Το Μνημείο της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού του Βόλου ως συμπυκνωμένη ιστορική φωνή |
της Σοφίας Κανταράκη*
Η επίσκεψη στο Μνημείο της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, που βρίσκεται στο Άλσος «Ανδρέας Βαλαχής» στον χώρο μπροστά από το Πολιτιστικό Κέντρο της Νέας Ιωνίας, με τον πρόεδρο της Ένωσης Ποντίων Ν. Μαγνησίας Κων/νο Περκουλίδη με έκανε να αναρωτηθώ γιατί, άραγε, αγνοούσα την ύπαρξή του τόσο καιρό στερώντας από τους μαθητές μου, όταν δίδασκα ιστορία στο σχολείο, αυτή τη βιωματική προσέγγιση των γεγονότων ως συμπυκνωμένη ιστορική φωνή, και από την άλλη πόση δύναμη ενσυναίσθησης και μνήμης μπορεί να εμπεριέχει ένα τέτοιο περίβλεπτο Μνημείο. Σαν γροθιά στο στομάχι η αναπαράσταση του πόνου και της απόγνωσης στα πρόσωπα του γλυπτού, καθηλώνει το βλέμμα και σταματά τον χρόνο, μετέχοντας παράλληλα στο πολιτισμικό γίγνεσθαι, αφού συνδέεται με τόσες εμπειρίες και μνήμες. Δεν χρειάζεται να είναι επετειακό το έτος για να επισκεφτεί κάποιος το Μνημείο και να αντιληφθεί το μέγεθος του ανείπωτου. Οι θύμισες κυλούν καθημερινά στο αίμα μας. Η μνήμη των τραγικών εκείνων γεγονότων του ποντιακού ελληνισμού μετακυλά ακόμη και σήμερα τη θλίψη και σπαράζει το είναι μας.
Ποιος τολμά να ξεχάσει και να αφήσει πίσω το ματωμένο παρελθόν, όταν αυτό έχει στιγματίσει το παρόν.
100 ολόκληρα χρόνια πέρασαν από τη Γενοκτονία και φέτος πλήθος εκδηλώσεων μνήμης λαμβάνει χώρα ανά την Ελλάδα. Πόσα, όμως, γνωρίζουν οι μαθητές μας; Και ποια η κριτική τους στάση απέναντι σε εκείνη τη θηριωδία; Στο πλαίσιο αυτό η Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Μαγνησίας δια του Γραφείου Σχολικών Δραστηριοτήτων σε συνεργασία με την Ένωση Ποντίων Ν. Μαγνησίας και την Ιερά Μητρόπολη Δημητριάδος και Αλμυρού προγραμματίζει να διοργανώσει μαθητική εκδήλωση-αφιέρωμα μνήμης, έτσι ώστε οι μαθητές να ενημερωθούν εκτενέστερα για τα γεγονότα της Γενοκτονίας των Ποντίων της δεύτερης και των αρχών της τρίτης δεκαετίας του 20ου αιώνα που έλαβαν χώρα στην καταρρέουσα τότε Οθωμανική Αυτοκρατορία μέχρι τη δημιουργία του σύγχρονου τουρκικού κράτους. Είναι σημαντικό μέσα από οργανωμένη μελέτη πηγών, αξιοποίηση μαρτυριών, αλλά και έργων νεώτερων ιστορικών, Ελλήνων και ξένων να γνωρίζουν όσα εκτυλίχθηκαν τότε και είχαν ως αποτέλεσμα τη φυσική εξόντωση, τον αφανισμό, τον εκτοπισμό, την εκρίζωση εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων του Πόντου από τις πατρογονικές τους εστίες. Η φωτιά του μίσους δεν έκανε διακρίσεις: Γυναίκες, παιδιά, νέοι και ηλικιωμένοι σφαγιάστηκαν. Άλλοι εκτελέστηκαν, κρεμάστηκαν, βιάστηκαν, βασανίστηκαν ανελέητα. Διωγμοί, εξαντλητικές πορείες εξόντωσης, εγκλεισμοί σε τάγματα καταναγκαστικής εργασίας, λεηλασίες, βιαιότητες χωρίς προηγούμενο σε βάρος όλων των χριστιανικών πληθυσμών της Ανατολής. Μέσα στη δεκαετία 1913-1923 και μέσα σε εμπόλεμες συνθήκες πραγματοποιήθηκαν φρικαλεότητες σε διαφορετικούς χρόνους και τόπους και σε διάφορες φάσεις. Ο ιστορικός Βλάσης Αγτζίδης αναφέρει :«Οι Έλληνες σε όλη την Οθωμανική Αυτοκρατορία, πριν την έναρξη των διωγμών, ήταν περίπου 2 με 2.2 εκατομμύρια. Στον χώρο του Πόντου ήταν περίπου 450.000. Στην επίσημη απογραφή του 1928 καταμετρήθηκαν, ως πρόσφυγες στην Ελλάδα, επισήμως, 1.2 εκατομμύρια. Υπολογίζεται ότι ο αριθμός των Ελλήνων που χάθηκαν στην περίοδο 1914-22, αυτών που αγνοείται η τύχη τους, είναι της τάξης των 700.000- 800.000, σε όλη την έκταση της οθωμανικής αυτοκρατορίας».
Στην Ελλάδα μετά την Ανταλλαγή έφτασαν σε άθλια κατάσταση μόνο 190.000 Πόντιοι. Οι ματωμένες ιστορίες τους από εκείνη την περίοδο συγκλονίζουν. Οι άνθρωποι ζητούν καταφύγιο στη μητέρα Ελλάδα και αυτή σχεδόν τούς γυρνά την πλάτη, φέρεται άσπλαχνα. Ελάχιστοι τους αντιμετώπισαν ως εκδιωγμένους από τα εδάφη τους Έλληνες. Πολλοί λοιδορήθηκαν και αναγκάστηκαν, μέχρι να ορθοποδήσουν, να μένουν στο περιθώριο ως παρακατιανοί. Οι Έλληνες του Πόντου με μια τόσο ανεπτυγμένη κουλτούρα και σημαντική οικονομική επιφάνεια, είχαν μετατραπεί σε «βρομερούς και γεμάτους ασθένειες πρόσφυγες, που ήρθαν στην Ελλάδα για να κάνουν κακό». Η συναισθηματική δύναμή τους κι η νοσταλγία για τη γενέθλια γη των προγόνων, «εκπορεύεται» μέσα από τον Πυρρίχιο χορό τους που εκστατικά καθηλώνει τον θεατή και τον κάνει συμμέτοχο της πλούσιας πολιτισμικής κληρονομιάς του ιστορικού Πόντου.
Οι Έλληνες δεν πρέπει να ξεχνάμε και πολύ περισσότερο να αγνοούμε το παρελθόν μας. Η εθνική συνεννόηση είναι πια μονόδρομος εξέλιξης και προόδου.
*Η Σοφία Κανταράκη είναι φιλόλογος, υπεύθυνη Σχολικών Δραστηριοτήτων της Διεύθυνσης Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Μαγνησίας
Πηγή: e-Thessalia