Δευτέρα 2 Σεπτεμβρίου 2019

«Το κόκκινο ποτάμι»: Η Ποντιακή Γενοκτονία μέσα από τα μάτια του Μανούσου Μανουσάκη

«Το κόκκινο ποτάμι»: Η Ποντιακή Γενοκτονία μέσα από τα μάτια του Μανούσου Μανουσάκη
«Το κόκκινο ποτάμι»: Η Ποντιακή Γενοκτονία μέσα από τα μάτια του Μανούσου Μανουσάκη

Στο «Kόκκινο Ποτάμι» πλέει το Sputnik, τη σειρά που ξεδιπλώνει τη ζωντανή μνήμη της γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού. Μπήκαμε στα γυρίσματα και μιλήσαμε με τους πρωταγωνιστές και τον σκηνοθέτη.

Μεσημέρι Πέμπτης στο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά. Εκείνη την ημέρα, το θέατρο είχε μια άλλη λειτουργία, πέρα από τη συνηθισμένη. Μέσα στο φουαγιέ του, με αυθεντικό χαρακτήρα νεοκλασικού χώρου, ένας μεγαλειώδης πολυέλαιος φωτίζει τη σκηνή που γυρίζει ο Μανούσος Μανουσάκης.

Ένας από τους πιο γνωστούς σκηνοθέτες της ελληνικής τηλεόρασης διάλεξε το συγκεκριμένο χώρο ώστε να πραγματοποιήσει γυρίσματα της νέας του σειράς, που φέρει τον τίτλο το «Κόκκινο Ποτάμι», θα προβληθεί το φθινόπωρο από την τηλεόραση του OPEN και αναμένεται να μας ταξιδέψει βαθιά μέσα στην ελληνοποντιακή παράδοση. Το σκηνικό συμπληρώνουν κάποια έπιπλα και διακόσμηση εποχής. Στο κέντρο οι δύο πρωταγωνιστές, που φορούν κοστούμια του 1900 και συζητούν σε ένα τραπέζι, ενώ γύρω τους βρίσκονται οι κομπάρσοι και ένα μεγάλο τεχνικό επιτελείο.

Η αρχή της πλοκής τοποθετείται σε μια κωμόπολη κοντά στην Άγκυρα στα τέλη του 1800. Τότε η οικογένεια του Γεωργίου Παυλίδη αρραβωνιάζει το 6χρονο αγοράκι της, τον Μίλτο, µε την 4χρονη Ιφιγένεια, κόρη του Μιχάλη Νικολαΐδη.

«Το κόκκινο ποτάμι»: Η Ποντιακή Γενοκτονία μέσα από τα μάτια του Μανούσου Μανουσάκη

Η σειρά παρουσιάζει συγκλίσεις και αποκλίσεις πολιτισμών.

«Περιγράφει το ιστορικό γίγνεσθαι μέσα από έναν έρωτα. Η ραχοκοκαλιά της σειράς μας είναι ένας μεγάλος έρωτας. Μέσα από αυτόν βλέπουμε όλα τα δεινά του ελληνισμού της Τουρκίας την εποχή αυτή, μέσα από τις δύο οικογένειες των δύο ερωτευμένων νέων, του αγοριού και του κοριτσιού» αναφέρει ο Μανούσος Μανουσάκης.  

Η Αναστασία Παντούσια και ο Ιωάννης Παπαζήσης ενσαρκώνουν το πρωταγωνιστικό ζευγάρι της σειράς.

«Η Ιφιγένεια είναι μια δυναμική γυναίκα και κάποια στιγμή έρχεται ένας μεγάλος έρωτας, ο Μίλτος.  Μέσα από τις δυσκολίες, κάπως προσπαθεί να κρατήσει τον έρωτα και την αγάπη που υπάρχει», επισημαίνει η Αναστασία Παντούσια.

«Υποδύομαι τον Μίλτο Παυλίδη, είμαι ο μεγάλος έρωτας της Ιφιγένειας/ Αναστασίας» λέει με τη σειρά του ο Ιωάννης Παπαζήσης.

Και εξηγεί: «Είμαστε δύο παιδιά που μας αρραβωνιάζουν από μικρά. Τότε έτσι συνέβαινε για να μην παντρευτούμε αλλόθρησκους. Μας ξαναβλέπουμε μεγαλύτερα παιδιά. Το πιο σημαντικό στους χαρακτήρες, είναι τα γεγονότα που είναι ραγδαία και τους εξελίσσουν. Εξελίσσουν και αλλάζουν το μεγάλο έρωτα. Δύο παιδιά, που μέσα από το μεγάλο έρωτα, βλέπουμε όλη τη διαδρομή τους, από την αρχή της ζωής τους μέχρι το θάνατο».

Τα παιδιά χάνονται μεταξύ τους αλλά ξαναβρίσκονται πολλά χρόνια αργότερα και θα δεθούν μέσα από δυσκολίες.

«Γυρίζουμε το «Κόκκινο Ποτάμι», το βιβλίο του Χάρη Τσιρκινίδη και έχουμε την τύχη να τον έχουμε μαζί μας στα γυρίσματα κάτι που δεν είναι σύνηθες σε άλλες δουλειές. Όλα αυτά υπό την καθοδήγηση του Μανούσου Μανουσάκη και ένα εκπληκτικό συνεργείο», επισημαίνει ο Ιωάννης Παπαζήσης.

Συνολικά 150 ηθοποιοί και χιλιάδες κομπάρσοι θα φωτίσουν τις ιστορικές μνήμες στον τηλεοπτικό φακό.

Η πρόκληση της ιστορικής σειράς

Από την Ξάνθη έως τα Τρίκαλα και τη Βέροια το Παρίσι και την Αγία Πετρούπολη αναζητήθηκαν οι χώροι που θα αναβιώσουν την ιστορία.

«Είναι ένα γύρισμα που θέτει πολλές προσκλήσεις για εμάς, πράγματα που πρέπει να λύσουμε και να αντιμετωπίσουμε. Συνέχεια εκπαιδευόμαστε. Δεν υπάρχει απλό γύρισμα. Όλες οι στιγμές που κινηματογραφούμε για εμάς είναι εξίσου σημαντικές, όλα πρέπει να γίνουν  προκλήσεις. Ακόμα και δύο άνθρωποι που κουβεντιάζουν σε ένα τραπέζι θέλει μια ιδιαίτερη μαεστρία για να κρατήσεις το ενδιαφέρον ζωντανό» εξηγεί ο Μανούσος Μανουσάκης.

Ερωτηθείς αν δεν διάλεξε συνειδητά την Τουρκία για γυρίσματα, όπου εκεί βρίσκεται η ιστορική ποντιακή πατρίδα, απάντα ότι δεν θα του προσέφερε κάτι.

«Οι χώροι έχουν αλλοιωθεί. Κι εδώ πέρα στην Ελλάδα ψάχνουμε με το μικροσκόπιο για να βρούμε χώρους που να έχουν κρατήσει αναλλοίωτη εκείνη την εποχή. Ο χώρος μας είναι πολύ πιο οικείος ο κόσμος είναι φοβερά πρόθυμος , μας αγκαλιάζει με αγάπη. Αν υπήρχε μια αναλλοίωτη Σαμψούντα θα την προτιμούσαμε αλλά σήμερα έχει πολυκατοικίες, είναι μια σύγχρονη πόλη. Δεν θα μας πρόσφερε κάτι αν πηγαίναμε εκεί».


Αναπαριστούν μια κοινωνία και για να γίνει αυτό χρειάζεται μια πολυπλοκότητα χαρακτήρων ετερόκλητων μεταξύ τους.

«Είναι μια σειρά κινηματογραφικών προδιαγραφών, αρκετά δύσκολη με πολλές απαιτήσεις.Δεν είναι η πρώτη φορά που συμμετέχω σε ιστορική σειρά, ήμουν ξανά στον Γιούγκερμαν του Καραγάτση. Υπάρχει ένα μεγαλύτερο δέος μια πιο βαθιά προσέγγιση έχει πολύ μεγαλύτερο ψάξιμο υποκριτικό καθώς μιλάμε για μια άλλη εποχή. Από εκεί και πέρα είναι το ερέθισμα του ηθοποιού που το δίνεται η ευκαιρία να παίξει σε μια σειρά παράσταση ή ταινία εποχής, κάτι που νομίζω ότι είναι παιδικό όνειρο όλων των ηθοποιών.  Να ζει σε αυτό το υποκριτικό κομμάτι, μέσα σε αυτό το ταξίδι ενός άλλου τόπου και χρόνου, ειδικά σε μια 20ετία που διανύουμε εμείς. Είναι μια μαγική εποχή και πολύ δύσκολη εικονικά και υποκριτικά» αναφέρει ο Ιωάννης Παπαζήσης.  

«Η πρόταση πραγματικά με συγκίνησε, ένιωσα ένα δέος να ενσαρκώνω ένα χαρακτήρα με τέτοιο υποκριτικό βάρος» υπογραμμίζει η Αναστασία Παντούσια.

Πως προέκυψε η ιδέα της σειράς

Έχοντας συνηθίσει το κοινό του σε πολύ επιτυχημένες κοινωνικές – δραματικές σειρές, ρωτήσαμε τον σκηνοθέτη για ποιο λόγο διάλεξε να κάνει μια ιστορική σειρά.

«Κατά την παρουσίασή της ταινίας μας «Ουζερί Τσιτσάνης», στο νέο Πετρίτσι Σερρών μια κυρία από το κοινό με μάλωσε: «Γιατί κάνατε μια ταινία για τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης και δεν κάνατε μια ταινία για τη Γενοκτονία των Ποντίων;» μου είπε. Αυτή η παρέμβαση μπορεί να ήταν κάπως «χαριτωμένη» εκείνη τη στιγμή, αλλά με έβαλε σε σκέψεις. Άρχισα να ψάχνω το θέμα. Όπως όλοι οι Έλληνες έτσι και εγώ ήξερα ακροθιγώς το κομμάτι αυτό της ιστορίας του Ελληνισμού. Ήξερα τι είχε συμβεί αλλά δεν ήξερα τις λεπτομέρειες, το μέγεθος της αγριότητας και της καταστροφής. Όσο μελετούσα τα πράγματά, γινόταν όλο και πιο ισχυρή η πρόθεση μου να ασχοληθώ με αυτό το θέμα.

Τρία χρόνια πριν ανακάλυψα το βιβλίο του Χάρη Τσιρκινίδη «Το Κόκκινο Ποτάμι». Ήρθα σε επαφή μαζί του και αρχίσαμε τις συζητήσεις.  Στην αρχή η πρόταση ήταν να το κάνουμε ταινία αλλά μετά αποφασίσαμε να προταθεί ως σειρά. Το Open άνοιξε την αγκαλιά του και μας στήριξε σε αυτήν την πρόταση, ο ενθουσιασμός ήταν μεγάλος» επισημαίνει.

Η σύνδεση της τηλεοπτικής δραματουργίας και του χθες - σήμερα

«Οι λόγοι που αποφάσισα να κάνω τη σειρά δεν είναι μόνο η παραίνεση εκείνης της κυρίας. Είναι ότι ανακαλύπτοντας τη ιστορία και διαβάζοντας για αυτό, θα δει κανείς πόσα κοινά υπάρχουν από το σήμερα. Αν δεις το τότε μέσα στη ρευστότητα τη διεθνή μέσα στην πολιτική ανακατωσούρα οι άνθρωποι αισθάνονταν σίγουροι ότι δεν θα άλλαζε η καθημερινότητά τους, ότι θα διατηρούσαν τα κεκτημένα τους ότι οι νόμοι θα τους προστάτευαν. Ξαφνικά κυριολεκτικά μέσα σε μία ώρα έφυγε η γη κάτω από τα πόδια τους. Έχασαν τα πάντα. Σπίτια, περιουσίες, τιμή, βιάστηκαν, σφάχτηκαν, έχασαν την πατρίδα τους».

«Και τώρα η περίοδος που περνάμε είναι εξαιρετικά ρευστή. Βλέπουμε τις συμμαχίες να αλλάζουν, τις κολεγιές να αντιστρέφονται, οι αντίπαλοι να γίνονται φίλοι και το αντίθετο. Μέσα σε όλη αυτή τη ρευστότητα σήμερα όλοι πιστεύουμε ότι τα πράγματα δεν πρόκειται να αλλάξουν και ότι είμαστε εφησυχασμένοι. Αυτό ήθελα να δείξω και να μοιραστώ με το σύγχρονο θεατή,  ότι πρέπει να γνωρίζουμε την ιστορία μας και πάντα πρέπει να είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε το μέλλον», αναφέρει ο Μανούσος Μανουσάκης.

«Το κόκκινο ποτάμι»: Η Ποντιακή Γενοκτονία μέσα από τα μάτια του Μανούσου Μανουσάκη

Στιγμιότυπα των γυρισμάτων

Ο σκηνοθέτης θυμάται μερικά σημαντικά περιστατικά των γυρισμάτων:

«Στο Λαύριο γυρίσαμε κάποιες σκηνές όπου η τουρκική αστυνομία συγκρούεται με τους ανθρώπους του χωριού. Γίνεται μια σοβαρή συμπλοκή, την οποία καταλαγιάζουν ο Μητροπολίτης με τον Ιμάμη. Οι κοινωνίες συνυπάρχουν αρμονικά μέχρι τη στιγμή που εμφυσύεται ο φανατισμός και γίνεται η ανατροπή όλων των δεδομένων» αναφέρει ο σκηνοθέτης.

«Εντυπωσιακή σκηνή ήταν η έξοδος του Σουλτάνου, που γυρίσαμε έξω από το τζαμί των Τρικάλων με δεκάδες άτομα να τον επευφημούν», προσθέτει.

«Ένα γύρισμα στην Ξάνθη είχε πολύ ζεστή ατμόσφαιρα. Κάναμε γυρίσματα στο δρόμο και οι πόρτες των ανθρώπων άνοιξαν, μας πρόσφεραν καφέ, ήθελαν να μας φιλοξενήσουν. Ο κόσμος μαζευόταν να παρακολουθήσει τα γυρίσματα ειδικά τα απογευματινά και τα βραδινά. Θα μπορούσαμε να γεμίζουμε ένα θέατρο με τον αριθμό που μας παρακολουθούσε. Μια εκπληκτική σχέση με το κοινό, αμφίδρομη. Παντρέψαμε θέατρο και τηλεόραση. Τους εξηγούσαμε τα πάντα για τη σειρά, τι σκηνή γυρίζουμε και πως εντάσσεται αυτό στην πλοκή και την ιστορία γενικότερα», θυμάται ο σκηνοθέτης.

Για να αναπαραστήσεις την πολυπλοκότητα μιας κοινωνίας πρέπει να έχεις και πολλούς χαρακτήρες κάθε κοινωνικής τάξης

Τα γυρίσματα στην Αγία Πετρούπολη

Η ομάδα ταξίδεψε στη «βόρεια πρωτεύουσα της Ρωσίας» για τις ανάγκες των γυρισμάτων.

«Η σειρά μας έχει κομμάτια, όπου ο ήρωάς μας επισκέπτεται την Αγία Πετρούπολη σαν εκπρόσωπος του πλουσιότερου τότε ανθρώπου στον κόσμο, του Βασίλ Ζαχάροφ, που ήταν υπαρκτό πρόσωπο. Η εμπειρία μου στη Ρωσία ήταν εκπληκτική, όπως και η υποδομή, το επίπεδο των τεχνικών και του επαγγελματισμού. Η πόλη είχε ένα εκπληκτικό σκηνικό. Δεν υπάρχει μέρος που να μην μπορείς να κινηματογραφήσεις. Ήταν η πρώτη φορά που βρέθηκα στην Αγία Πετρούπολη και η εμπειρία ήταν μοναδική.

Την εμπειρία του από την «βόρεια πρωτεύουσα» καταθέτει ο Ιωάννης Παπαζήσης:

«Για δεύτερη φορά επισκέφτηκα την Αγία Πετρούπολη. Ωστόσο ήταν η πρώτη φορά που την είδα στις λευκές νύχτες και έκανα γυρίσματα. Γυρίζαμε στις δύο το πρωί και ήταν ακόμα μέρα. Ήταν μαγικό, μια πόλη όνειρο».

Την ίδια στιγμή ο Μανούσος Μανουσάκης επισημαίνει ότι είχε την ευκαιρία για την ανταλλαγή των επαγγελματικών εμπειριών μεταξύ του ελληνικού και ρωσικού συνεργείου. «Δεν έχουμε μεγάλες διαφορές με τους  Ρώσους και ειδικά με τον κόσμο των κινηματογραφιστών. Μόνο σε επίπεδο πολυτέλειας και λεπτομέρειας. Εμείς καλύπτουμε μάλλον αυτό το κενό σε περίσσευμα ψυχής. Αυτοί μας μετέδωσαν την πολυτέλεια και εμείς την ψυχή μας».

Πηγή: Sputnik