Στον Πόντο ο Ιούνιος λεγόταν και λέγεται από τους Έλληνες του και Θερ’νός αλλά κυρίως Κερασινός από τα ξακουστά κεράσια του Πόντου. Άλλωστε την Κερασούντα τη θεωρούσαν πατρίδα της κερασιάς. Μάλιστα για τη γυναίκα που είχε χείλη σαν κεράσια έλεγαν πως ήταν κερασόχειλος. Η γενική Κερασινού κατέληξε σε επίρρημα και σημαίνει, κατά τον Ιούνιο. Οι Έλληνες του Πόντου κάνανε τραγούδι τις ιδιότητες του μήνα αυτού λέγοντας:
«Ο Κερασινόν φέρ’ τον ήλον, κοκκινίζ’ κ’ ευτάει ‘σε μήλον».
Σε άλλες παραλλαγές έλεγαν: α) στην Κρώμνη:
«Ο Κερασινόν φέρ’ ήλιον και μαραίν’τσε άμον μήλον»,
β) στο Σταυρί:
«Έρθεν ο Κερασινόν, έγκεν φύλλον πράσινον»,
γ) στα Σούρμενα:
«Έρθεν ο Κερασινός, ο καιρός έν’ κόκκινος».
Στην Ινέπολη ο Ιούνιος λεγόταν και Αι-Γιάννης.
Έχουμε και αρκετές λέξεις στα διάφορα μέρη με πρώτο συνθετικό τη λέξη Κερασινός.
Έτσι στην Τραπεζούντα και Σάντα έχουμε το επίθετο ουδετέρου γένους το κερασινέσιν και κερασινέσ’, που παράγεται από το κερασινός και την κατάληξη —εσιν, που σημαίνει αυτό που παράγεται κατά το μήνα Ιούνιο, π.χ. κερασινέσ’ βούτορον. Επίσης λέγανε το κερασάπιν, από το κερασινάπιν, που παράγεται από το κερασινός και άπιον (αρχαίο ουσιαστικό, που σημαίνει αχλάδι), δηλ. όχι μόνο το αχλάδι που ωριμάζει τον Ιούνιο αλλά και το δέντρο.
Στη Χαλδία υπήρχε και το όνομα η Κεράσα και συνώνυμο η Κερασία, που ήταν και όνομα αγελάδας που γεννήθηκε τον Ιούνιο.
Το κεράσιν, πληθ. τα κεράσα είναι το δέντρο κερασιά και ο καρπός. Υποκοριστικό το κερασόπον. πρβλ. και:
«Ούμπαν ακούς πολλά κεράσα, μικρόν καλάθ’ έπαρ’ κι άμε (πήγαινε)».
Μέσα στον Ιούνιο τύχαινε συνήθως και η κινητή γιορτή, όπως τη λέγανε στα Κοτύωρα (Ορντού), του Αγίου Πνεύματος, τ’ Αε-Πνευμάτ’ ή τ’ Α-Πνεμάτ’ ή τα’ Αε-Πνεύματονος. Αυτή τη μέρα δεν κοιμόντουσαν για να μη γίνουν υπνοσακουλα. Επίσης δεν ανέβαιναν σε δέντρα, ούτε λούζονταν στη θάλασσα, γιατί πίστευαν πως η μέρα αυτή έχει την κακή της ώρα.
23-24 Ιουνίου. Τ’ Αγιαννιού. Γενέθλιον Ιωάννου Προδρόμου. Οι φωτιές. Ο κλήδονας
Ο λαός μας τιμά το Γενέθλιον του Ιωάννου του Προδρόμου στις 24 Ιουνίου, μέρα που είναι πολύ κοντά στις 21 Ιουνίου, τότε που γίνονται οι θερινές τροπές του ήλιου, γι’ αυτό και ο Αϊ-Γιάννης έχει πάρει πολλά ονόματα: Αϊ-Γιάννης Κλήδονας ή Λαμπαδιάρης ή Λαμπαδιστής ή Λαμπροφόρος ή Φανιστής ή Λιοτρόπης ή Ριζικάρης ή Ριγανάς. Επίσης λέγεται και Βλαστολόγος, Μελάς (για το μέλι) και Απαρνιαστής (από τους ορνιούς για τα σύκα).
Και στον Πόντο είχε πολλά ονόματα, όπως Θα δούμε στη συνέχεια.
Χαρακτηριστικό του εορτασμού στις 23-24 Ιουνίου είναι οι φωτιές, πανάρχαιο έθιμο, που οι ρίζες του χάνονται στα βάθη των αιώνων, «έθος αρχαίον», όπως τονίζει ο Φαίδων Κουκουλές.
Ήδη στο Βυζάντιο συνήθιζαν κατά την πρώτη κάθε μήνα (νουμηνία) ή μια φορά το χρόνο να ανάβουν φωτιές μπροστά στα σπίτια και τα εργαστήρια και να τις πηδάνε, για να τους φέρει το γεγονός αυτό υγεία διώχνοντας μακριά όλα τα κακά. Η συνήθεια αυτή είναι και ρωμαϊκή. Οι Ρωμαίοι συνήθιζαν την πρώτη του έτους να ανάβουν φωτιές και να τις πηδούν, όχι μόνο τα παιδιά άλλα και άνδρες, καθώς και μητέρες, οι οποίες περνούσαν από πάνω τα βρέφη τους για αποτροπή κάθε κακού και για κάθαρση. Τον ζ’ αιώνα η «εν Τρούλλω Σύνοδος» απαγόρευσε αυτή τη συνήθεια. Παρ’ όλα αυτά επέζησε και διαιωνίστηκε, αφού ήδη τον ια’ αιώνα κάνει μνεία γι’ αυτές ο Μιχαήλ Ψελλός και τον ιβ’ ο Μιχαήλ Γλυκάς.
Γενικά η Εκκλησία το έθιμο με τις φωτιές το Θεωρούσε ειδωλολατρικό, διακηρύσσοντας ότι προερχόταν από τα εθνικά κράτη. Τον ιε’ αιώνα ο Ιωσήφ Βρυέννιος υποστήριζε ότι αιτία όλων των δεινών για το Βυζάντιο ήταν το γεγονός «ότι κληδόνας ποιούμεν και υπεραλλόμεθα (πηδάμε) των πυρκαγιών».
Παρ’ όλα αυτά το έθιμο με τις φωτιές του Αϊ-Γιάννη διαδόθηκε και συνεχίστηκε ως τις ημέρες μας.
Ο Δημ. Σ. Λουκάτος, σχολιάζοντας το γεγονός αυτό με τις φωτιές, λέγει ότι είναι «πυρολατρικά ενισχυτικές του ζωογόνου ηλιακού φωτός, που τώρα στις τροπές του ήλιου ταλαντεύεται ανησυχητικά, επειδή επιστρέφει στη μειωμένη πορεία του προς τον χειμώνα».
«Ο Κερασινόν φέρ’ τον ήλον, κοκκινίζ’ κ’ ευτάει ‘σε μήλον».
Σε άλλες παραλλαγές έλεγαν: α) στην Κρώμνη:
«Ο Κερασινόν φέρ’ ήλιον και μαραίν’τσε άμον μήλον»,
β) στο Σταυρί:
«Έρθεν ο Κερασινόν, έγκεν φύλλον πράσινον»,
γ) στα Σούρμενα:
«Έρθεν ο Κερασινός, ο καιρός έν’ κόκκινος».
Στην Ινέπολη ο Ιούνιος λεγόταν και Αι-Γιάννης.
Έχουμε και αρκετές λέξεις στα διάφορα μέρη με πρώτο συνθετικό τη λέξη Κερασινός.
Έτσι στην Τραπεζούντα και Σάντα έχουμε το επίθετο ουδετέρου γένους το κερασινέσιν και κερασινέσ’, που παράγεται από το κερασινός και την κατάληξη —εσιν, που σημαίνει αυτό που παράγεται κατά το μήνα Ιούνιο, π.χ. κερασινέσ’ βούτορον. Επίσης λέγανε το κερασάπιν, από το κερασινάπιν, που παράγεται από το κερασινός και άπιον (αρχαίο ουσιαστικό, που σημαίνει αχλάδι), δηλ. όχι μόνο το αχλάδι που ωριμάζει τον Ιούνιο αλλά και το δέντρο.
Στη Χαλδία υπήρχε και το όνομα η Κεράσα και συνώνυμο η Κερασία, που ήταν και όνομα αγελάδας που γεννήθηκε τον Ιούνιο.
Το κεράσιν, πληθ. τα κεράσα είναι το δέντρο κερασιά και ο καρπός. Υποκοριστικό το κερασόπον. πρβλ. και:
«Ούμπαν ακούς πολλά κεράσα, μικρόν καλάθ’ έπαρ’ κι άμε (πήγαινε)».
Μέσα στον Ιούνιο τύχαινε συνήθως και η κινητή γιορτή, όπως τη λέγανε στα Κοτύωρα (Ορντού), του Αγίου Πνεύματος, τ’ Αε-Πνευμάτ’ ή τ’ Α-Πνεμάτ’ ή τα’ Αε-Πνεύματονος. Αυτή τη μέρα δεν κοιμόντουσαν για να μη γίνουν υπνοσακουλα. Επίσης δεν ανέβαιναν σε δέντρα, ούτε λούζονταν στη θάλασσα, γιατί πίστευαν πως η μέρα αυτή έχει την κακή της ώρα.
23-24 Ιουνίου. Τ’ Αγιαννιού. Γενέθλιον Ιωάννου Προδρόμου. Οι φωτιές. Ο κλήδονας
Ο λαός μας τιμά το Γενέθλιον του Ιωάννου του Προδρόμου στις 24 Ιουνίου, μέρα που είναι πολύ κοντά στις 21 Ιουνίου, τότε που γίνονται οι θερινές τροπές του ήλιου, γι’ αυτό και ο Αϊ-Γιάννης έχει πάρει πολλά ονόματα: Αϊ-Γιάννης Κλήδονας ή Λαμπαδιάρης ή Λαμπαδιστής ή Λαμπροφόρος ή Φανιστής ή Λιοτρόπης ή Ριζικάρης ή Ριγανάς. Επίσης λέγεται και Βλαστολόγος, Μελάς (για το μέλι) και Απαρνιαστής (από τους ορνιούς για τα σύκα).
Και στον Πόντο είχε πολλά ονόματα, όπως Θα δούμε στη συνέχεια.
Χαρακτηριστικό του εορτασμού στις 23-24 Ιουνίου είναι οι φωτιές, πανάρχαιο έθιμο, που οι ρίζες του χάνονται στα βάθη των αιώνων, «έθος αρχαίον», όπως τονίζει ο Φαίδων Κουκουλές.
Ήδη στο Βυζάντιο συνήθιζαν κατά την πρώτη κάθε μήνα (νουμηνία) ή μια φορά το χρόνο να ανάβουν φωτιές μπροστά στα σπίτια και τα εργαστήρια και να τις πηδάνε, για να τους φέρει το γεγονός αυτό υγεία διώχνοντας μακριά όλα τα κακά. Η συνήθεια αυτή είναι και ρωμαϊκή. Οι Ρωμαίοι συνήθιζαν την πρώτη του έτους να ανάβουν φωτιές και να τις πηδούν, όχι μόνο τα παιδιά άλλα και άνδρες, καθώς και μητέρες, οι οποίες περνούσαν από πάνω τα βρέφη τους για αποτροπή κάθε κακού και για κάθαρση. Τον ζ’ αιώνα η «εν Τρούλλω Σύνοδος» απαγόρευσε αυτή τη συνήθεια. Παρ’ όλα αυτά επέζησε και διαιωνίστηκε, αφού ήδη τον ια’ αιώνα κάνει μνεία γι’ αυτές ο Μιχαήλ Ψελλός και τον ιβ’ ο Μιχαήλ Γλυκάς.
Γενικά η Εκκλησία το έθιμο με τις φωτιές το Θεωρούσε ειδωλολατρικό, διακηρύσσοντας ότι προερχόταν από τα εθνικά κράτη. Τον ιε’ αιώνα ο Ιωσήφ Βρυέννιος υποστήριζε ότι αιτία όλων των δεινών για το Βυζάντιο ήταν το γεγονός «ότι κληδόνας ποιούμεν και υπεραλλόμεθα (πηδάμε) των πυρκαγιών».
Παρ’ όλα αυτά το έθιμο με τις φωτιές του Αϊ-Γιάννη διαδόθηκε και συνεχίστηκε ως τις ημέρες μας.
Ο Δημ. Σ. Λουκάτος, σχολιάζοντας το γεγονός αυτό με τις φωτιές, λέγει ότι είναι «πυρολατρικά ενισχυτικές του ζωογόνου ηλιακού φωτός, που τώρα στις τροπές του ήλιου ταλαντεύεται ανησυχητικά, επειδή επιστρέφει στη μειωμένη πορεία του προς τον χειμώνα».
Επίσης είναι και διαβατήρια η εξήγηση της φωτιάς, διότι, καθώς την πηδάμε, περνάμε όχι μόνο από τη μία ηλιακή περίοδο στην άλλη, αλλά κι από τη μία κατάσταση ζωής στην άλλη.
Τέλος είναι καθαρτήρια, αφού η ίδια εποχή απαιτεί το κάψιμο κάθε σάπιου και παλιού, που αποτελεί εστία μολύνσεων κ.ά.
Συμπλήρωμα της γιορτής ήταν ο κλήδονας, δηλ. η δοκιμασία της Τύχης. [κληδών-όνος = οιωνός, προμήνυμα, κληδονίζω = προμηνύω, προμαντεύω, κληδονίζομαι = νομίζω κάτι για τον εαυτό μου σαν σημάδι, σαν οιωνό, μαντεύομαι από κάποιο σημείο].
Ο χαλκέντερος μελετητής του Πόντου Άνθιμος Α. Παπαδόπουλος μαρτυρεί ότι στον Πόντο δεν υπήρχε το έθιμο του κλήδονα, λέγοντας: «Το έθιμον του κλήδονα, καθ’ όσον εγώ τουλάχιστον γνωρίζω, είναι άγνωστον εις τον Πόντον».
Παρ’ όλα αυτά στην έρευνα που έκανα, βρήκα πολλές μαρτυρίες από αξιόπιστους πνευματικούς μας ανθρώπους ότι και στον Πόντο, ίσως όχι σε όλες τις περιοχές, γιορταζόταν η 24η Ιουνίου τ’ Αγιλουτρουπί’ με φωτιές και Κλήδονα, όπως Θα δούμε. Έτσι τον Ιούνιο ειδικά, επειδή γίνονται σι Θερινές τροπές του ήλιου, όσα έθιμα ή γιορτές υπάρχουν συνδέθηκαν με αυτές. Έτσι και η 24η Ιουνίου συνδέθηκε με το θερινό ηλιοτρόπιο, γι’ αυτό και στον Πόντο τον Αγ. Ιωάννη τον λένε Αγιλουτρούπ’.
Κατά τον Άνθιμο Παπαδόπουλο έχομε τις λέξεις τον λουτρόπου στην Ινέπολη, του λουτρόπ’ στην Κερασούντα, λουτρόπον στη Σινώπη από το ουσιαστικό λουτρούπης, που παράγεται από το αρχαίο ουσιαστικό ηλιοτρόπιον, δηλ. ηλιακό ρολόι, και είναι η μέρα που γίνεται η τροπή του ήλιου (24 Ιουνίου).
Στη συνέχεια έχουμε: ο Αγιλουτρούπης, γενική τ’ Αγιλουτρουπί’ στην Κερασούντα, τ’ Αγιλουτρούπ’ στην Τραπεζούντα, τ’ Αελουτρουπί’ στη Χαλδία, που παράγεται από το επίθετο άγιος και το ουσιαστικό ηλιοτρόπιο.
Τελικά η λ. έγινε επίθετο του Αγ. Ιωάννου, που γιορτάζεται στις 24 Ιουνίου. Επειδή όμως η γιορτή του συμπίπτει με το χρόνο που συνήθως αρχίζουν τα λουτρά, έγινε παρετυμολογία, κι έτσι στο δεύτερο συνθετικό χρησιμοποιήθηκε η λ. λουτρό, αντί (η)λιοτρόπιον.
Την παραμονή της εορτής (23 Ιουνίου), όπως μας παραδίδει ο Γ. Μέγας, στη Σινώπη οι νοικοκυρές έπρεπε να καθαρίσουν τα σπίτια, να ξεσκονίσουν και να σφουγγαρίσουν, περιμένοντας τις τύχες, γιατί ο Αϊ-Γιάννης πίστευαν ότι φέρνει τύχες.
Πηγή: Ποντιακή Λαογραφία, Έλσα Γαλανίδου – Μπαλφούσια, εκδ. Αρχείον Πόντου.