Προσωπική ιστορία: μια μελέτη περίπτωσης |
της Σοφίας Ελευθεριάδου*
Δύο είναι τα κυρίαρχα θέματα που με απασχολούν το φετινό καλοκαίρι: Το ένα η πολιτική κατάσταση της χώρας με τις πρόσφατες εκλογές και τις αλλαγές στο τοπίο της διακυβέρνησής της και το δεύτερο η επικείμενη επίσκεψή μου στον Πόντο, την πατρίδα της φυλής μου. Η σκέψη μου δηλαδή είναι στραμμένη στον Πόντο και στην Πολιτική. Δεν ξέρω ποιο είναι πρώτο και ποιο δεύτερο. Νομίζω πως και τα δύο φέρουν μέσα τους και τα δύο. Σίγουρα πάντως η Πολιτική επηρέασε την Ποντιακή ιστορία.
Ακόμα και η Γενοκτονία των Ποντίων −εξαιτίας της οποίας γεννήθηκα και ζω στην Κατερίνη της Μακεδονίας κι όχι στην Κερασούντα του Πόντου− ακόμα κι αυτή είναι αποτέλεσμα/συνέπεια της πολιτικής. Εξάλλου, η γενοκτονία με τις πρακτικές της, την τεχνική που ακολουθεί και τη μέθοδο της συστηματικής δολοφονίας ολόκληρων λαών είναι πολιτική της ναζιστικής και ρατσιστικής ιδεολογίας, του φανατισμού και της μισαλλοδοξίας. Το μίσος προς τον συνάνθρωπο, που καλλιεργείται −ίσως και υποσυνείδητα− με κάθε μέσο και προς κάθε αποδέκτη, είναι πολιτική συγκεκριμένων ομάδων ανθρώπων (π.χ. Νεότουρκων, Ναζιστών) εναντίον ετέρων ομάδων ανθρώπων, των «ξένων», των αδύναμων, των «καταπιεσμένων», είτε αυτοί οι «ξένοι» είναι αλλόθρησκοι (π.χ. χριστιανοί, εβραίοι), είτε αλλοεθνείς (π.χ. Έλληνες, Αρμένιοι ή Ασσύριοι), είτε έχουν άλλη απόχρωση στο δέρμα (μελαμψοί ή μαύροι), είτε ανήκουν στο «αδύναμο» φύλο (γυναίκες), είτε είναι το «τρίτο» φύλο (διαφορετικής σεξουαλικής προτίμησης, π.χ. ομοφυλόφιλοι), είτε είναι διαφορετικής ιδεολογίας από την κυρίαρχη (π.χ. κομμουνιστές), είτε άλλης φυλής (π.χ. Ρομά), είτε είναι μη «κανονικοί» (π.χ. άτομα με ειδικές ανάγκες), είτε χαμηλής κοινωνικοοικονομικής κατάστασης (π.χ. φτωχοί, δούλοι, «αποβράσματα της κοινωνίας»).
Οπότε, ναι, η εμμονή μου με τον Πόντο, όπου γεννήθηκαν οι παππούδες μου στον αρχή του 20ού αιώνα, συσχετίζεται με την πολιτική, με την αδικία που υπέστησαν οι πρόγονοί μου 100 χρόνια πριν. Εγώ δεν τα έζησα. Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Ελλάδα, ως τέκνο προσφύγων. Οι γονείς μου γεννήθηκαν στη Ρωσία από πρόσφυγες του Πόντου, και μετά από εκεί έγιναν και αυτοί με τη σειρά τους πρόσφυγες στην Ελλάδα. Άρα η λέξη «προσφυγιά» είναι μέσα στην ιστορία και την παράδοση της οικογένειάς μου και της φυλής μου και είναι συνέπεια της πολιτικής, αρχικά της Τουρκίας και έπειτα της Σοβιετικής Ένωσης.
Όταν ήμασταν μικροί συνηθίζαμε με τον αδερφό μου να λέμε, μεταξύ σοβαρού και αστείου, «καλά που φύγαμε από τον Πόντο…», και γελούσαμε κρυφά με μια ανερμήνευτη τότε αιδώ. Και συνεχίζαμε να φανταζόμαστε πώς θα ζούσαμε αν δεν είχε υπάρξει η γενοκτονία. «Τώρα θα ήμασταν φτωχοί Τούρκοι πάνω στα βουνά, στα χωριά του Πόντου. Καλύτερα Έλληνες στην Ελλάδα τη σύγχρονη, την ευρωπαϊκή, τη χριστιανική», παραδεχόμασταν.
Καλώς ή κακώς όμως η ιστορία δεν γράφεται με φαντασίες και υποθετικά σενάρια. Δηλαδή στην ιστορία δεν χωράει ο υποθετικός λόγος του μη πραγματικού.
«Αν είχα γεννηθεί στον Πόντο, θα ζούσα καλύτερα απ’ ό,τι στην Ελλάδα».
Ή αντίθετα:
«Αν είχα γεννηθεί στον Πόντο, θα ζούσα χειρότερα απ’ ό,τι στην Ελλάδα».
Αυτού του είδους οι υποθέσεις δεν έχουν χώρο στην επιστήμη της Ιστορίας, γιατί αποτελούν εικασίες και ανήκουν μάλλον στον χώρο της φαντασίας, της μυθοπλασίας. Στην προσωπική μου ιστορία όμως μπορώ να σκεφτώ, να υποθέσω, ακόμα και να φανταστώ τον εαυτό μου στην Τουρκία, ότι ίσως ήμουν μουσουλμάνα (ή κρυπτοχριστιανή), ίσως φορούσα μαντήλα και η καθημερινότητά μου πιθανόν να έμοιαζε με των παππούδων μου.
Συμπερασματικά, το πού γεννιόμαστε, ακόμα και το πώς ντυνόμαστε, είναι καθαρά θέμα τύχης, συγκυριών, επιλογών, ιστορίας και πολιτικής. Αν είχα γεννηθεί στην Αφρική, θα ήμουν μαύρη.
Όμως γεννήθηκα στην Κατερίνη και κουβαλάω ιστορία ελληνική και ειδικότερα ποντιακή, τουλάχιστον 100 χρόνων. Ο παππούς μου Χριστόφορος Ελευθεριάδης γεννήθηκε το 1909 στο χωριό Σούλι, λίγα χιλιόμετρα νότια της Κερασούντας και η γιαγιά μου, Σοφία Καρυπίδου, στην Ορντού. Το 1919 κατέφυγαν πρόσφυγες στο Σοχούμ της Γεωργίας στη Ρωσία. Το 1929 ήρθαν στη Θεσσαλονίκη, αλλά λόγω των θανατηφόρων ασθενειών που θέριζαν τότε (έθαψαν ένα μωρό τους στο Επταπύργιο), φοβήθηκαν για τις ζωές τους και προτίμησαν τη Ρωσία. Το 1939 ήρθαν ξανά στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην Κατερίνη. Δεν επέστρεψαν ποτέ στον Πόντο. Ήταν πάντα μια ανοικτή πληγή η Πατρίδα.
Φέτος, το 2019, συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη Γενοκτονία των Ποντίων που διέπραξαν οι Νεότουρκοι, την αναγνώριση της οποίας διεκδικούμε, 110 χρόνια από τη γέννηση του παππού μου στην Κερασούντα και 20 χρόνια από τον θάνατό του.
Γνωρίζω πως δεν υπάρχει τίποτα από το χωριό του το Σούλι, ούτε «τα ταφία», τα μνήματα με τα ονόματα των προγόνων μου θα βρω. Θα πάρω όμως χώμα από τα μέρη που περπάτησε ο παππούς μου μικρό παιδί και οι γονείς του, ο προπάππος μου Νικόλας και η προγιαγιά μου η Φωτεινή, θα αναπνεύσω τον αέρα που ανέπνεαν, θα περπατήσω σε σημεία που περπάτησαν. Θα είναι ένα ταξίδι στον χρόνο, στην ιστορία και στη συλλογική μνήμη με όχημα τη φαντασία.
Οι παππούδες μου γεννήθηκαν στην Τουρκία.
Οι γονείς μου γεννήθηκαν στη Ρωσία.
Εγώ και τα παιδιά μου γεννηθήκαμε στην Ελλάδα.
Άραγε τα εγγόνια μου πού θα γεννηθούν;
Η τύχη, οι συγκυρίες, οι επιλογές, η πολιτική και η ιστορία θα δείξουν τον δρόμο…
* Η Σοφία Ελευθεριάδου είναι φιλόλογος.