Σπονδή στον Γιάννη Κυριακίδη των Ποντίων της Ευρώπης |
Του Γιώργου Γεωργιάδη
Δημοσιογράφου
Από το 1997 και εντεύθεν κέρδισα το δικαίωμα να παρακολουθώ επαγγελματικά τις δραστηριότητες των Ποντίων της Ευρώπης για λογαριασμό της Δημόσιας Τηλεόρασης αλλά και της εφημερίδας "Μακεδονία".
Κεντρικό πρόσωπο των πατριωτικών λαοσυνάξεων της Γερμανίας στα πετυχημένα πάντα Φεστιβάλ κάθε αρχές καλοκαιριού ήταν ο Γιάννης Κυριακίδης, ο φωτορεπόρτερ που μαζί με δύο-τρεις ακόμα παθιασμένους Ποντίους από την Ελλάδα και την Γερμανία άλλαξαν την πορεία της Ομογένειας εις ότι αφορά τα Ποντιακά.
Θα ήθελα λοιπόν να μιλήσω για τον Πόντιο Γιάννη Κυριακίδη, τον θρυλικό Άρκο, που είχε ήδη κατατροπώσει πρωθυπουργούς και ξένους ηγέτες από πολύ νωρίς αλλά στην Γερμανία στην θέα των μικρών Ποντιόπουλων λύγιζε από το βάρος της συγκίνησης και της ματωμένης Μνήμης της Προσφυγιάς του.
Ήμασταν μια παρέα μαζί του: Ο Αχιλλέας Βασιλειάδης, ο Φόρης Πεταλίδης, ο Χρήστος Παπαδόπουλος με τον Γαλανίδη, τον Λευτέρη Παπαδόπουλο και άλλοι.
Στην μέση ήταν ο Γιάννης Κυριακίδης, στα αεροδρόμια να του κουβαλάμε εμείς οι νεοσσοί τις βαλίτσες με καμάρι και τα σύνεργα και την περίφημη πια... σκάλα.
Έχοντας πάντα στο στόμα αυτά τα αρωματικά πούρα Αβάνας, τα πιο ακριβά διαχρονικά, να μας διηγείται ιστορίες από την Καλαμαριά, την φτώχεια, τα τσαμούρεα, το ότι τον ξεγέννησε η μεγάλη μορφή της Αριστεράς ο περίφημος πολιτικός και ιατρός από την Σάντα, Γιάννες Πασαλίδης, την μνήμη του οποίου εξυμνούσε με επιμονή.
Δάκρυα για τον πατέρα του από τα Σούρμενα, σπάνια δάκρυζε, αλλά για τον πατέρα και την μάνα του, ναι, την δύσκολη παιδική ηλικία, τον δάσκαλό του στην φωτογραφία τον μύθο από την Κρώμνη, Λυκίδη.
Μετά ιστορίες για την Κατοχή, την Μακρόνησο τα βαρέλια με ξαπλώστρα, τα άστρα στον θόλο του Αιγαίου.
«Το Αιγαίο είναι τόσο πανέμορφο έλεγε, ακόμα, ατενίζοντας τον ουρανό του από ένα κελί της εξορίας στη μέση του πουθενά».
Το Ποντιακό του χιούμορ ήταν ανεξάντλητο και κατακλυσμιαίο. Αν δεν τον γνώριζες, είναι βέβαιον ότι θα τον παρεξηγούσες, οι φίλοι όμως όλοι γνώριζαν ότι η αρκούδα είχε ψυχή μικρού παιδιού.
Είδα λοιπόν αυτόν τον όγκο θράσους και Διογένειας κυνικότητας να σπάει και να λιώνει σαν κεράκι όταν φωτογράφιζε τα μικρά χάταλα στα Φεστιβάλ. Έκλαιγε γοερά.
Το τόλμησα και τον ρώτησα μια φορά γιατί «ρε Γιάννη κλαις»;
Με κοίταξε πολύ αυστηρά και μου λέει: Μικρέ άκου να δεις, αυτά τα μωρά μου θυμίζουν εμάς ξυπόλητα προσφυγάκια να τρέχουμε με ματωμένα πόδια στα τσαμούρια και να μας πετάνε πέτρες. Τα δισέγγονα είναι αυτά και μάλιστα σε ξένο τόπο, έρχονται μπροστά μου η μάνα και ο πατέρας μου οι άγιοι αυτοί άνθρωποι, δεν αντέχω».
Ο Γιάννης Κυριακίδης που τυραννούσε πρωθυπουργούς και δεν χάριζε τίποτε σε κανέναν όταν υπερασπιζόταν την πόλη που λάτρευε, την Θεσσαλονίκη, έσπαγε σαν δενδράκι στον απαλό αγέρα όταν τα μικρά Ποντιάκια της Γερμανίας έμπαιναν με τα λάβαρα του Πόντου στις σάλες της ξενιτιάς.
Και για αυτό τον λόγο όταν επέστρεφε στην Ελλάδα έβαζε όλες τις δυνάμεις του για να στηρίξει αυτό το τιτάνιο έργο της ΟΣΕΠΕ, όταν μάλιστα διακονείτο από γίγαντες του ύψους ενός Χρήστου Παπαδόπουλου.
Έκανε γνωστό το Φεστιβάλ με τις φωτογραφίες του, την επιρροή του σε όλα τα ΜΜΕ.
Μίλησε με πάθος ιερό και αγάπη για όσα ελάμβανε από τις καρδιές των αποδήμων οι οποίοι τον αγάπησαν εξ ίσου και του το έδειχναν με κάθε τρόπο.
Η σχέση του με τον γνωστό στιχουργό και συγγραφέα Λευτέρη Παπαδόπουλο προκάλεσε στιγμές που έμειναν στην Ιστορία στο περιθώριο των φεστιβάλ.
Ήταν κυριολεκτικά δύο πρωταγωνιστές του Αριστοφάνη, αν όχι η μετενσάρκωση εν διπλώ του Αριστοφάνη, όταν «διαπληκτίζονταν» στις αίθουσες με τρόπο τέτοιο που αν κάποιος δεν γνώριζε τις σχέσεις τους θα καλούσε την Αστυνομία.
Επειδή τόσο εγώ όσο και ο Φόρης Πεταλίδης του δείχναμε πολύ μεγάλο σεβασμό, αφού θεωρούσαμε μέγιστη τιμή να του κουβαλάμε τις βαλίτσες και να του αγοράζουμε τα πιο ακριβά πούρα στα αεροδρόμια από θήκες αφύγρανσης(!!!) μας είχε από κοντά: «Εσείς τ’ εμά παιδία είστεν ,όχι άμον τα άλλα τα κωλόπαιδα (τους συναδέρφους μας)».
Πάντα η κοινή καταγωγή μας και η αγάπη μας για το κοινό πάθος στα Φεστιβάλ της Ευρώπης μας ένωνε.
Μετά από κάθε Φεστιβάλ, στην υποδοχή της ΕΡΤ3, έβρισκα έναν φάκελο με το όνομά μου από τα χέρια του, με φωτογραφίες μου που τραβούσε αθόρυβα και τις έστελνε δώρο.
Έτσι ήθελε να πεί ένα Ποντιακό ευχαριστώ για την αγάπη μας στο πρόσωπό του και για το γεγονός ότι τον τιμούσαμε και τον σεβόμασταν υποδειγματικά.
Ένα μικρό σκανταλιάρικο Ποντιόπουλο ήταν ο Γιάννης, ο Αρκος, που οι πλάκες του,οι πλάκες που του έκαναν οι φίλοι του, δεν θα είναι πουθενά πιστευτές σήμερα, όμως είναι αλήθεια και τις ζήσαμε.
Οι εποχές άλλαξαν δραματικά,δεν γνωρίζω αν ο Άρκος θα είχε θέση σήμερα σε μια κοινωνία τόσο αποδιαρθρωμένη και σε απόσταση βολής από την διάλυση.
Τον βλέπω μας κοιτάει και μάλλον με θλίψη.