γράφει ο Νίκος Ρούμπος
Την αλληλεγγύη προς τους συνανθρώπους του διάλεξε ως αντίδοτο στην καραντίνα, λόγω της πανδημίας, ο 82χρονος συνταξιούχος Νίκος Σιδηρόπουλος, στην Καλαμαριά Θεσσαλονίκης, ο οποίος μαζεύει πεταμένες μικρές ηλεκτρικές συσκευές, τις επισκευάζει -όσες μπορεί- και στη συνέχεια τις χαρίζει σε οικογένειες της περιοχής που τις έχουν ανάγκη.
«Όταν άρχισε η καραντίνα, πριν από περίπου έναν χρόνο, βρέθηκα να τριγυρίζω σαν λιοντάρι μέσα στο σπίτι. Πόσες βόλτες να κάνω, πόσα χαρτιά να γράψω για να βγαίνω δικαιολογημένα από το σπίτι; Γι αυτό σκέφτηκα να κάνω αυτή τη δουλειά και για τη δική μου ικανοποίηση και για να βοηθήσω ανθρώπους στη γειτονιά που έχουν ανάγκη», εξήγησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Νίκος Σιδηρόπουλος.
Η γνωριμία μαζί του έγινε με τρόπο ασυνήθιστο. Ένα πρωί βρήκα στο μηχανάκι μου να κρέμεται από τον καθρέφτη μια πλαστική σακούλα, η οποία είχε μέσα μια μεταχειρισμένη μάσκα για το μηχανάκι κι ένα χειρόγραφο σημείωμα: “«Κι αν χρειαστείς φρένα - καθρέφτες τηλ (γιατί το δικό μου το έκλεψαν και θα τα πετάξω)». Δεν είχε όνομα, είχε όμως ένα νούμερο κινητού τηλεφώνου.
Η έκπληξή μου ήταν μεγάλη, διότι υπάρχει αλληλεγγύη ανάμεσα στους ιδιοκτήτες δικύκλων, αλλά κάτι τέτοιο δεν το περίμενα. Τηλεφώνησα στο κινητό που είχε στο σημείωμα κι έτσι άρχισε η γνωριμία με τον Νίκο Σιδηρόπουλο.
Δραστήριος πολυτεχνίτης
«Είμαι ...καραπόντιος! Ο πατέρας μου από την Αργυρούπολη της Τραπεζούντας, η μητέρα μου Μικρασιάτισσα. Εγώ γεννήθηκα στην Καλαμαριά το 1939. Είμαστε οκτώ αδέλφια (έξι γυναίκες και δύο άντρες) και ίσως είμαστε η μοναδική οικογένεια στην Καλαμαριά, με τόσα αδέλφια, όλα εν ζωή, που αν προσθέσεις τις ηλικίες μας είναι συνολικά 660 χρόνια», συστήθηκε, όταν πήγα στο σπίτι του.
Δήλωσε «πολυτεχνίτης» και άρχισε να διηγείται τη ζωή του, για του λόγου το αληθές. Πήρε πτυχίο από τη Σχολή Σχεδιαστών του «Ευκλείδη», στη Θεσσαλονίκη, έμαθε τη δουλειά του μηχανολόγου εργαζόμενος σε διάφορες εταιρείες και διακρίθηκε στον σχεδιασμό κατασκευών σε πυροσβεστικά οχήματα. Δούλεψε, επίσης, ως απλός εργάτης, ελαιοχρωματιστής, επιπλοποιός και ηλεκτρολόγος.
Παράλληλα ήταν μέλος κολυμβητικών ομάδων, σε ηλικία 45 χρονών άρχισε να παίζει ερασιτεχνικά ποδόσφαιρο κι αυτό κράτησε μέχρι τα 70. Έπαιξε βόλεϊ, ασχολήθηκε με ακροβατικά και γυμνάζεται συνεχώς, μέχρι και σήμερα (έχει εγκαταστήσει όργανα γυμναστικής στο σπίτι του) για να διατηρείται σε φόρμα.
Αυτοδίδακτος στην κιθάρα
Έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του για να ικανοποιήσει τις επιθυμίες και έχει ενδιαφέρον ο τρόπος με τον οποίο έμαθε να παίζει κιθάρα. Την εποχή που δούλευε μαραγκός τού πήγαιναν κιθάρες για επισκευή. Ο Νίκος Σιδηρόπουλος αξιοποιούσε τον χρόνο παραμονής στο εργαστήριο (καμιά φορά καθυστερούσε και λίγο την παράδοση) και δοκίμαζε να παίξει κιθάρα, ώσπου κατάφερε να μάθει.
Έτσι, μαζί με φίλους του έφτιαξαν ερασιτεχνικό συγκρότημα, στο οποίο ο ίδιος έπαιζε κιθάρα και τραγουδούσε, και μ’ αυτό έκαναν εμφανίσεις σε μαγαζιά, δίπλα και σε μεγάλους τραγουδιστές.
Το συγκρότημα διαλύθηκε, όταν οι φίλοι του αποφάσισαν να ασχοληθούν επαγγελματικά, ενώ ο ίδιος αρνήθηκε γιατί έπρεπε να φροντίσει την οικογένειά του.
Είναι από γερό ποντιακό σκαρί που αντέχει (φαίνεται με την πρώτη ματιά) κι ένας τόσο δραστήριος άνθρωπος ένιωσε να ...τρελαίνεται με τον εγκλεισμό, ήδη από την πρώτη καραντίνα, πριν από περίπου έναν χρόνο. Γι' αυτό κι έψαξε τρόπο να γεμίσει τον κενό χρόνο του.
«Δεν ήξερα τι να κάνω. Ήμουν σαν θηρίο σε κλουβί. Μια μέρα, εκεί που περπατούσα, βρήκα πεταμένη μια καφετιέρα που ήταν σε καλή κατάσταση. Την πήρα στο σπίτι, την απολύμανα κι επειδή πιάνουν τα χέρια μου βρήκα ότι το πρόβλημα ήταν μόνο στο καλώδιο. Το άλλαξα και δούλεψε κανονικά. Έτσι, μού γεννήθηκε η ιδέα κι άρχισα να μαζεύω κι άλλες πεταμένες συσκευές και να τις επισκευάζω για να έχω με κάτι να ασχολούμαι», λέει ο Νίκος Σιδηρόπουλος στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Στη συνέχεια αποφάσισε τις επισκευασμένες αυτές συσκευές να τις χαρίζει σε οικογένειες που τις έχουν ανάγκη και μέσα στην οικονομική κρίση που προκάλεσε η πανδημία η ανάγκη αυτή είναι μεγαλύτερη.
Τού φτάνει το «ευχαριστώ»
Ο Νίκος Σιδηρόπουλος ζει στην ίδια γειτονιά που γεννήθηκε και 82 χρόνια τώρα γνωρίζει καλά την περιοχή, ξέρει ποιες οικογένειες τα βγάζουν δύσκολα πέρα και σε αυτές χαρίζει τις επισκευασμένες συσκευές, με διακριτικότητα για να μη θίξει την αξιοπρέπεια τους.
Το σπίτι του το έχει μετατρέψει σε αποθήκη και εργαστήριο επισκευής μικρών ηλεκτρικών μηχανών. Στο ένα δωμάτιο επισκευασμένες συσκευές έτοιμες για τα τις χαρίσει, στο άλλο προβληματικές που πρέπει να ασχοληθεί μαζί τους. Ανάμεσά τους φούρνοι μικροκυμάτων, καφετιέρες, βραστήρες, σίδερα, ζυμωτήρια ψωμιού και σκούπες.
Όπως είπε, μέχρι τώρα έχει χαρίσει συσκευές σε 14 οικογένειες και έχει έτοιμες να δώσει και σε άλλες 14. «Είναι διπλή η ικανοποίησή μου. Και γιατί βρήκα τρόπο να περνάω τον χρόνο και γιατί με γεμίζει το “ ευχαριστώ” των ανθρώπων που χαρίζω τις συσκευές. Δεν θέλω χρήματα, δεν θέλω τίποτε άλλο, μου φτάνει το “ ευχαριστώ”. Είναι γνωστοί και πονεμένοι άνθρωποι, τις χρειάζονται αυτές τις συσκευές. Για να τις δέχονται σημαίνει ότι δεν τις έχουν, επειδή δεν έχουν χρήματα να τις αγοράσουν», σημειώνει. «Η πρώτη χαρά είναι μόλις επισκευάζω μια συσκευή. Μετά τη δίνω, μου λένε “ ευχαριστώ”, τελείωσε. Τραβάω μια γραμμή για το αντικείμενο που χάρισα, άλλη μια ικανοποίηση. Και ξανά μανά», προσθέτει.
Μερικές φορές μοιράζει και τρόφιμα, ενώ όταν πηγαίνει με τη βάρκα του για ψάρεμα προσφέρει ένα μέρος της ψαριάς στη γειτονιά. Τώρα περιμένει πως και πως να επιτραπεί το ψάρεμα για να ξαναπάει.
Αυτός ο άνθρωπος που χαρίζει απλόχερα στους συνανθρώπους του έχει πέσει αρκετές φορές θύμα κλοπής. Έχει να λέει, με παράπονο, πως σε μια διαδρομή 47 ετών τού έκλεψαν 13 μηχανάκια. Απ’ αυτά, δύο τα βρήκε η Αστυνομία, αλλά του τα ξανάκλεψαν. Η τελευταία κλοπή έγινε πριν από περίπου έναν μήνα.
Ο Νίκος Σιδηρόπουλος μοιράζει τη μέρα του ανάμεσα στην αναζήτηση πεταμένων ηλεκτρικών συσκευών, την απολύμανση και την επισκευή τους. Στα διαλείμματα παίζει κιθάρα και τραγουδά στο σπίτι του.
Ανυπομονεί να λήξει η περιπέτεια με την πανδημία, είναι θυμωμένος για τα δύο χρόνια που «χάνει» από τη ζωή του, λόγω του κορωνοϊού και δηλώνει ότι είναι διατεθειμένος να συνεχίσει αυτή την ενασχόληση με τις ηλεκτρικές συσκευές και μετά την πανδημία. «Δεν υπάρχει περίπτωση να μην τη συνεχίσω. Έγινε πια τρόπος ζωής για μένα. Βολεύομαι ακόμα, δεν βαριέμαι», υπογράμμισε.
Όσο για για εκείνους που νιώθουν κατάθλιψη από τον εγκλεισμό, λόγω της πανδημίας, και στρέφονται στη χρήση φαρμάκων, σχολίασε: «Τους καταλαβαίνω γιατί κι εγώ πιάνω καμιά φορά τον εαυτό μου να βαριέται. Το χειρότερο πράγμα για μένα είναι να βαριέμαι. Τότε βαραίνω, βλέπω και διάφορα σαχλά στην τηλεόραση και λέω: “ Ρε, Νίκο, τι κάνεις τώρα; Πιάσε κάτι, κάνε κάτι. Πιάσε ένα βιβλίο”. Έχω μέσα στο δωμάτιο και το όργανο γυμναστικής. Σπρώχνω τον εαυτό μου να κάνει κάτι. Μια δύσκολη επισκευή. Έχω μια καφετιέρα που την άνοιξα τρεις φορές και δεν κατάφερα να την επισκευάσω. Επιμένω. Θα την ανοίξω πάλι, θα τη φτιάξω, πού θα πάει... Κάποιες συσκευές τις πετάνε συσκευασμένες μαζί με το φυλλάδιο που έχει τις οδηγίες χρήσης και με βοηθάει».
Στο μεταξύ έχει βρει και άλλη ασχολία για τον ελεύθερο χρόνο του. Θέλει να γράψει την αυτοβιογραφία του. Για την αγάπη του για τον Πόντο, τους γονείς του, τα αδέλφια του και τη δική του διαδρομή, για τους τρεις γάμους που έκανε, τα δύο παιδιά και τα τέσσερα εγγόνια που απέκτησε. Ήδη έχει συγκεντρώσει φωτογραφικό υλικό και μένει η καταγραφή όσων έχει στο μυαλό του.