Σαν σήμερα φεύγει από τη ζωή ο κορυφαίος Βυζαντινολόγος Οδυσσέας Λαμψίδης |
Ο Οδυσσέας Λαμψίδης γεννήθηκε στην Τραπεζούντα του Πόντου στις 8 Μαΐου 1917. Γιος του Αχιλλέα Λαμψίδη (προέδρου της ενορίας Υπαπαντής Τραπεζούντας), με τον ξεριζωμό του ποντιακού ελληνισμού, ακολουθώντας τους γονείς του στο δρόμο της προσφυγιάς εγκαταστάθηκε στην Καλλιθέα Αττικής.
«Μένει στο νου μου βαθιά χαραγμένη μια εικόνα από τα πρώτα χρόνια, χρόνια της προσφυγιάς στο συνοικισμό της Καλλιθέας. Οι γονείς μας, πρόσφυγες και φτωχοί τόσο πολύ που πιο πολύ δεν παίρνει, κάθε Κυριακή, ξεχνώντας το μόχθο και τα δάκρυα της εβδομάδας, έβαζαν τις φορεσιές της πατρίδας και πιάνονταν στο χορό. Η λύρα άναβε φωτιές και τα τραγούδια έδιναν και έπαιρναν. Τραγούδια για τον ξεριζωμό, για την αγάπη, το θάνατο, τη ζωή. Και χόρευαν ώσπου τ’ αχνάρια τους γινόταν αυλάκια βαθειά μέσα στη λάσπη. Κι’ εγώ μικρό παιδί φοβόμουν πως θα βουλιάξουν και θα χαθούν. Μα εκείνοι χόρευαν και χόρευαν βαθαίνοντας το αυλάκι. Όσοι ξέρουν είπαν πως ήτανε φυγή. Μα εγώ όσο περνούν τα χρόνια ξαναφέρνω στη μνήμη μου την εικόνα εκείνη και πιστεύω πως οι ξεριζωμένοι γονείς μας, πότιζαν με δάκρυα το χώμα και με το χορό τους άνοιγαν βαθύ για να ριζώσει, να ανθίσει και να καρπίσει το δέντρο της Ρωμανίας επαληθεύοντας τη ρήση την προγονική «η Ρωμανία κι’ αν πέρασεν ανθεί και φέρει κι’ άλλο».
Ο Οδυσσέας Λαμψίδης σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συμπλήρωσε της σπουδές του στη Γερμανία, όπου ειδικεύθηκε στη Βυζαντινολογία. Ήδη το 1935, στο εγκυρότερο Βυζαντινολογικό Περιοδικό, την Byzantinische Zeitschrift, είχαν δημοσιευθεί οι πρώτες μελέτες του για το εγκώμιο της Τραπεζούντας του Βησσαρίωνα και για τα έγγραφα της μονής Βαζελώνος. Ήταν τότε νέος φοιτητής. Κατόπιν επιστροφή στην Ελλάδα, πόλεμος, κατοχή, τα μετά την κατοχή. Περίοδος δύσκολη για όλους κι ακόμη δυσκολότερη για τον μεγάλο αδερφό που κατοικούσε με την πολυμελή του οικογένεια. Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες γράφτηκε και η διδακτορική του διατριβή με τίτλο: «Η ποινή της τυφλώσεως παρά τοις Βυζαντινοίς (1949)». Δίδαξε επί σειράν ετών στο Λύκειο Μπερζάν και τη Γερμανική Σχολή, όπου μαθητές του διακρίθηκαν και έκαναν επιστημονική ή πολιτική καριέρα. Έλαβε μέρος σε όλα τα βυζαντινολογικά συνέδρια πλάι σε μεγάλους βυζαντινολόγους, όπου έκανε σημαντικές ανακοινώσεις.
Ο Πόντος, ο βυζαντινός αλλά και ο νεότερος, απέκτησε κεντρική θέση, όταν ο Οδυσσέας Λαμψίδης έγινε Γραμματέας και κατόπιν Πρόεδρος της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών και επιφορτίσθηκε με την επιμέλεια της έκδοσης του περιοδικού «Αρχείου Πόντου». Και το περιοδικό αναμορφώθηκε κι ανέβηκε σε πραγματικά διεθνές επίπεδο. Απόδειξη αυτής της ακτινοβολίας του είναι ο σημαντικός αριθμός μη Ελλήνων ειδικών που υποβάλλουν τις μελέτες τους για δημοσίευση στο «Αρχείον Πόντου». Απόδειξη είναι και το ότι τα πρακτικά ενός διεθνούς συμποσίου για τον Πόντο «Μαύρη Θάλασσα», που έγινε στο Birmingham της Αγγλίας, δημοσιεύθηκαν στον 35ο τόμο του «Αρχείου Πόντου», Αθήνα 1978.
Ο καθηγητής του Birmingham, Anthony Bryer, που έχτισε ολόκληρη την καριέρα του πάνω στον Βυζαντινό Πόντο, έλεγε πως όταν αυτός άρχισε να μελετά τον μεσαιωνικό Πόντο, οι πηγές της ιστορίας του κράτους των Μεγάλων Κομνηνών ήταν κακοδημοσιευμένες και δύσχρηστες. Και ότι χάρη στον Λαμψίδη, οι ιστορικοί της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας είναι προνομιούχοι, γιατί οι πηγές που θα χρησιμοποιήσουν έγιναν και προσιτές και είναι δημοσιευμένες σύμφωνα με όλες τις απαιτήσεις της σύγχρονης επιστήμης. Ο Bryer σκεφτόταν βέβαια πρώτα απ’ όλα τη νέα έκδοση του Χρονικού του Μιχαήλ Παναρέτου, που είναι πια κλασική και απαραίτητη για όποιον θελήσει να πλησιάσει τους Μεγάλους Κομνηνούς. Σκεφτόταν όμως κι ένα πλήθος άλλες πηγές που εκδόθηκαν ή επανεκδόθηκαν και που μελετήθηκαν πάνω σε νέες βάσεις, όπως τα έργα του Ανδρέα Λιβαδηνού, του Ιωάννη Ξιφιλίνου, του Ιωάννη Ευγενικού. Σκεφτόταν τους βίους και τα θαύματα αγίων, από τους οποίους ήταν Πόντιοι, όπως ο Άγιος Ευγένιος, ο προστάτης της Τραπεζούντας, ο Νίκων ο Μετανοείτε που κατέληξε στη Σπάρτη κι άλλοι συνδέθηκαν με τον Πόντο χάρη στη δράση τους, όπως οι Αθηναίοι ιδρυτές της μονής Σουμελά, οι αδελφοί Διονύσιος και Θεοδόσιος από τα περίχωρα της Καστοριάς. Ο πρώτος ίδρυσε τη μονή Διονυσίου στο Άγιον Όρος με τη βοήθεια του Αλεξίου Γ’ του Μεγάλου Κομνηνού, ενώ ο δεύτερος ήταν την ίδια εποχή μητροπολίτης Τραπεζούντος.
Σχετικά με τις πηγές του μεσαιωνικού Ελληνισμού του Πόντου, ο Οδ. Λαμψίδης ασχολήθηκε και με συγγραφείς Βυζαντινούς που και εκτενείς είναι και σε πολλά χειρόγραφα σώζονται. Όπως το χρονικό του Εφραίμ, που γράφτηκε το 14ο αιώνα, για το οποίο μας έδωσε νέα κριτική έκδοση και λεπτομερή σχολιασμό. Για το έμμετρο χρονικό που ο Κωνσταντίνος Μανασσής έγραψε στα τέλη του 12ου αιώνα και το οποίο γνώρισε τόσο μεγάλη επιτυχία στην εποχή του και αργότερα, που σώζεται σε απειρία χειρογράφων. Ξεχωριστά αναφέρεται μια μελέτη με την οποία ο Οδ. Λαμψίδης απέδειξε για πρώτη φορά πέρα από κάθε αμφιβολία ότι ο χρονογράφος Ιωάννης Ζωναράς του 12ου αιώνα έχει αντλήσει πληροφορίες από τον Μιχαήλ Ψελλό του 11ου αι. Όσοι ασχολούνται με χρονικά του μεσαίωνα ξέρουν πόση διαίσθηση και πόση γνώση χρειάζονται για να αποδείξει κανείς κάτι τέτοιο.
Κι οι καθαρά ιστορικές εργασίες παρουσιάζουν την ίδια ευρύτητα. Η αναγραφή των δημοσιευμάτων του Οδ. Λαμψίδη μάς οδηγεί, από την ποινή της τυφλώσεως και την κυβομαντεία, θέματα σχετικά με τον ιδιωτικό βίο των Βυζαντινών, σε γενικότερα ζητήματα της ιστορίας του Ποντιακού Ελληνισμού, συνθετικές μελέτες για την Βυζαντινή Μαύρη Θάλασσα, για τα προβλήματα που θέτει η ιστορία του κράτους των Μεγάλων Κομνηνών, και για την εμπορική σημασία της Τραπεζούντας, τη σημασία του ονόματος Μέγας Κομνηνός, των συνθηκών με τις οποίες οι Τούρκοι κατέλαβαν την Τραπεζούντα το 1461 και πολλές άλλες μελέτες σχετικά με τον Ελληνισμό του Πόντου κατά την Τουρκοκρατία
Το επιστημονικό ενδιαφέρον του Οδ. Λαμψίδη για τη γλώσσα το μονοπωλεί σχεδόν η ποντιακή διάλεκτος. Βαθιά γνώστης της ελληνικής γλώσσας πραγματεύεται, με ιδιαίτερη ευστοχία, διάφορα θέματα, όπως ετυμολογικά, σημασιολογικά κ.ά. Επιπλέον αισθάνεται την ευθύνη να παρακινήσει νέους ανθρώπους να ασχοληθούν με τη μελέτη και έρευνα της ποντιακής διαλέκτου. Αυτό το κάνει με μια σειρά ενημερωτικών εργασιών που κατατοπίζουν σε θέματα προηγούμενης επιστημονικής έρευνας. Με την ευκαιρία κάποιας μελέτης του, παρέχει τη βασική διαλεκτολογική βιβλιογραφία της ποντιακής(π.χ. ΑΠ 17, 1952, 227-238), ή δίνει, συγκεντρωμένα, οδηγίες για την καταγραφή της ποντιακής, με τις οποίες καθοδηγείται κανείς για την ακριβή και με επιστημονικό τρόπο αποτύπωση της διαλέκτου (ΑΠ 24, 1961, 53-75), ή κάνει σύντομη και περιεκτική ιστόρηση της ποντιακής διαλέκτου (ΑΠ 23, 1959, 199-205, κ.ά.). Ποια ήταν τα αποτελέσματα αυτής της προσπάθειας για την παρώθηση των νέων επιστημόνων; Ο ίδιος δήλωνε: «Πολλάκις παρώτρυνα νέους φιλόλογους Ποντίους όπως ασχοληθώσιν επιστημονικώς εις μίαν τοιαύτην έρευναν, πολλάκις επροθυμοποιήθην να παράσχω αυτοίς πάσαν δυνατήν βοήθειαν. Δυστυχώς όμως ολίγοι επείσθησαν να ακολουθήσωσι την ανάντη και δυσχερή οδόν της επιστημονικής ερεύνης».
Αρκετές εργασίες του Οδ. Λαμψίδη πραγματεύονται καθαρώς φιλολογικά θέματα: Κριτική έκδοση, κριτική κειμένου, σχολιασμός κειμένου, μετρικά σχόλια. Οι φιλόλογοι καταλαβαίνουν τη σημασία και την αξία τέτοιων ασχολιών που ανάγονται στην πεμπτουσία της φιλολογικής έρευνας και ανήκουν στις «καλές ημέρες» της φιλολογικής επιστήμης.
Μερικοί βυζαντινοί συγγραφείς είναι τυχεροί, γιατί επέσυραν το επιστημονικό ενδιαφέρον του Οδ. Λαμψίδη για το έργο τους, όπως «Ο εις Τραπεζούντα λόγος του Βησσαρίωνος», «Μιχαήλ του Παναρέτου Περί των Μεγάλων Κομνηνών», «Ιστορία της κριτικής του κειμένου και των εκδόσεων της Χρονικής Συνόψεως του Κωνσταντίνου Μανασσή», «Βατικανοί κώδικες περιέχοντες τον βίον αγίου Ιωάννου του Καλυβίτου», «Εφραίμ του Αινίου Χρονογραφία. Κείμενο-μετάφραση-σχόλια», «Άγιος Ευγένιος ο Τραπεζούντος Α’ Το μαρτύριον του Αγίου Ευγενίου υπό Ιωάννου Ξιφιλίνου, Β’ Κανών εις Άγιον Ευγένιον υπό Ιωάννου του Ευγενικού, Γ’ Ανωνύμου κανών εις Άγιον Ευγένιον εξ αθηναϊκών κωδίκων». Ξεχασμένους όρους της φιλολογικής επιστήμης μάς θυμίζει ο Οδ. Λαμψίδης με το τεράστιο έργο του: εισαγωγή, έκδοση, διορθώσεις, σχόλια, σύμμεικτα, κώδικες, χειρόγραφα, ανάγνωσις κωδίκων, κ.ά. Μέσα σε όλα αυτά ο Οδ. Λαμψίδης κινείται με εκπληκτική άνεση, που προέρχεται βασικά όχι τόσο από τη γνώση της τεχνικής, της μεθοδολογίας, όσο της γλώσσας.
Οι «μετρικές» εργασίες του Οδ. Λαμψίδη, που από τον ίδιο χαρακτηρίστηκαν με μετριοφροσύνη «σχόλια», αφορούν τους βυζαντινούς ιαμβογράφους Γεώργιο Πισίδη, Θεοδόσιο Διάκονο, Νικόλαο Μουζάλωνα, Κωνσταντίνο Μανασσή, χρονικογράφο Εφραίμ, Ανδρέα Λιβαδηνό και Ιωσήφ Βρυέννιο και πραγματεύονται ουσιώδη θέματα στη μετρική διαφοροποίηση της βυζαντινής από την αρχαία ποίηση. Πράγματι, διαβάζοντας τα «Σχόλια εις την ακουστικήν μετρικήν βυζαντινών στιχουργών ιαμβικού τριμέτρου» του Οδ. Λαμψίδη (ΑΠ 31, 1971, 235-340), «ο αναγνώστης δύναται να έχη προ οφθαλμών την εξέλιξιν του βυζαντινού ιαμβικού τριμέτρου από του 7ου μέχρι και του 15ου αιώνος».
Ένα άλλο χαρακτηριστικό του φιλολογικού και του γενικότερου επιστημονικού ενδιαφέροντος του Οδ. Λαμψίδη είναι η συστηματικότητα στην ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης των θεμάτων και η επιμονή του στη διεκπεραίωση της διαπραγμάτευσης αυτής. Παράδειγμα το λεξιλόγιο του Κωνσταντίνου Μανασσή στη Χρονική Σύνοψη. Ο Οδ. Λαμψίδης δίνει το 1971 στον Πλάτωνα (23, σ. 254-277) τις λέξεις της Χρονικής Σύνοψης που δεν αναγράφονται στο Λεξικό της αρχαίας ελληνικής των Liddell – Scott – Jones. Κατόπιν στα 1973, 1974 και 1975 δίνει, στον Πλάτωνα πάλι (τ. 25, σ. 19-70, τ. 26, σ. 209-222 και τ. 27, σ.51-89) τα ονόματα, ουσιαστικά και επίθετα, της Χρονικής Σύνοψης. Παράλληλα, δίνει στα Βυζαντινά το 1973 (5, σ. 186-268) τα ρήματα στο λεξιλόγιο της Χρονικής Σύνοψης. Τέλος, δίνει στην Επετηρίδα Εταιρείας Στερεοελλαδικών Μελετών το 1976-77 (6, σ. 90-98) και τα επιρρήματα. Πάνω από 200 σελίδες καθαρής φιλολογικής δουλειάς, παράδειγμα για κάθε φιλόλογο, μακροπρόθεσμου και μακρόθυμου επιστημονικού ενδιαφέροντος και συστηματικότητας.
Ο Οδ. Λαμψίδης συμμετέχει σε διάφορα συνέδρια, ελληνικά και διεθνή, κατά κανόνα με επιστημονικές ανακοινώσεις του, και προωθεί την έρευνα σε συλλογικό επίπεδο. Η γλωσσομάθειά του, άλλωστε, του επιτρέπει την άνετη συμμετοχή καθώς και τη δημοσίευση εργασιών του σε ξενόγλωσσα περιοδικά, από τα πιο έγκυρα στον τομέα αυτόν.
Σαν σήμερα φεύγει από τη ζωή ο κορυφαίος Βυζαντινολόγος Οδυσσέας Λαμψίδης |
Πέρα από αυτά ο Οδ. Λαμψίδης τόλμησε να ξεφύγει από το αυστηρά επιστημονικό πλαίσιο εργασίας. Μπήκε στο χώρο της λογοτεχνίας και του θεάτρου, και σαν μελετητής τους. Και στους τομείς αυτούς το έργο του – δείγμα των ευρύτερων πνευματικών ανησυχιών του – υπήρξε αξιόλογο, και δεν περιορίστηκε φυσικά στο χώρο της ποντιακής. Αντίκρισε και το σημερινό άνθρωπο, με τα προβλήματα, τα ενδιαφέροντα και τις αγωνίες του.
Στην Επιτροπή Ποντιακών Μελετών ο Οδυσσέας Λαμψίδης εργάστηκε από τη δεκαετία του 1950 μαζί με τον Αρχιμανδρίτη Άνθιμο Παπαδόπουλο, ως Γεν. Γραμματέας ο πρώτος και ως Πρόεδρός της ο δεύτερος, και ανύψωσαν το περιοδικό της «Αρχείον Πόντου» σε επιστημονικό περιοδικό διεθνούς κύρους. Από το 1962 υπήρξε για περισσότερο από 25 χρόνια Πρόεδρος της Ε.Π.Μ. και διευθυντής του «Αρχείου Πόντου». Κύριο μέλημά του ήταν η καταγραφή λαογραφικού και γλωσσικού υλικού καθώς και η έκδοση των πηγών για τη συγγραφή της ιστορίας του Πόντου. Έτσι στους τόμους του «Αρχείου Πόντου» καταγράφηκε πολύτιμο λαογραφικό και γλωσσικό υλικό από τους ξεριζωμένους Έλληνες Ποντίους της πρώτης γενιάς.
Το 1967 οργάνωσε επιστημονική αποστολή του τότε Γεν. Γραμματέα Σίμου Λιανίδη στη Μακεδονία και στη Θράκη για τη συλλογή λαογραφικού και γλωσσικού υλικού. Στις εκεί εγκαταστάσεις των Ποντίων καταγράφηκαν και μαγνητοφωνήθηκαν συζητήσεις και αφηγήσεις ιστορικών γεγονότων, διαλεκτικών κειμένων, εθίμων, δημοτικών τραγουδιών κ.ά.
Το 1981 οργάνωσε το Α’ Συμπόσιο Λαογραφίας, το οποίο σημείωσε απόλυτη επιτυχία. Οι ανακοινώσεις του συμποσίου περιλαμβάνονται στον 38ο τόμο του «Αρχείου Πόντου».
Ιδιαίτερη σημασία έδωσε ο Οδυσσέας Λαμψίδης στην έκδοση ειδικών μονογραφιών περί θεμάτων του Πόντου. Για το σκοπό αυτό και παράλληλα με την έκδοση του περιοδικού «Αρχείον Πόντου» ξεκίνησε η έκδοση των Παραρτημάτων του. Σε αυτή τη σειρά ήδη είχε δημοσιευθεί «Η Ιστορική Γραμματική της Ποντικής Διαλέκτου, Αθήνα 1955» και «Το Ιστορικόν Λεξικόν της Ποντικής Διαλέκτου, Αθήνα 1958-1961», έργα και τα δύο του Άνθιμου Παπαδόπουλου. Εργασίες του Οδυσσέα Λαμψίδη δημοσιευμένες στα Παραρτήματα του «Αρχείου Πόντου» είναι: Παράρτημα 7, «Ανδρέα Λιβαδηνού, Βίος και Έργα, Αθήνα 1975», Παράρτημα 8, «Ευρετήριον απεικονίσεων και φωτογραφιών του Πόντου και των Ελλήνων Ποντίων, Αθήνα 1977», Παράρτημα 9, «Μελωδίαι δημωδών ασμάτων και χορών των Ελλήνων του Πόντου, Αθήνα 1977», Παράρτημα 10, «Γύρω στο Ποντιακό Θέατρο, Υπόσταση και Ιστορία του (1922-1972), Αθήνα 1978», Παράρτημα 13, «Ο εκ Πόντου Όσιος Νίκων ο Μετανοείτε, Αθήνα 1982», και Παράρτημα 14, «Δημοσιεύματα περί τον Ελληνικόν Πόντον και τους Έλληνας Ποντίους, Τόμος Α’, Αθήνα 1982».
Μέγα επίτευγμα για την Επιτροπή Ποντιακών Μελετών υπήρξε και η απόκτηση ιδιόκτητου χώρου. Όραμα ετών και συνεχείς προσπάθειες του Οδυσσέα Λαμψίδη και των συνεργατών στο Δ.Σ. Το 1989 έγιναν τα εγκαίνια του τριώροφου οικοδομήματος στη Νέα Σμύρνη (Αγνώστων Μαρτύρων 73) με την επωνυμία «Στέγη Κειμηλίων του Ελληνισμού του Πόντου». Σε αυτό το χώρο στεγάζονται εκτός των γραφείων, το Μουσείο Ποντιακού Ελληνισμού, η Βιβλιοθήκη και το Αναγνωστήριο, το Αρχείο της συλλογής κειμηλίων, αίθουσες διαλέξεων και σεμιναρίων, χώροι έκθεσης και αποθήκευσης του «Αρχείου Πόντου».
Ο Οδυσσέας Λαμψίδης είναι άξιος ευγνωμοσύνης όλων των Ποντίων. Έφυγε από κοντά μας στις 12 Ιουλίου 2006.
Πηγή: ΕΠΜ