Το δράμα των Ποντίων σε μια επιστολή αποχαιρετισμού |
«...Σήμερον εκάναμεν λειτουργίαν και κοινωνήσαμεν όλοι, εκατόν πενήντα τον αριθμόν. Καθ’ ημέραν ανά εξήντα τον αριθμόν απαγχονίζουν, αύριον είναι η δική μου η σειρά. Οταν θα ακούσης το λυπηρόν γεγονός να μην χαλάση ο κόσμος, έτσι ήτον το πεπρωμένον, τα παιδιά ας παίξουν και ας χορέψουν...».
Υπογραφή: Αλέξανδρος Ακριτίδης, από το Λυκάστ Κρώμνης, σημερινή Τουρκία. Εργοστασιάρχης. Κοινοτικός Αρχων Τραπεζούντος.
Η ανάγνωση του γράμματος από ένα Ελληνόπουλο, γράμματος μελλοθάνατου Έλληνα Ποντίου από φυλακή της Τραπεζούντας προς τη σύζυγό του, το 1921, παραμονή του απαγχονισμού του, σκόρπισε ρίγη συγκίνησης σε όσους βρέθηκαν στα αποκαλυπτήρια μνημείου για τη γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού, στην πόλη του Μονάχου.
Ήταν η κορυφαία στιγμή της τελετής, μαζί με εκείνη της ομιλίας της υφυπουργού Παιδείας της Βαυαρίας, η οποία στηλίτευσε τη γενοκτονία του ποντιακού στοιχείου από τους Τούρκους, προκαλώντας αίσθηση για την τολμηρή, για τα γερμανικά δεδομένα, τοποθέτησή της γύρω από το επίμαχο αυτό ζήτημα.
Έγραφε ώρες πριν από τον απαγχονισμό του ο Ακριτίδης:
«Σεπτεμβρίου 13 του 1921. Αμάσεια. Ανεξάρτητα Δικαστήρια.
Αγαπητή μου σύζυγε Κλειώ. Σήμερον εκάναμεν λειτουργίαν και κοινωνήσαμεν όλοι μας, εκατόν πενήντα τον αριθμόν. Καθ’ ημέραν ανά εξήντα τον αριθμόν απαγχονίζουν, αύριον είναι η δική μου η σειρά. Πόσες φορές σήμερα έκλαψα αλλά πού ωφελεί; Οταν θα ακούσης το λυπηρόν γεγονός να μην χαλάση ο κόσμος, έτσι ήτον πεπρωμένον, τα παιδιά ας παίξουν και ας χορέψουν... Ας βλέπω να κανονίσης όλα όπως ξέρης εσύ. Ο αγαπητός μου Θόδωρος ας αναλαμβάνη πατρικά καθήκοντα, και να μην αδικήση κανένα, τα παιδιά τον Γέργον, να τελειώση το σχολείο και να γίνη καλός πολίτης. Τον Γιάννην ας τον έχη μαζί του στη δουλειά, τα μικρά τον Παναγιώτην να τον στείλης στο σχολείον, την Βαλλεντίνην να την μάθης ραπτικήν. Την Φωφών να μην χωρίζεσαι ενόσω ζης. Ο αγαπητός Στάθιος ας διεκπεραιώση τας υποθέσεις μου δωρεάν και ας έχει την ευχήν μου. Ο Παπά Συμεών ας με μνημονεύση ενόσω ζη, να με κάνης σαρανταλείτουργον, μνημόσυνον, να δώσεις πέντε λίρες στην Φιλόπτωχον, πέντε λίρες στην Μέριμναν, πέντε λίρες στου Λυκαστή το σχολείον.
Και ας με συγχωρέσουν όλοι οι αδερφοί μου, οι νυφάδες και όλοι οι συγγενείς και φίλοι μου.
Αντίο σας, βαίνω προς τον πατέρα μου και συγχωρήσατέ με.
Αλέξανδρος Ακριτίδης».
Η τελετή
Με το χάραμα της επομένης ο «κοινοτικός άρχων» της Τραπεζούντος απαγχονίστηκε, ακολουθώντας τη μοίρα εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων του Πόντου και της υπόλοιπης Μικράς Ασίας. Το γράμμα έφτασε πολύ καιρό μετά στα χέρια της συζύγου του, πιθανότατα από κάποιον φρουρό στον οποίο κατέβαλε μπαξίσι και στην ανάγνωσή του δάκρυα πλημμύρισαν τα μάτια των εκατοντάδων Ελλήνων Ποντίων μεταναστών, που παρέστησαν στα αποκαλυπτήρια του μνημείου που φιλοτέχνησε ο γλύπτης Λυκούργος Παπαντωνιάδης στο προαύλιο της εκκλησίας των Αγίων Πάντων στη βαυαρική πρωτεύουσα.
Αίσθηση προκάλεσε η ομιλία της υφυπουργού Παιδείας της Βαυαρίας, Καρολίν Τράουτνερ, η οποία αφού γονάτισε ευλαβικά στον χώρο μπροστά στο μνημείο και άναψε ένα κερί, είπε στη συνέχεια, μεταξύ άλλων, στην ομιλία της: «Τέτοια εγκλήματα δεν πρέπει να επαναληφθούν. Πρέπει να είμαστε ενωμένοι για ανθρωπισμό και συμφιλίωση. Αιτία του εγκλήματος σε βάρος των Ελλήνων στη Μικρά Ασία είναι ένας υπέρμετρος εθνικισμός. Το δικό μας έθνος, “ο δικός μας λαός”, αποτελούν το κέντρο αυτής της ιδεολογίας και σκέψης. Αυτό ακριβώς οδηγεί σε απόρριψη ανθρώπων που δεν ταιριάζουν με τέτοιο ορισμό και προσδιορισμό.
Η Γερμανία έχει μια ιδιαίτερη ευθύνη να καταπολεμήσει με κάθε έμφαση αυτή την ιδεολογία. Η μνήμη για τα βάσανα των Ελλήνων του Πόντου πρέπει να σκοπεύει σε δύο κατευθύνσεις, στο παρελθόν και στο μέλλον. Στο παρελθόν, για τον λόγο ότι η θύμηση αυτού του εγκλήματος και η μνήμη των θυμάτων είναι πολύ σπουδαία. Κανείς πεθαίνει μια δεύτερη φορά, όταν τον ξεχνούν. Για το μέλλον, επειδή η θύμηση μπορεί να επηρεάσει την πολιτική σκέψη και δράση της δικής μας γενιάς και των μελλοντικών γενεών. Η ιστορία των Ελλήνων του Πόντου μας διδάσκει να προστατεύσουμε την κοινωνία μας από εξτρεμιστικές ιδεολογίες. Ρατσισμός και μίσος για τους ξένους δεν έχουν σε εμάς καμιά θέση».
Πηγή: Καθημερινή