Παρασκευή 28 Ιουνίου 2013

Παρχάρ' αέρα εφύσεσεν...

Παρχάρ' αέρα εφύσεσεν...
Παρχάρ' αέρα εφύσεσεν...


Παρχαρομάνα λάλεσε, ας έρχουν οι ρομάνες,
Έγω τα χιόνια έλυσα και την χλοάδαν έγκα.

Με αυτό το δίστιχο η παρχαρομάνα κήρυσσε την έναρξη της θερινής περιόδου και καλούσε τους παρχαρέτες στο παρχάρ’ όπου θα περνούσαν το καλοκαίρι.

Τα παρχάρια ήταν ορεινές περιοχές πλησίον κατοικημένων χωρίων του Πόντου. Η λέξη προέρχεται από την πρόθεση παρά και το ουσιαστικό χωρίον και σημαίνει την περιοχή κοντά στο χωριό. Εκεί μετέβαιναν οι κτηνοτροφικές οικογένειες προκειμένου να περάσουν το καλοκαίρι. Σε μικρές καλύβες χτισμένες με φροντίδα διέμενε η παρχαρομάνα, που ήταν υπεύθυνη για τη φροντίδα του κοπαδιού και ο βοηθοί της, οι μικρότερης ηλικίας ρομάνες. Η μεταφορά αυτή ήταν επιβεβλημένη και γινόταν ανελλιπώς κάθε χρόνο από όλους τους κτηνοτρόφους καθώς στο βουνό οι συνθήκες για την εκτροφή των κοπαδιών ήταν ευνοϊκότερες. Δεν ήταν λίγες και οι περιπτώσεις ωστόσο που αστικές οικογένειες εγκαθίσταντο σε ορεινούς οικισμούς για να παραθερίσουν απολαμβάνοντας το κλίμα του ορεινού τοπίου.

Μετά τον ερχομό τους στην Ελλάδα οι Έλληνες του Πόντου ξεπερνώντας τις αρχικές δυσκολίες και προσαρμοζόμενοι στις νέες συνθήκες ζωής στη νέας τους πατρίδα προσπάθησαν να επαναφέρουν στην καθημερινότητά τους τις συνήθεις που είχαν και στον Πόντο. Ξεκίνησαν λοιπόν και στην Ελλάδα να εμφανίζονται σε ορεινές θέσεις πλησίον κτηνοτροφικών κοινοτήτων παρχάρια. Επρόκειτο για την επιβίωση του θεσμού λόγω πραγματικών αναγκών. Οι κτηνοτροφικές οικογένειες που προέρχονταν από τον Πόντο απλά συνέχισαν μια ωφέλιμη για την οικιακή τους οικονομία πρακτική μεταφέροντας κατά τη θερινή περίοδο τα κοπάδια τους σε θέσεις με ευνοϊκές για την εκτροφή τους συνθήκες. Τα παρχάρια διατήρησαν τον αρχικό τους χαρακτήρα και δεν διέφεραν αρχικά σε τίποτε από αυτά του Πόντου.

Παρχάρια στη Ελλάδα συναντούμε στον Νομό Κοζάνης στα χωριά Αγ. Δημήτριος, Ακρινή, Κομνηνά και Τετράλοφος. Με την πάροδο των χρόνων η ανάπτυξη της τεχνολογίας και η μετατροπή των σύγχρονων συνθηκών ζωής είχε επιπτώσεις και στη ζωή στο παρχάρ’. Ο αρχικός χαρακτήρας τους του παραδοσιακού ορεινού οικισμού έχει αλλοιωθεί. Οι καλύβες έχουν μετατραπεί σε οικίες με ηλεκτρικό ρεύμα και ανέσεις που μία παρχαρομάνα των προηγούμενων δεκαετιών δεν θα φανταζόταν ποτέ. Οι νέοι επιπλέον εγκαταλείπουν την κτηνοτροφία αναζητώντας καλύτερη επαγγελματική αποκατάσταση σε σύγχρονα επαγγέλματα.

Ο δευτερεύον χαρακτήρας των παρχαριών ως παραθεριστικός προορισμός σήμερα επικρατεί. Ο μεγαλύτερος αριθμός των επισκεπτών τους πλέον μεταβαίνει εκεί για διασκέδαση ενώ και οι ελάχιστες κτηνοτροφικές οικογένειες που μεταφέρουν τα κοπάδια τους στο βουνό κατά τους θερινούς μήνες συχνά δεν μένουν εκεί αλλά μετακινούνται αυθημερόν στο χωρίο της μόνιμης κατοικίας τους.

Τα τελευταία χρόνια συναντούμε το φαινόμενο της πραγματοποίησης πολλών εκδηλώσεων κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού οι οποίες φέρουν την επωνυμία «Παρχάρ’». Τη δεκαετία του ’80 πρώτος ο Σύλλογος Ματσούκα της Θεσσαλονίκης πραγματοποίησε στο χώρο των παρχαριών του Αγ. Δημητρίου την εκδήλωση «Το Λάλεμα της παρχαρομάνας». Επρόκειτο για ένα συναπάντημα Ποντίων από όλο τον ελλαδικό χώρο, όπου για μία ημέρα αναβίωναν έθιμα από τον Πόντο και γινόταν ένα υπαίθριο γλέντι. Αυτού του τύπου οι υπαίθριες εκδηλώσεις πληθαίνουν και γίνονται πλέον σε πολλές ορεινές ή ημιορεινές περιοχές σε όλη την Ελλάδα. Ενδεικτικά αναφέρουμε τα «Παρχάρια» που γίνονται στην περιοχή του οχυρού της Νυμφαίας, στο νομό Ροδόπης, στη Φύσκα του νομού Κιλκίς και στο Δήμο Αχαρνών Αττικής.

Ο θεσμός των παρχαριών έχει πια χάσει τον χαρακτήρα του. Το μόνο που απομένει στους σημερινού Ποντίους του ελλαδικού χώρου είναι η επιβίωσή του, η οποία θα πρέπει να γίνεται φροντισμένα και με σεβασμό στις παραδοσιακές δομές προκειμένου η επερχόμενες γενιές να έχουν την ευτυχία να γνωρίσουν ένα κομμάτι του πλούσιου ποντιακού πολιτισμού. Η παραμονή στο Παρχάρ’ είναι τρόπος ζωής, που ακούσια σε μεταφέρει στο παρελθόν, στη χαμένη σου πατρίδα, ενώ η φυγή από εκεί είναι φυγή από ένα ζωντανό ακόμη κομμάτι του Πόντου. Για το λόγο αυτό θα είναι ευτύχημα αν καταφέρουμε να διασώσουμε το θεσμό και να τον μεταφέρουμε ατόφιο στα παιδιά μας.

Ελένη Τ. Μεντεσίδου
Αρχαιολόγος

Βιβλιογραφία.
- Ν. Λαπαρίδης, Ο Δήμος Ελλησπόντου, Τα Μπουτσάκια του Ν. Κοζάνης, Ιστορική αναδρομή, Θεσσαλονίκη 2003.
- Ν. Λαπαρίδης, Τα Παρχάρια της Ματσούκας, Θεσσαλονίκη 1998.
- Ε. Ελευθεριάδης, Λαογραφικά Λαραχανής της Ματσούκας του Πόντου, Αθήνα 1992.
- Ε. Μεντεσίδου, Τα Παρχάρια στον Αγ. Δημήτριο Κοζάνης στο Πόντος. Θέματα Λαογραφίας του Ποντιακού Πολιτισμού, Αθήνα 2008.