Μ. Μανουσάκης: «Να αναγνωρίσει την Γενοκτονία η παγκόσμια κοινότητα» |
Στην Ξάνθη για τα γυρίσματα της πολυαναμενόμενης σειράς το «Κόκκινο Ποτάμι» βρέθηκε ο καταξιωμένος Έλληνας σκηνοθέτης Μανούσος Μανουσάκης. Φιλοξενούμενος στο ράδιο Χρόνος 87,5fm έκανε λόγο για υψηλή ευθύνη προς τον ποντιακό ελληνισμό, αλλά η συνέντευξη δεν περιορίστηκε μόνο στην σειρά καθαυτή, με τον σκηνοθέτη να μεταφέρει μεταξύ άλλων την ηχηρή πεποίθηση «στην Ελλάδα εκχωρήθηκαν σε μία ακροδεξιά έννοιες. Χάσαμε το δικαίωμα να λέω αγαπώ την πατρίδα μου, αναρτώ σημαία, φοβούμενοι μήπως θεωρηθούμε ακροδεξιοί». Ο λόγος στον ίδιο.
Η σειρά το «Κόκκινο Ποτάμι» είναι πολυαναμενόμενη με ιστορικά και συγκινησιακά στοιχεία για την Γενοκτονία των Ποντίων. Γιατί επιλέξατε το γύρισμα αυτής της σειράς και ποιές οι αναφορές και οι ομοιότηες στο σήμερα;
Η ιστορία μας ξεκινάει το 1908 και τελειώνει το 1922. Σε αυτό το χρονικό διάστημα βλέπουμε τα δεινά του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας, την εξόντωση του ελληνισμού από τον Πόντο και από τα παράλια της Ιωνίας. Παρακολουθούμε όλο αυτό το δράμα του ελληνισμού, μια ιστορία άγνωστη σε πολλούς την οποία αποφασίσαμε να την μοιραστούμε με τον κόσμο, γιατί λαός που δεν γνωρίζει την ιστορία του δεν έχει μέλλον όπως λέει και η ρήση. Βλέπουμε ότι η ιστορία αυτή είναι πάρα πολύ σύγχρονη, η εποχή μας είναι τόσο ρευστή όπως ήταν και η εποχή τότε.
Τότε οι άνθρωποι νόμιζαν ότι η καθημερινότητά τους ήταν απρόσβλητη αλλά ξαφνικά μέσα σε μια ώρα έχασαν τον κόσμο κάτω από τα πόδια τους, όλα ανετράπησαν, σταμάτησε να υπάρχει νόμος, τάξη, ήθος. Μέσα σε μια ώρα έχασαν σπίτια και περιουσίες, σύρθηκαν στον θάνατο, σκοτώθηκαν, σφάχτηκαν, βιάστηκαν εξακοντίστηκαν από τα σπίτια τους σε μια γενοκτονία πρωτοφανή για τα διεθνή δεδομένα.
«Να αναγνωρίσει την Γενοκτονία η παγκόσμια κοινότητα»
Το θέμα είναι να την αναγνωρίσει η παγκόσμια κοινότητα. Αυτό το οποίο πρέπει με όλες τις δυνάμεις μας οι ελληνικές κυβερνήσεις να επιδιώξουν να αναγνωριστεί από την παγκόσμια κοινότητα. Το έργο μας το Κόκκινο Ποτάμι βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο κυρίου Χάρη Τσιρκινίδη απογόνου Ποντίων και εκπληκτικού γνώστη της ιστορίας του ποντιακού ελληνισμού, ένας άνθρωπος έμφορος συναισθημάτων και γνώσεων που είναι ένας πολύτιμος βοηθός και σύμβουλος σε όλα μας τα βήματα, το βιβλίο του πραγματικά είναι βίβλος για εμάς.
Για τις ανάγκες των γυρισμάτων βρίσκεστε σε πολλές ελληνικές πόλεις, μεταξύ των οποίων και η Ξάνθη αυτό το διάστημα. Τι εισπράττετε στις πόλεις όπου βρίσκεστε;
Όπου γίνονται γυρίσματα ο κόσμος μάς αγκαλιάζει, κι αυτό είναι κάτι το απίστευτο, δεκάδες εθελοντές βοηθοί ηθοποιοί αλλά πρωταγωνιστές στη μικρή σκηνή τους. Είναι συγκινητική η ανταπόκριση.
Δουλειά μας είναι να γράφουμε σενάρια, την πραγματικότητα με έναν τρόπο γοητευτικό, εύληπτο, που δεν σε κάνει να βαριέσαι, ο θεατής να ταυτίζεται με τους ήρωες. Αισθανόμαστε συγκινησιακή φόρτιση στα γυρίσματα και θα είμαστε σε θέση να την μεταδώσουμε, γιατί εμείς είμαστε οι πρώτοι θεατές του έργου μας. Το συνεργείο είναι οι πρώτες θεατές και είναι το βαρόμετρο, βλέπω πάντα τα πρόσωπα του συνεργείου, για να δω αν πετύχαμε, αν είναι ικανοποιημένοι.
Έρχεστε σε επαφή και με πολλούς ποντιακούς συλλόγους κι ανθρώπους με βιώματα.
Και είναι τεράστια η ευθύνη μας απέναντι στους ανθρώπους μας που αντλούν τις αναμνήσεις των βιωμάτων. Οι Πόντιοι που γνωρίσαμε πραγματικά μάς εξέπληξαν για το πως μεταφέρουν την ιστορία στα παιδιά τους από μωρά. Νέοι μιλούν ποντιακά, χορεύουν και γνωρίζουν την ιστορία τους. Είναι μοναδικό αυτό. Διατηρούν ζωντανή τη μνήμη σε παιδιά που δεν έχουν δει ποτέ τον τόπο, δηλαδή δεν υπάρχει που λένε ‘θα γυρίσω’. Χωρίς να έχουν βιώσει τον τόπο, τον αισθάνονται τόπο τους.
Πρόκειται για μία μεγάλη παραγωγή, που χρειάστηκε αρκετά μεγάλος προϋπολογισμός, και γυρίζεται εν μέσω κρίσης. Πώς τα καταφέρνετε;
Η σειρά θα ξεκινήσει να προβάλλεται τον Οκτώβριο και παράλληλα εμείς θα συνεχίζουμε τα γυρίσματα για άλλους έξι μήνες. Το OPEN μας εξασφάλισε και διέθεσε τα μέσα για να γίνει η σειρά. Το μεγαλύτερο κονδύλι στον προϋπολογισμό μας παραδόξως δεν είναι τα χρήματα, αλλά η ψυχή των ανθρώπων που συμμετέχουν – κι αυτό δεν μετριέται με χρήματα, είναι μία αξία που είτε την πετυχαίνεις είτε δεν την πετυχαίνεις. Η ψυχή είναι το κύριο κεφάλαιό μας, όχι το χρήμα το χάρτινο.
Η κρίση πάντως έχει φέρει και ένα νέο τοπίο, με πολλές παραγωγές ευτελούς περιεχομένου. Ποιά η θέση σας για όσα βλέπουμε στην τηλεόραση;
Βομβαρδιζόμαστε με πάρα πολλή ευτέλεια, όχι μόνο τηλεοπτικά, αλλά γενικώς στη ζωή μας. Ευτέλεια πολιτική, πολιτιστική και θεάματος. Δεν είναι η τηλεόραση το κακό παιδί κι όλα τα άλλα είναι καλά. Η τηλεόραση αντανακλά έναν κόσμο, μία κοινωνία, ένα ήθος κι έναν πολιτισμό, δεν πέφτει από τον Άρη, είναι δημιούργημα της κοινωνίας μας κι αυτή αντικατοπτρίζει.
Δεν είναι όλα ευτελή όμως, μην τα ισοπεδώνουμε όλα. Γι’ αυτό πρέπει να βρούμε που ξεκινάει αυτός ο ευτελισμός και νομίζω ξεκινάει από τον πολιτισμό της καθημερινότητας τον οποίο κι έχουμε απολέσει.
Η σειρά είναι συνυφασμένη και με την φιλοπατρία;
Στην Ελλάδα εκχωρήθηκαν σε μία ακροδεξιά έννοιες. Χάσαμε το δικαίωμα να λέω αγαπώ την πατρίδα μου, αναρτώ σημαία, φοβούμενοι μήπως θεωρηθούμε ακροδεξιοί. Είμαστε η μοναδική χώρα που έχει απεμπολήσει το δικαίωμα να αγαπά την πατρίδα της και το έχει εκχωρήσει στους ακραίους. Κι αυτό είναι ένα μοναδικό επίτευγμα παγκοσμίως. Εκχωρήσαμε την φιλοπατρία στον εθνικισμό. Αυτοί κάνουν την δουλειά τους, την κάνουν καλά, αλλά εμείς τα εκχωρήσαμε αυτά τα δικαιώματα.
Μέσα από αυτή την σειρά θέλουμε να δώσουμε το δικαίωμα σε όλους τους πολίτες να λένε ‘αγαπώ την πατρίδα μου’ και να μην θεωρούνται ακραίοι, μορφώματα και τέτοια.
Πηγή: Ο Χρόνος