Τρίτη 26 Δεκεμβρίου 2017

Χανιφέ, η Πόντια μουσουλμάνα

Χανιφέ, η Πόντια μουσουλμάνα
Χανιφέ, η Πόντια μουσουλμάνα

γράφει ο Ευάγγελος Αυδίκος*

Η χώρα ζούσε στον απόηχο της επίσκεψης του Ερντογάν, αλλά και των περίεργων κινήσεων για τον αστυνομικό έλεγχο του τρόπου αναφοράς στη μειονότητα από την ακαδημαϊκή κοινότητα. Όπως συμβαίνει κάθε φορά που σκάει μύτη ένα θέμα, όλοι γινόμαστε θρακολόγοι και τουρκολόγοι, ειδικοί σε ζητήματα ταυτοτήτων.

Ήταν εκείνες τις ημέρες που άνοιξε την πόρτα μου. Ώριμη κυρία, με καλοσύνη και ευκολία στην επικοινωνία. Είμαι η Χανιφέ, συστήθηκε. Πόντια, Ρωμαίσσα έλεε η γιαγιά μου. Έμεινα να την κοιτάζω προσεκτικά. Είδε τον δισταγμό μου.

Η Χανιφέ ήταν κόρη δυο Ποντίων, γεννημένη σε χωριό κατοικημένο αποκλειστικά από Πόντιους. Σε μικρή ηλικία μετακινήθηκε σε γειτονική, μεγάλη πόλη του Πόντου, όπου φοίτησε στο τοπικό Γυμνάσιο. Γνωστή η ιστορία της αστικοποίησης, με τη «βίαιη» μετακίνηση του αγροτικού πληθυσμού στα αστικά κέντρα.

Στην πόλη ένιωσε να την αντιμετωπίζουν καχύποπτα όταν χρησιμοποιούσε λέξεις που στο χωριό ήταν η κανονικότητα ανάμεσα στους χωριανούς. Στην πόλη τα ποντιακά γίνονται έκφραση μιας επικίνδυνης ταυτότητας, που αμφισβητεί την ομογενοποίηση. Το σχολείο αναλαμβάνει να ενσταλάξει στο μυαλό και την ψυχή της τον κανόνα του εθνικού κράτους.

Αν θέλεις να είσαι Τούρκος δεν μπορείς να χρησιμοποιήσεις άλλη γλώσσα. Πρόκειται για την ίδια ιστορία που ένιωσαν στην πλάτη τους με τη βίτσα ή στο μάγουλό τους με τον φούσκο παιδιά της ίδιας ηλικίας απανταχού της γης, που έπρεπε να ξεχάσουν τη γλώσσα που μιλούσαν με τους γονείς τους. Η διαφορά φοβίζει, ιδίως όταν η πλειοψηφία αισθάνεται ανασφαλής. Όταν δεν έχει διασφαλίσει τον σεβασμό των δημοκρατικών δικαιωμάτων σ’ όλους τους πολίτες.

Η οικογένεια της Χανιφέ ήταν πιστοί μουσουλμάνοι. Ανεξάρτητα από τον τρόπο που έγινε ο εξισλαμισμός. Παράλληλα, ήθελαν να είναι Τούρκοι. Ή δεν μπορούσαν, στην αρχή τουλάχιστον, να κάνουν διαφορετικά. Δεν τους ρώτησε κανείς στην ανταλλαγή του πληθυσμού, μια κι έγινε με βάση μια προεθνική οριοθετική γραμμή: το θρήσκευμα.

Η Χανιφέ νιώθει πολίτης της Τουρκίας. Την ίδια στιγμή, άρχισε ν’ ακούει την πολιτισμική φωνή των προγόνων της. Των Ποντίων. Ήθελε να κρατήσει αυτή τη διαφορά. Και η φωνή των προγόνων της ξύπνησε μέσα της τη στιγμή που ο κόσμος αυτός άρχισε να καταρρέει. Την ώρα που πλησίαζε στο σπίτι της στο χωριό άκουγε τα ποντιακά μοιρολόγια. Ένας κόσμος που σίγησε με τον θάνατο της γιαγιάς. Ένας θάνατος στάθηκε αφορμή να ψάξει. Να βρει και να μάθει. Σε μια εποχή που η ομογενοποίηση είναι η κύρια επιλογή.

Η Χανιφέ μοιάζει να κυνηγάει ανεμόμυλους. Ομως το όνειρο ενός διαφορετικού κόσμου χρειάζεται Δον Κιχώτες.

* καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας