Τραπεζούντα, έρωτας ανεκπλήρωτος με Παπαβραμίδη στη διαπασών |
του Χρήστου Κωνσταντινίδη
Η κρίση των αξιών είναι ορατή περισσότερο από ποτέ εν έτει 2018. Οπότε η προσήλωση στην παράδοση, είναι σημαντική καθώς αναπλάθει τα μορφωτικά ιδεώδη, συντηρεί διαχρονικές αξίες και συντελεί καθοριστικά στη διαμόρφωση της αληθινής Παιδείας και του Έθνους. Το αν την κρατήσαμε την παράδοση, όπως πρέπει, έχει σημασία, αλλά δεν είναι το θέμα τούτου του κειμένου. Γιατί ανά πάσα στιγμή μπορούμε να ανατρέξουμε στο παρελθόν, να δούμε τα έργα των παλιών και να αποκαταστήσουμε τα σφάλματα που έγιναν.
Γιατί λάθη έχουν γίνει και σίγουρα πολλά, ακόμα και στην ποντιακή παράδοση. Πόσες φορές άλλωστε έχετε ακούσει σύγχρονα τραγούδια ποντιακά που σας ξενίζουν, που κάθε άλλο παρά μαυροθαλασσίτικο ήχο φέρνουν στο νου και θυμίζουν ξεπεσμένη γυφτονησιώτικη εμποροπανήγυρη; Πόσες φορές ο στίχος σας αηδίασε ακούγοντας λόγια επηρεασμένα από σαθρή νεοελληνική νοοτροπία που μιλούν για καψούρες και προάγουν σκέψεις ανήθικες;
Όλα αυτά είναι πολύ σοβαρά, γιατί η μουσική επηρεάζει και οι νέοι οικοδομούν και υιοθετούν λανθασμένη άποψη για την ποντιακή κουλτούρα, η οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με ηθικές αξίες. Ο έρωτας στα τραγούδια των παλιών είναι ιερός και καθόλου πρόστυχος, συμπορεύεται με τις χριστιανικές αρχές και τον στόχο της δημιουργίας οικογένειας.
Πως θα αποκαταστήσεις τέτοια σφάλματα αν δεν βάλεις να ακούσεις στη διαπασών Νίκο Παπαβραμίδη, τα τραγούδια του οποίου περικλείουν προσωπικά βιώματα, ιστορία και δείχνουν τον σεβασμό που είχαν οι άνθρωποι σε μία εποχή που φαντάζει μακρινή, αλλά τόσο πολύ αναγκαία να γίνει ξανα κοντινή; Ο ήχος του κεμεντζέ φτιάχνει ατμόσφαιρα και η γλώσσα ως εργαλείο επικοινωνίας ερμηνεύει συναισθήματα. Τα τραγούδια του δημιουργούν εικόνες και σε ταξιδεύουν βορειοανατολικά, στη Μαύρη Θάλασσα, στην Τραπεζούντα.
Η δείσα καταπλακώνει την πρωτεύουσα των Κομνηνών. Είναι βροχερή Κυριακή. Το τοπίο ξεθολώνει και κάπου κοντά στο Ουζούν Σοκάκ, σε ένα σπίτι, σε ένα δωμάτιο μία όμορφη νεαρή κοπέλα πλέκει τα μαλλιά της. Ετοιμάζεται για τη Θεία Λειτουργία. Και ο νέος, ο κεμεντζετζής φαντάζεται να την παρακολουθεί με θαυμασμό από το μισάνοιχτο παράθυρο. Και της τραγουδά: «όταν φοράς τα καλά σου και πας στην Εκκλησία, μα την Παναγία σου λέω, μου έρχεται να θυσιαστώ για σένα, όταν σε βλέπω να προσεύχεσαι γονυπετής. Τα σοκάκια γελούνε, όταν φοράς τα καλά σου ρούχα, στον δρόμο όσοι σε πετυχαίνουν, όλοι γυρνούν να σε δούνε. Και από την ομορφιά σου λένε από μέσα τους, Παναγία μου, Παναγία μου».
Η εικόνα της κόρης που πάει στην εκκλησία δημιουργεί το πρώτο καρδιοχτύπι, το οποίο οδηγεί στην έκφραση συναισθημάτων στο Μαγεμένον. Ο λυράρης καμμένος από τον νταλκά του αποκαλύπτεται χωρίς να ξεπερνά τα όρια. Δεν παρεκτρέπεται διηγούμενος τον έρωτά του και με ύφος πονεμένο λέει: «με μάγεψες μωράκι μου και με έχεις μαγεμένο. Ανάμεσα στα μαλλιά σου θέλω να τυλιχτώ. Μα την Παναγία. Στη γειτονιά μου έβγαλαν το παρατσούκλι “τζακόν” (σημαίνει αυλή και στο στίχο εννοεί ότι περιφέρεται γύρω από το σπίτι και τον έχουν πάρει όλοι χαμπάρι), σε βλέπουνε τα μάτια μου και καίγεται η καρδιά μου».
Περιγράφει συν τοις άλλοις το αίσθημα της απόρριψης. «Σαν κοφτερό μαχαίρι με πλήγωσες στην καρδιά και δεν γιατρεύομαι με τίποτα. Εγώ σε αγαπώ και έρχομαι (προφανώς να τη ζητήσει από τον πατέρα της) και εσύ με αγνοείς. Τι λογής καρδιά έχεις; Καθώς γελώ με κάνεις και κλαίω».
Και στο τέλος δηλώνει τα στοιχεία του ίδιου και αυτής που αγαπά: «Είμαι ο Νίκος ο κεμεντζής, αυτός από την ενορία της Μεταμορφώσεως του Χριστού, λευκό άνθος είναι για μένα το κορίτσι από τον Αληθινόν (σ.σ. Ενορία της Κρώμνης). Είσαι πολύ όμορφη και ηλιοφωτισμένη. Νοσταλγώ την παρουσία σου, η οποία δημιουργεί την ανάγκη για αγκαλιά».
Το τραγούδι αυτό κρύβει ιστορία και είναι αυτοβιογραφικο. Όταν ρώτησα τον αδελφό του Νίκου Παπαβραμίδη, Σταύρο, ο οποίος βρίσκεται ανάμεσά μας στα 105 του χρόνια και ακμαίος για να διηγείται ιστορίες από την πατρίδα και όχι μόνο, «παππού, ποιο είναι το κορίτσι που αναφέρει ο αδερφός σου;» μου απάντησε: «η νύφη μου». Οπότε ο παλιός εν Ελλάδι σκαπανέας της ποντιακής μουσικής με αυτά τα λόγια διηγείται πως αισθάνθηκε για τη σύζυγό του. Αν μη τι άλλο η περιγραφή των συναισθημάτων του και ο τρόπος που διαχειρίζεται την έλξη προς την κοπέλα που έγινε γυναίκα του αποτυπώνει με τον καλύτερο τρόπο πως πρέπει να διαχειρίζονται τα τραγούδια τον έρωτα. Με σεβασμό στην ιερότητα της γυναίκας.
Ο Παπαβραμίδης όμως περιγράφει και άλλες καταστάσεις σε τραγούδι του, που λαογραφικά μας αποκαλύπτουν πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία. Στο «Δέβα μάνα» περιγράφεται η οργή των νέων όταν απορρίπτονταν από τους γονείς μιας κοπέλας και πως κατέλυαν τους κανόνες για να ικανοποιήσουν την επιθυμία τους να παντρευτούν.
«Την Τραπεζούντα γύρισα και τους εννέα μαχαλάδες και για μένα δεν βρέθηκαν στραβές προξενήτρες. Αγάπησα ένα κορίτσι από τη συνοικία της Κεμέρκα, πήγα για να την πάρω και οι γονείς της δεν μου την έδωσαν. Ένα ακόμα αγάπησα από την ενορία του Χριστού. Πήγα για να τη ζητήσω και μου είπαν “δεν είναι δικιά σου”», δηλαδή την είχαν τάξει αλλού. Από την οργή του ο νέος ξεσπά. «Πήγαινε μάνα στο χωριό και πούλησε την περιουσία του πατέρα μου. Πήγαινε και φέρε μου τα λεφτά να αγοράσω ματαράδες», όπλα δηλαδή. Και καταλήγει «ματαράδες πυρπιλίτσα για τη χώρας τα κορίτσια».
Γιατί χρειάζονται της πόλης οι κοπέλες τα όπλα; Προφανώς αναφέρεται στο κλέψιμο νυφάδων, το οποίο δεν έχει χαθεί στις μέρες μας. Μέχρι σήμερα υπάρχουν περιπτώσεις που νέοι έκλεψαν τις καλές τους, γιατί δεν τους ήθελαν οι πατεράδες τους.Το τραγούδι παρουσιάζει μία άλλη πτυχή, αυτή του ανεκπλήρωτου έρωτα, ο οποίος για να γίνει επίσημος (σ.σ να πάει σε γάμο δηλαδή) χρειάζεται ο νέος να πατήσει τους κοινωνικούς κανόνες, οι οποίοι λειτουργούν για το κοινωνικό συμφέρον, πολλές φορές όμως δημιουργούν ανεπανόρθωτες πληγές. Το καλοκαίρι του 2018 μάλιστα είχε συζητηθεί πάρα πολύ στην Τραπεζούντα η αυτοκτονία ενός νέου, επειδή δεν τον ήθελε για γαμπρό ο πατέρας αυτής που αγαπούσε. Οπότε ορισμένες φορές δεν είναι κακό να πάρει κάποιος την κατάσταση στα χέρια του...
Ο Παπαβραμίδης τραγουδά με σεβασμό και όσα λέει έχουν υπόθεση. Μήπως αυτός και άλλοι παλιοί πρέπει να υψωθούν ξανά ψηλά, για να αποτρέψουμε νέα λάθη και να συνεχιστεί η παράοση όπως πρέπει. Ίδωμεν...