Η διατροφή ως μέσο διπλωματίας, προσέγγισης και καλλιέργειας σχέσεων στον Πόντο |
Γράφει ο Θεοδόσης Κυριακίδης
Στη σύντομη αυτή μελέτη μας δημοσιεύουμε δυο έγγραφα που καταδεικνύουν τη συμβολή της διατροφής στην οικοδόμηση κοινωνικών σχέσεων και στην προσέγγιση της εύνοιας υψηλών προσώπων. Μια από τις πολλαπλές λειτουργίες που έχει η προσφορά τροφίμων είναι η σύσφιξη των σχέσεων. Συγκεκριμένα θα καταδείξουμε μέσα από δυο ανέκδοτα έγγραφα τη συνήθεια των μοναστηριών του Πόντου να χρησιμοποιούν ως δώρα σε υψηλά πρόσωπα διατροφικά αγαθά υψηλής ποιότητας και στη συγκεκριμένη περίπτωση το φημισμένο βούτυρο που παρήγαγαν τα παρχάρια της Ματσούκας[1].
Το πρώτο έγγραφο αφορά τη δωρεά 30 οκάδων βουτύρου στο Σουλτάνο, το οποίο στέλνουν στην Υψηλή Πύλη ο ηγούμενος και οι πατέρες της Μονής Σουμελά. Το έγγραφο αυτό μαζί με άλλα 15 περίπου που αφορούν τη Σουμελά βρίσκεται στα Κρατικά Οθωμανικά Αρχεία στην Κωνσταντινούπολη[2]. Το δεύτερο έγγραφο αφορά την αποστολή 15 οκάδων βουτύρου από τους μοναχούς της Μονής του Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα στον Μέγα Λογοθέτη του Οικουμενικού Πατριαρχείου Σταυράκη Αριστάρχη και είναι καταγεγραμμένο στον Ιστορικό Κώδικα της Μονής.
Το πρώτο έγγραφο της Μονής Σουμελά χωρίζεται σε δυο στήλες. Στην δεξιά στήλη βρίσκεται το κείμενο των μοναχών στα ελληνικά, ενώ στην αριστερή στήλη βρίσκεται η μετάφραση στην οθωμανική γραφή. Πάνω αριστερά βρίσκεται η σφραγίδα της Μονής χωρισμένη σε τέσσερα μέρη, όπως όριζε το Πατριαρχείο για να αποφεύγονται οι απάτες και οι παρατυπίες[3].
Η μεταγραφή του εγγράφου έχει ως εξής[4]:
Ἐξοχώτατε!
Πληροφοριθέν κατ’ αὐτάς παρά τοῦ Σεβαστοῦ ἡμῶν Ἀρχιερέως Ἁγίου Τραπεζοῦντος ὅ,τι εἰς τά Σεπτά καί Κραταιά Ἀνάκτορα τῆς Αὐτού Μεγαληότητος, τοῦ Κραταιοτάτου καί φιλόλαου ἡμῶν Ἄνακτος Σουλτάνου, ζητεῖται βούτυρον παρά τῆς ὑμετέρας περινουστάτης Ἐξοχότητος.
Ὅθεν καί ἡμεῖς ὡς γνήσια τέκνα τοῦ φιλολάου ἡμῶν ἄνακτος, φιλοτιμούμενοι προσφέρομεν μετά μεγάλης προθυμίας ὡς μικρόν καί ἐλάχιστον δῶρον 30 ὁκάδας, τό ὁποῖον εὐελπιζόμενοι ὅτι, ἡ ὑμετέρα ἐξοχότης θέλει καταδεχθῆ τοῦτο τεκμήριον σεβασμοῦ καί ἄκρας ἀφοσιώσεως πρός τήν αὐτοῦ Μεγαληότητα.
Διά τοῦ ὁποίου νυχθημερῶν δεόμενοι τοῦ Παναγάθου Θεοῦ ὅπως διαφυλάττει αὐτόν τε καί τό ἀκράδαντον αὐτοῦ Κράτος ἐν ὑγείᾳ καί μακροημέρευσι, ὑποτάξαι δέ καί ὑπό τόν ἀκλόνητον θρόνον αὐτοῦ πάντα ἐχθρόν καί πολέμιον.
Ἐν τῇ Ἱερά Μονῇ τοῦ Σουμελᾶ
Τῇ 28ῃ Ἰανουαρίου 1881
Ὁ ἡγούμενος Σουμελᾶ Γεράσιμος[5]
Νικόδημος
Γρηγόριος
Ἰωαννίκιος
Βλέπουμε λοιπόν στο συγκεκριμένο έγγραφο που στέλνουν ο ηγούμενος και οι πατέρες της Μονής Σουμελά στην Υψηλή Πύλη πως σπεύδουν να καλύψουν μια ανάγκη της που αφορούσε την προμήθεια βουτύρου. Σε κάθε περίπτωση και ο μητροπολίτης αλλά και οι μονές προσπαθούσαν να αποσπάσουν την εύνοια του Σουλτάνου, αφού παρά τα προνόμια και το αυτοδιοίκητο που απολάμβανε η Εκκλησία, εξαρτιόνταν από την οθωμανική διοίκηση. Άλλωστε οποιαδήποτε άδεια για ανακαίνιση ή ανέγερση νέου οικοδομήματος περνούσε πάντοτε από την Υψηλή Πύλη.
Το δεύτερο έγγραφο αφορά την αποστολή 15 οκάδων βουτύρου στον Μέγα Λογοθέτη του Πατριαρχείου Σταυράκη Αριστάρχη. Στον Κώδικα της Μονής του Περιστερεώτα υπάρχουν καταχωρημένες δυο επιστολές που έστειλε στη μονή ο Αριστάρχης[6]. Η πρώτη που αφορά το θέμα μας έχει ημερομηνία 7 Οκτωβρίου 1876, και έχει ως εξής:
Πανοσιολογιώτατε Πάτερ,
Μετά πολλοῦ τοῦ ἐν διαφέροντος διῆλθον τήν ἀπό 18 Αὐγούστου ε. ε. ἐπιστολήν τήν ὑμετέρας πανοσιολογιότητος ἀφορῶσαν τήν λύτρωσιν τῆς καθ΄ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μονῆς ἐξ ἀφορήτων τινῶν δασμῶν. Ἐπειδή δέ πρός ἐπιτυχίαν τοῦ σκοποῦ τούτου ἀπαιτοῦνται νά καταβληθῶσιν εὐκτακτοι ἐνέργειαι, ἐξήγησα τά καθέκαστα τῷ κομιστῇ τῆς ἐπιστολῆς· εὐχαριστῶ δέ τήν ὑμετέραν πανοσιολογιότητα διά τήν ἀποστολή δεκαπέντε ὀκάδων βουτύρου ἀρίστη ποιότητος. Ἐπικαλούμενος δέ τάς πρός τόν Κύριον δεήσεις Αὐτήν τε καί περί Αὐτήν ὁσίων πατέρων διατελῶ τῆς ὑμετέρας πανοσιολογιότητος.
Ἐν Νεοχωρίῳ
Τῇ 7 Οκτωβρίου 1876
Τέκνον ἐν Κω πειθήνιον
Ὁ Μέγας Λογοθέτης Σ. Αριστάρχης
Αρχείο Ερευνητικού Κέντρου «Άγιος Γεώργιος Περιστερεώτα», Κώδιξ της Παλαιάς εν Πόντω Ιεράς Μονής Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα (Παράρτημα), σ. 161. |
Οι χαρακτηριστικές λοιπόν πληροφορίες που παίρνουμε από τα συγκεκριμένα έγγραφα είναι πως οι σταυροπηγιακές Μονές Πόντου χρησιμοποιούσαν το φημισμένο και εξαιρετικής ποιότητας βούτυρο της περιοχής της Ματσούκας που παρήγαγαν στα διάφορα Παρχάρια, ως διπλωματικό δώρο και μέσο καλλιέργειας σχέσεων. Μάλιστα το βούτυρο της περιοχής θεωρούνταν ως εκλεκτό έδεσμα και είχε μεγάλη ζήτηση στην οθωμανική επικράτεια. Ο Περικλής Τριανταφυλλίδης γράφει χαρακτηριστικά: «Εκ της σειράς των ορέων τούτων γίνεται το εύοσμον και δια τα άνθη χρυσίζον το χρώμα βούτυρον, πολυζήτητον εις τας τράπεζας των αβροδιαίτων Κωνσταντινοπολιτών»[7].
[1] Περισσότερα για τα παρχάρια της Ματσούκας βλ. στην ομώνυμη μελέτη του Ν. Λαπαρίδη, Τα παρχάρια της Ματσούκας, Θεσσαλονίκη 1998.
[2] Τα έγγραφα αυτά βρίσκονται υπό επεξεργασία και θα αποτελέσουν αντικείμενο ξεχωριστής μελέτης.
[3] Η σφραγίδα σε αναπαράσταση στο Ακύλας Μήλλας, Τραπεζούς, Στα ίχνη των Μεγάλων Κομνηνών, τ. Α΄, σελ. 344, Αθήνα 2009, Εκδόσεις Μίλητος.
[4] Διατηρείται η ορθογραφία του πρωτότυπου.
[5] Ο ηγούμενος Γεράσιμος είναι ο Γεράσιμος Μωυσιάδης ο οποίος ηγουμένευσε στη μονή σε δυο περιόδους. Την πρώτη μεταξύ των ετών 1879-1882 και τη δεύτερη μεταξύ των ετών 1894-1898. Βλ. Επαμεινώνδα Κυριακίδη, Ιστορία της παρά την Τραπεζούντα ιεράς Βασιλικής, Πατριαρχικής, Σταυροπηγιακής μονής της Υπεραγίας Θεοτόκου της Σουμελά, Αθήνα 1898, σ. 203.
[6] Περισσότερα για το Σταυράκη Αριστάρχη βλ. Νίκου Γρ. Ζαχαρόπουλου, «Βιβλιόφιλοι και βιβλιοθήκες στον ελληνικό πνευματικό χώρο. Ο Μέγας Λογοθέτης Σταυράκης Αριστάρχης και η τύχη της βιβλιοθήκης του, (έκδοση 8 ανέκδοτων χειρογράφων)», στον τιμητικό τόμο της Επιστημονικής Επετηρίδας Θεολογικής Σχολής για τον καθηγητή Ιωάννου Αναστασίου, με τον τίτλο Μνήμη Ιωάννου Ευ. Αναστασίου, σ. 197-221.
[7] Περικλή Τριανταφυλλίδη, Η εν Πόντω Ελληνική φυλή ἤτοι τα Ποντικά, Εν Αθήναις 1866, (Ανατύπωση Εκδοτικός Οίκος Αδελφών Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1993) σ. 63.