Το μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά στην Τραπεζούντα - Το λίκνο του Ποντιακού ελληνισμού |
της Θεοδώρας Καρακιουλάχ
Σε μια απόκρημνη τοποθεσία, μέσα σε μια κατάφυτη δασώδη περιοχή, πάνω από το φαράγγι του ποταμού Παναγία, σε ύψος περίπου 1.000 μέτρων, βρίσκεται το μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά στον Πόντο.
Το μοναστήρι «κρέμεται» πάνω στη δυτική πλευρά του όρους Μελά (Στου Μελά =Σου Μελά =Σουμελά) και βρίσκεται 40 χιλιόμετρα νότια της Τραπεζούντας, κοντά στη Ματσούκα.
Η Σταυροπηγιακή μονή ιδρύθηκε σύμφωνα με την παράδοση κατά τη διάρκεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, τον 10ο αιώνα, από δύο Αθηναίους μοναχούς, τον Σωφρόνιο και τον Βαρνάβα, έπειτα από κάποιο όραμα που είδαν. Ταξίδεψαν ως το όρος Μελά και σε κάποιο σπήλαιο βρήκαν την εικόνα της Παναγίας, που αποδίδεται στον όσιο Λουκά. Στην αρχή οι δύο μοναχοί έκτισαν κελί και αργότερα εκκλησία μέσα στο σπήλαιο όπου θαυματουργικά βρέθηκε η εικόνα.
Με θαυματουργικό τρόπο λύθηκε και το πρόβλημα υδροδότησης της μονής, μιας και μέσα από έναν γρανιτένιο βράχο άρχισε να αναβλύζει αγίασμα.
Η μεγάλη άνθηση
Τα χρόνια των Μεγαλοκομνηνών της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας (1241-1461) το μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά γνώρισε μεγάλη ακμή.
Ο αυτοκράτορας Αλέξιος Γ’ έπειτα από ένα ναυάγιο από το οποίο σώθηκε απέδωσε τη σωτηρία του στη χάρη της Παναγίας και το 1364 εξέδωσε χρυσόβουλο με το οποίο ανανέωσε όλα τα προνόμια που απολάμβανε η μονή τα προηγούμενα χρόνια και ανέλαβε την οικοδόμησή της. Οχύρωσε το συγκρότημα του μοναστηριού με τείχη και πύργους, έφτιαξε καινούρια κελιά, διαμόρφωσε τον χώρο του ναού στη μορφή που σώζεται μέχρι σήμερα και δώρισε στο μοναστήρι μια εικόνα της Θεοτόκου. Με βάση το χρυσόβουλο, μεταξύ άλλων προνομίων κτήσης γης, το έγγραφο όριζε τις υποχρεώσεις και τα προνόμια που απολάμβαναν οι πάροικοι που εργάζονταν στην καλλιέργεια γης της μονής και παράλληλα το έγγραφο όριζε την απαλλαγή από φόρους και από στρατιωτικές υποχρεώσεις. Η μονή υποχρεούνταν μόνο να καταβάλει στον αυτοκράτορα φόρο για την έγγειο ιδιοκτησία δυο φορές τον χρόνο.
Κατά τη διάρκεια της κατάλυσης του κράτους των Μεγαλοκομνηνών από τον Μωάμεθ Β’ το 1461, τα περισσότερα μοναστήρια του Πόντου, μαζί με αυτά και οι Σταυροπηγιακές μονές του Βαζελώνα και του Περιστερεώτα, έμειναν ανέπαφα.
Η μονή της Παναγίας Σουμελά γνώρισε και νέα άνθηση κατά τη διάρκεια του 16ου αιώνα. Ο σουλτάνος Σελίμ Α’, εξέδωσε φιρμάνι που αναγνώριζε τα προνόμια της μονής, ενώ παράλληλα λόγω της καλής σχέσης της μονής με τους αρχιεπισκόπους Χαλδίας, που έλεγχαν τα μεταλλεία αργύρου στην περιοχή, το μοναστήρι απολάμβανε μεγάλες και σημαντικές δωρεές.
Κατά τη διάρκεια του 17ου αιώνα η μονή ανακαινίζεται ριζικά και από τότε είναι οι εξαιρετικές τοιχογραφίες που σώζονται μέχρι σήμερα, τα παρεκκλήσια και οι βοηθητικοί χώροι.
Με την άρση των περιοριστικών μέτρων εναντίον των κρυπτοχριστιανών το 1860, η μονή γνώρισε νέα άνθηση. Τότε κτίστηκε το υδραγωγείο, η βιβλιοθήκη και διαμορφώθηκε η πρόσβαση στο μοναστήρι που υπάρχει μέχρι σήμερα.
Η μεγάλη καταστροφή
Κατά τη διάρκεια των χρόνων το μοναστήρι υπέστη πολλές λεηλασίες και φθορές από κλέφτες και αλλόθρησκους.
Η μεγαλύτερη όμως καταστροφή συντελέστηκε το 1922. Αφού πρώτα λήστεψαν τα πολύτιμα έγγραφα, χειρόγραφα και αντικείμενα, κατέκαψαν ό,τι υπήρχε. Οι μοναχοί εγκαταλείπουν το μοναστήρι και έκτοτε ακολούθησαν βανδαλισμοί και καταστροφές ως και τη δεκαετία του 1970.
Οι μοναχοί κατάφεραν να γλυτώσουν από την καταστροφή την εικόνα της Παναγίας Σουμελά μαζί με τον Σταυρό του Μανουήλ Κομνηνού και το Ευαγγέλιο του οσίου Χριστοφόρου, τα οποία ενταφίασαν σε μια μυστική κρύπτη μέσα σε ένα σιδερένιο κιβώτιο στην είσοδο του παρεκκλησίου της Αγίας Βαρβάρας που βρισκόταν σε απόσταση ενός χιλιομέτρου από τη μονή.
Χαρακτηριστική είναι η περιγραφή του μητροπολίτη Τραπεζούντας, Χρύσανθου : «Τα χειρόγραφα και τα λοιπά ιερά κειμήλια της μονής διηρπάγησαν υπό των Τούρκων μη επιτραπέντος τοις μοναχοίς να παραλάβωσι τι μεθ’ εαυτών, η δε μονή ηρειπώθη. Οι Τούρκοι αφήρεσαν από της στέγης τας κεράμους και εν τη αναζητήσει κεκρυμμένων θησαυρών διέρρηξαν τους ορόφους και ανέσκαψαν τα δάπεδα, …….Μόνον τον ναό δεν ηδυνήθησαν να καταστρέψωσι καθ’ ολοκληρίαν οι Τούρκοι και τούτο διότι είναι λαξευμένος εντός βράχου».
Η εικόνα της Παναγίας Σουμελά
Τα τρία κειμήλια - σύμβολα του ποντιακού ελληνισμού επαναπατρίστηκαν το 1931 και σήμερα βρίσκονται στη μονή της Παναγίας Σουμελά στην Καστανιά Ημαθίας.
Τότε στα πλαίσια της ελληνοτουρκικής φιλίας επισκέφθηκε την Ελλάδα ο πρωθυπουργός της Τουρκίας, Ισμέτ Ινονού. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος ζητάει από τον υπουργό Λεωνίδα Ιασωνίδη, που παρίστατο, να προσφωνήσει τον Τούρκο πρωθυπουργό στην τουρκική γλώσσα. Ο Ιασωνίδης εκφωνεί σε άπταιστα τουρκικά έναν υπέροχο λόγο και καταγοητεύει τον Ινονού. Τότε ο Τούρκος πρωθυπουργός ρωτάει τον Ιασωνίδη αν έχει καμιά επιθυμία από την πατρίδα του για να την ικανοποιήσει. Τότε ήταν που ο Ιασωνίδης ζήτησε την άδεια για μεταφορά της ιστορικής εικόνας της Παναγίας Σουμελά από τον Πόντο στην Ελλάδα.
Η μονή επαναλειτούργησε στις 15 Αυγούστου 2010, όπου χοροστατούντος του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου και παρουσία χιλιάδων Ελλήνων ποντιακής καταγωγής τελέστηκε Θεία Λειτουργία στο μοναστήρι της «Κυράς του Πόντου» 87 χρόνια μετά την εγκατάλειψη.
Από το 2015 μέχρι σήμερα δεν τελέστηκε ξανά Θεία Λειτουργία ανήμερα του εορτασμού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, διότι η τουρκική κυβέρνηση κάνει έργα αναστήλωσης στο μοναστήρι, τα οποία αναμένεται να ολοκληρωθούν το 2019.
Πηγή: ThessNews