Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου 2022

Τα κειμήλια έρχονται να συνεισφέρουν στην ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού

Τα κειμήλια έρχονται να συνεισφέρουν στην ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού
Τα κειμήλια έρχονται να συνεισφέρουν στην ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού

του Θανάση Πολυμένη

Μία ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα εκδήλωση για τα κειμήλια από εκκλησίας οικισμών του Ευξείνου Πόντου, πραγματοποιήθηκε το πρωί της Κυριακής 27 Νοεμβρίου. Πρόκειται κυρίως για εικόνες και διάφορα άλλα αντικείμενα, τα οποία σήμερα φυλάσσονται στο Εκκλησιαστικό Μουσείο της Ιεράς Μητροπόλεως Δράμας.

Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε από τη Μέριμνα Ποντίων Κυριών Δράμας και το Σύλλογο Φίλοι Αρχαιολογικό Μουσείο Δράμας στην αίθουσα πολλαπλών χρήσεων του δημαρχείου Δράμας.

Θέμα της εκδήλωσης είναι η παρουσίαση κειμηλίων από εκκλησίες οικισμών του Ευξείνου Πόντου που φυλάσσονται στο Εκκλησιαστικό Μουσείο της Ιεράς Μητροπόλεως Δράμας, και η διοργάνωση γίνεται στο πλαίσιο των 100 χρόνων από τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922. Στην εκδήλωση παρέστη μάλιστα και ο νέος Μητροπολίτης Δράμας κ. Δωρόθεος.

Την παρουσίαση έκανε η κα. Μαγδαληνή Παρχαρίδου, δρ. Αρχαιολόγος του Υπ. Πολιτισμού, απόφοιτος του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ, στην οποία πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές, καθώς και μεταδιδακτορική έρευνα με υποτροφία του ΙΚΥ (2004). Από το 2005, εργάζεται ως μόνιμη αρχαιολόγος στο Υπουργείο Πολιτισμού. Υπηρέτησε στη 12η Εφορεία Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων, με αρμοδιότητα στην περιοχή της Δράμας, ενώ σήμερα εργάζεται στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Κιλκίς, Προϊσταμένη του Τμήματος Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων και Μουσείων της Εφορείας (7/2013 κ.ε.).

Τα κειμήλια έρχονται να συνεισφέρουν στην ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού

Παρχαρίδου: Μεγάλης ιστορικής αξίας

Μιλώντας στον «Π.Τ.» η κα. Παρχαρίδου επισημαίνει ότι παλαιότερα όταν υπηρετούσε στην περιοχή της 12ης Εφορείας Αρχαιοτήτων, της είχε αναθέσει ο σεβασμιότατος Μητροπολίτης Δράμας κυρός Παύλος να καταγράψει τα κειμήλια του Εκκλησιαστικού Μουσείου της Ιεράς Μητροπόλεως Δράμας.

Όπως επισημαίνει «μέσα σ’ αυτά υπήρχαν αρκετά από τον ελληνισμό του Πόντου. Τριάντα οκτώ φορητές εικόνες, έξι λειτουργικά σκεύη και δύο αντιμήνσια. Είναι σημαντικά διότι είναι άγνωστα τα περισσότερα, όπως και η τέχνη η οποία ασκήθηκε στον Πόντο είναι άγνωστη. Ωστόσο, είναι ένας τομέας που μπορεί πάρα πολλά να προσφέρει στην αποκατάσταση και συγκρότηση της ιστορίας του ποντιακού ελληνισμού. Διότι αυτά που γνωρίζουμε μέχρι τώρα, είναι κυρίως τα ιστορικά στοιχεία».

Όπως εξηγεί η ίδια, «Τα κειμήλια έρχονται να συνεισφέρουν στην ιστορία του ποντιακού ελληνισμού από τη δική τους πλευρά. Αποδεικνύουν, τεκμηριώνουν την σχέση των οικισμών του Πόντου, με πιο μακρινές περιοχές στον ελλαδικό χώρο, όπως είναι το Άγιον Όρος. Βέβαια, τεκμηριώνουν και αυτό που γνωρίζουμε από την ιστορία, ότι ο Πόντος έχει άμεση σχέση με τις ρωσικές περιοχές βορειότερα απ’ αυτόν στην Κριμαία και ανατολικότερα στο σημερινό Αζερμπαϊτζάν, όπου πάρα πολλοί είχαν καταφύγει ως μετανάστες λόγω των πολιτικών συνθηκών εκεί, αλλά και λόγω της ένδειας, της φτώχειας και όλου αυτού που επικρατούσε στην περιοχή».

Ερωτώμενη για το πότε τοποθετούνται χρονικά αυτά τα κειμήλια, η κα. Παρχαρίδου διευκρινίζει ότι, «ξεκινούν από τον 18ο αιώνα και κυρίως τον 19ο και κυρίως από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Υπάρχουν επίσης και δύο πολύ σημαντικά παλαίτυπα, παλαιές έντυπες εκδόσεις που πραγματικά μας παραδίδουν ονόματα και είναι πολύ συγκινητικό να μαθαίνουμε γι’ αυτά τόσα χρόνια μετά. Επίσης, έχουμε και δύο αντιμήνσια του 20ου αιώνα, τα οποία τα συμπεριέλαβα, γιατί συνδέονται με Πόντιους Μητροπολίτες, η ιστορία των οποίων είναι καλό να συνδεθεί με τα κειμήλια, οι οποίοι κατά κάποιο τρόπο προσέφεραν την προστασία τους σ’ αυτά».

Ερωτώμενη για το πότε συγκεντρώθηκαν αυτά χρονικά στο Εκκλησιαστικό Μουσείο, αλλά και με τον τρόπο με τον οποίο έγινε η συγκέντρωσή τους καθώς υπήρξαν κατά καιρούς διαμαρτυρίες από κατοίκους της περιοχής, η ίδια σημείωσε: «Δεν υπήρξε διαρπαγή. Πράγματι, τα πήραν από συγκεκριμένες εκκλησίες όπου τα είχαν καταθέσει οι πρόσφυγες, δεν ήταν ωστόσο γνωστό ότι αυτά συγκροτούν την συλλογή του Εκκλησιαστικού Μουσείου και γι’ αυτό υπήρχε αυτή η καχυποψία και η δυσαρέσκεια. Ωστόσο, ίσως και χάρη σ’ αυτήν την ενέργεια, έχουμε αυτή την αξιόλογη συλλογή με τα κειμήλια του ποντιακού ελληνισμού και έτσι δίνεται μια καλύτερη ματιά στην ιστορία του Πόντου μέσα απ’ αυτά τα κειμήλια».

Ερωτώμενη τέλος για το αν αυτά τα κειμήλια έχουν κάποια οικονομική αξία, η κα. Παρχαρίδου επεσήμανε: «Δεν είναι αυτό το πρωτεύον. Μπορεί να αποτιμηθούν κάποιες εκατοντάδες ευρώ το καθένα, αλλά η πραγματική τους αξία είναι κειμηλιακή και ιστορική».

Τα κειμήλια έρχονται να συνεισφέρουν στην ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού

Δηλώσεις Θεοδωρίδου, Χατζηδημητρίου

Σε δηλώσεις της η πρόεδρος της Μέριμνας Ποντίων Κυριών κα. Θεοδωρίδου σημειώνει: «Η δουλειά της κας Παρχαρίδου, μας ανασταίνει την αγάπη για την πατρογονική μας πατρίδα τον Πόντο, αλλά και όλη εν γένει τη Μικρασία. Σημαίνοντας σαν σήμαντρο την γλυκόλαλη στοργή στη μνήμη, σε κάτι που έχουμε καθήκον να μην λησμονήσουμε ποτέ. Κι ακόμα, αυτά τα θαυμαστά κειμήλια του παρελθόντος που νοηματοδότησαν την ζωή των προγόνων μας, μας βοηθούν να ατενίζουμε το μέλλον με αγάπη, ελπίδα και πίστη».

Η πρόεδρος του Συλλόγου Φίλοι Αρχαιολογικού Μουσείου Δράμας κα. Χατζηδημητρίου, σε δηλώσεις της, αναφέρθηκε στη ψηφιοποίηση όλων των κειμηλίων που φυλάσσονται στο Εκκλησιαστικό Μουσείο. Όπως είπε, «είναι μια υπόθεση αρκετά παλαιά, χάρη στον ευεργέτη της πόλης μας τον κ. Θεοδωρίδη, ο οποίος, σε συνεννόηση με τον μακαρισμό Παύλο, προχώρησαν σ’ αυτή την ψηφιοποίηση όλων των κειμηλίων, εικόνων και ιερών σκευών».

Όπως είπε η ίδια, το σύνολο των εικόνων είναι περίπου 300 και σημείωσε ότι, «ελπίζουμε ότι, από εδώ και πέρα, με το νέο μας Μητροπολίτη κ. Δωρόθεο, να δουλέψουμε και με το υπόλοιπο υλικό, ό,τι προέρχεται από τη Μικρασία και κυρίως ό,τι προέρχεται από την ελληνική Θράκη».