Το Ποντιακό ζήτημα και η 19η Μαΐου εκείθεν και εντεύθεν του Αιγαίου |
του Κωνσταντίνου Φωτιάδη
Το βιβλίο αυτό, καρπός πολυετούς έρευνας, εμφανίζεται στην πιο κατάλληλη ώρα. Είναι η καλύτερη απάντηση στις απαράδεκτες θέσεις του ανιστόρητου και άκρως επικίνδυνου Υπουργού Παιδείας, Νίκου Φίλη.
Οι δηλώσεις του είναι παλιές, από τον Αύγουστο του 2014. Εμείς όμως ξυπνήσαμε έντεκα μήνες αργότερα. Γνωρίζαμε ότι ήταν πρωτοπαλίκαρο το ΣΥΡΙΖΑ και ότι θα έπαιζε πρωταγωνιστικό ρόλο μετά τις εκλογές. Γιατί δεν αντιδράσαμε νωρίτερα, γιατί δεν ενημερώσαμε τους προσφυγικής καταγωγής ψηφοφόρους ποιους εθνοσωτήρες εκλέγουμε, για να μας αντιπροσωπεύουν στο Κοινοβούλιο; Λυπάμαι, αλλά έχουμε και εμείς ευθύνη για την ιστορική, ηθική, κοινωνική, πολιτισμική και πολιτική παρακμή.
Από το νέο πνευματικό μας παιδί παραθέτω ένα απόσπασμα, το οποίο αφιερώνω στους 353.000 νεκρούς μας. Όσο για τον Υπουργό μας του αφιερώνω το τραγούδι του Σαββόπουλο: Χαιρετίσματα στην εξουσία, εγώ κρατάω την ουσία και ονειρεύομαι.
Ο Νίκος Χειλαδάκης γράφει ότι στην Ελλάδα κάποιοι γνωστοί και μάλιστα επώνυμοι τουρκολάγνοι υποστηρίζουν πως δεν διαπράχτηκε καμία γενοκτονία σε βάρος του ελληνισμού της Ανατολής, ότι οι Έλληνες έφυγαν μετά… «βαΐων και κλάδων» από την προκυμαία της Σμύρνης. Έρχεται, ωστόσο, ακόμη ένας τούρκος διανοούμενος να τους βάλει τα γυαλιά αποδεχόμενος δημόσια πως διαπράχτηκαν αμέτρητα εγκλήματα σε βάρoς των Ρωμιών, Αρμενίων και Ασσυρίων. Πρόκειται για τον γνωστό αρθρογράφο, συγγραφέα και πολιτικό, Cengiz Aktar, ο οποίος με ένα εντυπωσιακό άρθρο στην τουρκική εφημερίδα Taraf με τον τίτλο, «1915 Giderken», προβάλλει ουσιαστικά τις τύψεις της συνείδησης ενός πραγματικά συνειδητοποιημένου Τούρκου για τις γενοκτονίες που έγιναν την εποχή εκείνη σε βάρος των χριστιανών της Μικράς Ασίας, τύψεις που μέχρι σήμερα κυνηγούν πολλούς Τούρκους στη σημερινή ισλαμική πλέον Τουρκία των Tayyip Erdogan και Ahmet Davutoglou. Ο Aktar παραδέχεται ότι το χώμα της Ανατολίας που πατούν οι σημερινοί κάτοικοί του είναι ποτισμένο με το αίμα των χριστιανών που εξολοθρεύτηκαν στις αρχές του εικοστού αιώνα και κρύβει το μαρτύριο εκείνης της εποχής, η οποία έχει γραφτεί με μελανά χρώματα στην ιστορία αυτού του τόπου. Στις αρχές του εικοστού αιώνα, σύμφωνα με τον Cengiz Aktar, στη Μικρά Ασία κατοικούσαν εκατομμύρια χριστιανοί σε όλο το μήκος και το πλάτος της και σήμερα δεν υπάρχει σχεδόν κανένας, γεγονός που καταδεικνύει το έγκλημα της Γενοκτονίας που διαπράχτηκε την εποχή εκείνη σε βάρος αυτών των γηγενών λαών. Το ερώτημα, σύμφωνα με τον τούρκο αρθρογράφο, αν έγινε Γενοκτονία ή δεν έγινε, είναι φιλολογικό και θεωρητικό. Το γεγονός ότι αυτοί οι άνθρωποι εξαφανίστηκαν και ουσιαστικά εξολοθρεύτηκαν, είναι μια ιστορική πραγματικότητα που δεν μπορούμε σήμερα να την αγνοήσουμε. Στα χώματα της Ανατολίας δεν ζουν σήμερα οι χριστιανοί που είχαν ζήσει επί αιώνες μαζί με τους μουσουλμάνους και αυτό είναι απόρροια των θλιβερών ιστορικών γεγονότων που συνέβησαν εκείνη την εποχή και είχαν σαν αποτέλεσμα την εξόντωση αυτών των πληθυσμών. Θα πρέπει να δούμε την Ιστορία κατάματα, υποστηρίζει ο Cengiz Aktar, να αναγνωρίσουμε την ιστορική πραγματικότητα και όχι να συζητάμε επί πολλά χρόνια ένα γεγονός που δεν το αποδεχόμαστε για πολλούς λόγους. Είναι μάταιη η προσπάθεια να κρυβόμαστε και στο εσωτερικό και ιδίως στο εξωτερικό για τα γεγονότα αυτά που έχουν αναγνωριστεί από τη διεθνή ιστορική πραγματικότητα και, αν θέλουμε να είμαστε συνεπείς με την Ιστορία, θα πρέπει και εμείς να σταθούμε στο ύψος μας και να τα αναγνωρίσουμε.
Μία άλλη ξεχωριστή προσωπικότητα της Τουρκίας, ο Ali Çait Çetinoğlu, στην ερώτηση, γιατί η Τουρκία αρνείται την αναγνώριση, εκτιμάτε ότι προέρχεται από φανατισμό; η απάντηση του είναι αφοπλιστική και καθοριστική: «Όχι. Μιλάμε για την πρακτική σφετερισμού τεράστιου πλούτου, που αποτελεί το θεμέλιο της κοινωνικής και οικονομικής υπόστασης ενός σημαντικού μέρους των πλουσίων της Τουρκίας. Η τάξη που εξουσίαζε την Τουρκία για πολλές δεκαετίες ήταν αυτή που ανήλθε στην εξουσία δια μέσου σφαγών και λαφυραγωγίας. Η σημερινή εξουσία, που είναι οι προύχοντες της Ανατολίας που πλούτισαν από τη Γενοκτονία, μέχρι την εποχή του Οζάλ έκρυβε στο προσκέφαλο τα προϊόντα αυτής της μεταφοράς πλούτου. Η αλυσίδα συνεχίζει χωρίς να σπάσουν οι κρίκοι της και αυτό καθιστά πολύ δύσκολη την αναγνώριση της Γενοκτονίας».
Ανάλογη ιστορική τοποθέτηση έχει και ο τούρκος ιστορικός Mechmet Polatel, που πρόσφατα παρουσίασε τη μελέτη του «Κατάσχεση της περιουσίας των Αρμενίων στη διάρκεια της Γενοκτονίας των Αρμενίων και μετά από αυτήν» στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο της Αρμενίας (AUA). Ο Mechet Polatel υποστηρίζει στην έρευνα του ότι: «υπάλληλοι του κρατικού μηχανισμού, συνεργάτες των τοπικών υπηρεσιών και μεμονωμένες ομάδες παρακρατικών ατόμων κατάσχεσαν τις περιουσίες των δολοφονημένων και εξορισθέντων Αρμενίων.
Οι κατασχεμένες περιουσίες παραδόθηκαν σε μετανάστες, σε στρατιώτες, σε μουσουλμάνους επιχειρηματίες, ή χρησιμοποιήθηκαν από το ίδιο το κράτος για την κάλυψη των δικών του αναγκών. Τα ακίνητα των Αρμενίων εκκλησίες, σχολεία και άλλα θεσμικά κτήρια, χρησιμοποιήθηκαν ως αστυνομικοί σταθμοί, νοσοκομεία ή για άλλες κρατικές ανάγκες».
Ο καθηγητής φιλοσοφίας Noam Chomsky, με αφορμή την εισβολή των Δυνάμεων Ασφαλείας στις τουρκικές φυλακές, καταγγέλλει ότι η Τουρκία είναι ένα «κράτος εγκληματίας», στο οποίο η Δύση και κυρίως οι Η.Π.Α. με την ανοχή τους επέτρεψαν να περάσει τέτοιες βίαιες πρακτικές καταστολής, παραβιάζοντας κατάφωρα το Διεθνές Δίκαιο, τα δημοκρατικά δικαιώματα των διαφόρων εθνοτήτων της Μικράς Ασίας, με αντάλλαγμα την προστασία των στρατηγικών, πολιτικών, οικονομικών και στρατιωτικών τους συμφερόντων. Η θέση του σύγχρονου διανοητή Noam Chomsky θα πρέπει να προβληματίσει όλες τις συνειδήσεις, καθώς αποδεικνύεται περίτρανα ότι όλα αυτά τα χρόνια η Τουρκία δεν έχει διδαχθεί τίποτα από τα λάθη της και δε σταμάτησε να διαπράττει εγκλήματα σε βάρος των πληθυσμών της πολυεθνικής και πολυπολιτισμικής χώρας που στρατοκρατικά εξουσιάζει. Είναι αλήθεια ότι η Ευρώπη ανέχεται την Τουρκία, όπως ανέχτηκε και του Ναζί.
Από τη Γερμανία ο Τούρκος Ali Erdem καταγγέλει το 2002 ότι: « η Τουρκία προσπαθεί να απαγορεύσει στους απογόνους των θυμάτων να θυμούνται, να απαιτούν το δίκαιο και τη δικαιοσύνη. Τέτοια εγχειρήματα τα αντιλαμβανόμαστε όχι μόνο ως προσβολή των παθόντων λαών, αλλά και ως βαριά προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Παρόλο που η Βουλή της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναγνώρισε το 1987 τη Γενοκτονία των Αρμενίων ως μια ιστορική πραγματικότητα, στις περισσότερες περιπτώσεις η απάνθρωπη προσέγγιση της Τουρκίας γίνεται ακόμα ανεκτή από την πλευρά της ευρωπαϊκής Ένωσης ή καλύτερα των χωρών της ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Τουρκία ιδρύει στα τουρκο-αρμενικά σύνορα προκλητικά ψευτομνημεία, για να θυμίζουν μια δήθεν ‘’γενοκτονία των Αρμενίων ενάντια στους Τούρκους’’. Η διαστρέβλωση δεν έχει όρια πια. Ακόμη και τα οστά των θυμάτων της Γενοκτονίας των Αρμενίων προσαρμόζονται με το ζόρι και εκτίθενται ως «θύματα Τούρκων». Τα τουρκικά σχολικά βιβλία είναι πολύ μακριά από την επιστημονική αλήθεια και την ηθική. Τα θέματα εκτοπισμός και Γενοκτονία δικαιολογούνται σύμφωνα με το τουρκικό κρατικό δόγμα. Δεν είναι σπάνιο φαινόμενο οι κύριοι υπεύθυνοι της Γενοκτονίας, όπως ο Talaat Pasa, να παρουσιάζονται ως ήρωες και υποδειγματικοί πατριώτες. Τα σχολικά βιβλία περιλαμβάνουν όχι μόνο ρατσιστικές ιδέες και αντιλήψεις των ιστορικών γεγονότων, αλλά και την πλήρη απάρνηση και περιφρόνηση άλλων λαών και της Ιστορίας τους, οι οποίοι συνεχίζουν να υπάρχουν ως “μειονότητες” στην Τουρκία. Στο μάθημα της μητρικής γλώσσας για τουρκόφωνα παιδιά η πραγματικότητα στις χώρες της ευρωπαϊκής Ένωσης δεν είναι διαφορετική. Σε κράτη όπως η Γερμανία, η Γαλλία, το Βέλγιο, η Ολλανδία κτλ., όπου τουρκόφωνα παιδιά διδάσκονται στη μητρική τους γλώσσα, υπάρχει ανεκτικότητα για τις παραποιήσεις της Ιστορίας και την πλύση εγκεφάλου που γίνεται. Εμάς ασφαλώς μας ενδιαφέρουν τα διατάγματα και οι νόμοι του εκπαιδευτικού συστήματος της χώρας ή καλύτερα του ομόσπονδου κρατιδίου στο οποίο ζούμε. Στο σύνταγμα της πόλης Hessen αναφέρονται τα ακόλουθα, ενάντια στην παραποίηση του μαθήματος της ιστορίας: «Το μάθημα της Ιστορίας πρέπει να στρέφεται προς την πιστή αυθεντική παρουσίαση του παρελθόντος. Σ' αυτή την προσπάθεια πρέπει να μπαίνουν στο επίκεντρο της διδασκαλίας οι μεγάλοι ευεργέτες της ανθρωπότητας, η ανάπτυξη του κράτους, της οικονομίας, του πολιτισμού και της κουλτούρας, όχι όμως οι στρατηγοί, οι πόλεμοι και οι σφαγές.» (Σύνταγμα της πόλης Hessen αρθ. 56, παρ. 5).
Μεγάλο μέρος των μειονοτήτων στη Γερμανία προέρχονται από την Τουρκία. Η Γερμανία, η χώρα εξαιτίας της οποίας η ανθρωπότητα έζησε τα πιο πικρά βιώματα, πρέπει να απαντήσει στα ακόλουθα ερωτήματα: Γιατί να επιτρέπεται να παραποιείται η Ιστορία για τα παιδιά από την Τουρκία; Οι νόμοι δεν έχουν γι’ αυτά τα παιδιά καμία ισχύ ή μήπως οι Τούρκοι νοθευτές της Ιστορίας απολαμβάνουν μια ιδιαίτερη ασυλία; Ακόμη και μετά από 87 χρόνια η τουρκική αντιπολίτευση δεν τολμά να αναφέρει την ιστορική πραγματικότητα με το όνομά της, δηλαδή να χρησιμοποιήσει τον όρο “γενοκτονία”. Δεν υπάρχει κανένα κόμμα στην πολιτική σκηνή, το οποίο να έγραψε στο πρόγραμμά του τον όρο “εξέταση της Iστορίας”. Η κοινωνία συμπεριφέρεται σαν να μην υπήρξε τέτοιου είδους ζήτημα. Μόνο μεμονωμένα άτομα, που ο αριθμός τους είναι περιορισμένος, κάνουν ό,τι μπορούν για την αναγνώριση της Γενοκτονίας. Δε θα αργήσει όμως πολύ η ώρα εκείνη που και αυτά τα άτομα θα νιώσουν την παρακολούθηση και τα αντίποινα του κράτους. Θα στιγματιστούν ανελέητα ως “προδότες της χώρας” και από τότε και στο εξής θα πρέπει να περιμένουν τις χειρότερες εκπλήξεις. Γι' αυτό είναι αδύνατο δίχως πίεση της δημοκρατικής διεθνούς κοινής γνώμης, χωρίς διεθνή υποστήριξη των δημοκρατικών δυνάμεων στην Τουρκία και το εξωτερικό να σπάσει αυτό το ταμπού. Γι' αυτό παρακαλούμε όλους τους δημοκρατικο-προοδευτικούς θεσμούς και προσωπικότητες να υποστηρίξουν τον αγώνα μας, δηλαδή την απαίτηση για αναγνώριση της Γενοκτονίας και την απαίτηση για δικαιοσύνη και δίκαιο για αυτούς που το δικαιούνται».
Ένα αθεράπευτο καρκίνωμα το οποίο η Άγκυρα πιστεύει ότι μπορεί να ξεπεράσει προσφέροντας πακτωλούς χρημάτων ή άλλου είδους επιδοτήσεις και προσφορές, είναι το στίγμα της Γενοκτονίας και οι ενοχές που την κατατρέχουν και την εμποδίζουν να αφομοιώσει τους θεσμοθετημένους -θεωρητικά τουλάχιστον- κανόνες της παγκόσμιας δημοκρατικής κοινότητας και ειδικότερα της Ε.Ε. της οποίας επιδιώκει να γίνει μέλος.
Τα τελευταία χρόνια οι τουρκικές κυβερνήσεις δαπανούν εκατομμύρια δολάρια για να απαλλαγούν από τα εγκλήματα γενοκτονίας που διέπραξαν οι πρόγονοί τους στις αρχές του προηγούμενου αιώνα σε βάρος των χριστιανικών λαών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο καθηγητής Σπύρος Βρυώνης στο βιβλίο του «Η Κλειώ συναντά την Ιστορία», εκδόσεις ΙΜΧΑ, ξεμπροστιάζει όλους τους ακαδημαϊκούς, δημοσιογράφους, εκδότες και πολιτικούς των ΗΠΑ, που χρηματοδοτήθηκαν αδρά για να στηρίξουν ή να προστατεύσουν στους εργασιακούς τους χώρους τα τουρκικά συμφέροντα. Σήμερα το τουρκικό λόμπυ στις ΗΠΑ οργιάζει στην κυριολεξία. Η Άγκυρα χάρη στη βυζαντινή διπλωματία που κληρονόμησε, κατόρθωσε να δημιουργήσει επίσημα στο αμερικανικό Κογκρέσο τουρκική επιτροπή από αμερικανούς βουλευτές, οι οποίοι έχουν επιστρατευθεί για την προστασία των τουρκικών συμφερόντων -φυσικά με το αζημίωτο.
Όσο η Τουρκία θα είναι αναγκασμένη να αντιπαρατίθεται με την Ιστορία της, θα συνεχίζει να εκπλήσσει τον κόσμο με τη φοβερή εφευρετικότητά της στους τομείς της υπεκφυγής και της απόκρυψης. Η πρόσθεση επιλεκτικών μαθημάτων ιστορίας στις τρεις τάξεις του λυκείου (αρθ.272/14.6.2002) για τους Αρμένιους, τους Έλληνες του Πόντου και τους Ασσύριους, με απόφαση του υπουργού Παιδείας Metin Bostancioglou, αλλά και η πρωτοβουλία του επόμενου υπουργού Παιδείας Husein Celik με το διάταγμα της 14ης Απριλίου 2003 για τη θεματοποίηση των αδιάκοπων γενοκτονικών κατηγοριών, είχε ως στόχο την αποδοχή του επιθυμητού αποτελέσματος, που ήταν η άρνηση όλων των κατηγοριών περί γενοκτονίας των χριστιανικών λαών. Σύμφωνα λοιπόν με τον Τούρκο υπουργό Παιδείας, πρέπει να διοργανωθούν συνέδρια στα σχολεία και τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, που να έχουν ως αντικείμενο τους αστήρικτους ισχυρισμούς των Αρμενίων, Ελλήνων Ποντίων και Συρίων ή Ασσυροχαλδαίων. Η διαπίστωση στο πλαίσιο των προσπαθειών του υπουργείου στον αγώνα εναντίον των ισχυρισμών για γενοκτονία προξενεί την εντύπωση ότι ο ένοχος δράστης αμύνεται απεγνωσμένα να αποδείξει την αθωότητά του. Το να βάζει κανείς με άνωθεν εντολές, προπαγανδιστικές εκθέσεις στα σχολεία, όπου υπάρχουν και μαθητές χριστιανικών εθνοτήτων, ουσιαστικά τους προειδοποιεί ψυχολογικά, ότι από τη μαθητική τους ζωή είναι εν δυνάμει αιχμάλωτοι πολέμου και ότι είναι υποχρεωμένοι, αν θέλουν να ζήσουν σε αυτή τη χώρα, να αποδεχθούν αυτές τις θέσεις.
Τα άκρως εθνικιστικά και φασιστικά μέτρα του στρατοκρατικού μετακεμαλικού κράτους προκάλεσαν για πρώτη φορά δημόσια την αντίδραση Τούρκων ακαδημαϊκών, εκπαιδευτικών και διανοούμενων, οι οποίοι δημόσια και επώνυμα κατήγγειλαν με ένα κείμενο με τίτλο «Το τέλος στην εχθρικότητα και στις διακρίσεις στο μάθημα της Ιστορίας» τη ρατσιστική πολιτική του υπουργείου Παιδείας. Παράλληλα άρχισαν πολλά μέλη της Επιτροπής ενάντια στον ρατσισμό και τις διακρίσεις της Ένωσης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να δημοσιοποιούν την ιδεολογική τους ταυτότητα και τις προσωπικές τους τοποθετήσεις πάνω σε ζητήματα που ήταν μέχρι τότε απαγορευμένα κι επικίνδυνα. Στηριζόμενοι στην παράγραφο 245 του Τουρκικού Συντάγματος που αναφέρεται στην άρνηση του περιορισμού του δικαιώματος της ελευθερίας της γνώμης, 300 προσωπικότητες της δημόσιας ζωής απαίτησαν την απόσυρση της εγκυκλίου του υπουργείου Παιδείας, η οποία, όπως δήλωναν, προωθούσε τη σκόπιμη διαστρέβλωση του μαθήματος της Ιστορίας στα σχολικά βιβλία. Η κίνηση αυτή των Τούρκων διανοουμένων απελευθέρωσε πολλές δημοκρατικές φωνές, οι οποίες κατήγγειλαν την υπουργική απόφαση ως μια πράξη απόγνωσης μιας χώρας, η οποία είναι αποκομμένη από κάθε πράξη συνείδησης της πραγματικότητας και της δικαιοσύνης και η οποία πρέπει να χρησιμοποιήσει τα πιο έσχατα και απίθανα μέσα, για να συμβαδίσει με την γνώση η οποία έχει έρθει στο φως παγκοσμίως σχετικά με τις γενοκτονίες στη Τουρκία. Η άρνηση των γενοκτονιών στερείται επιστημονικής τεκμηρίωσης και δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ανικανότητα ενός κράτους και μιας κοινωνίας να κοιτάξει στον καθρέφτη και να αναγνωρίσει ότι η αλήθεια, η Γενοκτονία των χριστιανικών λαών της Μικράς Ασίας την περίοδο των Νεότουρκων και των Κεμαλικών, δεν είναι δυνατό πλέον να αποσοβηθεί και να αποσιωπηθεί, όπως ακριβώς και το ολοκαύτωμα των Εβραίων, των σλαβικών και των άλλων ευρωπαϊκών λαών από τους Γερμανούς.
Πρωτοπόρος στον εκδημοκρατισμό του τουρκικού λαού είναι ο «Σύλλογος κατά των Γενοκτονιών», που εδρεύει στη Φραγκφούρτη της Γερμανίας. Ο πολιτικά εξόριστος αγωνιστής της τουρκικής αριστεράς Ali Erdem, ο οποίος προλόγισε και το δεκατετράτομο έργο μου για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, πρωτοστατεί στη Γερμανία και σε όλη την Ευρώπη για την αναγνώριση των γενοκτονιών που διαπράχθηκαν στις αρχές του αιώνα στη χώρα του. Όλα, υποστηρίζει, ακόμη και το ψέμα, υπηρετούν την αλήθεια. Η σκιά δεν μπορεί να καλύψει τον ήλιο, όπως δίκαια είπε ο Κάφκα, και πιστεύουμε ότι και στην Τουρκία ο μηχανισμός των ψευδών δεν θα μπορέσει να καλύψει τον ήλιο που λάμπει στον ουρανό.
Αυτός όμως που ανέδειξε επιστημονικά το έγκλημα της Γενοκτονίας, ξεσκεπάζοντας το ψεύτικο προσωπείο των τουρκικών κυβερνήσεων, είναι ο τούρκος ακαδημαϊκός Taner Akçam. Το έργο του «Μια επαίσχυντη πράξη: η Γενοκτονία των Αρμενίων και το ζήτημα της τουρκικής ευθύνης» αποτελεί την πρώτη σοβαρή ακαδημαϊκή προσπάθεια να γίνει κατανοητή η Γενοκτονία από την πλευρά του δράστη μάλλον, παρά των θυμάτων. Αξιοποιώντας οθωμανικές πηγές, οθωμανικά στρατιωτικά και δικαστικά αρχεία, πρακτικά κοινοβουλίων, επιστολές και μαρτυρίες αυτοπτών μαρτύρων, ως άλλος Θουκυδίδης ξεπερνά τα εθνικά σύνορα, σέβεται το λειτούργημα του διαχωρίζοντας τη θέση του στο θέμα της Γενοκτονίας των Αρμενίων, αλλά και των Ελλήνων.
Αμφισβητεί την επίσημη γραμμή της πατρίδας του. Είναι ο πρώτος τούρκος ακαδημαϊκός που χρησιμοποιεί δημόσια τη λέξη «γενοκτονία». Ο τούρκος νομπελίστας λογοτεχνίας Orhan Pamuk γράφει για τη μελέτη «Μια επαίσχυντη Πράξη» ότι «είναι η οριστική αφήγηση της οργανωμένης καταστροφής των Οθωμανών Αρμενίων, γραμμένη από έναν θαρραλέο Τούρκο ακαδημαϊκό, που έχει αφιερώσει τη ζωή του στην καταγραφή των γεγονότων. Καμία μελλοντική συζήτηση για την ιστορία δεν θα μπορέσει να αγνοήσει αυτό το βιβλίο».
Στον δρόμο του ακαδημαϊκού Taner Akçam κινήθηκε και η ερευνήτρια Pervin Erbil, όπως αναφέραμε παραπάνω’ με το βιβλίο της ‘’Η Νιόβη θρηνούσε για τη Μικρά Ασία’’, αλλά και αξιόλογα άρθρα. Οι μαρτυρίες και ο τρόπος της τεκμηρίωσής της ξεπερνούν μερικές φορές και τους Έλληνες ιστορικούς, που περιγράφουν τα γεγονότα.
Στο πανεπιστήμιο Sabanci της Κωνσταντινούπολης, όπου διδάσκουν πολλοί δημοκρατικοί καθηγητές, ξεχωρίζει ο ακαδημαϊκός Halil Βerktay, που διδάσκει Ιστορία και Iστοριογραφία του Εθνικισμού.
Μεγάλη έκπληξη ήταν για όλους εμάς που ασχολούμαστε με τα θέματα των γενοκτονιών και των ελληνοτουρκικών σχέσεων το ένθετο αφιέρωμα της εφημερίδας Δρόμος της Αριστεράς στις 28 Μαΐου του 2011 με τίτλο «Δρόμοι της Ιστορίας» και υπότιτλο «Από την αυτοκρατορία στο έθνος-κράτος: η γενοκτονία στην ανατολή». Πρόκειται για κείμενα τούρκων ιστορικών και διανοούμενων που επιδιώκουν μέσα από την αναζήτηση της αλήθειας την απαλλαγή της προγονικής ενοχής.
«Η συνείδηση της Ιστορίας θα μας απελευθερώσει» γράφει ο Fikret Baskaya, που φυλακίστηκε πολλές φορές για το συγγραφικό του έργο. Ο Ahmet Oral γλωσσολόγος και εκπαιδευτικός με 26 βιβλία στην πλάτη του και 10 χρόνια φυλακή για τις πολιτικές του απόψεις, σχολιάζει το Αρμενικό, Ελληνικό, Κουρδικό και Αλεβίτικο ζήτημα.
Άλλος ένας πρώην έγκλειστος των στρατιωτικών φυλακών της Κωνσταντινούπολης, ο Dogan Akanli, σήμερα ζει στην Κολωνία της Γερμανίας και ασχολείται ερευνητικά με θέματα γενοκτονίας του 20ου αιώνα, καθώς επίσης και με τον διαπολιτισμικό διάλογο. Σε συνέντευξη του για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου τονίζει ότι «ο πόνος δεν θα ήταν μικρότερος, αν δε μιλούσαμε για τη Γενοκτονία».
Άξια προσοχής πιστεύω πως είναι και η τοποθέτηση του Attila Tuygan, ο οποίος συνελήφθη πολλές φορές γιατί είχε γράψει πολλά κείμενα για τη Γενοκτονία των Αρμενίων, για τον τουρκικό εθνικοαπελευθερωτικό πόλεμο και τη μεταχείριση των Ελλήνων της Ανατολής.
Επίσης, το άρθρο του Taner Akçam «Οι εκτοπίσεις και οι σφαγές των Ελλήνων 1913-1914: πρόβα για τη Γενοκτονία των Αρμενίων» είναι ένα άρθρο μέσα από το οποίο μπορεί να πάρει κανείς μια γεύση της ελληνικής γενοκτονίας.
Μεγάλο επιστημονικό ενδιαφέρον παρουσιάζει και το άρθρο του ακαδημαϊκού Ali Sait Çetinoğlu «Η ιδέα του ανεξάρτητου Πόντου και η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου». Βαθύς γνώστης της ιστορίας των ελληνοτουρκικών θεμάτων του 20ου αιώνα, στο πλούσιο συγγραφικό του έργο για τους Νεότουρκους, τον Κεμαλισμό, το Ποντιακό ζήτημα και τον ληστρικό φόρο varlik vergisi (φόρος περιουσίας 1942-1944) αποκαλύπτει άγνωστες πτυχές των κρίσιμων γεγονότων χάρη στο αξιόλογο υλικό που έχει στη διάθεσή του.
Κλείνουμε το κεφάλαιο αυτό με έναν προβληματισμό για την ελληνική αριστερά και πολλούς αριστερούς διανοούμενους της Ελλάδας και την ανερμήνευτη στάση τους στα εθνικά ζητήματα, ιδιαίτερα εκείνα των ελληνοτουρκικών σχέσεων και των Ελλήνων του Πόντου. Προσωπικά είμαστε ιδεολογικά και πολιτικά αλληλέγγυοι με τον εξόριστο Τούρκο διανοούμενο Dogan Okuden, που τονίζει σε άρθρο του ότι: «Ελλάδα και Τουρκία είναι καταδικασμένες να συνυπάρξουν και να ζήσουν μαζί. Αυτό θα γίνει μόνο όταν η Τουρκία απελευθερωθεί από τον στρατιωτικό ζυγό».
Κι οργισμένος δηλώνει: «Γιατί τα κράτη και η Ε.Ε. ανέχονται την Τουρκία; Η Τουρκία δεν έχει δείξει καμία διάθεση να αναγνωρίσει τα δικαιώματα των μειονοτήτων».
Η περίοδος όμως της ανοχής τελείωσε. Οι λαοί της Μικράς Ασίας βγαίνουν από τους τάφους τους. Είναι ώριμες επιστημονικά και πολιτικά οι συνθήκες για να διεκδικήσουμε την αναγνώριση της Γενοκτονία.