75 λεπτά ποντιακών τραγουδιών… νοερό ταξίδι στις ρίζες των Κιζαριωτών! |
Στην κατάμεστη αίθουσα της Πολιτιστικής Κίνησης Ροδόπης παρουσιάστηκε το περασμένο Σάββατο η μουσική έκδοση «Τα τραγωδίας ‘κί τελείν’νταν», που περιλαμβάνει παραδοσιακά ποντιακά τραγούδια από το Κίζαρι, αποδιδόμενα από συντελεστές που κατάγονται στο σύνολό τους από τον ποντιακό οικισμό της Ροδόπης. Πρωτεργάτης αυτού του εγχειρήματος ήταν ο λαϊκός οργανοπαίκτης και ειδικός ερευνητής, κ. Γιάννης Παγκοζίδης, ο οποίος μετά από μακροχρόνια έρευνα κατάφερε να διασώσει ένα κομμάτι της παράδοσης και της ιστορίας των Κιζαριωτών.
Μιλώντας στην εκδήλωση, που έλαβε χώρα για την παρουσίαση αυτής της δουλειάς, ο κ. Παγκοζίδης χαρακτήρισε χρέος του ως ανθρώπου, που ασχολείται με την παράδοση, να κάνει την έρευνα και την καταγραφή της παραδοσιακής μουσικής και των τραγουδιών. Αν όλοι το κάνουν αυτό, καθένας δηλαδή καταγράψει τις μουσικές και τραγούδια του χωριού του, τότε κατά τον κ. Παγκοζίδη θα συγκεντρωθεί ένα πολύτιμο υλικό που θα έχει αξία για τις νεότερες γενιές, αφού θα τους δώσει την ευκαιρία να γνωρίσουν την ιστορία και την παράδοση του τόπου τους. Καταλήγοντας, δεν παρέλειψε να ευχαριστήσει τους συντελεστές της μουσικής αυτής έκδοσης, όπως και όλους τους κατοίκους του χωριού Κίζαρι, που με πολύ ευχαρίστηση και χαρά του πρόσφεραν πληροφορίες, φωτογραφίες και οποιοδήποτε άλλο υλικό τους ζητούσε.
Η ποντιακή δισκογραφία, η «χρυσή εποχή» της και τα φαινόμενα καπήλευσής της, από το 1933 μέχρι σήμερα
Μία από τις δύο εισηγήσεις, που πλαισίωσαν την παρουσίαση της μουσικής έκδοσης του κ. Παγκοζίδη, ήταν αυτή του συνταξιούχου εκπαιδευτικού και συλλέκτη ελληνικής μουσικής δισκογραφίας, κ. Νικόλαου Μπεϊλεκτσίδη. Ο κ. Μπεϊλεκτσίδης έκανε μια ενδιαφέρουσα αναδρομή στην ποντιακή δισκογραφία, από το 1933, οπότε ηχογραφήθηκε ο πρώτο δίσκος με παραδοσιακά ποντιακά τραγούδια, μέχρι και σήμερα. Η «χρυσή εποχή» του ποντιακού τραγουδιού, κατά τον ίδιο, ήταν η περίοδος από το 1933 μέχρι το 1955 περίπου. Όπως εξήγησε, στα χρόνια του Β’ Παγκόσμιου Πόλεμου και της κατοχής η παραγωγή δίσκων σταμάτησε, για να ξαναρχίσει δειλά-δειλά από το 1946 κι έπειτα. Από το σημείο εκείνο μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’50 εντοπίζονται μεν πολύ λίγες ηχογραφήσεις, που εν πολλοίς παραμένουν άγνωστες, γιατί δεν εκδόθηκαν ποτέ σε βινύλιο ή σε cd, οι οποίες όμως είναι θαυμάσιες, όπως χαρακτηριστικά τόνισε. Αντίθετα, από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 και ιδίως μετά από το 1965, ξεκίνησε η μαζική παραγωγή δίσκων, οι οποίες όμως δε διακρίνονται για την ποιότητά τους. Εστιάζοντας σε κάθε μία από τις δεκαετίες, που ακολούθησαν, ο κ. Μπεϊλεκτσίδης, διέκρινε τις πιο αξιόλογες ηχογραφήσεις παραδοσιακών ποντιακών τραγουδιών, αλλά ταυτόχρονα παρατήρησε ότι κάποιοι εμπορεύτηκαν και καπηλεύτηκαν το ποντιακό τραγούδι, με αποτέλεσμα να το αλλοιώσουν στο όνομα του εκμοντερνισμού. Η αλλοίωση αυτή έγινε κυρίως ενορχηστρωτικά, όπως εξήγησε, αφού χρησιμοποιήθηκαν διάφορα μουσικά όργανα ξένα προς την ποντιακή παράδοση, όπως αρμόνια και ντραμς, με αποτέλεσμα να αλλοιώνεται ο ήχος και να προκύπτουν καταστροφικές ποιοτικά συνέπειες.
Η ανάμνηση της εικόνας της λύρας και η αντανάκλαση της γενοκτονίας στους ήχους της
Η εισήγηση, που προκάλεσε συγκίνηση σε όσους παρευρέθηκαν στην αίθουσα της πολιτιστικής κίνησης, ήταν αυτή του δημοσιογράφου κ. Τέλη Κελεσίδη, με τίτλο «4 συν 2 εικόνες από το Κίζαρι». Ο κ. Κελεσίδης περιέγραψε ορισμένα προσωπικά βιώματά του από το χωριό του πατέρα του, αναδεικνύοντας εύστοχα πώς η μουσική και τα τραγούδια των Κιζαριωτών αντανακλούν εικόνες από την προσφυγιά, τη γενοκτονία και την ίδια την ιστορία της πατρίδας τους στον Πόντο. «Το δικό μου το κανονικό επώνυμο θα έπρεπε να είναι Παπουλίδης», ανέφερε μεταξύ άλλων ο κ. Κελεσίδης. «Αλλά ο προπάππους μου ένα μεσημέρι εκεί που έτρωγε με την οικογένειά του», εξήγησε, «μπήκαν μέσα οι Τούρκοι, τον άρπαξαν από το τραπέζι, τον σκότωσαν και έτσι ορφάνεψε ο παππούς μου. Υιοθετήθηκε από τον θείο του, που λεγόταν Κελεσίδης και έτσι από Παπουλίδηδες η οικογένειά μας έγινε Κελεσίδηδες…».
«Ο παππούς μου έπαιζε λύρα», επισήμανε ο κ. Κελεσίδης, για να ανατρέξει σε μια από τις εικόνες, που κουβαλάει ακόμα στη μνήμη του από το Κίζαρι, εκείνη που ο παππούς του έπαιζε λύρα κάτω από τη συκιά το καλοκαίρι. «Η λύρα μου φαινόταν ότι έκλαιγε», παρατήρησε. «Όταν έμαθα την ιστορία της οικογένειάς μου», προσέθεσε, «τότε κατάλαβα ότι πραγματικά ήταν το κλάμα αυτό που έπαιζε ο παππούς μου». «Δεν ήταν ένα τραγούδι», τόνισε καταλήγοντας, «ήταν η ίδια του η ιστορία μέσα από τη λύρα».
Σημειώνεται ότι τα παραδοσιακά ποντιακά τραγούδια, διάρκειας 75 λεπτών, που περιλαμβάνονται στη μουσική έκδοση του κ. Παγκοζίδη, αποδόθηκαν ζωντανά στη σκηνή της Πολιτιστικής Κίνησης μετά από την ολοκλήρωση των παραπάνω εισηγήσεων.
Πηγή: Παρατηρητής της Θράκης