Πέμπτη 6 Αυγούστου 2015

Οδοιπορικό στον Πόντο - Επιστροφή στις ρίζες

Οδοιπορικό στον Πόντο - Επιστροφή στις ρίζες
Οδοιπορικό στον Πόντο - Επιστροφή στις ρίζες

Στη σημερινή εποχή της κρίσης των αξιών και των ιδανικών υπάρχει μία κοινωνική μειοψηφία ανθρώπων που αναζητούν τις ρίζες τους. Είναι οι άνθρωποι που θέλουν να γνωρίσουν από που προήλθαν, από πού κατάγονται οι πατέρες, οι μητέρες, οι παππούδες και οι γιαγιάδες τους.

Θέλουν να μάθουν για την ιστορική πορεία της οικογένειας τους. Από πού προήλθαν, που και πως έζησαν οι πρόγονοι τους, σε μέρη μακρινά από αυτά που οι ίδιοι γεννήθηκαν και μεγάλωσαν.

Τις ρίζες αυτές αγωνίζονται και καταφέρνουν να μάθουν τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι Έλληνες που οι γονείς ή οι παππούδες τους ήρθαν στην μητροπολιτική Ελλάδα από τις ανατολικές αλησμόνητες πατρίδες του Ελληνισμού.

Η άλλοτε ελληνική συνοικία της Αμάσειας με τα παραδοσιακά σπίτια που σώζονται έως και σήμερα κάτω από το λαξευτούς τάφους των Μιθριδατών
Η άλλοτε ελληνική συνοικία της Αμάσειας με τα παραδοσιακά σπίτια που σώζονται έως και σήμερα κάτω από το λαξευτούς τάφους των Μιθριδατών

Με το ξεκίνημα του 21ου αιώνα και πλησιάζοντας τα 100 χρόνια από την Μικρασιατική Καταστροφή (1922), την Γενοκτονία των Ποντίων (1914-1922) και την Ανταλλαγή Πληθυσμών (1923-1924), έχει εμφανιστεί ένα άτυπο «κίνημα» επιστροφής στις ρίζες και προσκυνήματος στους τόπους καταγωγής από τους απογόνους των προσφύγων που προήλθαν από τον Πόντο, την Ιωνία, την Καππαδοκία και την Ανατολική Θράκη.

Μία εκδρομή ανθρώπων που αναζήτησαν και βρήκαν τις ρίζες τους, τα σπίτια των γονέων και των παππούδων τους στην περιοχή της Νικόπολης του Πόντου, πραγματοποιήθηκε στις 20 – 28 Ιουλίου 2015 από το ταξιδιωτικό γραφείο «Τραπεζούς», στην οποία και συμμετείχαμε.

Ο κ. Αλέξανδρος Ακριτίδης με φόντο την σημερινή Σάργερη
Ο κ. Αλέξανδρος Ακριτίδης με φόντο την σημερινή Σάργερη

«Οι επισκέψεις στον Πόντο μπορούμε να πούμε ότι άρχισαν από την δεκαετία του 1980. Τότε δεν υπήρχε ακόμα τουριστικό ρεύμα, απλώς πήγαιναν στην περιοχή κάποια άτομα μεμονωμένα ώστε να δουν για πρώτη φορά τον χώρο και να μάθουν τι γίνεται εκεί, μερικές δεκαετίες μετά την φυγή των πατέρων τους», δήλωσε στο ΚΑΝΑΛΙ 1 ο διευθυντής του γραφείου «Τραπεζούς» Φωκίων Φουντουκίδης.

Η κυρία Σοφία Πεσκελίδου στο μεγάλο δέντρο στο κέντρο του χωριού Χάχαυλα, το οποίο φύτεψε ο προπάππους της. Πίσω οι διάταξη των λίθων μαρτυρά την ύπαρξη εκκλησίας
Η κυρία Σοφία Πεσκελίδου στο μεγάλο δέντρο στο κέντρο του χωριού Χάχαυλα, το οποίο φύτεψε ο προπάππους της. Πίσω οι διάταξη των λίθων μαρτυρά την ύπαρξη εκκλησίας

Όπως είπε, «Την πρώτη φορά που επισκέφθηκα τον Πόντο το 1989, δεν γνωρίζαμε ότι υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που έμειναν εκεί και ομιλούν την ποντιακή διάλεκτο, κρατούν τα ποντιακά ήθη και έθιμα, τη μουσική και τους χορούς. Ήταν μία συγκλονιστική εμπειρία για εμάς που το διαπιστώσαμε πρώτοι. Αργότερα, τη δεκαετία του 1990, ξεκίνησαν να οργανώνονται εκδρομές στην Τραπεζούντα κυρίως, την Κερασούντα, τα Κοτύωρα, τη Σαμψούντα, από τουριστικά γκρουπ, τέσσερα με πέντε κάθε χρόνο. Όμως μετά το 2010 το τουριστικό ρεύμα στις νότιες ακτές της Μαύρης Θάλασσας γιγαντώθηκε με τακτικές εκδρομές Ποντίων και άλλων Ελλήνων που θέλουν να γνωρίσουν την περιοχή και να μάθουν για την ιστορία της».


Για τον κ. Φουντουκίδη η εκδρομή αυτήν ήταν η πέμπτη στον Πόντο, αλλά η πρώτη στην περιοχή της Νικόπολης ή αλλιώς Γαράσαρης, όπου έγινε επίσκεψη σε δεκαπέντε χωριά, υπό την ξενάγηση και καθοδήγηση του δημοσιογράφου – συγγραφέα – ερευνητή Νίκου Πετρίδη, ο οποίος γνωρίζει την συγκεκριμένη περιοχή, αλλά και ολόκληρο τον Πόντο, χωριό προς χωριό, οικογένεια προς οικογένεια, σπιθαμή προς σπιθαμή. Οι περισσότεροι εκδρομείς χάρη στις περιγραφές των γονέων ή των παππούδων τους αλλά και στην καθοριστική συμβολή του κ. Πετρίδη, ανακάλυψαν τις πατρογονικές τους εστίες. Όχι απλώς τα χωριά αλλά ακόμα και τις οικίες των προπατόρων τους. Παράλληλα όμως βρήκαν και ένα ζεστό καλωσόρισμα από τους σημερινούς κατοίκους των χωριών, οι οποίοι κερνούσαν τους αναπάντεχους επισκέπτες αριάνι (γαλακτοκομικό προϊόν). Υπήρχαν όμως και οργανωμένες υποδοχές από κάποιες κοινότητες στα πολιτιστικά κέντρα των χωριών, όπου παρατέθηκαν στους εκδρομείς – προσκυνητές αριάνι, τσάι, εδέσματα και φρούτα για να ακολουθήσουν γλέντια με νταούλια και ζουρνάδες. Στα γλέντια αυτά οι επισκέπτες χόρεψαν χέρι – χέρι με τους σημερινούς κατοίκους των χωριών τους ίδιους χορούς στους ίδιους ήχους και σκοπούς. Οι ντόπιοι υποδέχονταν δηλαδή τους εκδρομείς όχι σαν κάποιους άγνωστους ξένους που «τους κουβαλήθηκαν στα καλά καθούμενα» αλλά σαν τους συγγενείς τους που ήρθαν από μακριά και δεν ήθελαν να τους αφήσουν να φύγουν.

Η κα Χουρίδου με σημερινές κατοίκους του Γκιόζκιοϊ μπροστά από τα σπίτια της οικογένειας του παππού της
Η κα Χουρίδου με σημερινές κατοίκους του Γκιόζκιοϊ μπροστά από τα σπίτια της οικογένειας του παππού της

Όπως εξήγησε ο κ. Φουντουκίδης η συγκεκριμένη εκδρομή ήταν από τις ελάχιστες που έγιναν στη Νικόπολη, μία περιοχή απομονωμένη με χαμηλή τουριστική κίνηση αλλά με πλούσια ιστορία.

Οι Έλληνες που έχουν ρίζες από την Νικόπολη έχουν να περηφανεύονται ότι κατάγονται από το τελευταίο κάστρο της Ρωμανίας (Βυζαντινής Αυτοκρατορίας), το οποίο έπεσε στα χέρια των Οθωμανών το 1473, δηλαδή είκοσι χρόνια μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης και δώδεκα χρόνια μετά την Άλωση της Τραπεζούντας. Να τονιστεί ότι η Νικόπολη ιδρύθηκε το 63 π.Χ. από τον Ρωμαίο Στρατηγό Πομπήιο σε ανάμνηση της νίκης του επί του τελευταίου βασιλιά του Πόντου Μιθριδάτη 6ου του Ευπάτωρα.

Ο διευθυντής του ταξιδιωτικού γραφείου «Τραπεζούς» Φωκίων Φουντουκίδης (αριστερά) με τον δημοσιογράφο του Ρ/Σ ΚΑΝΑΛΙ 1 Θοδωρή Ασβεστόπουλο
Ο διευθυντής του ταξιδιωτικού γραφείου «Τραπεζούς» Φωκίων Φουντουκίδης (αριστερά) με τον δημοσιογράφο του Ρ/Σ ΚΑΝΑΛΙ 1 Θοδωρή Ασβεστόπουλο

Στην περιοχή αυτή επισκεφθήκαμε επίσης εκκλησίες και μοναστήρια που σήμερα είτε είναι ερειπωμένα, είτε έμειναν μόνο κάποιοι κίονες είτε σε μεγάλο ποσοστό έχουν μετατραπεί σε τζαμιά. Βρήκαμε επίσης ανθρώπους που είχαν ελληνική καταγωγή, αφού οι παππούδες τους εξισλαμίστηκαν επιφανειακά, ώστε να παραμείνουν στον τόπο τους. Οι ίδιοι φοβόντουσαν να μιλήσουν ανοικτά μπροστά σε πολλά άτομα, αφού σε μεγάλο μέρος της περιήγησης μας στη Νικόπολη, μας «συνόδευαν» μεταξύ άλλων Τούρκοι δημοσιογράφοι, φωτογράφοι και υπάλληλοι της Τουριστικής Υπηρεσίας του Νομού Κερασούντας. Πάντως στην περιοχή της Τραπεζούντας υπάρχουν χωριά ολόκληρα όπου οι κάτοικοι τους μιλούν στην καθημερινότητα τους ανοικτά την ρωμαίικη ποντιακή διάλεκτο που κατάγεται από την αρχαία ιωνική και τη βυζαντινή.

Άποψη του χωριού Γκιόζκιοϊ σήμερα
Άποψη του χωριού Γκιόζκιοϊ σήμερα

Ο πρώτος σταθμός μας στον Πόντο ήταν η Αμάσεια, πόλη μεγάλης ιστορικής σημασίας, για τον Ελληνισμό. Υπήρξε η ιδιαίτερη πατρίδα του γνωστότερου γεωγράφου της αρχαιότητας Στράβωνα και η πρωτεύουσα του αρχαίου ελληνιστικού Βασιλείου του Πόντου, όπου σώζονται οι λαξευτοί τάφοι των Μυθριδατών της δυναστείας που βασίλευσε στην περιοχή κατά τους δύο αιώνες που προηγήθηκαν της ρωμαϊκής κατάκτησης (302 – 63 π.Χ.).

Παράλληλα όμως η Αμάσεια, έχει ιδιαίτερη σημασία και για την νεότερη ελληνική ιστορία, αφού εκεί διεξήχθησαν τα λεγόμενα «Δικαστήρια της Ανεξαρτησίας» το 1921, όπου το καθεστώς που ίδρυε τότε ο Μουσταφά Κεμάλ, ο επονομαζόμενος Ατατούρκ, καταδίκασε σε θάνατο δι απαγχονισμού τους ηγέτες του κινήματος που είχε ως στόχο την δημιουργία της Ελληνικής Δημοκρατίας του Πόντου. Οι απαγχονισμοί των Ποντίων εθνομαρτύρων πραγματοποιήθηκαν στην γέφυρα του ποταμού Ίρι που είναι δίπλα από το παλιό μεγάλο ρολόι της πόλης. Στη συνέχεια περάσαμε από τη λίμνη του Σούσεχρι τόπου μαρτυρίου χιλιάδων Αρμενίων κατά την Γενοκτονία του 1915.

Η κα Χουρίδου στην βρύση του Γκιόζκιοϊ που είχε πρώτος χτίσει ο προπάππους της.
Η κα Χουρίδου στην βρύση του Γκιόζκιοϊ που είχε πρώτος χτίσει ο προπάππους της.

Το πρώτο χωριό της Νικόπολης που επισκεφθήκαμε ήταν η Σάργερη του νομού Σεβάστειας. Στο συγκεκριμένο χωριό έχει τις ρίζες του ο κ. Αλέξανδρος Ακριτίδης, 85 ετών σήμερα, ο οποίος μας περιέγραψε τον τρόπο κατασκευής των σπιτιών στον Πόντο την εποχή που ζούσε εκεί ο πατέρας του. Επίσης μας διηγήθηκε ιστορίες όπως του πατέρα του που γλίτωσε από αρκούδα που τον κυνηγούσε. Ένοιωσε βαθιά συγκίνηση όταν βρήκε το σπίτι του πατέρα του που είναι πλέον σωρός από πέτρες δίπλα από το τζαμί του Σάργερη το οποίο κάποτε ήταν η εκκλησία στην οποία λειτουργούσε ο προπάππους του.

«Ο προπάππους μου, ο πατήρ Δημήτριος, είχε μία καλή φοράδα που ήθελαν να του την πάρουν οι τζανταρμάδες (Τούρκοι χωροφύλακες). Τους παρακάλεσε να κάνει μαζί της μία τελευταία βόλτα στην αυλή του σπιτιού του και αυτοί τον άφησαν. Ενώ περίμεναν να τελειώσει, πηδάει με το άλογο από τον φράχτη και τους ξεφεύγει. Τον πήραν στο κυνήγι αλλά ο ιερέας πρόλαβε να φτάσει στο σπίτι ενός Τούρκου αξιωματούχου με τον οποίο είχε φιλικές σχέσεις και του είπε το πρόβλημα του. Ο αξιωματούχος είπε στους χωροφύλακες να μην διεκδικούν το άλογο του παπα – Δημήτρη και να μην τον ξαναενοχλήσουν και τους έδιωξε», μας διηγήθηκε ο κ. Ακριτίδης, ο οποίος ζει μόνιμα στο χωριό Θεοδόσια Κιλκις όπου και γεννήθηκε. Από το 1966 έως το 1988 έμεινε στη Θεσσαλονίκη όπου εργάστηκε ως μαραγκός. Ο πατέρας του εγκαταστάθηκε στο χωριό το 1922 και του διηγήθηκε τις αναμνήσεις του από την πατρίδα αλλά και τον τρόπο που φτιάχνανε τα σπίτια.

Ο κ. Ακριτίδης συζητά με σημερινούς κατοίκους του χωριού Σάργερη, όπου έζησαν οι πρόγονοι του
Ο κ. Ακριτίδης συζητά με σημερινούς κατοίκους του χωριού Σάργερη, όπου έζησαν οι πρόγονοι του

Στη Σάργερη οι Έλληνες έζησαν δύο χρόνια με Τούρκους που ήρθαν ανταλλάξιμοι από τη Μακεδονία. Σήμερα το χωριό κατοικείται κυρίως από απογόνους Ιρανών προσφύγων. Όπως μας είπε μάλιστα ο κ. Ακριτίδης, πριν λίγα χρόνια επισκέφθηκαν την Θεοδόσια απόγονοι Τούρκων που είχαν φύγει από το χωριό κατά την ανταλλαγή πληθυσμών.

Στη συνέχεια βρεθήκαμε στο παραπλήσιο χωριό Γκιόζκιοϊ, από το οποίο κατάγεται η κυρία Πολυξένη Χουρίδου, νηπιαγωγός, με σπουδές στην σχολή δημόσιας διοίκησης της Παντείου. «Είναι η πρώτη εκδρομή που έκανα στον Πόντο στην οποία είχα την τιμή να επισκεφθώ και το χωριό του παππού μου, το Γκιόζκιοϊ. Ο πατέρας μου το είχε επισκεφθεί το 1988 και επειδή μου είχε διηγηθεί πάρα πολλά για αυτόν τον τόπο είχα την επιθυμία να έρθω και η ίδια εδώ. Ήταν μία εμπειρία συγκινητική χάρη και στην θερμή υποδοχή των σημερινών κατοίκων του χωριού, οι οποίοι θυμόντουσαν την επίσκεψη του πατέρα μου και του θείου μου πριν από εικοσιεπτά χρόνια, τους οποίους κέρασαν αριάνι όπως έκαναν και με εμάς», είπε στο ΚΑΝΑΛΙ 1 η κυρία Χουρίδου, η οποία έδειξε στους χωρικούς το βιβλίο που έγραψε ο θείος της Θέμης Χουρίδης με τίτλο «Το γενεαλογικό δέντρο των Χουριδέων» όπου περιέγραφε την επίσκεψη του στο Γκιόζκιοϊ.

Το μνημείο του Γεωγράφου της αρχαιότητας Στράβων στην Αμάσεια
Το μνημείο του Γεωγράφου της αρχαιότητας Στράβων στην Αμάσεια

Σε διάφορες φωτογραφίες του βιβλίου μάλιστα οι νεαροί κάτοικοι του χωριού αναγνώρισαν συγγενείς τους και συγκινήθηκαν και οι ίδιοι. Να σημειωθεί ότι η πρώτη συνάντηση της Πολυξένης Χουρίδου με τους κατοίκους του Γκιόζκιοϊ ήταν στην βρύση του χωριού, την οποία είχε κάνει ο προπάππους της. «Όταν είχε έρθει ο πατέρας μου η βρύση ήταν ακόμα με πέτρες γύρω γύρω, όπως την είχαν αφήσει οι Έλληνες πριν 90 και πλέον χρόνια, και μου είπε αν παραμένει ακόμα έτσι να δώσω χρήματα για να κατασκευαστεί με τσιμέντο, τελικά όμως είχε φτιαχτεί όπως έπρεπε», δήλωσε εμφανώς συγκινημένη.

Η κα. Πολύξενη Χουρίδου μπροστά από το σπίτι των παππούδων της στο Γκιόζκιοϊ Νικοπόλεως
Η κα. Πολύξενη Χουρίδου μπροστά από το σπίτι των παππούδων της στο Γκιόζκιοϊ Νικοπόλεως

Η κυρία Χουρίδου παράλληλα μας διηγήθηκε και την ιστορία του παππού της, Ανδρέα Χουρίδη: «Έφυγε από τον Πόντο και ήρθε στην Ελλάδα σε ηλικία 21 ετών. Έζησε πάρα πολύ δύσκολες καταστάσεις. Όταν μαθεύτηκε η σφαγή στη Σμύρνη τέλη Αύγουστου του 1922, οι Έλληνες κάτοικοι του Γκιόζκιοϊ πήραν την απόφαση να φύγουν για την Ελλάδα. Στις 6 Ιανουαρίου 1923 έκαναν την τελευταία λειτουργία στην εκκλησία του χωριού, τον Άγιο Νικόλαο και αμέσως ξεκίνησαν για το μεγάλο ταξίδι. Ο παππούς μου και οι Έλληνες συγχωριανοί του οδηγήθηκαν με μουλάρια και ότι άλλο διαθέσιμο μέσο είχαν μέσα από τα βουνά, πληρώνοντας Τούρκους οδηγούς, για να βρεθούν στα Κοτύωρα, μεγάλη παραθαλάσσια πόλη, τη σημερινή Ορντού. Εκεί έμειναν εικοσιπέντε μέρες στον Ιερό Ναό Υπαπαντής, μέχρι που ήρθε το καράβι το οποίο ναύλωσαν για να τους μεταφέρει αρχικά στην Κωνσταντινούπολη, όπου έμειναν για άλλον ένα μήνα. Από εκεί με άλλο καράβι έφτασαν στον Πειραιά, όπου δεν τους άφησαν να κατέβουν αλλά τους οδήγησαν στη Μακρόνησο όπου παρέμειναν για καραντίνα τρεις μήνες.

Ο κ. Αλέξανδρος Ακριτίδης μπροστά από τα ερείπια της οικίας του πατέρα του στο χωριό Σάργερη Νικοπόλεως. Αριστερά διακρίνεται το τζαμί που πήρε την θέση της εκκλησίας που ήταν εφημέριος ο προπάππους του πατήρ Δημήτριος.
Ο κ. Αλέξανδρος Ακριτίδης μπροστά από τα ερείπια της οικίας του πατέρα του στο χωριό Σάργερη Νικοπόλεως. Αριστερά διακρίνεται το τζαμί που πήρε την θέση της εκκλησίας που ήταν εφημέριος ο προπάππους του πατήρ Δημήτριος.

Στο νησί κατέβασαν τους άντρες, οι οποίοι συμμετείχαν στο ποντιακό αντάρτικο για να μείνουν και να μην είναι για λίγο καιρό με τις οικογένειες. Τελικά ο παππούς Ανδρέας με την οικογένεια του πήραν την απόφαση να έρθουν Θεσσαλονίκη, όπου έμειναν και εκεί για ένα μήνα στο καράβι. Όταν κατέβηκαν τους οδήγησαν στο Καραμπουρνάκι στην Καλαμαριά στην θέση που μέχρι και σήμερα ονομάζεται «Απολυμαντήρια», επειδή εκεί ήταν ο χώρος απολύμανσης για τους πρόσφυγες, ο οποίος γκρεμίστηκε το 1961. Δυστυχώς στο ιστορικό αυτό σημείο, από το οποίο περάσαν χιλιάδες πρόσφυγες από Πόντο, Μικρά Ασία και Ανατολική Θράκη, όχι μόνο δεν υπάρχει σήμερα ούτε μία ταμπέλα που να θυμίζει τι ήταν, αλλά δεν έχει βρεθεί έστω και μία φωτογραφία που να το απαθανατίζει. Η οικογένεια του παππού Ανδρέα, εγκαταστάθηκε στον Εύοσμο, όπου εκεί τους βρήκε ο πατέρας του ο οποίος εργαζόταν στην Καβάλα. Ήταν πολλοί Πόντιοι που εργάζονταν πριν την Γενοκτονία και την ανταλλαγή πληθυσμών στην Κωνσταντινούπολη και στην Καβάλα, οι οποίοι γύριζαν κάθε τρία με τέσσερα χρόνια στον Πόντο για να δουν τις οικογένειες τους. Έτσι και ο προπάππους μου όταν έγινε η ανταλλαγή εργαζόταν στην Καβάλα και πήγε να βρει τη γυναίκα και τα παιδιά του στην Θεσσαλονίκη το 1923».

 Η ιστορική γέφυρα της Αμάσειας
 Η ιστορική γέφυρα της Αμάσειας

Η κ. Πολυξένη Χουρίδου μας περιέγραψε και την καταγωγή της από την πλευρά της μητέρας της: «Ο πατέρας της μητέρας μου Βασίλης Στεφανίδης καταγόταν από τη Λάππα και η γιαγιά μου Πολυξένη, της οποίας έχω και το όνομα, το γένος Παράσογλου, καταγόταν από το χωριό Έσκιονε, όπου είχε τον ιερό ναό του Αγίου Γεωργίου που σήμερα είναι τζαμί. Είχε όμως και άλλες τρεις εκκλησίες, δηλαδή κάθε γειτονιά και ναός. Στο χωριό αυτό βρήκα το σπίτι της γιαγιάς από το οποίο έμειναν η περίφραξη και κάτι πέτρες. Δίπλα όμως έχει σωθεί το σπίτι του πρώτου ξαδέρφου της γιαγιάς μου, Παύλου Προφυλίδη. Ο πρόεδρος του Έσκιονε μας πήγε στο σπίτι του και μας κέρασε αριάνι. Μας αποκάλυψε ότι η γιαγιά του ήταν Ελληνίδα, από τις λίγες που παρέμειναν στον Πόντο, αλλάζοντας το όνομα της σε Ναζλί ή Ναζλού όπως το λέγαμε οι Πόντιοι.

H Λίμνη Σούσεχρι
H Λίμνη Σούσεχρι

Μετά πήγαμε και στη Λίτσασα απ’ όπου ξεκίνησε το σόι των Χουριδαίων. Επειδή όμως το χωριό δεν είχε χωράφια έφυγαν και πήγαν στο Γκιόζκιοϊ όπου αγόρασαν εκτάσεις και ήταν τόπος κατάλληλος να εγκατασταθούν μόνιμα». Η κυρία Χουρίδου, όπως μας είπε, επιθυμεί να ξανακάνει το ταξίδι με όσους περισσότερους συγγενείς της είναι δυνατόν. Έγραψε το μυθιστόρημα «Κλεωνόρα», από το όνομα της γιαγιάς της, το οποίο περιγράφει την ιστορία των παππούδων της, ενώ ετοιμάζει και άλλο μυθιστόρημα εμπνευσμένο από την ιστορία της οικογένειας της.

Άλλο ένα χωριό που επισκεφθήκαμε κατά τη διάρκεια της εκδρομής ήταν τα Χάχαυλα, από το οποίο καταγόταν ο παππούς της κυρίας Σοφίας Πεσκελίδου.

Η Νικόπολη σήμερα
Η Νικόπολη σήμερα

«Ήταν μία μοναδική εμπειρία χάρη στην οποία έζησα μία πολύ μεγάλη συγκίνηση. Περίμενα αυτό το ταξίδι πολλά χρόνια και δοξάζω τον Θεό που με αξίωσε να δω το χωριό του παππού μου, του Σάββα Πεσκελίδη. Κατά την επίσκεψη μου στα Χάχαυλα έδειξα στους κατοίκους μία φωτογραφία από την επίσκεψη που είχε κάνει ο πατέρας μου το 1973 στο χωριό, από την οποία αναγνώρισαν κάποιους συγχωριανούς τους που ήταν τότε εν ζωή», δήλωσε η κυρία Πεσκελίδου. «Είδαμε τα σημεία όπου ήταν η εκκλησία και το σχολείο των παππούδων μας καθώς και μία βρύση εκεί που την περιέγραψε ο παππούς, αλλά και ένα μεγάλο δέντρο που είχε φυτέψει στο κέντρο του χωριού ο πατέρας του παππού μου, ο Αναστάσης Πεσκελίδης», είπε συμπληρώνοντας την περιγραφή της από την επίσκεψη στα Χάχαυλα.

Συνεχίζεται…