Ποιοι κράτησαν ζωντανή την Ποντιακή μνήμη |
του Βλάση Αγτζίδη
Ας δούμε όμως πώς διατηρήθηκε η μνήμη στις κοινότητες των προσφύγων σ’ έναν άξενο τόπο, όπως ακριβώς υπήρξε η Ελλάδα του Μεσοπολέμου για τους πραγματικούς ηττημένους του ΄22. Και ας περιοριστούμε στο ποντιακό υποσύνολο της προσφυγικής κοινότητας, αφού περιγράψουμε πρώτα τη συγκρότησή της. Ο οργανωμένος προσφυγικός χώρος, δηλαδή οργανώσεις που έχουν δημιουργηθεί ή επανδρώνονται από απογόνους των προσφύγων του ’22 και θέτουν ως καταστατικό στόχο τη διατήρηση της ιστορικής μνήμης, είναι εκατοντάδες στην Ελλάδα, την πρώην ΕΣΣΔ και την διασπορά.
Το ερώτημα “γιατί σημαντικά τμήματα της νεότερης ελληνικής ιστορίας έμειναν στο σκοτάδι ως άγραφες Λευκές Σελίδες” έχει πλέον απαντηθεί: Γιατί η ιστοριογραφία μας καθορίστηκε από τα στενά συμφέροντα του έθνους-κράτους και των διαφόρων πολιτικών εκδοχών που εμφανίστηκαν αποκλειστικά στα όριά του. Αναπαράχθηκε έτσι πιστά η πολιτική, που χαρακτήρισε τις πολιτικές δυνάμεις της Ελλάδας, που διαχειρίστηκαν τη μικρασιατική πρόκληση.
Η συνάντηση της ακροδεξιάς άποψης του Ιωάννη Μεταξά με την πρώιμη κομμουνιστική του ΣΕΚΕ-ΚΚΕ, καθόρισε και την ματιά της νεοελληνικής ιστοριογραφίας. Ο περιορισμός παράλληλα του βενιζελισμού στην κρατική εκπροσώπηση και μόνο, συνέβαλε στο να μετατραπεί η συγκεκριμένη ματιά σε καθολική. Η νομιμοποίηση των εθνικών εκκαθαρίσεων που διέπραξε ο τουρκικός εθνικισμός υπήρξε στη συνέχεια κοινός τόπος.
Ως εξέλιξη της ίδια πολιτικής μπορεί να θεωρηθεί η αποσιώπηση και η απουσία κάθε ερευνητικής απόπειρας, για τις σταλινικές διώξεις που πραγματοποιήθηκαν εναντίον των Ελλήνων της Σοβιετικής Ένωσης από το 1937. Η πραγματικότητα αυτή θα αμφισβητηθεί μόνο κατά τις δεκαετίες του ’80 και του ’90, όταν θα προβάλλει, με όχι επιτυχημένο πάντα τρόπο, μια ιστοριογραφική σχολή που θα γεννηθεί στους κόλπους των προσφυγικών οργανώσεων.
Το γεγονός αυτό θα προκαλέσει την αντίδραση της παραδοσιακής ιστοριογραφίας, συμπεριλαμβανομένων των “νέων ιστορικών”, των αποκαλούμενων “μεταμοντέρνων”, οι οποίοι θα κινηθούν μ’ ένα σπασμωδικό τρόπο καταγγελίας και αμφισβήτησης της νέας αυτής τάσης. Η ενόχλησή τους θα είναι τόσο έντονη, ώστε θα καταφύγουν και σε μεθόδους συνειδητής παραχάραξης και παρανόησης, ακόμα και διεθνών νομικών όρων, όπως αυτόν της “γενοκτονίας”, προκειμένου να υποστηρίξουν την παραδοσιακή εκδοχή.
Η διατήρηση και ο μετασχηματισμός της μνήμης
Ας δούμε όμως πώς διατηρήθηκε η μνήμη στις κοινότητες των προσφύγων σ’ έναν άξενο τόπο, όπως ακριβώς υπήρξε η Ελλάδα του Μεσοπολέμου για τους πραγματικούς ηττημένους του ΄22. Και ας περιοριστούμε στο ποντιακό υποσύνολο της προσφυγικής κοινότητας, αφού περιγράψουμε πρώτα τη συγκρότησή της. Ο οργανωμένος προσφυγικός χώρος, δηλαδή οργανώσεις που έχουν δημιουργηθεί ή επανδρώνονται από απογόνους των προσφύγων του ’22 και θέτουν ως καταστατικό στόχο τη διατήρηση της ιστορικής μνήμης, είναι εκατοντάδες στην Ελλάδα, την πρώην ΕΣΣΔ και την διασπορά.
Το μεγαλύτερο ποσοστό ενεργοποίησης ανήκει στους προερχόμενους από τον Πόντο, με την ευρεία σημασία του όρου. Μόνο στην Ελλάδα υπάρχουν περισσότερες από 600 ποντιακές οργανώσεις, εκ των οποίων οι 60 περίπου, στο Λεκανοπέδιο και άλλες τόσες στη Θεσσαλονίκη. Η σημασία των οργανώσεων αυτών είναι ιδιαίτερη, σε σχέση με τις παραδοσιακές εθνικοτοπικές οργανώσεις, γιατί εκτός από τα λαογραφικά ενδιαφέροντα και τα ιστορικά που αφορούν την μνήμη, υπάρχουν και πολιτικά αιτήματα.
Αιτήματα, άλλα εκ των οποίων είναι οικονομικής φύσης (διεκδίκηση της “Ανταλλάξιμης περιουσίας”, υποστήριξη των “παλιννοστούντων”) και άλλα άπτονται της εξωτερικής πολιτικής (διεθνής αναγνώριση της Γενοκτονίας, στήριξη των ελληνικών κοινοτήτων στις μετασοβιετικές χώρες, στήριξη των προσπαθειών των ελληνοφώνων στην Τουρκία για διατήρηση και ανάδειξη του Ποντιακού πολιτισμού, στήριξη των μεταναστών Ποντίων μουσουλμάνων από την Τουρκία κ.ά.)
Η αποδόμηση των στερεοτύπων
Από την πρώτη γενιά των διανοούμενων Ποντίων, των οποίων η εγκύκλια μόρφωση, ήταν ιδιαιτέρως υψηλή, είχαν καταγραφεί με λεπτομέρεια τα γεγονότα που είχαν διαδραματιστεί στον Πόντο από την εποχή που η νεοτουρκική εξουσία άρχισε να εφαρμόζει τα σχέδιά της. Από τα πρώτα χρόνια της υποχρεωτικής εγκατάστασης στο βαλκανικό Νότο, οι πρόσφυγες οργανώνουν συστηματικές εκδηλώσεις Μνήμης για τα θύματα των διώξεων.
Χαρακτηριστική είναι η ομιλία που εκφώνησε ο Γιώργος Μαυρομματόπουλος το 1925, στο μνημόσυνο που έγινε στη Νεάπολη της Κοζάνης, «υπέρ των σφαγιασθέντων Ποντίων εν Τουρκία», ενώ από το 1925 ο Γεώργιος Βαλαβάνης μεταφέρει στους «Πόντιους επιγόνους», την ευχή για ιστορική δικαίωση. Οι διασωθέντες θα οργανώσουν τους συλλόγους τους, στα καταστατικά των οποίων αποτυπώνεται η ιστορική προέλευση και εμπειρία. Τις παραμονές της δικτατορίας θα εμφανιστεί ένα δυναμικό κίνημα ιστορικής Μνήμης στη Θεσσαλονίκη.
Με την κατάρρευση της Χούντας ξεκίνησε η αποδόμηση συγκεκριμένων στερεοτύπων, που είχαν διαμορφωθεί καθ’ όλη την περίοδο που ακολούθησε τη Μικρασιατική Καταστροφή. Η Μεταπολίτευση και η ανάδυση της κοινωνίας των πολιτών θα επιτρέψει τη δημόσια εμφάνιση αυτού του τραύματος με τη μορφή ενός διεκδικητικού κινήματος. Για πρώτη φορά από το ΄22, το τραύμα της καταστροφής διαμόρφωσε ένα κίνημα αμφισβήτησης και κατέθεσε πολιτικές προτάσεις.
Οι νέες αυτές τάσεις εκφράστηκαν από πολίτες Ποντιακής καταγωγής, που πολιτικά εντασσόταν στην αριστερή πτέρυγα του ΠΑΣΟΚ, αλλά και στο χώρο της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Το κύριο χαρακτηριστικό αυτού του αυτόνομου και ακηδεμόνευτου σε πρώτη φάση κινήματος ήταν η πολυμορφία και η διαμόρφωση των ενδοπροσφυγικών σχέσεων, με βάση τις αντιλήψεις των πρωταγωνιστών.
Εφόσον η ανασύσταση του παρελθόντος διαμορφωνόταν από τις παρούσες συνθήκες, η επιλογή των βασικών στοιχείων της ανασύστασης καθοριζόταν από τις πολιτικές και ιδεολογικές θεωρήσεις των δυνάμεων εκείνων που προωθούσαν τη ριζοσπαστικοποίηση. Θα εμφανιστεί η ποικιλία των απόψεων που ενυπήρχαν στον προσφυγικό χώρο, αλλά και των διαφορετικών προσλήψεων των ιστορικών γεγονότων, που σχετίζονταν με τις διαφορετικές εντάξεις. Σε αρκετές περιπτώσεις οι σχέσεις αυτές έλαβαν συγκρουσιακές μορφές, τόσο ανάμεσα στην επιμέρους προσφυγική κοινότητα, όσο και μεταξύ των προσφυγικών υποομάδων….
Οι κληρονόμοι της αντιπροσφυγικής πολιτικής
Στην περίπτωση της αναγνώρισης της γενοκτονίας των ελληνορθόδοξων πληθυσμών από τους εθνικιστές, Νεότουρκους και κεμαλικούς, το ζήτημα δεν σχετίζεται με την διατύπωση μιας επίσημης θέσης από την πλευρά του κράτους, το οποίο έτσι και αλλιώς διατηρεί το δικαίωμα παραγωγής μιας δημόσιας ιστορίας που ανταποκρίνεται στα συμφέροντά του και στις εδραιωμένες αντιλήψεις. Οι προσφυγικές απόψεις και ερμηνείες έγιναν αποδεκτές για δύο κυρίως λόγους:
Πρώτα από την ωρίμανση των συνθηκών που επέτρεψαν στο ελληνικό κράτος να κλείσει τις πολιτικές εκκρεμότητες που είχε με τους πρόσφυγες του 1922.
Κατόπιν στην ακτιβιστική δράση και στην κοινωνία των πολιτών που υποχρέωσε τη Βουλή να θεσπίσει τις επετείους.
Νομίζω όμως ότι ουδέποτε η ιστορική αυτή εμπειρία και οι επέτειοι που παρήχθησαν και θεσμοθετήθηκαν τη δεκαετία του ’90 έγιναν ουσιαστικό μέρος της κρατικής αντίληψης για το παρελθόν. Η μεγαλύτερη απόδειξη είναι ότι κανένα σχετικό μνημείο δεν στήθηκε αυτοβούλως από το κράτος και τις υπηρεσίες του. Αντιθέτως όλα τα μνημεία που έχουν ανεγερθεί για τα ιστορικά αυτά γεγονότα είναι δημιουργήματα συλλόγων και ιδιωτών. Δηλαδή στο ζήτημα της ανάδυσης της προσφυγικής μνήμης και της ενσωμάτωσής της στο κοινό εθνικό αφήγημα, φαίνεται ότι υπάρχει ένα πολύπλοκο σχήμα.
Ένα σχήμα, που γίνεται ακόμα πιο σύνθετο με την συγκροτημένη εμφάνιση απόψεων ιστορικού αρνητισμού, όπως επίσης με την ενσωμάτωση στο λόγο και την πρακτική διαφόρων ομάδων, που έως πρόσφατα διατηρούσαν μια επιφυλακτική ακόμα και απορριπτική στάση έναντι της προσφυγικής μνήμης και είναι πολιτικοί κληρονόμοι τόσο της αντιπροσφυγικής πολιτικής του Μεσοπολέμου, όσο και των πολύ συγκεκριμένων ενεργειών που οδήγησαν κατά την κρίσιμη περίοδο στην απόλυτη εγκατάλειψη των Ποντίων και στην Μικρασιατική Καταστροφή.
Πηγή: SLPress