Μπράβο στο Δήμο Πάφου! Μετονόμασε την οδό "Ταλαάτ Πασά" σε οδό «Δικαιοσύνης» |
Στην προχθεσινή συνεδρία του το Δημοτικό Συμβούλιο Πάφου εξέτασε αίτημα μελών της Αρμενικής Κοινότητας αλλά και Ελλήνων Ποντίων για την ύπαρξη οδού στα δημοτικά όρια Πάφου με το όνομα του Ταλαάτ Πασά.
Το Δημοτικό Συμβούλιο Πάφου επαναβεβαιώνοντας το σεβασμό του στα τοπωνύμια και οδωνύμια της πόλης ως απότοκο της συνύπαρξης με την Τουρκοκυπριακή Κοινότητα στο πλαίσιο της Κυπριακής Δημοκρατίας του 1960, δεν μπορούσε να μην εξετάσει το εν λόγω θέμα, υπό το φως μάλιστα της αναγνώρισης της Γενοκτονίας των Αρμενίων από δεκάδες κράτη της υφηλίου και τη διεθνή ακαδημαϊκή κοινότητα, αλλά και της συζήτησης που γίνεται για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου. Μέσα από τη μελέτη των ιστορικών γεγονότων τεκμηριώνεται ο πρωταγωνιστικός ρόλος του Ταλαάτ Πασά στο σχεδιασμό και την εκτέλεση των Γενοκτονιών αυτών.
Το Συμβούλιο, συναισθανόμενο το βάρος της ευθύνης του απέναντι στις σημερινές και τις μελλοντικές γενιές, ομόφωνα αποφάσισε όπως απαλειφθεί το όνομα του Ταλαάτ Πασά από οδωνύμιο της πόλης και κατά πλειοψηφίαν αποφάσισε όπως ο δρόμος μετονομαστεί σε «Οδό Δικαιοσύνης», θέλοντας με τον τρόπο αυτό να στείλει ένα ηχηρό μήνυμα στην τοπική κοινωνία και τη διεθνή κοινότητα ότι άνθρωποι που γενοκτόνησαν δεν έχουν θέση στις φωτεινές σελίδες της ιστορίας.
Ο αγώνας που διεξάγουμε για δικαιοσύνη στην Κύπρο αποτελεί ένα στοιχείο που πρέπει να ενώνει Ελληνοκυπρίους και Τουρκοκυπρίους σε αυτή την ιστορική συγκυρία. Είναι αξιοσημείωτο ότι υπάρχουν πολλοί Τούρκοι και Τουρκοκύπριοι διανοούμενοι και προοδευτικοί άνθρωποι οι οποίοι επίσης περιγράφουν και καταγράφουν τον Ταλαάτ Πασά ως ένα φρικαλέο πολιτικό και έναν αδίστακτο άνθρωπο.
Ο Ταλαάτ Πασά (1874-1921) ήταν μέλος της τριανδρίας του Κομιτάτου των Νεοτούρκων, οργάνου που αποτελούσε το συνωμοτικό πυρήνα του Κινήματος. Διετέλεσε Υπουργός Εσωτερικών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και από τη θέση αυτή διέταξε τον εκτοπισμό και τις σφαγές των μειονοτήτων, κυρίως των Αρμενίων και των Ελλήνων. Δολοφονήθηκε το 1921 από τον Αρμένιο Τεϋλιριάν στη Γερμανία όπου είχε διαφύγει το 1918.