Παρασκευή 4 Μαρτίου 2016

«Προσφυγιά… το 1919 και το 1922 συναντούν το 2015 και το 2016…»

«Προσφυγιά… το 1919 και το 1922 συναντούν το 2015 και το 2016…»
«Προσφυγιά… το 1919 και το 1922 συναντούν το 2015 και το 2016…»

Μια συγκλονιστική ιστορία περιγράφει στο glyfada24.gr ο πρόεδρος της Ένωσης Ποντίων Γλυφάδας «Η Ρωμανία» Κυριάκος Τιλγκερίδης.

«Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2016, ώρα 10:30 το βράδυ, λίγο μετά το τέλος της πρόβας των χορευτικών μας, στα γραφεία του συλλόγου μας, της Ένωσης Ποντίων Γλυφάδας «Η Ρωμανία».

Όπως κάθε βράδυ τις τελευταίες εβδομάδες, ετοιμαζόμασταν για τον Πειραιά, να προσφέρουμε λίγα τρόφιμα, ζεστά ρούχα, φρέσκα φρούτα και βοήθεια στους άλλους εθελοντές, για τους πρόσφυγες που έρχονταν κατά χιλιάδες, κάθε ξημέρωμα, με τα πλοία.

Την ακούσαμε να έρχεται. Το βάδισμά της χαρακτηριστικό, αργό και κουρασμένο, από τα 98 χρόνια που κουβαλούσε στην γυρτή της πλάτη. Τα μάτια της, θολά από τον καιρό. Η κυρία Μαρία, η «κυρά – Μάρω», όπως η ίδια θέλει να τη λέμε. Πρόσφυγας πρώτης από τη Γενοκτονία γενιάς, γεννημένη σε ένα χωριουδάκι έξω από την Τραπεζούντα του Πόντου, μέσα στη φωτιά του ξεριζωμού. Κατάφερε να φτάσει με την μητέρα της στην Ελλάδα. Ο πατέρας της και τα άλλα τρία μεγαλύτερα αδέλφια της δεν τα κατάφεραν, πνίγηκαν, όταν η βάρκα στην οποία είχαν μπει για να φτάσουν το πλοίο που είχε δέσει αρόδου για να τους φέρει στην Ελλάδα, αναποδογύρισε στα νερά της Μαύρης θάλασσας.

Μέλος μας από τα πρώτα, πάντα παρούσα στις εκδηλώσεις, στήριγμα για εμάς από τα πιο πολύτιμα, ανεξάντλητη πηγή δύναμης στην προσπάθειά μας για τη διάσωση της παράδοσης.

«Κυρά Μάρω, τι θες εδώ τέτοια ώρα; Είναι αργά για σένα», της είπα με σχεδόν αυστηρό τόνο, για τον οποίο σχεδόν αμέσως, μετάνιωσα.

«Πρόεδρε», μου απαντά με δυνατή φωνή, «θέλω να έρθω μαζί σας απόψε. Να! έχω φέρει και λίγα γλυκά που έφτιαξα. Θέλω να έρθω, μη μου το αρνηθείς».

Τα΄χασα. Δεν ήξερα τι να της πω. «Κυρά Μάρω μου, θα ταλαιπωρηθείς, καθόμαστε εκεί μέχρι το ξημέρωμα που έρχονται τα πλοία, θα κουραστείς. Δεν είναι για σένα αυτά», προσπάθησα να ψελλίσω.

Τα μάτια της άστραψαν, το ρυτιδιασμένο πρόσωπό της έλαμψε από αποφασιστικότητα και πείσμα. «Εγώ θα΄ρθω» μου απάντησε «Έστω και μόνη μου! Εγώ θα έρθω. Δεν το συζητώ».

Φύγαμε σε λίγο. Στη διαδρομή δεν είπαμε πολλά… Η κυρά Μάρω δεν μιλούσε καθόλου. Κοιτούσε έξω από το παράθυρο του αυτοκινήτου συνεχώς και που και που αναστέναζε.

Τα πλοία έφτασαν όπως κάθε μέρα το ξημέρωμα. Χιλιάδες πρόσφυγες, ανθρώπινο ποτάμι απόγνωσης και δυστυχίας, ξεχύθηκαν στην προβλήτα του λιμανιού. Η κυρά Μάρω, με το που τους αντικρίζει, πετάγεται από το παγκάκι που καθότανε και τρέχει κοντά τους. Πρώτη απ΄όλους, η πλάτη της ολόισια, το βάδισμά της ανάλαφρο και γρήγορο! Τα μάτια της πετούσαν σπίθες! 

«Ελάτε!» μας φώναξε, «τι κάθεστε, ήρθαν οι άνθρωποι!».

Κοιταχτήκαμε απορημένοι. Η κυρά Μάρω, αγκάλιαζε τα παιδιά, τα χάιδευε, τους πρόσφερε τα γλυκίσματα που είχε φτιάξει, έπαιρνε από τα χέρια των προσφύγων τους μπόγους τους για να τους ξεκουράσει, αγκάλιαζε σφιχτά τις μάνες, τους μιλούσε πότε ποντιακά, πότε νεοελληνικά, τους φιλούσε. Έκλαιγε μαζί τους, τους φίλαγε τα χέρια.

Είχαμε μείνει άφωνοι. Όλοι οι εθελοντές είχαν μείνει άφωνοι.

Σε δύο ώρες είχαμε μοιράσει τα πάντα. «Άντε κυρά Μάρω» της είπα, «πάμε, φεύγουμε».

Στην επιστροφή δεν μιλούσαμε καθόλου. Κουρασμένοι από το ξενύχτι, με βαριές ψυχές από τον πόνο και τη δυστυχία που κάθε βράδυ αντικρίζουμε, δεν αντέχαμε να πούμε τίποτε.

«Οι άνθρωποι αυτοί», ακούμε ξαφνικά την κυρά Μάρω να λέει, «Οι άνθρωποι αυτοί, είμαι εγώ και η μάνα μου, είναι ο πατέρας μου και τα τρία αδέλφια μου που δεν τους γνώρισα, δεν τους θυμάμαι, είμαστε όλοι οι Πόντιοι, όλοι οι Μικρασιάτες. Είμαστε όλοι εμείς. Όπου υπάρχει πρόσφυγας, είμαστε εμείς».

Και τότε καταλάβαμε όλοι. Η 98χρονη κυρά Μάρω, εκείνο το βράδυ είχε γυρίσει ενενήντα πέντε ολόκληρα χρόνια πίσω. Ξανάζησε τις ίδιες εικόνες, τις ίδιες στιγμές του θανάτου, που τη στοιχειώνουν σε όλη της τη ζωή.

Η προσφυγιά τελικά είναι η ίδια. Ο πόνος και η δυστυχία, η απόγνωση, οι κακουχίες, η ταλαιπωρία, οι αρρώστιες, ο θάνατος. Τα ίδια ακριβώς.

Σαν ο χρόνος να έχει διπλώσει. Σαν το 1919 και το 1922 να έχουν γυρίσει για να συναντήσουν το 2015 και το 2016. Στα ίδια ακριβώς μέρη, στα ίδια λιμάνια, στις ίδιες προβλήτες. Ίδιες εικόνες, ίδιο δάκρυ….

Εμείς οι Πόντιοι τα έχουμε ζήσει αυτά. Η προσφυγιά είναι κομμάτι του εαυτού μας, ο πόνος, η δυστυχία, ο θάνατος έχουν εντυπωθεί βαθιά, πολύ βαθιά μέσα μας.

Όπου υπάρχει πρόσφυγας, όπου υπάρχει προσφυγιά, είμαστε εμείς εκεί.

Όπου υπάρχει πρόσφυγας, όπου υπάρχει προσφυγιά θα είμαστε πάντα εμείς εκεί!».

Γλυφάδα, 26 Φεβρουαρίου 2016
Κυριάκος Β. Τιλγκερίδης
Πρόεδρος της Ένωσης Ποντίων Γλυφάδας «Η Ρωμανία»

Πηγή: Glyfada 24