Πέμπτη 10 Νοεμβρίου 2016

Τάσος Κυριακίδης: «Αυτά έγιναν - Αρ’ ατά εγένταν»

Τάσος Κυριακίδης: «Αυτά έγιναν - Αρ’ ατά εγένταν»
Τάσος Κυριακίδης: «Αυτά έγιναν - Αρ’ ατά εγένταν»

Ο Τάσος Κυριακίδης είναι σίγουρα ο σημαντικότερος εκδότης της Θεσσαλονίκης. Ξεκίνησε το 1971 μ’ έναν ηλεκτρονικό πολυγράφο REX ROTARY και μια ηλεκτρονική μηχανή IBM για να εξελιχτεί σε μια από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες στον εκδοτικό χώρο της πόλης αλλά και ολόκληρης της χώρας, καταφέρνοντας να συνεργαστεί με τους επιφανέστερους καθηγητές του πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης από όλες σχεδόν τις σχολές, τις εργασίες των οποίων έκανε γνωστές στο πανελλήνιο, και σήμερα οι εκδόσεις του, ειδικά στο χώρο της παιδαγωγικής της εκπαίδευσης και της κοινωνιολογίας, θεωρούνται από τις πιο επιτυχημένες, με συνολική παραγωγή τριακοσίων και πλέον τόμων.

Αναμφισβήτητα, ο Τάσος Κυριακίδης είναι μια από τις εξέχουσες προσωπικότητες της συμπρωτεύουσας που γνωρίζουν όσο λίγοι την αληθινή της ιστορία και που με το έργο τους έδωσαν φυσιογνωμία και ταυτότητα στην πόλη. Ανήκει σε κείνη την εκλεκτή μερίδα των εκδοτών που μεριμνούσαν πρώτα για την ποιότητα των βιβλίων και ύστερα για το κέρδος τους. Παρά την ταπεινή του καταγωγή από ένα μικρό χωριό προσφύγων της Δράμας, έδειχνε πάντοτε μια θαυμαστή άνεση στη συναναστροφή του με κάποιους από τους διασημότερους και πιο διακεκριμένους Έλληνες και ήταν σε θέση να διακρίνει τον αληθινό τους χαρακτήρα. Άλλωστε, όπως εξηγεί στην εισαγωγή του βιβλίου του, το απόσταγμα της μακρόχρονης πείρας του είναι ότι η μόρφωση και η κοινωνική θέση δεν αποτελούν σε καμιά περίπτωση εγγυήσεις ποιότητας.

Η δραστηριότητά του είναι πολυσχιδής: ανάμεσα στα άλλα έχει διατελέσει πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του Συλλόγου Εκδοτών Θεσσαλονίκης, αντιπρόεδρος του Πανελληνίου Συλλόγου Επιστημονικού Βιβλίου, είναι Εταίρος του Πατριαρχικού Ιδρύματος Πατερικών Μελετών, μέλος της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών και της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, επίτιμο μέλος της Παμακεδονικής Καναδά, ενώ ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος του έχει απονείμει για την προσφορά του στον ελληνισμό τον τίτλο του Άρχοντος Καστριντσίου του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Στο παρόν βιβλίο γίνεται αναφορά και στη μοναδική συλλογή του βετεράνου εκδότη, η οποία περιέχει νομίσματα, χαρακτικά που διασώζουν πολύτιμες πληροφορίες για τη ζωή των κατοίκων τα χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας και του Βυζαντίου, χάρτες και παλιά βιβλία από τον Πόντο που καλύπτουν πάνω είκοσι τρεις αιώνες ιστορίας και συγκεντρώθηκαν σε μια εικοσιπενταετία ως αποτέλεσμα του πάθους του για τη γη των προγόνων του, συλλογή που κατά τον συγγραφέα μοναδικό της στόχο έχει την προβολή όλων αυτών των πολύτιμων αντικειμένων στο ευρύ κοινό.

Σε όλη την έκταση του κειμένου είναι φανερή η νοσταλγία του παλαίμαχου εκδότη για τον τόπο καταγωγής του. Χρησιμοποιώντας ένα μέρος του ημερολογίου που κράτησε από τα ταξίδια στην περιοχή όπου γεννήθηκαν οι γονείς του, αφιερώνει αρκετές σελίδες στην περιγραφή των χαμένων πατρίδων τις οποίες επισκέφτηκε πολλές φορές, αφού εκεί ένιωθε σαν στο σπίτι του. Εντύπωση προκαλεί σ’ αυτές τις περιγραφές η καθαρή του ματιά και η διεισδυτική αξιολόγηση όλων των περιοχών όπου κάποτε διαβιούσαν ακμαίοι ελληνικοί πληθυσμοί. Κατά τη γνώμη του, οι πόλεις των παραλίων του Εύξεινου Πόντου είναι όλες πανέμορφες, η ωραιότερη απ’ αυτές είναι σίγουρα η Κερασούντα, ενώ θεωρεί τον ναό της Αγίας Σοφίας που υπάρχει εκεί ως τον μεγαλοπρεπέστερο μετά από τον αντίστοιχο της Κωνσταντινούπολης. Η Παναγία Σουμελά, σύμφωνα με τον συγγραφέα, είναι ανώτερη απ’ όλα τα μοναστήρια του Αγίου Όρους, ειδικά σε ό,τι αφορά τη βραχώδη τοποθεσία όπου είναι σφηνωμένη, αποτελώντας αρχιτεκτονικό επίτευγμα που θαυμάζεται από αμέτρητους επισκέπτες, Έλληνες, ξένους αλλά και Τούρκους της περιοχής, που μέχρι σήμερα κάνουν τάματα και ταλαιπωρούνται αφάνταστα για να πετύχουν την εύνοια της μητέρας του Χριστού.

Στο βραχύ αυτό χρονικό ο Θεσσαλονικιός εκδότης περιγράφει την πορεία της ζωής του στην περίοδο μετά τον Εμφύλιο, τότε που τα παιδιά των ξεριζωμένων προσφύγων αναζητούσαν την πορεία τους στη συμπρωτεύουσα της δεκαετίας του εξήντα, τότε που στην πνευματική ζωή της πόλης κυριαρχούσαν θρυλικές μορφές ιερέων και μητροπολιτών που επηρέασαν συγγραφείς σαν τον Γιώργο Ιωάννου και λείπουν πραγματικά σήμερα. Οι συνθήκες εκείνες διαμόρφωσαν μια πάστα ανθρώπων των οποίων την ευθυκρισία, την ποιότητα, την εργατικότητα, το ήθος και τη διορατικότητα θα χρειαζόμαστε πάντοτε και στους οποίους οφείλεται κάθε σεβασμός, εκτίμηση κι ευγνωμοσύνη.

Πηγή: Διάστιχο