Οι Ποντιακές σπουδές στον 21ο αιώνα |
του Θεοδόση Κυριακίδη
Διδάκτορα Νεώτερης Ιστορίας
Υπεύθυνος Ερ. Κέντρου Αγ. Γεωργίου Περιστερεώτα
[1] Ξεκινώντας την παρουσίαση για τις ποντιακές σπουδές στον 21ο αιώνα σκόπιμο κρίνουμε να εξετάσουμε εν τάχει τις σπουδές αυτές τα προηγούμενα χρόνια. Πριν από αυτό, όμως, ας δούμε λίγο τον όρο ποντιακές σπουδές. Τι εννοούμε ακριβώς με τον όρο αυτό και τι περιλαμβάνουν οι σπουδές αυτές. Με τον όρο ποντιακές σπουδές εννοούμε τις επιστημονικές μελέτες, έρευνες και γενικά κάθε ακαδημαϊκή δραστηριότητα που αναφέρεται στις νότιες ακτές του Ευξείνου Πόντου ή αλλιώς της Μαύρης Θάλασσας. Στη συγκεκριμένη περίπτωση δηλαδή ο προσδιορισμός «ποντιακές» χρησιμοποιείται κυρίως ως γεωγραφικός όρος. Επιστημονικές αναζητήσεις και μελέτες δηλαδή που αφορούν την περιοχή του Πόντου όπως είναι γνωστή στην Ελλάδα, Karadeniz (Μαύρη Θάλασσα) στην Τουρκία και Black Sea στην αγγλόφωνη επιστημολογία. Δεν δηλώνει όμως μόνο μια συγκεκριμένη περιοχή, δηλώνει κυρίως τον πολιτισμό και την ιστορία των ανθρώπων που έζησαν στην περιοχή αυτή. Το γεγονός όμως ότι οι σπουδές για τον πολιτισμό και την ιστορία του Πόντου δεν διδάσκονται συστηματικά σε κάποιον ακαδημαϊκό χώρο ως ξεχωριστός κλάδος, μας οδηγεί στη σκέψη ότι θα ήταν ίσως καλύτερα να μιλάμε για ποντιακές έρευνες. Αυτό, όμως, είναι μια άλλη συζήτηση.
Οι Ποντιακές σπουδές αφορούν τους Έλληνες, τους Τούρκους, τους Αρμένιους και όλους τους άλλους λαούς που έζησαν στην περιοχή. Αφορούν όμως και τους δυτικούς επιστήμονες που ασχολούνται ερευνητικά με την περιοχή. Οι τομείς στους οποίους υπάρχει πεδίο για έρευνα είναι η ιστορία, οι πολιτικές επιστήμες, η κοινωνιολογία, η ανθρωπολογία, η αρχιτεκτονική, η γεωγραφία, η αρχαιολογία, η μουσικολογία, η λαογραφία κ.ά.
Γενικά οι πανεπιστημιακές σπουδές χωρίζονται σε δυο μεγάλες κατηγορίες:
1ον στις προπτυχιακές και
2ον στις μεταπτυχιακές.
Οι μεταπτυχιακές σπουδές χωρίζονται σε δυο υποκατηγορίες:
α) αυτές που οδηγούν στη λήψη μεταπτυχιακού διπλώματος ειδίκευσης.
β) αυτές που οδηγούν στη λήψη διδακτορικού.
Προπτυχιακές σπουδές (Ελλάδα)
Στην Ελλάδα οι ποντιακές έρευνες δεν έχουν ενταχθεί επίσημα από την πολιτεία στα ελληνικά πανεπιστήμια. Παρόλα αυτά υπάρχουν κάποιοι καθηγητές που διδάσκουν ποντιακή ιστορία, πολιτισμό και λαογραφία. Τέτοια παραδείγματα είναι ο Κωνσταντίνος Φωτιάδης, η Άρτεμις Ξανθοπούλου-Κυριακού, ο Μανώλης Σέργης, ο Θεοφάνης Μαλκίδης, ο Ευστάθιος Πελαγίδης, η Ελένη Γαβρά κ.ά.
Προπτυχιακές σπουδές (εξωτερικό)
Ούτε στο εξωτερικό υπάρχει ως αυτόνομο αντικείμενο σπουδών. Εντάσσεται όμως σε διάφορα τμήματα όπως ανατολικών, βυζαντινών, οθωμανικών σπουδών και τμήματα που ασχολούνται με την περιοχή της Εγγύς Ανατολής καθώς και τον Καύκασο. Παραδείγματα καθηγητών του εξωτερικού που έχουν ασχοληθεί με θέματα ποντιακού ενδιαφέροντος είναι: ο Anthony Bryer, ο Heath Lowry, ο Sergei Karpov, ο Rustam Shukurov, ο Kudret Emiroglu, ο Oktay Ozel, ο Michael Meeker, ο Anthony Eastmond κ.ά.
Μεταπτυχιακές σπουδές (Ελλάδα)
Μεταπτυχιακές σπουδές και των δυο βαθμίδων στην Ελλάδα με θέματα ποντιακού ενδιαφέροντος έχουν πραγματοποιήσει ο Σωφρόνης Χατζησαββίδης, ο Χρήστος Σαμουηλίδης, η Ελένη Γαβρά, ο Κυριάκος Χατζηκυριακίδης, ο Γαβριήλ Καούρης, ο Φώτης Κουτσουπιάς, ο Παύλος Αποστολίδης (νυν μητροπολίτης Δράμας), ο Αντώνης Παυλίδης, ο Γαβριήλ Πρεμετίδης, (νυν μητροπολίτης Κολωνείας), ο Ευριπίδης Γεωργανόπουλος, η Αθηνά Κολτσίδα, ο Θεοδόσης Κυριακίδης, η Ελένη Μεντεσίδου, ο Αλέξανδρος Καστρινάκης κ.ά.
Μεταπτυχιακές σπουδές (Εξωτερικό)
Αντίστοιχα στο εξωτερικό μεταπτυχιακές σπουδές ποντιακού ενδιαφέροντος έχουν πραγματοποιήσει: ο Δημοσθένης Οικονομίδης (1908!), η Ιωάννα Κόλια, ο Anthony Bryer, ο Κωνσταντίνος Φωτιάδης, ο Heath Lowry, ο Οktay Οzel, η Ιωάννα Κωνσταντινίδου, η Anna Rosa-Ballian, ο Νίκος Μιχαηλίδης, ο Fr Mihail Spatarelu, η Guclu Tuluveli. Παρακάτω παραθέτουμε κάποιους ενδεικτικούς τίτλους κάποιων διατριβών στο εξωτερικό: Ιωάννα Κόλια, Les Bibliotheques de la region de Trebizonde et leurs manuscripts grecs, 1971, Paris (Irigoin), Sara Lee Burch, The beginning of Protestant mission to the Greek Orthodox in Asia Minor and Pontos, 1977, Fuller Theological Institute, Tuna Artun, The regestes of the medieval acts of the Vazelon Monastery: the codex E of the Timios Prodromos on mount Vazelon as a source for the social, economic and institutional history of rural Matzouka from the thirteenth to the fifteenth century, 2006, Bogazici University.
Εκτός από τις μεταπτυχιακές και διδακτορικές διατριβές υπάρχουν και ανεξάρτητες μελέτες και μονογραφίες που αναφέρονται στον Πόντο, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Ενδεικτικά αναφέρονται οι παρακάτω επιστήμονες: Ronnald Jennings, Michael Meeker, Νίκος Μαραντζίδης και Michael Knüppel.
Στο εξωτερικό λειτουργούν κάποια κέντρα τα οποία ασχολούνται με τις ποντιακές έρευνες οι οποίες εντάσσονται, όπως αναφέραμε στην αρχή σε τμήματα ανατολικών, βυζαντινών ή οθωμανικών σπουδών. Ένα από αυτά τα κέντρα είναι το Κέντρο Βυζαντινών, Οθωμανικών και Νέων Ελληνικών Σπουδών του πανεπιστημίου του Birmingham. (University of Birmingham, The Centre for Byzantine, Ottoman and Modern Greek Studies, Institute of Archaeology and Antiquity). Στο Ινστιτούτο αυτό υπάρχει ένα αυξημένο ενδιαφέρον για τις ποντιακές έρευνες και αυτό οφείλεται φυσικά στον ακαταπόνητο ερευνητή του βυζαντινού Πόντου, ομότιμο τώρα καθηγητή Anthony Bryer.
Ο ομότιμος καθηγητής του πανεπιστημίου του Birmingham κατά τη διάλεξη του στο Συνέδριο που διεξήχθη προς τιμήν του και του Δρ. Οδυσσέα Λαμψίδη, (30 Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου 2004, Φιλοσοφική Σχολή Α.Π.Θ.)
Ενδεικτικά κάποιες από τις διατριβές που έχουν εκπονηθεί στο συγκεκριμένο πανεπιστήμιο είναι οι παρακάτω: Guclu Tuluveli, City, state and the society: Trabzon, An Ottoman city in the mid-seventeenth century, 2002, Ioanna Konstadinidou, Bishops, schoolmasters and saints: The making of Chaldia in the Pontos (1820-1924), 1996, Anna-Rosa Ballian, Patronage in Central Asia Minor and the Pontos during the Ottoman Period. The case of church silver, 17th-19th centuries, 1995.
Άλλα τέτοια ερευνητικά κέντρα του εξωτερικού με μικρότερη ερευνητική δραστηριότητα όμως στα συγκεκριμένα ζητήματα είναι το Εθνικό Κέντρο για τις ελληνικές σπουδές και έρευνες (National Centre for Hellenic Studies and Research, N.C.H.S.R.) στο πανεπιστήμιο La Trobe στην Αυστραλία με διευθυντή τον καθηγητή Αναστάσιο Τάμη. Στο Κέντρο αυτό εντάσσεται και το Ινστιτούτο Ποντιακών Σπουδών (The Institute of Pontic Studies) με διευθυντή τον Μάκη Κασαπίδη. Οι δυο εκδόσεις που έχει πραγματοποιήσει το συγκεκριμένο Ινστιτούτο με συγγραφέα το διευθυντή του αφορούν, η πρώτη τη ζωή και το έργο του μητροπολίτη Τραπεζούντας Χρύσανθου ενώ, η δεύτερη, τη ζωή των ελλήνων μεταναστών της Αυστραλίας.
Επίσης, στο πανεπιστήμιο της Στουτγάρδης στο τμήμα Αρχαίας Ιστορίας υπάρχει το Ινστιτούτο Ιστορίας με διευθυντή τον Eckart Olshausen. (Universität Stuttgart, Abteilung Alte Geschichte - Historisches Institut). Στο Ινστιτούτο αυτό έχουν αναπτύξει το πρόγραμμα Πόντος (Pontos-Projekte), όπου μελετάνε τα ποντιακά νομίσματα της εποχής του Μιθριδάτη του Ευπάτορα, αρχαίες επιγραφές και χάρτες.
Αυτή ήταν πολύ συνοπτικά η παρουσίαση της επιστημονικής παραγωγής γύρω από ποντιακά θέματα. Πρόδηλο γίνεται ότι οι παραπάνω αναφορές δεν εξαντλούν το ζήτημα αλλά στόχο έχουν να δημιουργήσουν το κατάλληλο υπόβαθρο στo μη κατατοπισμένο για το θέμα των ποντιακών σπουδών κοινό ούτως ώστε να προχωρήσουμε στην ανάπτυξη του δεύτερου σκέλους της συγκεκριμένης παρουσίασης. Το δεύτερο αυτό μέρος δεν είναι άλλο από τις προτάσεις που καταθέτουμε για να μπορέσουν οι ποντιακές έρευνες να προωθηθούν αλλά και να ανταπεξέλθουν στις προκλήσεις του 21ου αιώνα.
Μια τελευταία σημείωση πριν προχωρήσουμε στις προτάσεις για το μέλλον. Δεν είναι τυχαίο ότι κάποιοι τομείς των ποντιακών ερευνών έχουν αναλυθεί διεξοδικότερα από κάποιες άλλες. Για παράδειγμα η γλώσσα, η λαογραφία και τα βυζαντινά χρόνια. Η παραπάνω πρόταση μας φέρνει αμέσως μπροστά στο έργο της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών και το επιστημονικό προσωπικό που την στελέχωνε. Από την αρχή της δημιουργίας της συμμετείχαν στην Επιτροπή σημαντικές προσωπικότητες της επιστήμης της γλωσσολογίας όπως ο αρχιμ. Άνθιμος Παπαδόπουλος και ο Δημοσθένης Οικονομίδης, ενώ και σήμερα πρόεδρος είναι ο ομότιμος καθηγητής γλωσσολογίας, Δημήτρης Τομπαΐδης. Οι λαογραφικές έρευνες προωθήθηκαν επίσης στην επιτροπή με τη συμμετοχή κυρίως βέβαια ερασιτεχνών λαογράφων αλλά και κάποιων ειδικότερων. Βέβαια όσον αφορά τις ποντιακές έρευνες στα βυζαντινά χρόνια ξεχωρίζει η μορφή του Οδυσσέα Λαμψίδη, ενός μοναχικού και ακάματου εργάτη της επιστήμης, ο οποίος με τις κριτικές εκδόσεις βυζαντινών κειμένων αλλά και με τις σπουδαίες δημοσιεύσεις του κατέστησε τον Πόντο των βυζαντινών χρόνων την πιο γνωστή περίοδο της ποντιακής ιστορίας. Σε αυτό βέβαια συνέβαλε, το δίχως άλλο, ο έτερος σπουδαίος βυζαντινολόγος από την Αγγλία ο Anthony Bryer με τις σημαντικότατες μελέτες του.
Βλέπουμε λοιπόν ότι οι έρευνες που προωθήθηκαν περισσότερο συνδέονται κυρίως με τις ειδικότητες των προσώπων που έπαιξαν ένα σημαντικό ρόλο στη συγκεκριμένη επιστήμη της «ποντιολογίας». Τα πρόσωπα λοιπόν που συμμετείχαν στην Επιτροπή Ποντιακών Μελετών, ό,τι πιο σοβαρό έχουν μέχρι στιγμής να επιδείξουν οι ποντιακές έρευνες, ήταν γλωσσολόγοι, λαογράφοι και βυζαντινολόγοι. Πέρα λοιπόν από τις παρακάτω προτάσεις νομίζουμε ότι είναι ώρα να ενισχυθούν οι έρευνες και οι μελέτες στα οθωμανικά, νεότερα και σύγχρονα χρόνια.
Προτάσεις για τις ποντιακές σπουδές στον 21ο αιώνα
Δημιουργία Επιστημονικού Φορέα
Το κυριότερο ζήτημα που έχει τεθεί σε επίσημες συζητήσεις πάρα πολλές φορές, υπάρχει σχετική αρθρογραφία[2] και ταυτόχρονα αποτελεί ψήφισμα παγκοσμίων και άλλων συνεδρίων είναι η δημιουργία επιστημονικού Οργανισμού, (Ινστιτούτου/Ακαδημίας/Ερευνητικού Κέντρου), με ή χωρίς θεσμική συγγένεια με κάποιο πανεπιστήμιο. Βέβαια τώρα με την επικείμενη θεσμοθέτηση ιδιωτικών πανεπιστημίων το τοπίο αλλάζει στην ελληνική πραγματικότητα καθώς μπορεί πιο εύκολα να ενταχθεί ένα τμήμα Ανατολικών, Μικρασιατικών ή Ποντιακών Σπουδών σε ένα τέτοιο πανεπιστήμιο.
Στο ερευνητικό κέντρο που θα δημιουργηθεί θα πρέπει να συγκεντρωθούν αρχειακές συλλογές, βιβλία, φωτογραφίες και να στελεχωθεί με μια επιστημονική ομάδα η οποία θα διοργανώνει, συνέδρια, διαλέξεις, ομάδες εργασίας και σεμινάρια. Παράλληλα θα λειτουργεί και ως Παρατηρητήριο των διεθνών επιστημονικών ενεργειών που μας αφορούν (δημοσιεύσεων, συνεδρίων, μαθημάτων κ.τ.λ.). Για παράδειγμα να αναφέρουμε το συνέδριο που οργανώθηκε από τούρκους επιστήμονες για την Κερασούντα στις 9-11 Οκτωβρίου 2008. Περισσότερες πληροφορίες για το συνέδριο αυτό μπορεί να λάβει ο κάθε ενδιαφερόμενος στην ιστοσελίδα www.giresun.bel.tr/sempozyum.aspx.
Όσον αφορά τα οικογενειακά αρχεία και τις ιδιωτικές συλλογές θεωρούμε εξαιρετικής σημασίας να αποκτηθούν έστω αντίγραφα και να ανοιχτούν στην έρευνα. Όσο μένουν σε κλειστά ντουλάπια κληρονόμων και άχρηστα είναι αλλά και επικίνδυνο να εξαφανιστούν. Έτσι χάθηκε το αρχείο του Πανάρετου Τοπαλίδη, αλλά και τα χρυσόβουλα που ο Γεώργιος Κανδηλάπτης έφερε στην Εύξεινο Λέσχη Θεσσαλονίκης καθώς και τα πρακτικά του Συνδέσμου Ελλήνων Ποντίων του Βατούμ που εμπιστεύθηκε –πάλι στη Λέσχη- ο Θεοφύλακτος Θεοφύλακτος[3].
Επίσης το κέντρο αυτό θα έχει συμβουλευτικό χαρακτήρα ενώ θα κατευθύνει τους νέους επιστήμονες και θα τους ενημερώνει για διάφορες επιστημονικές δράσεις και πανεπιστημιακά τμήματα που έχουν ενδιαφέρον. Για παράδειγμα υπάρχει στο Τορόντο ένα ερευνητικό κέντρο το οποίο διοργανώνει κάθε χρόνο σεμινάριο για φοιτητές που έχει να κάνει με την μελέτη των Γενοκτονιών (Ιστορία, Δίκαιο, Πρόληψη).
Πραγματικά διαπιστώνεται κενό στην ενημέρωση σχετικά με την παγκόσμια δραστηριότητα γύρω από το θέμα του Πόντου –για το λόγο αυτό κρίνεται η δημιουργία παρατηρητηρίου απαραίτητη. Ως παράδειγμα για τη μη έγκαιρη αντίδραση των ερευνητών της ποντιακής ιστορίας μπορεί να θεωρηθεί η μη επιστημονική συμβολή για το ζήτημα της γενοκτονίας των Ποντίων στο περιοδικό που βγάζει το Διεθνές Δίκτυο για τους ερευνητές των Γενοκτονιών (International Network of Genocide Scholars). Πιο συγκεκριμένα το τελευταίο τεύχος του περιοδικού (Journal of Genocide Research, volume 10, number 1) είχε ως θέμα τις ύστερες οθωμανικές γενοκτονίες και την πολιτική εξόντωσης των Νεοτούρκων, μέσα στα οποία εντάσσεται σαφώς η ποντιακή γενοκτονία. Όπως αναφέραμε και αλλού στο τεύχος αυτό δεν είχαμε καμιά ουσιαστική συμμετοχή.
Πολιτισμική πληροφορική
Είναι απαραίτητο το κέντρο να δημιουργήσει τις απαραίτητες υποδομές για την ψηφιοποίηση και την επιστημονική τεκμηρίωση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Να εξελίξει κόμβους ηλεκτρονικής πληροφόρησης, να δημιουργήσει και να προωθήσει πολύγλωσσες ηλεκτρονικές εκδόσεις. Το πολιτιστικό ψηφιακό απόθεμα που θα δημιουργήσει, θα συντηρήσει και θα διαχειριστεί μπορεί να είναι συλλογές μουσειακών εκθεμάτων, ιστορικά και πολιτιστικά αρχεία, βιογραφικά στοιχεία κλπ.
Τα μουσειακά εκθέματα μπορούν να μπουν υπό την «ηλεκτρονική στέγη» ενός Ψηφιακού Μουσείου του Ποντιακού Πολιτισμού, το οποίο θα χωρίζεται σε επιμέρους εικονικά μουσεία ανάλογα με τις περιόδους, όπως αρχαιολογικό, βυζαντινό, οθωμανικό κλπ ή ανάλογα με τη θεματική όπως, κατοικία και κοινωνικός βίος, κλπ. Πολύ ενδεικτικά κάποιος μπορεί να συμβουλευτεί την ιστοσελίδα http://www.ime.gr/ (Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού) και την ψηφιακή συλλογή του πανεπιστημίου του Harvard http://www.digitalcollections.harvard.edu/.
Μπορεί δηλαδή να δημιουργηθεί μια ψηφιακή αναπαράσταση με τη χρήση νέων τεχνολογιών και να χρησιμεύσει και ως εκπαιδευτικό εργαλείο. Η πολιτισμική πληροφορική (Cultural Informatics) συνδυάζει την πληροφορική με τις νέες τεχνολογίες με εφαρμογές διαχείρισης πολιτιστικού περιεχομένου. Εξειδικευμένο προσωπικό αλλά και σύγχρονη υλικοτεχνική υποδομή υπάρχουν σε ένα νέο σχετικά τμήμα (2000) του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Είναι το Τμήμα Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας που βρίσκεται στη Μυτιλήνη (www.aegean.gr/culturaltec). Το τμήμα αυτό αποτελεί μια εξαιρετική ευκαιρία να αξιοποιηθούν οι καινοτόμες εφαρμογές της πληροφορικής για την προώθηση του πολιτιστικού μας αποθέματος. Για να γίνει αυτό είναι απαραίτητο να αναπτυχθεί μια συστηματική πολιτική και ένας στρατηγικός σχεδιασμός με μακροπρόθεσμη προοπτική. Πρέπει να δημιουργηθεί ένας φορέας (ερευνητικό κέντρο) ο οποίος θα αναλαμβάνει επιτελική δράση και θα είναι υπεύθυνος να υλοποιεί τα συγκεκριμένα προγράμματα. Η ιστοσελίδα του φορέα αυτού θα περιλαμβάνει ψηφιοποιημένα και επιστημονικά τεκμηριωμένα στοιχεία του πολιτισμού και της ιστορίας του Πόντου. Το ψηφιακό αυτό υλικό θα είναι εύκολα προσβάσιμο από τους έλληνες και ξένους, ειδικούς και μη, οι οποίοι σε άλλη περίπτωση θα είχαν ελάχιστες ή και μηδενικές ευκαιρίες να το συμβουλευτούν. Παράλληλα μέσα από αυτό τον πληροφοριακό ηλεκτρονικό κόμβο θα υπάρχει η δυνατότητα μετάδοσης και προβολής πολιτιστικών και επιστημονικών εκδηλώσεων σε πραγματικό χρόνο, ούτως ώστε η τεχνολογία να εκμηδενίζει τις αποστάσεις και να επιτρέπει την παρακολούθηση ή και την παρέμβαση ηλεκτρονικών συμμετοχών. Για παράδειγμα όταν ένα συνέδριο πραγματοποιείται στην Ελλάδα να μπορούν να συμμετέχουν επιστήμονες από όλο τον κόσμο, μειώνοντας παράλληλα με τον τρόπο αυτό και τα έξοδα της διοργάνωσης.
Ένταξη των γεγονότων σε ευρύτερο πλαίσιο-εξωστρέφεια
Πέρα από τη δημιουργία ενός Ερευνητικού Κέντρου η πρόκληση για τους νέους επιστήμονες των ποντιακών σπουδών είναι να εντάξουν την έρευνα και τη μελέτη τους σε ένα ευρύτερο πλαίσιο για να έχει ένα διεθνές ενδιαφέρον. Το αυξανόμενο ελληνικό και διεθνές ενδιαφέρον για τον Πόντο είναι γεγονός. Το μαρτυρούν τα διάφορα συνέδρια, οι μελέτες και τα άρθρα. Αν θέλουμε να κερδίσουμε μια σοβαρή θέση στη διεθνή επιστημονική κοινότητα, νομίζω ότι πρέπει να αναλύσουμε τα γεγονότα σε ένα παγκόσμιο πλαίσιο και σε σχέση με άλλα ήδη γνωστά στην παγκόσμια συλλογική μνήμη. Να αναπτυχθούν δηλαδή τεχνικές που να συνδέουν το γεγονός με τη μνήμη του υπόλοιπου κόσμου. Για παράδειγμα όσον αφορά το ζήτημα της γενοκτονίας είναι αδύνατον να πείσουμε τους ξένους γράφοντας ελληνοκεντρικά τη στιγμή που πολλές φορές μάλιστα οι τελευταίοι δεν γνωρίζουν ούτε καν πού βρίσκεται ο Πόντος. Ακόμα πιο ουτοπικό είναι το γεγονός από τη μια να απαιτούμε διεθνή αναγνώριση στο ζήτημα της γενοκτονίας ή ευρύτερη συμμετοχή ξένων στις ποντιακές έρευνες και εμείς να γράφουμε τις μελέτες μας στα ελληνικά. Πρόσφατα σε ένα ερευνητικό ταξίδι στην Αμερική όπου σκόπιμα ήρθαμε σε επαφή με πολλούς καθηγητές, ιδίως των γενοκτονικών σπουδών, διαπιστώσαμε την τραγική έλλειψη σημαντικών αγγλόφωνων μελετών για το ζήτημα. Και αυτό είναι που τονίζουν και οι ίδιοι, ότι δηλαδή έχουν ακούσει για το ζήτημα αλλά βρήκαν ελάχιστα κείμενα για να διαβάσουν. Αυτό είναι μια πραγματικότητα που πρέπει να μας απασχολήσει σοβαρά.
Δηλαδή με άλλα και απλούστερα λόγια, στη διεθνή επιστημονική κοινότητα δεν υπάρχει πρόσβαση στη βιβλιογραφία και έτσι κάποιος που θα ήθελε να μελετήσει το ζήτημα και ίσως να βοηθήσει στην προώθησή του απλά δεν μπορεί να το κάνει. Σε αντίθεση βέβαια με τους Αρμένιους και τελευταία και τους Ασσύριους. Ο Richard Hovannisian, ομότιμος καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια (UCLA), κατέθετε πρόσφατα την έκπληξη που δοκίμασε συμμετέχοντας σε ένα διεθνές συνέδριο για τις Γενοκτονίες και το Ολοκαύτωμα στην Ιρλανδία. Στο συνέδριο αυτό το 1/3 των συμμετεχόντων ασχολήθηκε με τη γενοκτονία των Αρμενίων και ένα πολύ μεγάλο ποσοστό αυτών δεν ήταν καν Αρμένιοι. Αυτό δεν είναι τυχαίο, έχει την εξήγησή του η οποία είναι –αλλά όχι η μόνη- ότι οι περισσότερες μελέτες των Αρμενίων είναι γραμμένες στα αγγλικά.
Στο πλαίσιο της εξωστρέφειας θα πρέπει να υπάρξει σοβαρή μέριμνα για να βρεθεί χρηματοδότηση υποτροφιών, διδακτορικών διατριβών, ερευνητικών αποστολών, συλλογικών τόμων, συνεδρίων και ημερίδων στο εξωτερικό. Ακόμα περισσότερο να ενθαρρυνθεί η πραγματοποίηση επιστημονικών εκδηλώσεων στα πανεπιστήμια του εξωτερικού και μάλιστα στα πιο σημαντικά εξ’ αυτών.
Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η ανάγκη συμμετοχής σε διεθνή συνέδρια και η συγγραφή άρθρων στις διαδεδομένες δυτικές γλώσσες, κυρίως την αγγλική. Η γνωριμία με τους ξένους και κυρίως τους Τούρκους συναδέλφους είναι απαραίτητη γιατί εκτός των άλλων οι συγκεκριμένοι έχουν πρόσβαση σε πηγές που δύσκολα θα έχει ένας έλληνας επιστήμονας. Εξάλλου ο συγχρωτισμός ελλήνων και ξένων επιστημόνων είναι ήδη μια πραγματικότητα καθώς και οι δύο επιλέγουν τα πανεπιστήμια της Ευρώπης και της Αμερικής για τις μεταπτυχιακές τους σπουδές. Χρειάζεται συνεργασία λοιπόν με τούρκους επιστήμονες, οι οποίοι προσεγγίζουν όσο γίνεται αντικειμενικά την ιστορία χωρίς πάθος. Διμερείς (Ελλήνων-Τούρκων) επιστημονικές συναντήσεις, συνέδρια και ομάδες εργασίας. Για παράδειγμα ένα τέτοιο επιστημονικό πεδίο είναι τα Διεθνή Συνέδρια για την οικονομία και την κοινωνία της Τουρκίας που φέτος, (το 11ο) πραγματοποιήθηκε στο πανεπιστήμιο Bilkent στην Άγκυρα στις 12-22 Ιουνίου, όπου διαβάστηκαν ενδιαφέρουσες εισηγήσεις ποντιακού ενδιαφέροντος[4].
Προώθηση του ζητήματος της γενοκτονίας στα ειδικά με το ζήτημα αυτό ερευνητικά κέντρα του εξωτερικού.
Όσον αφορά το ζήτημα της προώθησης του ζητήματος της γενοκτονίας στο εξωτερικό πρέπει μεθοδικά και οργανωμένα να αναζητηθούν οι δυνάμεις που θα μπορούσαν να προωθήσουν με την πρέπουσα επιστημονική δεοντολογία το ζήτημα της Γενοκτονίας των Ποντίων στη διεθνή επιστημονική σκηνή. Να δούμε δηλαδή με ποιους τρόπους θα μπορούσε σε επιστημονικό επίπεδο να προωθηθεί το ζήτημα. Στο ζήτημα της διεθνούς αναγνώρισης της γενοκτονίας είναι απολύτως απαραίτητο να βρεθούν εξωτερικοί υποστηρικτικοί παράγοντες και κυρίως ξένοι επιστήμονες με ειδίκευση στις γενοκτονικές σπουδές. Αυτή η διάθεση από την πλευρά τους, σύμφωνα με μια πρόχειρη έρευνα που έγινε φαίνεται να υπάρχει. Αυτό που μένει είναι να τους δώσουμε εμείς τα εργαλεία να δουλέψουν, δηλαδή πρόσβαση σε αρχεία και μεταφρασμένες μελέτες και έρευνες. Ενδεικτικά κάποια από αυτά τα κέντρα είναι τα εξής:
• Clark University, Strassler Family Center for Holocaust and Genocide Studies. Από φέτος διδάσκει εκεί και ο Taner Akcam.
• Drew University, Center For Holocaust/Genocide Study,
• Ramapo College of New Jersey, Center for Holocaust & Genocide Studies,
• University of Minnesota, Center for Holocaust & Genocide Studies,
• Brookdale Community College, Holocaust, Genocide, and Human Rights Education Center,
• Ruhr Universität Bochum, Institut für Diaspora- und Genozidforschung (Zeitschrift für Genozidforschung),
• INOGS - International Network of Genocide (Journal of Genocide Research),
• IAGS - International Association of Genocide Scholars.
Επίλογος
Η έλλειψη ενός ερευνητικού κέντρου το οποίο, όμως, θα είναι απεγκλωβισμένο από την επαρχιώτικη -ας μου επιτραπεί η έκφραση-ελλαδική νοοτροπία από τη μια, ενώ από την άλλη θα έχει εξασφαλισμένους πόρους για να μπορεί να πραγματοποιεί τα επιστημονικά του προγράμματα είναι ένα από τα μεγαλύτερα στοιχήματα των Ποντίων για το μέλλον. Πιστεύω πως ο πολιτισμός, η ιστορία, η λαογραφία και όλα όσα οι Πόντιοι αντιπροσωπεύουν ως ταυτότητα δεν μπορούν να προσδώσουν ένα νόημα στους νεότερους ή και στους παλαιότερους που δεν γνωρίζουν, αν όλος αυτός ο πολιτισμικός πλούτος μείνει εγκλωβισμένος μέσα σε σκονισμένες και ξεχασμένες βιβλιοθήκες, ιδιωτικές, συλλογικές και δημόσιες. Δεν μπορεί πραγματικά να λειτουργήσει, ο πολιτισμός, ως ένα κίνητρο δυναμικής σύζευξης τού σήμερα με το ιστορικό παρελθόν, αν δεν γνωρίζουμε τις πραγματικές διαστάσεις αυτού του πολιτισμού. Με άλλα και απλούστερα λόγια, δεν θα εκτιμήσουμε ποτέ τον πολιτισμό που αναπτύχθηκε από τους έλληνες στο Πόντο, αν δεν τον γνωρίσουμε. Ο μεγάλος δάσκαλος των ποντιακών σπουδών Οδυσσέας Λαμψίδης έλεγε πολύ ορθώς το εξής: Οι έλληνες του Πόντου της πρώτης και δεύτερης γενιάς είναι συνδεδεμένοι με την πατρίδα τους μέσω των βιωμάτων και των αναμνήσεων. Θα προσθέταμε ότι και η τρίτη γενιά, και ιδίως της επαρχίας, είναι συνδεδεμένοι μέσω των αφηγήσεων των μεγαλυτέρων. Συνεχίζει ο Λαμψίδης, οι επόμενες γενιές μόνο με έναν τρόπο μπορούν να συνδεθούν με τον Πόντο. Και αυτός ο τρόπος είναι η γνώση. Η γνώση της ιστορίας και του πολιτισμού του Πόντου.
Θα πρέπει λοιπόν να τροχοδρομηθεί ένας στρατηγικός σχεδιασμός για μεγάλα έργα όπως προαναφέρθηκε: επιστημονικό κέντρο, κεντρική βιβλιοθήκη με αρχειακή συλλογή, καθιέρωση θεσμών διεθνούς εμβέλειας, όπως διεθνή επιστημονικά συνέδρια[5] και αξιοποίηση των εφαρμογών των τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών για την παραγωγή και διαχείριση ψηφιακού πολιτιστικού περιεχομένου. Δεν μπορούμε πλέον να αρκούμαστε στο φιλότιμο και στην καλή θέληση κάποιων καθηγητών. Πρέπει να οργανώσουμε μεθοδικά τις ποντιακές σπουδές για να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις του 21ου αιώνα. Αν δεν λάβουμε σοβαρά υπόψη τα παραπάνω, κινδυνεύουμε να τρέχουμε ασθμαίνοντας πίσω από τις εξελίξεις και τους ξένους επιστήμονες αφού χωρίς σοβαρή μεθόδευση και εξωστρέφεια θα έχουμε απομονωθεί σε ένα μονότονο μονόλογο. Βεβαίως πρωταγωνιστές αυτού του εγχειρήματος πρέπει να είναι οι καθηγητές εκείνοι, οι οποίοι μέχρι τώρα μόνοι τους και κάτω από κάθε είδους δυσκολία και με πολλές θυσίες προσπαθούσαν να κρατούν αυτό το επιστημονικό επίπεδο για το οποίο μιλήσαμε παραπάνω. Παράλληλα με αυτούς, όμως, σημαντική ευθύνη έχουν και οι νέοι επιστήμονες που έρχονται σε επαφή με τα νέα ρεύματα και τα ξένα πανεπιστήμια.
Τέλος, κάτι που θεωρούμε εξαιρετικά σημαντικό είναι να προσεχτεί ο κίνδυνος που παρουσιάζεται όταν το συναίσθημα παλεύει να υπερκεράσει την αντικειμενική έρευνα και κρίση. Δηλαδή η προσέγγιση της ιστορίας και η έρευνα κινδυνεύει κάποιες φορές να ξεφύγει από τα αυστηρώς επιστημονικά κριτήρια. Αυτό θέλει προσοχή. Το στοίχημα για τον 21ο αιώνα και για να σταθούμε ισάξιοι συνομιλητές στη διεθνή επιστημονική κοινότητα δίνεται στο να σταθούμε απέναντι στην ιστορία μας με καθαρό βλέμμα, όσο γίνεται με αντικειμενικά κριτήρια. Χρειάζεται, λοιπόν, να απορριφθεί το συναίσθημα ως υποκειμενικός και έμμεσος υποβολέας και ως πιεστικός εσωτερικός μηχανισμός για τον επιστήμονα. Δεν θα πρέπει να περιμένουμε τη λήψη του ζητουμένου αλλά να αποδεχόμαστε τα αποτελέσματα της έρευνας, όποια κι αν είναι αυτά και όχι να ψάχνουμε στα αποτελέσματα, αυτά που θα θέλαμε να βρούμε. Να ξεκαθαρίσουμε την ιδεολογία από την αναζήτηση της ιστορίας γιατί όπως έγραψε ο εθνικός μας ποιητής «Το έθνος και κάθε έθνος πρέπει να θεωρεί εθνικό ό,τι είναι αληθινό».
Κι ας μην ξεχνάμε και κάτι άλλο πολύ σημαντικό, ότι η ιστορία δεν υφίσταται από την στιγμή που δεν την διδάσκεσαι.
[1] Το θέμα αυτό αναπτύχθηκε στην 4η Πανελλήνια Συνάντηση Ποντιακής Νεολαίας της Παμποντιακής Ομοσπονδίας Ελλάδος, που πραγματοποιήθηκε στην Καβάλα στις 29, 30 & 31 Αυγούστου 2008.
[2] Ενδεικτικά βλ. Θεοδόση Κυριακίδη, Σπουδάζοντας την ιστορία του Ποντιακού ελληνισμού, στη μηνιαία εφημερίδα «Εύξεινος Πόντος», 112 (Μάιος 2006) σ. 14-16 και Θεοδόση Κυριακίδη, Να δημιουργηθεί Ινστιτούτο Ποντιακών Σπουδών, στη μηνιαία εφημερίδα «Εύξεινος Πόντος», 131 (Δεκέμβριος 2007) σ. 3, όπου αναφέρονται και τα σχετικά άρθρα για την επισήμανση της ανάγκης δημιουργίας Ινστιτούτου Ποντιακών Σπουδών.
[3] Βλ. Γεωργίου Κανδηλάπτη, Τα Φυτίανα, σ. 28, υποσ. 1 και Θεοφύλακτου Θεοφύλακτου, Γύρω στην άσβεστη φλόγα, σ. 320-321. Την τύχη του αρχείου του αρχιμ. Πανάρετου Τοπαλίδη πληροφορήθηκα από τον εκδότη κ. Τάσο Κυριακίδη.
[4] Τα συνέδρια αυτά διοργανώνει η Διεθνής Ένωση για την Οθωμανική Κοινωνική και Οικονομική Ιστορία (International Association for Ottoman Social and Economic History- IAOSEH). Η δική μας συμμετοχή στο συνέδριο αυτό είχε τίτλο: Epidemic diseases in late Ottoman Trebizond.
[5] Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται η προσπάθεια καθιέρωσης του θεσμού των Διεθνών Συνεδρίων Ποντιακών Ερευνών που φέτος πραγματοποιήθηκε στη Δράμα στις 27-29 Σεπτεμβρίου με τη συμμετοχή πολλών και σημαντικών καθηγητών της Ελλάδος και του εξωτερικού. Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το συγκεκριμένο Διεθνές Συνέδριο βλ. την ιστοσελίδα http://www.peristereota.com