τα οποία βρίσκονται στην περιοχή του Όφη», δήλωσε στην συνέντευξή του στην εφημερίδα «Καθημερινή» το 2000.
Όποιος επισκέφθηκε τον Πόντο έχει διαπιστώσει την αλήθεια των λόγων του Ομέρ Ασάν. Το 2005, στο πρώτο μου ταξίδι στον Πόντο, ένα απόγευμα στα Σούρμενα, ο ποντιόφωνος Αζίζ, περίγραψε, μεταξύ άλλων, στην κάμερά μου, σε άπταιστα ποντιακά, τον τρόπο που μαγειρεύουν το χαβίτς: «Δουρβανίζουμεν και παίρουμεν τ’ απάν’ το βούτορον. Βάλουμεν σο τηγάν’ τ’ αλεύρ’ και φτάμε το χαβίτς. Λύουμεν το βούτορον, γύρουμεν εκεί απάν’, βάφτουμεν και τρώγουμεν».
Και όταν πέρσι το 2010, στο δεύτερό μου ταξίδι στον Πόντο βρέθηκα στη Λαραχανή της Ματσούκας, στο σπίτι της Σελμά, ένιωσα μεγάλη συγκίνηση, ακούγοντας τη νεαρή κοπέλα να χρησιμοποιεί αρχαίες ελληνικές λέξεις όπως «κνέσκεσαι» από το αρχαίο κνησμός. Δυο χιλιάδες περίπου χιλιόμετρα μακριά από την Ελλάδα, ψηλά σα ραχία του Πόντου, ακόμη διατηρούνται απομεινάρια της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Η μαγιά επομένως υπάρχει, μένει να αξιοποιηθεί σωστά.
Μιλιέται και από εσάς τους νέους, μέσα από τα ποντιακά δίστιχα και τραγούδια, τα οποία σήμερα αποτελούν το δυνατό χαρτί της διαλέκτου μας. Όταν μάλιστα ευτυχήσαμε να έχουμε στην ποντιακή οικογένεια τον επίκουρο καθηγητή Νευροχειρουργικής Κλινικής Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Χρήστο Αντωνιάδη, που ακολουθώντας πιστά τη ρήση του Ελύτη «Μόνη έγνοια η γλώσσα μου», εδώ και 15 χρόνια γράφει στίχους στα ποντιακά με μοναδικό στόχο να μη χαθεί η λαλιά μας, τότε σίγουρα «η ποντιακή διάλεκτος θα έχει διάρκεια για τουλάχιστον άλλα εβδομήντα χρόνια», όπως λέει χαρακτηριστικά ο ίδιος
Ο ρόλος του θεάτρου στην εκμάθηση της γλώσσας
Έχουμε όμως και το θέατρο. Δε μπορείτε να φανταστείτε πόσο δυνατό μέσο εκμάθησης της μητρικής μας γλώσσας μπορεί να γίνει το θέατρο, όταν κληθούν να συμμετάσχουν σ’ αυτό τα μικρά παιδιά. Στο Θρυλόριο ο Πολιτιστικός Σύλλογος Ποντίων Θρυλορίου «Η Κερασούντα και το Γαρς» ανέβασε με τη νεοσύστατη παιδική θεατρική του ομάδα το έργο του Ηλία Υφαντίδη «Τη Ανεράδας η λαλία». Έπαιξαν δεκαεννιά παιδιά, ηλικίας από 5 έως 13 χρονών. Το αποτέλεσμα ήταν εκπληκτικό. Όχι μόνο τα χάταλα έμαθαν με απίστευτη ευκολία τα ποντιακά και έπαιξαν θαυμάσια, αλλά συνέχισαν να χρησιμοποιούν τις ποντιακές τους ατάκες και εκτός παράστασης, στο παιχνίδι τους, στο σπίτι τους, στο σχολείο και αυτή είναι η επιτυχία. Περιττό να σας αναφέρω ότι έμαθαν τους ρόλους και των υπολοίπων παιδιών. Το θεατρικό παιχνίδι συνεπήρε μικρούς και μεγάλους, υποδεικνύοντας μας το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουμε για τη διάσωση της γλώσσας μας.
Ελπίδα και από τις εκδόσεις στην ποντιακή
Ελπιδοφόρα παραδείγματα επίσης αποτελούν προσπάθειες όπως το παραμύθι με τίτλο «Ο Πάρδον και ο Χαμαιλετάρτς», της Ένωσης Ποντίων Πιερίας, το οποίο δεν είναι άλλο από το μύθο του Αισώπου «Ο Γάτος και ο Μυλωνάς», στην ποντιακή διάλεκτο και το οποίο συνοδεύεται από το ομότιτλο D.V.D. κινουμένου σχεδίου στην ποντιακή επίσης διάλεκτο.
Ακόμη μια αξιόλογη προσπάθεια που επίσης απευθύνεται στις μικρές ηλικίες, αν και τα παραμύθια δεν έχουν ηλικία, είναι το βιβλίο της Χρυσάνθης Συμεωνίδου – Χείλαρη με τίτλο «Παραμύθια από τον Πόντο» στην ποντιακή διάλεκτο και στη νεοελληνική.
Και φυσικά δεν μπορώ να παραλείψω να αναφέρω την εκπληκτική ιδέα έκδοσης τριών κόμιξ της παγκοσμίως αγαπημένης σειράς κόμιξ Αστερίξ στα ποντιακά. Ο Γαλάτης ήρωας, οι περιπέτειες του οποίου έχουν πουληθεί σε 325 εκατομμύρια αντίτυπα των 33 ιστοριών με μεταφράσεις σε πάνω από 107 γλώσσες και διαλέκτους, γίνεται ο Αστερίκον που μιλάει ποντιακά, όπως και οι άλλοι ήρωες με τη βοήθεια του καθηγητή Γ. Σαββαντίδη, ο οποίος μετέφερε στην ποντιακή διάλεκτο τα κείμενα με τις περιπέτειες «Το Ζιζάνιον», «Σπαθιά και τριαντάφυλλα» και ο «Αστερίκον σα Ολυμπιακά τ’ αγώνας». Ένα εμπνευσμένο εγχείρημα, ελκυστικό για τους νέους ανθρώπους που συνδυάζει αρμονικά και παραγωγικά το χθες με το σήμερα και το αύριο, ωραιότατο παράδειγμα για το που πρέπει να κατευθυνθούμε στο ζήτημα της διάσωσης της μητρικής μας λαλιάς.
Να λοιπόν που υπάρχουν αξιόλογες προσπάθειες, ένα μικρό δείγμα των οποίων σας παρουσίασα σήμερα, που αν τις αξιοποιήσουμε και τις πολλαπλασιάσουμε, εκμεταλλευόμενοι το γεγονός ότι η ποντιακή διάλεκτος είναι ακόμη ζώσα, έχουμε σοβαρές ελπίδες να πετύχουμε τη διάσωσή της.
Αγώνας δρόμου για την καταγραφή της ποντιακής
Στην τελευταία συνεδρίαση της Επιτροπής Πολιτισμού της ΠΟΕ με θέμα την ελληνική διάλεκτο του Πόντου, κατατέθηκαν αξιόλογες προτάσεις, τις οποίες ομόφωνα το Δ.Σ. της Π.Ο.Ε. ενέκρινε και στις οποίες τον πρωταγωνιστικό ρόλο καλείστε να παίξετε εσείς οι νέοι.
Ο Σάββας Μαυρίδης, καθηγητής στο ΤΕΙ Θεσσαλονίκης και μέλος της Επιτροπής, πρόβαλε ένα μείζον πρόβλημα για τη διάλεκτο μας, για να μην πω για την αρχαία ελληνική, τη διάσωση της προφοράς της.
Ευτυχώς για τον πολιτισμό των ανθρώπων ο γραπτός λόγος της αρχαίας ελληνικής γλώσσας έχει διασωθεί, ο προφορικός όμως όχι. Για να μη θρηνήσουμε μια τέτοια απώλεια και με την ποντιακή διάλεκτο, αποφασίσαμε να επιδοθούμε σε έναν αγώνα δρόμου καταγραφής των παλαιότερων γενεών που έχουν απομείνει και μιλούν ποντιακά, με τη συνδρομή των ποντιακών σωματείων, κυρίως όμως με τη δική σας. Σας ζητώ λοιπόν να πάρετε επ’ ώμου τις κάμερες και να καταγράψετε τους παλιούς πόντιους της οικογένειάς σας, της γειτονιάς σας, του χωριού σας. Υπάρχουν ανάμεσά σας ακόμη, αρκεί να κοιτάξετε γύρω σας.
Αφού γίνει αυτό το έργο σε πρώτη φάση, πρωταγωνιστής θα γίνει το διαδίκτυο μέσω του οποίου θα φτάσει το υλικό αυτό σε όλο τον κόσμο.
Στόχος μας η δημιουργία πανεπιστημιακής έδρας ποντιακής διαλέκτου
Και επειδή η λαλιά μας δεν πρόκειται να διδαχθεί σε κανένα σχολείο, αποφασίσαμε να επιδιώξουμε τη δημιουργία μιας Πανεπιστημιακής έδρας με αντικείμενο την ποντιακή διάλεκτο. Το μάθημα μπορεί να είναι απλώς επιλογής στο πλαίσιο της Φιλολογίας ή της Γλωσσολογίας ή στο Παρευξεινείων. Συγχρόνως όμως αποτελεί ένα κίνητρο για τους φοιτητές και βέβαια όχι μόνο για τους Πόντιους. Διότι όπως λέει ο Νίκος Λυγερός, η Ποντιακή Διάλεκτος είναι ένας ζωντανός τρόπος να μελετηθούν και τα αρχαία ελληνικά ως ένας συμπληρωματικός τρόπος προσέγγισης.
Ως εκπαιδευτικός στην προσχολική αγωγή, έχοντας εμπειρία 18 χρόνων με μικρά παιδιά, θεωρώ ότι ο στόχος των προσπαθειών μας πρέπει να είναι οι παιδικές ηλικίες, εκεί που μπαίνουν οι βάσεις του ανθρώπινου οικοδομήματος. Και επειδή το παιχνίδι είναι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος μάθησης, ήρθε η ώρα να το επιστρατεύσουμε στην υπηρεσία της λαλιάς μας, φτιάχνοντας γλωσσικά παιχνίδια στα ποντιακά, όπως παιχνίδια μνήμης, σταυρόλεξα, του χαμένου θησαυρού και άλλα και μέσα από τους Συλλόγους μας, να δημιουργήσουμε κατά τόπους εργαστήρια γλώσσας που με απόλυτη βεβαιότητα σας λέω ότι θα προσελκύσουν και το πιο αδιάφορο παιδί. Εδώ χρειαζόμαστε τη δημιουργική φαντασία των νιάτων σας, την καλή γνώση της χρήσης της σύγχρονης τεχνολογίας που οι περισσότεροι τη διαθέτετε και τη δροσιά της νεανικής σας σκέψης και λογικής, αλλά και τη διάθεσή σας για προσφορά.
Και για να μη μείνουμε σε μεγαλόσχημες ευχές και θεωρητικές αναλύσεις, αντί επιλόγου, θα σας δείξω το μέλλον, την προοπτική στην πράξη σε όλη της την αισιόδοξη διάσταση, μέσα από απόσπασμα από την παιδική παράσταση «Τη Ανεράδας η λαλία» όπου τα παιδιά μιλούν ποντιακά).
Πηγή: Παρατηρητής της Θρακής