«Ο προπαππούς μου στα εξοντωτικά τάγματα εργασίας Τούρκων». Ντοκουμέντο από την εξόντωση των Ελλήνων του Πόντου και της Μικρασίας |
Ένα από τα μέτρα αφανισμού του ελληνικού στοιχείου που ξεκίνησε να εφαρμόζεται από την Οθωμανική Αυτοκρατορία τα τελευταία χρόνια πριν από την διάλυσή της (στη συνέχεια από τον Κεμάλ) ήταν τα “Αμελέ Ταμπουρού” ή πιο γνωστά και ως “Τάγματα Εργασίας” που στην πραγματικότητα ήταν “τάγματα θανάτου”. Και αυτό γιατί επρόκειτο για καταναγκαστική εργασία υπό άσχημες συνθήκες για κοινωφελείς σκοπούς (και όχι μόνο) με σκοπό την εξόντωση τουαντρικού χριστιανικού πληθυσμού.
Η μεγάλη φωτογραφία είναι από το οικογενειακό μου αρχείο. Πολλές φορές έχει δημοσιευτεί σε βιβλία, αλλά και στο δίκτυο, γιατί οι φωτογραφίες από τα “αμελέ ταμπουρού” είναι σπάνιες. Τραβήχτηκε στον Πόντο (το 1914) και προφορικές μαρτυρίες λένε ότι πρόκειται για την διάνοιξη του δρόμου Τραπεζούντας – Λαραχανής.
Όλοι κρατάνε φτυάρια εκτός από τον προπάππο μου (κίτρινο βέλος) και τον Tούρκο επιστάτη με το φέσι. Ο προπάππος μου ήταν εύπορος. Προφανώς είχε τα χρήματα (40 λίρες, υπολογίζω πως αντιστοιχεί σε ένα καλό ετήσιο εισόδημα) για να εξαγοράσει την ελευθερία του, αλλά και την διάθεση για να παραγγείλει την εν λόγω φωτογραφία.*
Εξάλλου είναι και ο μόνος που διακρίνεις ένα ελαφρό μειδίαμα, όλοι οι άλλοι φαίνονται εξαιρετικά σκυθρωποί. Ποιος ξέρει πόσοι από αυτούς κατάφεραν να επιζήσουν (κυρίως δραπετεύοντας).
Η μικρή φωτογραφία τραβήχτηκε στην Καλαμαριά (1935 περίπου). Ο προπαππούς, γέροντας πια, στη μέση. Ο “άρχοντας” της μεγάλης φωτογραφίας, όπως και όλη η ακμάζουσα αστική τάξη των Eλλήνων στη Μικρά Ασία και στον Πόντο έχασαν όλη την κινητή και ακίνητη περιουσία τους.
Μετά από διώξεις, εκτελέσεις, εκτοπισμούς και τέλος με προσφυγιά, όσοι γλύτωσαν ξεκίνησαν από την αρχή μια καινούρια ζωή στη νέα πατρίδα.
Λυκούργος Βιόπουλος
(αναδημοσίευση από διαδικτυακή ομάδα «Άγνωστη Θεσσαλονίκη»)
*Το αντίτιμο για την εξαγορά της στρατιωτικής θητείας λεγόταν «αντισήκωμα», Τουρκικά «bedel».
Πηγή: Μηχανή του Χρόνου
Η μεγάλη φωτογραφία είναι από το οικογενειακό μου αρχείο. Πολλές φορές έχει δημοσιευτεί σε βιβλία, αλλά και στο δίκτυο, γιατί οι φωτογραφίες από τα “αμελέ ταμπουρού” είναι σπάνιες. Τραβήχτηκε στον Πόντο (το 1914) και προφορικές μαρτυρίες λένε ότι πρόκειται για την διάνοιξη του δρόμου Τραπεζούντας – Λαραχανής.
Όλοι κρατάνε φτυάρια εκτός από τον προπάππο μου (κίτρινο βέλος) και τον Tούρκο επιστάτη με το φέσι. Ο προπάππος μου ήταν εύπορος. Προφανώς είχε τα χρήματα (40 λίρες, υπολογίζω πως αντιστοιχεί σε ένα καλό ετήσιο εισόδημα) για να εξαγοράσει την ελευθερία του, αλλά και την διάθεση για να παραγγείλει την εν λόγω φωτογραφία.*
Εξάλλου είναι και ο μόνος που διακρίνεις ένα ελαφρό μειδίαμα, όλοι οι άλλοι φαίνονται εξαιρετικά σκυθρωποί. Ποιος ξέρει πόσοι από αυτούς κατάφεραν να επιζήσουν (κυρίως δραπετεύοντας).
Η μικρή φωτογραφία τραβήχτηκε στην Καλαμαριά (1935 περίπου). Ο προπαππούς, γέροντας πια, στη μέση. Ο “άρχοντας” της μεγάλης φωτογραφίας, όπως και όλη η ακμάζουσα αστική τάξη των Eλλήνων στη Μικρά Ασία και στον Πόντο έχασαν όλη την κινητή και ακίνητη περιουσία τους.
Μετά από διώξεις, εκτελέσεις, εκτοπισμούς και τέλος με προσφυγιά, όσοι γλύτωσαν ξεκίνησαν από την αρχή μια καινούρια ζωή στη νέα πατρίδα.
Λυκούργος Βιόπουλος
(αναδημοσίευση από διαδικτυακή ομάδα «Άγνωστη Θεσσαλονίκη»)
*Το αντίτιμο για την εξαγορά της στρατιωτικής θητείας λεγόταν «αντισήκωμα», Τουρκικά «bedel».
Πηγή: Μηχανή του Χρόνου