Βιβλίο για την Ιερά Μονή Χαλιναρά της Χάρσερας Πόντου, εκδίδει η Μητρόπολη Δράμας |
Ως γνωστόν, ο Μητροπολίτης Δράμας έχει στην κατοχή του την Ιερή εικόνα του Αγίου Γεωργίου από την Ιερά Μονή Χαλιναρά της Χάρσερας.
Σύντομα πρόκειται να εκδώσει το ιστορικό της σημαντικής αυτής Μονής του Πόντου.
Το έργο, τιμής ένεκεν, το προλογίζει ο σεβαστός ηγούμενος της Ιεράς Μονής Παναγίας Τατάρνας, Αρχιμ. Δοσίθεος.
Λόγω της μεγάλης αξίας του και της γλωσσικής του καλλιέπειάς του, το e-Pontos προδημοσιεύει το κείμενο του λογίου ηγουμένου.
Να θυμίσουμε ότι η θαυματουργή εικόνα του Αγίου μεγαλομάρτυρα Γεωργίου από την Ιερά Μονή Χαλιναρά του Πόντου, βρίσκεται εδώ και ένα χρόνο στην Δράμα όπου και θα φυλάσσεται πλέον μόνιμα.
Το ιερό κειμήλιο από την ιστορική μονή της Αργυρούπολης Πόντου δώρισε πριν από ένα χρόνο περίπου στον Μητροπολίτη Δράμας Παύλο, ο κ. Λουκάς Γκούλτας που ήταν ο κάτοχός της.
Πρόλογος βιβλίου
Οὐκ εἰμὶ ὡς ὁ Ἀκύλας «ποντικὸς τῷ γένει»1. Ἐκ πατρός μωραΐτης εἰμι καὶ ἐκ μητρὸς κυκλαδίτης. Ὅμως ἀφ’ ἧς ἐποχῆς ἡ ἐμὴ μήτηρ ὡς βρέφος ὑπομάζιον μετέφερέ με εἰς τὸ γειτνιάζον τῇ πατρικῇ οἰκίᾳ μετόχιον τῆς Σιμωνόπετρας, τὴν Ἀνάληψιν δηλονότι, πρὸς θείαν Κοινωνίαν ὑπὸ τοῦ ἁγίου σήμερον Ἱερωνύμου, συνεδέθην, τῶν ἐτῶν περιτελλομένων, διὰ προσφύγων εὐλαβῶν ἐκ «διασπορᾶς Πόντου, Γαλατίας, Καππαδοκίας, Ἀσίας καὶ Βιθυνίας»2. Συνέπασχον ἐπὶ τῇ λύπῃ τῶν χαμένων πατρίδων, ἠκροώμην διηγήσεων μετὰ δακρύων, συνήλπιζα μετ’ αὐτῶν πιστευόντων ὅτι τάχιον μέλλουσιν ἵν’ ἐπιστρέψωσι «στὰ ἁγιασμένα χώματα». Φεῦ, φροῦδαι ἐλπίδες! Ταῦτα πάντα ἐγένοντο ἔναυσμα ἀποδοχῆς τῆς προτάσεως τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Δράμας, τοῦ καὶ ὑπερτίμου καὶ ἐξάρχου Μακεδονίας κ.κ. Παύλου, ἵνα προλογίσω, καίτοι γέρων καὶ πρὸς τάφον ὁδεύων, τὸ ὑπ’ αὐτοῦ συγγραφὲν βιβλίον περὶ τοῦ Πόντου καὶ ἰδίως περὶ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς ἁγίου Γεωργίου Χαλιναρᾶ.
Ἐν πρώτοις ἀνέγνων τὴν συγγραφήν, πλὴν ᾐσθάνθην καρδίας συστολήν, ἐγκεφάλου σκοτασμόν. Ἀνὰ πᾶσαν σελίδα διερωτώμην· ἦν ποτε δυνατὸν ἵνα τὰ καταγραφόμενα ἔχωσι συμβῇ ποτέ; Ὁ νοῦς μετεφέρετο διαρκῶς εἰς τὸν προφήτην Ἰωήλ: «αἷμα καὶ πῦρ καὶ ἀτμὶς καπνοῦ»3. Ὑπῆρξεν ἄλλη τῆς Ῥωμηοσύνης περιοχή, ἥτις ὑπέστη τόσα δεινὰ ὡς ὁ Πόντος; Ἀμφιβάλλω. Καὶ ὅμως, ὁσημέραι λησμονοῦνται. Ὁ χρόνος ἐργάζεται ὑπὲρ τοῦ στείρου ἑλλαδισμοῦ. Ἐδημιουργήθη εἷς κλωβὸς ἵνα πάντες ἐγκλωβισθῶσι, λησμονοῦντες διαλέκτους, ἤθη, ἔθιμα. Ἐρωτῶ πολλάκις προσκυνητὰς ἐκ τῆς βορείου Ἑλλάδος· -Εἶσθε ντόπιοι ἢ ἐκ προσφύγων; Οἱ ἐκ προσφύγων ἀγνοοῦσιν ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον τὸ πόθεν, τὴν περιοχήν, τὸ χωρίον. Κάποιοι, κάπου, κάποτε...
Βεβαίως καὶ εἰς τὸ Ἑλληνικὸν Βασίλειον καὶ δὴ ἐπὶ βαυβαροκρατίας συνέβησαν ἐγκλήματα παρόμοια τοῦ Πόντου. Τί κοῖλον φάσγανον βαρβάρου ἀσιάτου, τί καρατόμησις ὑπὸ εὐγενοῦς εὐρωπαίου. Ἐν μιᾷ νυκτὶ κατηργήθησαν, ἐκλείσθησαν, λεηλατήθησαν 412 μοναστήρια, εἰς κράτος οὗ τὰ σύνορα ἀπὸ Μαλιακοῦ ἕως Ἀμβρακικοῦ. Καί -φεῖσαι Κύριε!- ἐδόθη ἐντολὴ εἰς τοὺς οἰκείους ἐπισκόπους, ἵνα ἀποβάλλουσαι τὸ ἱερὸν μοναχικὸν σχῆμα ὑπανδρευθῶσιν αἱ μοναχαί! Πῶς συνέβη αὐτὸ τὸ ἀνοσιούργημα; Ἦτο ἀπόηχος τοῦ ἡμιθέου τοῦ διαφωτισμοῦ, Ἀδ. Κοραῆ: «ὁ ταλαίπωρος λαὸς ἐκεντεῖτο καὶ ἐβυζαίνετο ἀκόμη ἀπὸ βδέλλας ἄλλας, πλῆθος ἄπειρον ἀναχωρητῶν, ἐρημιτῶν καὶ παντὸς σχήματος μοναχῶν»4, ἀλλὰ καὶ τοῦ «εὐαγγελίου» τῶν διαφωτιστῶν, τῆς «Ἑλληνικῆς Νομαρχίας» τοῦ 1806: «ἑκατὸν χιλιάδες, καὶ ἴσως περισσότεροι, μαυροφορεμένοι ζῶσιν ἀργοὶ καὶ τρέφονται ἀπὸ τοὺς ἱδρῶτας τῶν ταλαιπώρων καὶ πτωχῶν Ἑλλήνων· οἱ τοιοῦτοι ὄντες ἐλεύθεροι ἀπὸ κάθε στοχασμὸν καὶ φροντίδα, χαίρονται ἄκραν ὑγείαν καὶ τρώγουσι διὰ ἑκατὸν πενῆντα χιλιάδας»· ὅπερ ὅλως ψευδέστατον καθὼς ὑπάρχουσι στατιστικαὶ ἀποδεικνύουσαι ὅτι καθ’ ὅλην τὴν τότε Ὀθωμανικὴν Αὐτοκρατορίαν οἱ μοναχοὶ δὲν ὑπερέβαινον τὰς 15.000. Ὁ Μακρυγιάννης διαμαρτύρεται: «Ἀφάνισαν ὅλως διόλου τὰ μοναστήρια καὶ οἱ καϋμένοι οἱ καλόγεροι, ὁποὺ ἀφανίσθηκαν εἰς τὸν ἀγῶνα, πεθαίνουν τῆς πείνας μέσα στοὺς δρόμους, ὁποὺ αὐτὰ τὰ μοναστήρια ἦταν τὰ πρῶτα προπύργια τῆς ἐπαναστάσεώς μας... καὶ οἱ ἀναθεματισμένοι τῆς πατρίδος πολιτικοί μας καὶ οἱ διαφταρμένοι ἀρχιγερεῖς συμφώνησαν μὲ τοὺς μπαβαρέζους καὶ χάλασαν καὶ ῥήμαξαν ὅλους τοὺς ναοὺς τῶν μοναστηριῶν». Ποία ἡ διαφορὰ μεταξὺ Πόντου καὶ Ἑλλάδος; Κατὰ Θεόκλητον Φαρμακίδην, τὸν ἀρχιγραμματέα τῆς ἐν Ἑλλάδι τότε Ἱερᾶς Συνόδου, ὁ Πατριάρχης Γρηγόριος5 ὁ ΣΤ΄ ἦτο πατριάρχης τοῦ Μωχαμέτη καὶ ὄχι τοῦ Χριστοῦ! Καὶ ταῦτα γράφονται ὡς ἐν παρενθέσει, πρὸς κατανόησιν τοῦ «ποῦ φθάσαμε».
Προσωπικῶς, ἐν συντροφίαις «γηγενῶν» ἤκουον, τῶν ἰούλων ἐν ταῖς ἐμαῖς παρειαῖς ἀναθαλλόντων, λέξεις ὅπως «οἱ τουρκόσποροι, οἱ ἀούτηδες, οἱ βούλγαροι, ποὺ μᾶς ἦλθαν (οἰκειοθελῶς;), μᾶς πῆραν τὶς δουλειές, μᾶς πῆραν τὸ ἐμπόριο, μᾶς πῆραν τὶς γυναῖκες» καὶ ἄλλα τέτοια ἀνοίκεια καὶ ἀσύστολα καὶ αὐθάδη. Ὅταν ἠνδρώθην ἐπεζήτησα τὸ αἴτιον, τὴν ῥίζαν αὐτῆς τῆς ἀποστροφῆς. Τὸ εὗρον. Ἔτος σωτήριον 1844, ψηφίζεται εἰς τὸ Κοινοβούλιον ὁ νόμος περὶ αὐτοχθόνων καὶ ἑτεροχθόνων. Ἄλλοι αὐτοί, οἱ ἔξω τῶν συνόρων, ἄλλοι ἐμεῖς. Ὁπότε καὶ αὐτὸς ἀκόμη ὁ ἐθνικὸς ἱστορικὸς Κωνσταντῖνος Παπαῤῥηγόπουλος ἐξεδιώχθη ἐκ τοῦ ὑπουργείου Δικαιοσύνης ὡς ἑτερόχθων· εἶχε γεννηθῆ εἰς Κωνσταντινούπολιν, ἦτο υἱὸς ἐθνομάρτυρος, ἰδοὺ τὸ ἔναυσμα (καὶ οὐχὶ τὸ μόνον)... Ὅθεν, ἐὰν ταῦτα ἐψηφίζοντο ὑπὸ τῆς Βουλῆς τῶν Ἑλλήνων, περὶ τίνος θὰ ἐσυζητεῖτο εἰς τοὺς «καφενέδες»;
Κατακλείω ἐνταῦθα τὴν γεροντικὴν ἐρεσχελίαν. Ἀναφωνῶ, ὅμως, στεντορείως. Ἀδελφοὶ Πόντιοι, μὴ λησμονῆτε ποτὲ τὴν πατρίδα. Μὴ λησμονῆτε τὴν διάλεκτόν σας. Μὴ λησμονῆτε τὰς παραδόσεις σας. Τὰ ἐκεῖ μοναστήρια σᾶς περιμένουν. Οἱ τάφοι τῶν προγόνων σας θέλουν τὶς προσευχές σας. Ἡ ἁγία Σοφία τῆς Τραπεζοῦντος προσδοκᾷ τὸ προσκύνημά σας· ἂς εἶναι τέμενος, ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ δὲν ἐκλείπει. Κάθε λιθάρι ἐπὶ τοῦ ὁποίου κάποτε ἐτελοῦντο θείαι Λειτουργίαι ἀναμένει τὸ δάκρυ σας.
Αἱ εὐχαριστίαι πρὸς τὸν Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Δράμας κ.κ. Παῦλον, «ποντικὸν» γνήσιον, εἰσὶν ἀπὸ μέσου ἤτορος.
κεγχριαῖος
ἀρχιμ. Δοσίθεος