Ομέρ Ασάν: Στον αείμνηστο φίλο μου Γιάννη Μεγαλόπουλο |
Για μας τους Τραπεζούντιους που ζούμε στην Τουρκία η μεγαλύτερη έλλειψη είναι οι γραπτές μαρτυρίες για ιστορικά αρχεία και πηγές για την ιστορία της Τραπεζούντας και των οικογενειών. Και για αυτό το λόγο και η προσωπική και η κοινωνική ιστορία του ενός Τραπεζουντίου αρχίζει μετά το 1923. Με λίγα λόγια η ιστορία του τόπου και της κοινωνίας μας έχει γίνει ένα με την ίδρυση της τουρκικής δημοκρατίας. Και όμως, πάλι η ιστορία μας δεν είναι γραμμένη ούτε από τότε και μέχρι σήμερα. Δεν ξέρουμε αν η ιστορία μας υπήρχε και πριν από την ίδρυση της δημοκρατίας ή όχι. Και για μας γενικά δεν έχει και τόσο σημασία. Γιατί όμως; Γιατί θα μπερδευτούμε, θα ενοχληθεί το κράτος, και αν ψάξουμε μπορεί και να χαλάσουμε την ηρεμία της τάξης... κτλ.
Για πρώτη φορά είχα έρθει στην Ελλάδα τον Σεπτέμβριο του 1993. Είχα πάει σε ένα πανηγύρι στην πλατεία Σούρμενα στην Αθήνα μαζί με ένα φίλο μου που παίζει τουλούμι. Έπειτα πήγα στη Θεσσαλονίκη για να μάθω ελληνικά. Και μετά, από τότε η Ελλάδα έγινε η δεύτερη πατρίδα και σπίτι για μένα. Απόκτησα πολλούς αγαπημένους πολύτιμους φίλους και αδελφούς, τους οποίους δεν θα τους άλλαζα σε τίποτα σε αυτό το κόσμο. Και ένας από τους πολύτιμους φίλους είναι και ο Γιάννης Μεγαλόπουλος, και μου έδωσε μεγάλη θλίψη και στεναχωριέμαι πολύ που τον χάσαμε πρόσφατα, δυστυχώς.
Και θα ήθελα να σας πω με λίγα λόγια γιατί ο Μεγαλόπουλος έχει μία πολύ ιδιαίτερη θέση στην καρδιά μου. Όταν ήμουν Θεσσαλονίκη, ο Γιώργος Ανδρεάδης μου είπε: “έλα να σε πάω στο χωριό των Οφλήδων”. Μέχρι τότε δεν ήξερα ότι οι Οφλήδες που είχαν έρθει στην Ελλάδα με την ανταλλαγή πληθυσμού έχουν ενωθεί και έχουν ιδρύσει ένα χωριό με όνομα “Νέα Τραπεζούντα”. Λοιπόν, πήγαμε στο χωριό. Γνώρισα τους ηλικιωμένους του χωριού. Καθώς μιλούσα με τους ανθρώπους που ακόμα θυμόντουσαν τα σπίτια τους στο Όφι χαιρόμουν πιο πολύ. Και αναφέρθηκα για αυτούς τους ωραίους ανθρώπους στο βιβλίο που έγραψα με τίτλο “Ο Πολιτισμός του Πόντου”. Και η Νέα Τραπεζούντα έγινε ο δεύτερος Όφις για μένα.
Μετά γνώρισα τον Γιάννη Μεγαλόπουλο. Την ημέρα που φιλοξένησε στο σπίτι του εκτός από την δική του οικογένεια με σύστησε και με τον πατέρα του. Στο οικογενειακό τραπέζι που είμασταν όλοι μαζί, υπήρχε σούπα μαυρολάχανου και ο πατέρας του Γιάννη μου είχε πει “Το μαυρολάχανο μπορεί να τρώγεται μόνο με γιαούρτι και με ψωμί από αλεύρι καλαμποκιού. Και ήταν αλήθεια.Με αυτά τα λόγια του με είχε κάνει να ταξιδέψω στα παιδικά μου χρόνια στο χωριό μου.
Από την αρχή της γνωριμίας μας ο Γιάννης δεν με άφησε ποτέ μόνο μου. Με πλούτισε με τις γνώσεις του και με τα πολύτιμα αρχεία του. Η κόρη του Ελένη και η σύζυγος του ήρθαν στην Πόλη και τις φιλοξενήσαμε με χαρά. Όποτε βρισκόμουν στην Θεσσαλονίκη πάντα με έβρισκε και με φιλοξενούσε ή στο σπίτι του ή στην Κατερίνη. Ήταν τόσο γενναιόδωρος και τόσο καλόκαρδος άνθρωπος που δεν δίσταζε να ανοίγει τα πολύτιμα αρχεία του για να με βοηθήσει στις έρευνες μου που έκανα σχετικά με το Όφι.
Ήταν ένας αληθινός αδελφός με υπέροχη καρδιά και ένας μονάκριβος φίλος με υπέροχη και γενναιόδωρη ψυχή. Είχα στεναχωρηθεί πολύ όταν έμαθα πως δεν ήταν καλά η υγεία του. Και ο ίδιος μου είχε πει ότι δεν είναι καθόλου καλά όταν του τηλεφώνησα. Αξιαγάπητε και αγαπημένε μου φίλε, θέλω να ξέρεις ότι η καρδιά μου δεν λέει να δεχτεί και δεν μπορώ να κατανοήσω ,πως μας άφησες τόσο γρήγορα και το γεγονός ότι σε χάσαμε. Είχαμε πολλές όμορφες δουλειές να κάνουμε και πολλά όνειρα για να τα πραγματοποιήσουμε μαζί. Ούτε προλάβαμε να πάμε μαζί στον Όφι. Δυστυχώς δεν πρόλαβα να σε πάω στα παρχάρια και στο χωριό μου. Ήρθα στο μνήμα σου και είδα ότι αναπαύεσαι πάνω σε ένα λόφο που βλέπει τον Όλυμπο. Και αδελφέ μου Γιάννη, σου δίνω το λόγο μου ότι ως Οφλήδες θα κάνουμε δώρο ένα πολύ αξιόλογο Οφίτικο Λεξικό που θα πάρει θέση ανάμεσα στα υπέροχα αρχεία σου.
Ο φίλος σου που δεν θα σε ξεχάσει ποτέ, Ομέρ.