Τα Ποντιόπουλα της Ευρώπης |
του Φόρη Πεταλίδη
Ενα μικρό θαύμα συντελείται στις χώρες της Ευρώπης από τους Ελληνες ποντιακής καταγωγής που ως οικονομικοί μετανάστες έφυγαν κυρίως από τη Βόρεια Ελλάδα από τη δεκαετία του 1960, για να βρουν καλύτερη τύχη, αφού η χώρα όπου γεννήθηκαν δεν μπορούσε να τους δώσει ούτε ένα κομμάτι ψωμί στα χρόνια μετά την Κατοχή και τον εμφύλιο πόλεμο. Νέα παιδιά έφυγαν τότε για την ξενιτιά, άφησαν πίσω μανάδες, πατεράδες, πολλοί και τα παιδιά τους, πήραν τα τρένα και έφτασαν στο σταθμό του Μονάχου και από εκεί σκόρπισαν για όλες τις πόλεις της Ευρώπης - στα εργοστάσια της Γερμανίας, στις στοές του Βελγίου, στη Σουηδία-, δουλεύοντας μερόνυχτα για να στείλουν χρήματα πίσω στην Ελλάδα, στερήθηκαν και στη συνέχεια στάθηκαν στα πόδια τους.
Μεγάλωσαν τα παιδιά τους, τα σπούδασαν, πέρασαν στα πανεπιστήμια και βγήκαν στην αγορά εργασίας. Εγιναν επιστήμονες, κατέλαβαν αξιόλογες θέσεις στις κοινωνίες των χωρών μετανάστευσης. Ομως, δεν ξέχασαν την πατρίδα τους, την Ελλάδα. Οταν έλυσαν τα οικονομικά τους προβλήματα, ίδρυσαν συλλόγους και σήμερα δεκάδες σύλλογοι, κυρίως ποντιακοί, βρίσκονται σε κάθε πόλη της Γερμανίας, στο Βέλγιο, στην Ελβετία, στη Σουηδία. Αρκετοί από αυτούς τους μετανάστες βγήκαν στη σύνταξη και πλέον πηγαίνουν τα εγγόνια τους για να μάθουν ποντιακούς χορούς, ιστορία, πολιτισμό. Αν και είναι ισότιμοι πολίτες αυτών των χωρών, θέλουν να έχουν στην καρδιά τους την Ελλάδα, τον ελληνισμό του Πόντου, αυτόν που έφεραν μαζί τους από τις αλησμόνητες πατρίδες οι παππούδες τους και οι γιαγιάδες τους. Κάθε εβδομάδα νέα παιδιά, κορίτσια και αγόρια, πηγαίνουν στους ποντιακούς συλλόγους και μαθαίνουν χορούς, όπως τικ, κότσαρι, σέρρα, ομάλ, διπάτ.
Εχοντας οργανωθεί πανευρωπαϊκά μέσω της Ομοσπονδίας Συλλόγων Ελλήνων Ποντίων στην Ευρώπη, που αριθμεί περισσότερους από 40 συλλόγους, μία φορά το χρόνο ταξιδεύουν εκατοντάδες χιλιόμετρα για να βρεθούν με τα αδέλφια τους και να παρουσιάσουν τους λεβέντικους ποντιακούς χορούς σε ένα κοινό Ελλήνων, Ποντίων και μη, αλλά και Γερμανών, οι οποίοι απολαμβάνουν ένα διαφορετικό πολιτιστικό θέαμα. Δεν είναι τυχαίο που πολλές φορές οι εκδηλώσεις αυτές έχουν την ηθική υποστήριξη των αρχών των πόλεων, αφού βλέπουν πως ο ποντιακός ελληνισμός είναι ένα δυναμικό κομμάτι της γερμανικής κοινωνίας, όπου κατά βάσιν πραγματοποιούνται οι εκδηλώσεις. Και σε ανταμοιβή οι Γερμανοί, θέλοντας να γνωρίσουν τον ελληνικό πολιτισμό, προγραμματίζουν επισκέψεις στην Ελλάδα, η οποία είναι ένας ελκυστικός προορισμός το καλοκαίρι. Δίκαια, λοιπόν οι Γερμανοί αυτοδιοικητικοί παράγοντες χαρακτηρίζουν τους Πόντιους της χώρας τους ως τους καλύτερους πρεσβευτές του ελληνισμού στην περιοχή. Η διπλωματία του πολιτισμού. Και το κυριότερο. Η ελληνική κυβέρνηση δε δίνει ούτε ένα ευρώ γι' αυτές τις εκδηλώσεις του απόδημου ελληνισμού.
Πηγή: Αγγελιοφόρος
Ενα μικρό θαύμα συντελείται στις χώρες της Ευρώπης από τους Ελληνες ποντιακής καταγωγής που ως οικονομικοί μετανάστες έφυγαν κυρίως από τη Βόρεια Ελλάδα από τη δεκαετία του 1960, για να βρουν καλύτερη τύχη, αφού η χώρα όπου γεννήθηκαν δεν μπορούσε να τους δώσει ούτε ένα κομμάτι ψωμί στα χρόνια μετά την Κατοχή και τον εμφύλιο πόλεμο. Νέα παιδιά έφυγαν τότε για την ξενιτιά, άφησαν πίσω μανάδες, πατεράδες, πολλοί και τα παιδιά τους, πήραν τα τρένα και έφτασαν στο σταθμό του Μονάχου και από εκεί σκόρπισαν για όλες τις πόλεις της Ευρώπης - στα εργοστάσια της Γερμανίας, στις στοές του Βελγίου, στη Σουηδία-, δουλεύοντας μερόνυχτα για να στείλουν χρήματα πίσω στην Ελλάδα, στερήθηκαν και στη συνέχεια στάθηκαν στα πόδια τους.
Μεγάλωσαν τα παιδιά τους, τα σπούδασαν, πέρασαν στα πανεπιστήμια και βγήκαν στην αγορά εργασίας. Εγιναν επιστήμονες, κατέλαβαν αξιόλογες θέσεις στις κοινωνίες των χωρών μετανάστευσης. Ομως, δεν ξέχασαν την πατρίδα τους, την Ελλάδα. Οταν έλυσαν τα οικονομικά τους προβλήματα, ίδρυσαν συλλόγους και σήμερα δεκάδες σύλλογοι, κυρίως ποντιακοί, βρίσκονται σε κάθε πόλη της Γερμανίας, στο Βέλγιο, στην Ελβετία, στη Σουηδία. Αρκετοί από αυτούς τους μετανάστες βγήκαν στη σύνταξη και πλέον πηγαίνουν τα εγγόνια τους για να μάθουν ποντιακούς χορούς, ιστορία, πολιτισμό. Αν και είναι ισότιμοι πολίτες αυτών των χωρών, θέλουν να έχουν στην καρδιά τους την Ελλάδα, τον ελληνισμό του Πόντου, αυτόν που έφεραν μαζί τους από τις αλησμόνητες πατρίδες οι παππούδες τους και οι γιαγιάδες τους. Κάθε εβδομάδα νέα παιδιά, κορίτσια και αγόρια, πηγαίνουν στους ποντιακούς συλλόγους και μαθαίνουν χορούς, όπως τικ, κότσαρι, σέρρα, ομάλ, διπάτ.
Εχοντας οργανωθεί πανευρωπαϊκά μέσω της Ομοσπονδίας Συλλόγων Ελλήνων Ποντίων στην Ευρώπη, που αριθμεί περισσότερους από 40 συλλόγους, μία φορά το χρόνο ταξιδεύουν εκατοντάδες χιλιόμετρα για να βρεθούν με τα αδέλφια τους και να παρουσιάσουν τους λεβέντικους ποντιακούς χορούς σε ένα κοινό Ελλήνων, Ποντίων και μη, αλλά και Γερμανών, οι οποίοι απολαμβάνουν ένα διαφορετικό πολιτιστικό θέαμα. Δεν είναι τυχαίο που πολλές φορές οι εκδηλώσεις αυτές έχουν την ηθική υποστήριξη των αρχών των πόλεων, αφού βλέπουν πως ο ποντιακός ελληνισμός είναι ένα δυναμικό κομμάτι της γερμανικής κοινωνίας, όπου κατά βάσιν πραγματοποιούνται οι εκδηλώσεις. Και σε ανταμοιβή οι Γερμανοί, θέλοντας να γνωρίσουν τον ελληνικό πολιτισμό, προγραμματίζουν επισκέψεις στην Ελλάδα, η οποία είναι ένας ελκυστικός προορισμός το καλοκαίρι. Δίκαια, λοιπόν οι Γερμανοί αυτοδιοικητικοί παράγοντες χαρακτηρίζουν τους Πόντιους της χώρας τους ως τους καλύτερους πρεσβευτές του ελληνισμού στην περιοχή. Η διπλωματία του πολιτισμού. Και το κυριότερο. Η ελληνική κυβέρνηση δε δίνει ούτε ένα ευρώ γι' αυτές τις εκδηλώσεις του απόδημου ελληνισμού.
Πηγή: Αγγελιοφόρος