To "Λημόνεμαν τ' αποθαμενίων" αναβίωσε από την Ένωση Ποντίων Πιερίας |
Το όμορφο Ποντιακό έθιμο "Λημόνεμαν τ' αποθαμενίων" αναβίωσε την Κυριακή 4 Ιανουαρίου 2015 η Ένωση Ποντίων Πιερίας.
Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε στα γραφεία του συλλόγου, με την ελπίδα να συνεχίσει το ταξίδι του στην ιστορία εμπλουτίζοντας την παράδοσή μας.
Πρόκειται για ένα έθιμο, που λάμβανε χώρα σε πολλές περιοχές του Πόντου, και συνεχίζει να ζει και σήμερα σε διάφορα μέρη της Ελλάδας.
Είναι γνωστό ότι ο Ποντιακός λαός είχε μια αδιάλειπτη σχέση με τους νεκρούς του, τους οποίους θεωρούσε παρόντες σε κάθε χαρούμενο γεγονός. Αυτό το καταμαρτυρούν το πλήθος των ταφικών εθίμων που διασώζονται ως σήμερα. Στην κατηγορία αυτή ανήκει και το έθιμο "Λημόνεμαν τ΄ αποθαμενίων", που γίνονταν την παραμονή των Φώτων και έφερνε τους Έλληνες του Πόντου σε πνευματική καί ψυχική επαφή με τους νεκρούς του. Το πρωτότυπο αυτό μνημόσυνο, όπως πίστευαν, το ζητούσαν οι αποθαμέν’ πού λένε:
Το έθιμο γίνονταν την παραμονή των Φώτων. Η οικογένεια μαζεύονταν γύρω από το τραπέζι, το οποίο ήταν στρωμένο με διάφορα νηστίσιμα εδέσματα και διάφορους ξηρούς καρπούς. Στο κέντρο του τραπεζιού τοποθετούσαν ένα ταψί με σιτάρι ή αλεύρι. Ο αρχηγός του σπιτιού μοίραζε κεριά σε κάθε μέλος της οικογένειας τα οποία, αφού έλεγαν δυνατά το όνομα του νεκρού, το άναβαν και το τοποθετούσαν στο ταψί με το αλεύρι. Μετά την ονομασία όλων, ανάβονταν κι ένα κερί για κείνους που πιθανόν να ξεχάστηκαν, καθώς επίσης κι άλλο ένα γι’ αυτούς που δεν είχαν κανένα να τούς θυμηθεί, (για τή καρίπ’ς και τ’ έρημους (= για τους πτωχούς και αυτούς που δεν είχαν κανέναν στον κόσμο), μ’ άλλα λόγια, στον άγνωστο νεκρό), λέγοντας την παρακάτω ευχή:¨ Ήντζαν μεβ’νε, και ήντζαν εθαρρούν¨, (σε ελεύθερη μετάφραση: για όποιον ελπίζει και όποιον προσδοκά). (Αθηνά Καραμανίδου, Πλάτανα Τραπεζούντας-Σοχούμ).
Το τραπέζι παρέμενε όλο το βράδυ στρωμένο, για να «τρώγνε οι αποθαμέν», όπως έλεγαν, ενώ στο κέντρο του τοποθετούσαν μία φέτα ψωμί με τέσσερα κεριά αναμμένα σε σχήμα σταυρού. Τα κεριά έπρεπε να μείνουν αναμμένα μέχρι να λιώσουν, ενώ με το αλεύρι έκαναν λειτουργιά, την οποία πήγαιναν την επομένη στην εκκλησία για να "διαβαστεί".
Το έθιμο αυτό έδινε την ευκαιρία στους ζώντες, να συνεορτάσουν με τις ψυχές των νεκρών τους και, μέσα σε μια χαρούμενη ατμόσφαιρα, να αναπολήσουν όμορφες στιγμές που πέρασαν με αυτούς που έφυγαν, και να μην ξεχάσουν οι νεότεροι το χρέος τους προς τους παλαιότερους. Με τον Αγιασμό των Υδάτων, οι ψυχές επέστρεφαν στον κάτω κόσμο, μέχρι την επόμενη χρονιά που θα ήταν πάλι κοντά τους.
Στη συνέχεια έτρωγαν τη βραστή γλυκιά κολοκύθα, τα μαύρα τα φασούλια και τα μαύρα λάχανα αλάδωτα, και το χοσάφ’, (γλυκιά σούπα με φρέσκα και αποξηραμένα φρούτα). Μετά το δείπνο αυτό, κυρίως τα παιδιά αλλά και οι μεγάλοι, ντύνονταν καρναβάλια και γυρνούσαν τα σπίτια του χωριού, λέγοντας τα κάλαντα των Φώτων. Οι οικοδεσπότες προσπαθούσαν να τους αναγνωρίσουν κερνώντας τους γλυκά, ξηρούς καρπούς, φρούτα, κρασί και τσίπουρο μέσα σε κλίμα χαράς και γέλιου.
Το έθιμο αυτό σώζεται μέχρι σήμερα σε πολλά ποντιακά σπίτια και σε διάφορες περιοχές της Βόρειας Ελλάδας, (Ίμερα, Τοξότες Ξάνθης, Τετράλοφο και Νεάπολη Κοζάνης, Χαριτωμένη Δράμας, Λεκάνη Καβάλας, Ωραιόκαστρο, Πανόραμα Θεσσαλονίκης, Καλαμαριά).
Αυτά τα έθιμα, που αποτελούν τον πλούτο της παράδοσής μας, έχουμε ιερό χρέος να τα διασώσουμε ώστε να συνεχίσουν το ιστορικό ταξίδι τους μέσα από τις επόμενες γενιές.
Τα Φώτα θέλω το κερί μ’- (Τα Φώτα θέλω το κερί μου)
και τη «ψυχού» κοκκία- (και το Ψυχοσάββατο κόλλυβα)
και τη Μεγάλ’ Παρασκευήν- (και την Μεγάλη Παρασκευή)
έναν μαντήλιν δάκρα- (ένα μαντήλι δάκρια)
Το έθιμο γίνονταν την παραμονή των Φώτων. Η οικογένεια μαζεύονταν γύρω από το τραπέζι, το οποίο ήταν στρωμένο με διάφορα νηστίσιμα εδέσματα και διάφορους ξηρούς καρπούς. Στο κέντρο του τραπεζιού τοποθετούσαν ένα ταψί με σιτάρι ή αλεύρι. Ο αρχηγός του σπιτιού μοίραζε κεριά σε κάθε μέλος της οικογένειας τα οποία, αφού έλεγαν δυνατά το όνομα του νεκρού, το άναβαν και το τοποθετούσαν στο ταψί με το αλεύρι. Μετά την ονομασία όλων, ανάβονταν κι ένα κερί για κείνους που πιθανόν να ξεχάστηκαν, καθώς επίσης κι άλλο ένα γι’ αυτούς που δεν είχαν κανένα να τούς θυμηθεί, (για τή καρίπ’ς και τ’ έρημους (= για τους πτωχούς και αυτούς που δεν είχαν κανέναν στον κόσμο), μ’ άλλα λόγια, στον άγνωστο νεκρό), λέγοντας την παρακάτω ευχή:¨ Ήντζαν μεβ’νε, και ήντζαν εθαρρούν¨, (σε ελεύθερη μετάφραση: για όποιον ελπίζει και όποιον προσδοκά). (Αθηνά Καραμανίδου, Πλάτανα Τραπεζούντας-Σοχούμ).
Το τραπέζι παρέμενε όλο το βράδυ στρωμένο, για να «τρώγνε οι αποθαμέν», όπως έλεγαν, ενώ στο κέντρο του τοποθετούσαν μία φέτα ψωμί με τέσσερα κεριά αναμμένα σε σχήμα σταυρού. Τα κεριά έπρεπε να μείνουν αναμμένα μέχρι να λιώσουν, ενώ με το αλεύρι έκαναν λειτουργιά, την οποία πήγαιναν την επομένη στην εκκλησία για να "διαβαστεί".
Το έθιμο αυτό έδινε την ευκαιρία στους ζώντες, να συνεορτάσουν με τις ψυχές των νεκρών τους και, μέσα σε μια χαρούμενη ατμόσφαιρα, να αναπολήσουν όμορφες στιγμές που πέρασαν με αυτούς που έφυγαν, και να μην ξεχάσουν οι νεότεροι το χρέος τους προς τους παλαιότερους. Με τον Αγιασμό των Υδάτων, οι ψυχές επέστρεφαν στον κάτω κόσμο, μέχρι την επόμενη χρονιά που θα ήταν πάλι κοντά τους.
Στη συνέχεια έτρωγαν τη βραστή γλυκιά κολοκύθα, τα μαύρα τα φασούλια και τα μαύρα λάχανα αλάδωτα, και το χοσάφ’, (γλυκιά σούπα με φρέσκα και αποξηραμένα φρούτα). Μετά το δείπνο αυτό, κυρίως τα παιδιά αλλά και οι μεγάλοι, ντύνονταν καρναβάλια και γυρνούσαν τα σπίτια του χωριού, λέγοντας τα κάλαντα των Φώτων. Οι οικοδεσπότες προσπαθούσαν να τους αναγνωρίσουν κερνώντας τους γλυκά, ξηρούς καρπούς, φρούτα, κρασί και τσίπουρο μέσα σε κλίμα χαράς και γέλιου.
Το έθιμο αυτό σώζεται μέχρι σήμερα σε πολλά ποντιακά σπίτια και σε διάφορες περιοχές της Βόρειας Ελλάδας, (Ίμερα, Τοξότες Ξάνθης, Τετράλοφο και Νεάπολη Κοζάνης, Χαριτωμένη Δράμας, Λεκάνη Καβάλας, Ωραιόκαστρο, Πανόραμα Θεσσαλονίκης, Καλαμαριά).
Αυτά τα έθιμα, που αποτελούν τον πλούτο της παράδοσής μας, έχουμε ιερό χρέος να τα διασώσουμε ώστε να συνεχίσουν το ιστορικό ταξίδι τους μέσα από τις επόμενες γενιές.