Ο Πρόεδρος της Ιατρικής Σχολής Α.Π.Θ., Παν. Συμεωνίδης και μέλη της στα Γρεβενά και Κοζάνη στο σεισμό του 1995. |
Ως ευεργέτης του τόπου του, στον οποίο συνεισέφερε επιστημονικά, κοινωνικά και πνευματικά, έχει χαραχτεί στη μνήμη των κατοίκων της Πτολεμαΐδας, ο Παναγιώτης Συμεωνίδης, ο πρώτος καθηγητής Ορθοπεδικής στη Βόρεια Ελλάδα και ομότιμος της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ).
Ο Π. Συμεωνίδης έφυγε το 2010, σε ηλικία 81 ετών, αφήνοντας πίσω του πλούσιο επιστημονικό έργο, τόσο ως διευθυντής της πρώτης πανεπιστημιακής Ορθοπεδικής Κλινικής, που εγκαταστάθηκε στο Νοσοκομείο «Γ. Παπανικολάου», όσο και ως πρόεδρος της Ιατρικής Σχολής του ΑΠΘ. Άλλωστε, το 2001 έτυχε της υψίστης τιμής να εκλεγεί αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.
Ο δήμος Πτολεμαϊδας, θέλοντας να τον τιμήσει «εν ζωή», το 2009 να προβεί στην έκδοση βιβλίου για τη ζωή, το έργο και την προσφορά του, στον τόπο καταγωγής του (Άρδασα), αλλά και απέναντι στους συνανθρώπους του. Η συγγραφή του ανατέθηκε στον διακεκριμένο συμπολίτη και συμμαθητή του, φιλόλογο Παναγιώτη Λιβεριάδη.
Ο κ. Λιβεριάδης, φώτισε την προσωπικότητα του Π. Συμεωνίδη ως επιστήμονα, αλλά κυρίως ως ανθρώπου, που ένιωθε πάντα την υποχρέωση να βοηθά τους συνανθρώπους του. «Δεν σταματούσε πουθενά και δεν ξεκουραζόταν. Ήταν φιλόδοξος, με την καλή έννοια, ανήσυχος και είχε βαθιά συναίσθηση ευθύνης να φροντίζει τους συνανθρώπους του και να ενισχύει το καλό» δήλωσε.
Προερχόταν από πολυμελή οικογένεια (πέντε αδέλφια) προσφύγων από τον Πόντο, που εγκαταστάθηκε στο χωριό Άρδασα και ασχολήθηκε αρχικά με γεωργικές εργασίες. Σύντομα και χάρη στις ενέργειες του πατέρα του, τα μέλη της οικογένειας κατάφεραν να εγκαταλείψουν το χωριό και να εγκατασταθούν στην Πτολεμαϊδα, όπου ο πατέρας του ασχολήθηκε με το εμπόριο και έτσι ο Π. Συμεωνίδης είχε πλέον τη δυνατότητα να σπουδάσει.
Παρά την ανέλιξή του, δεν λησμόνησε ποτέ τον τόπο καταγωγής του, γι΄ αυτό οι συμπολίτες του δεν θρηνούν μόνο τον πρεσβευτή της επιστήμης, αλλά τον άνθρωπο, που παρά την καταξίωσή του παράμεινε απλός και πρόθυμος να προσφέρει τις γνώσεις του, όπου χρειάστηκε. Η συμβολή του στην ολοκλήρωση του Μποδοσάκειου Νοσοκομείου, που ευεργετεί επί χρόνια την περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας, αλλά και στη δημιουργία του πρώτου «λαϊκού πανεπιστημίου», όπου έδιναν διαλέξεις για την υγεία σημαντικές προσωπικότητες της ιατρικής, έχουν μείνει ανεξίτηλες στη μνήμη των συμπολιτών του.
«Στη δεκαετία του '80, το Μποδοσάκειο Νοσοκομείο έμεινε επί τέσσερα χρόνια ανολοκλήρωτο, εξαιτίας της έλλειψης χρημάτων. Χάρη στις δραστήριες ενέργειες του Συμεωνίδη, εξασφαλίστηκε το απαιτούμενο ποσό, όχι μόνο για την ολοκλήρωση της κατασκευής, αλλά και για τον εξοπλισμό του», αναφέρει ο κ. Λιβεριάδης.
Λίγα λόγια για την σπουδαία του σταδιοδρομία
Ο Π. Συμεωνίδης γεννήθηκε στην Άρδασα Πτολεμαΐδας το 1929. Το 1947 εισήχθη στη Στρατιωτική Ιατρική Σχολή. Απεφοίτησε το 1953 2ος στην τάξη του και εντάχθηκε ως ανθυποσμηναγός στην Πολεμική Αεροπορία. Πραγματοποίησε τη βασική του εκπαίδευση στην Ορθοπεδική, στην Πανεπιστημιακή Ορθοπεδική Κλινική Αθηνών, στο Λαϊκό Νοσοκομείο. Μετεκπαιδεύτηκε δύο χρόνια στο Λονδίνο, 6 μήνες στις ΗΠΑ και 6 μήνες στη Γερμανία.
Διετέλεσε Διευθυντής της Ορθοπεδικής Κλινικής στο Γενικό Νοσοκομείο της Αεροπορίας, στην Αθήνα, επί 15 χρόνια και Γενικός Διευθυντής Νοσοκομείου επί 2 χρόνια.
Ο Γιατρός – σμήναρχος, Παναγιώτης Συμεωνίδης και Διευθυντής του γενικού Νοσοκομείου Αεροπορίας, στην Αθήνα. |
Έγινε Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1960, με βαθμό άριστα. Το 1970 εξελέγη παμψηφεί Υφηγητής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Τον Ιανουάριο του 1980 εξελέγη Τακτικός Καθηγητής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και Διευθυντής της Πανεπιστημιακής Ορθοπεδικής Κλινικής. Ήταν ο πρώτος Καθηγητής Ορθοπεδικής στη Βόρειο Ελλάδα και η Κλινική, η οποία εγκαταστάθηκε στο Νοσοκομείο «Γ. Παπανικολάου», η πρώτη αμιγής Πανεπιστημιακή Ορθοπεδική Κλινική.
Με την ίδρυση και λειτουργία της, η πρώτη αυτή Πανεπιστημιακή Κλινική κάλυψε ένα μεγάλο κενό στον χώρο της Βορείου Ελλάδος και προσέφερε ανεκτίμητες υπηρεσίες στον τομέα της αντιμετώπισης των τροχαίων ατυχημάτων και τραυμάτων γενικώς, αλλά και των ασθενών με προβλήματα ψυχρής Ορθοπεδικής.
Διετέλεσε πρόεδρος της Πανελλήνιας Ορθοπεδικής Εταιρείας (ΕΕΧΟΤ) το 1975 και πρόεδρος της Ορθοπεδικής Εταιρείας Μακεδονίας Θράκης το 1990. Το έτος 1993 εξελέγη πρόεδρος της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Έλαβε μέρος σε πολλά παγκόσμια και διεθνή Συνέδρια με ανακοινώσεις, καθώς και ως προσκεκλημένος ομιλητής. Δημοσίευσε περισσότερες από 500 επιστημονικές εργασίες σε ελληνικά και ξένα περιοδικά. Ασχολήθηκε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον με τις παθήσεις της Σπονδυλικής Στήλης.
Το 2000 εξελέγη πρόεδρος του Κολλεγίου Ελλήνων Ορθοπεδικών χειρουργών με θητεία δυο ετών. Το 2001 έτυχε της υψίστης τιμής να εκλεγεί αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Το Νοέμβριο του 2002 εξελέγη τακτικό μέλος της Αεροπορικής Ακαδημίας της Ελλάδος.
Συνέχισε τη δραστηριότητα του ως ενεργός Ορθοπεδικός Χειρουργός στο Διαβαλκανικό Κέντρο Θεσσαλονίκης, του οποίου τον τελευταίο χρόνο έγινε και Επιστημονικός Διευθυντής. Έτυχε πολλών τιμητικών διακρίσεων από επιστημονικές εταιρείες και οργανισμούς.