Τετάρτη 16 Αυγούστου 2017

Ο Πόντιος κοσμοναύτης Φ. Γιουρτσίχιν ετοιμάζεται για εξάωρο διαστημικό περίπατο

Ο Πόντιος κοσμοναύτης Φ. Γιουρτσίχιν ετοιμάζεται για εξάωρο διαστημικό περίπατο
Ο Πόντιος κοσμοναύτης Φ. Γιουρτσίχιν ετοιμάζεται για εξάωρο διαστημικό περίπατο 

Την Πέμπτη 17 Αυγούστου, ο ποντιακής καταγωγής ρώσος κοσμοναύτης, Φιοντόρ Γιουρτσίχιν (Θεόδωρος Γιουρτσίχιν-Γραμματικόπουλος), θα πραγματοποιήσει έναν εξάωρης διάρκειας διαστημικό «περίπατο» εκτός του Διεθνούς Διαστημικού Σταθμού (ISS), όπου βρίσκεται από τον Απρίλιο.

Το τηλεοπτικό κανάλι της Αμερικανικής Διαστημικής Υπηρεσίας (NASA TV) θα μεταδώσει ζωντανά τον εξάωρο διαστημικό περίπατο. Η μετάδοση θα αρχίσει στις 17:00 ώρα Ελλάδος της Πέμπτης.

Ο Γιουρτσίχιν θα συνοδεύεται από ένα νεότερο ρώσο κοσμοναύτη, τον μηχανικό Σεργκέι Ριαζάνσκι. Το «ντουέτο», μεταξύ άλλων, θα πραγματοποιήσει χειροκίνητη εκτόξευση πέντε νανοδορυφόρων. Ο ένας μικροσκοπικός δορυφόρος θα είναι κλεισμένος σε ένα περίβλημα που έχει εκτυπωθεί τρισδιάστατα και στόχος είναι να μελετηθούν οι επιπτώσεις του διαστήματος στα υλικά που έχουν παραχθεί από τρισδιάστατο εκτυπωτή.

Ένας άλλος μίνι-δορυφόρος θα εκτοξευθεί επ’ ευκαιρία της 60ής επετείου της εκτόξευσης του πρώτου τεχνητού δορυφόρου στην ιστορία, του «Σπούτνικ 1» από την ΕΣΣΔ, καθώς και λόγω της 160ής επετείου από τη γέννηση του ρώσου επιστήμονα Κονσταντίν Τσιολκόφσκι, «πατέρα» της θεωρητικής αστροναυτικής και του πυραυλικού προγράμματος της Ρωσίας. Οι δύο κοσμοναύτες θα συλλέξουν επίσης δείγματα από το εξωτερικό του Διαστημικού Σταθμού, στο πλαίσιο των μελετών για τις μικροβιακές κοινότητες που ζουν έξω από αυτόν.

Ο έμπειρος Γιουρτσίχιν, ο οποίος έχει τιμηθεί με την ανώτατη διάκριση του «Ήρωα» της Ρωσικής Ομοσπονδίας και με το παράσημο του Τάγματος του Φοίνικα της Ελληνικής Δημοκρατίας, γεννήθηκε το 1959 στο Βατούμι της Γεωργίας και επισκέπτεται συχνά την Ελλάδα, όπου ζει η μητέρα του. Αυτή την περίοδο πραγματοποιεί το πέμπτο διαστημικό ταξίδι του και το τέταρτο στον ISS. Είναι ο όγδοος ρώσος κοσμοναύτης που έφθασε τα πέντε διαστημικά ταξίδια και ο δεύτερος γηραιότερος που έχει βρεθεί στο διάστημα.

Μέχρι σήμερα έχει «περπατήσει» στο διάστημα σχεδόν 52 ώρες, κατέχοντας την έκτη θέση μεταξύ όλων των αστροναυτών του κόσμου. Είναι σήμερα ο 13ος στον παγκόσμιο κατάλογο των αστροναυτών σε συνολική διάρκεια παραμονής στο διάστημα, αλλά όταν επιστρέψει στη Γη στις 3 Σεπτεμβρίου, θα έχει ανέβει στην έβδομη θέση.

Πηγή: Αθήνα 9,84

Σχετικά θέματα

«Μικρό λιθαράκι στην Ποντιακή παράδοση»

«Μικρό λιθαράκι στην Ποντιακή παράδοση»
«Μικρό λιθαράκι στην Ποντιακή παράδοση»

Μία μικρή αλλά σημαντική σπουδή στην ποντιακή λογοτεχνική παράδοση μας παρέδωσε ο γιατρός Κώστας Χ. Καμπουρίδης με το πόνημά του «Μικρό λιθαράκι στην Ποντιακή παράδοση» που εκδόθηκε πρόσφατα.

Η ερευνητική του οξυδέρκεια  συνέλεξε και κατέγραψε τραγούδια και δίστιχα που καλύπτουν όλες τις εκφάνσεις της ζωής των ανθρώπων μέσα στην πολύπαθη ιστορική διαδρομή του ποντιακού ελληνισμού.

Ο πατριωτισμός, η ξενιτιά, ο ξεριζωμός, ο έρωτας, ο ρόλος της μάνας ο πόθος της ειρήνης, η ανθρώπινη μοίρα αναδεικνύονται μέσα από τους στίχους που συμπυκνώνουν τη θυμοσοφία των ποντίων.  Και όλο το υλικό μάλιστα παρουσιάζεται οργανωμένο και ταξινομημένο σε 3 μέρη. Το πρώτο περιλαμβάνει  την ωδή στον άγνωστο στρατιώτη καθώς και παραδοσιακά ποντιακά δίστιχα. Το 2ο περιέχει επωδούς και το 3ο παραθέτει το απαραίτητο λεξιλόγιο για την ασφαλή ανάγνωση του περιεχομένου των δύο προηγούμενων.

Πρόκειται για μια προσπάθεια που διακρίνεται για την γνήσια αγάπη και τον σεβασμό στην ποντιακή παράδοση, αλλά και την λαογραφική επιστημονική της προσέγγιση.

Κεντρική διάθεση: Βιβλιοπωλείο «Ομικρον»: Ορφανίδης Γιάννης, Πιερίων 51 τηλ. 2331028950 Βέροια.

Για τους επισκέπτες της Παναγίας Σουμελά: Ταβέρνα «βεντέτα» τηλ. 23310- 88088

Τρίτη 15 Αυγούστου 2017

Ένα ντοκιμαντέρ-αφιέρωμα στην Παναγία Σουμελά (Video)

 Ένα ντοκιμαντέρ-αφιέρωμα στην Παναγία Σουμελά
 Ένα ντοκιμαντέρ-αφιέρωμα στην Παναγία Σουμελά

   

Η Παναγία τη Λάλογλη στο Καρς του Πόντου

Η Παναγία τη Λάλογλη στο Καρς του Πόντου
Η Παναγία τη Λάλογλη στο Καρς του Πόντου

Λάλογλη ήταν ελληνικό χωριό στην επαρχία Σαρικαμίς του Καρς (Καύκασος).

Η εκκλησία της Παναγίας της Λάλογλης ήταν ξακουστή σε όλο το Καρς. Βρισκόταν κοντά στο ελληνικό χωριό Λάλογλη.

Οι Έλληνες του Καρς Καυκάσου ή Καρσλήδες εκδιώχτηκαν δύο φόρες από τις πατρογονικές τους εστίες. Αρχικά, ήταν εγκατεστημένοι στην Αργυρούπολη, όπου το 1878, εγκαταλείπουν την αφιλόξενη πλέον περιοχή του Πόντου και εγκαθίστανται στην περιοχή του Καρς. Πριν φύγουν όμως από την Αργυρούπολη πήραν και μια εικόνα της Παναγίας, της Κοιμήσεως της Θεοτόκου που μετέφεραν στη νέα τους πατρίδα. Εγκαταστάθηκαν στο Κάρς χτίζοντας 74 χωριά. Μεταξύ αυτών, δέσποζε το χωριό Λάλογλη λόγω του περίλαμπρου ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, όπως ονομάστηκε Παναγία της Λάλογλη, η οποία μεταφέρθηκε ως ατίμητος θησαυρός από τον Πόντο. Η ιστορία όμως επαναλήφθηκε λίγα χρόνια αργότερα.

Από το 1917-1922 οι πρόσφυγες του Καρς για δεύτερη φορά εγκαταλείπουν τα σπίτια τους. Με τα λιγοστά πράγματα που πήραν μαζί τους, μετέφεραν στη νέα τους πατρίδα ιερά κειμήλια , όπως την εικόνα της Παναγίας της Λάλογλη, τον χρυσοκέντητο επιτάφιο αλλά και ψαλτήρια μέσα σε ένα μπαούλο. Την ευθύνη για τη μεταφορά αυτών των ιερών κειμήλιων στην Ελλάδα είχε ο Παύλος Πετίδης του Ανανία, ένας ευσεβής άνθρωπος, ο οποίος θεώρησε ότι το πολυτιμότερο όλων εκείνων που έπρεπε να πάρουν μαζί τους ήταν η εικόνα της Παναγίας, εικόνα που κοσμεί σήμερα την εκκλησία στο Μεσονήσι Φλώρινας και έχει δώσει το όνομα της στο Ναό.

Τα εγκαίνια του Ναού έγιναν στις 25 Αυγούστου 1974 σ΄ ένα κλίμα κατάνυξης με τη συμμετοχή μεγάλου πλήθους λαϊκών και κληρικών, με Μητροπολίτη Φλώρινας Πρεσπών και Εορδαίας μακαριστό Αυγουστίνο Καντιώτη.

Το κατανυκτικό και πανηγυρικό γεγονός εκείνης της ημέρας, θύμισε σε πολλούς το πανηγύρι που γινόταν στο χωριό Λάλογλη προς τιμή της Παναγίας. Το πανηγύρι ήταν πολύ μεγάλο με τη συμμετοχή πολλών Ελλήνων , Ρώσων και Τούρκων από την περιοχή του Καρς και του Αρταχάν, που μαρτυρίες αναφέρουν πως πολλές φορές ξεπερνούσε το πανηγύρι της Παναγίας Σουμελά. Το πανηγύρι διαρκούσε 15 ημέρες και κατά το οποίο συνέρρεαν στη Λάλογλη πλήθη προσκυνητών, οι οποίοι ασπάζονταν με ευλάβεια την εικόνα της κοιμήσεως της Θεοτόκου, ζητούσαν την προστασία και την σκέπη της Παναγίας και έκαναν διάφορα τάματα. Με την πάροδο του χρόνου η φήμη της θαυματουργού εικόνος συγκέντρωνε ολοένα και περισσότερους προσκυνητές.

Κείμενο: Παρασκευή Κ. Μαυρομμάτη, ιστορικός-φιλόλογος.
Επιμέλεια: Κωνσταντίνος Γ. Παυλίδης.

Πηγές: Αρχείο Κωνσταντίνου Γ. Παυλίδη • Γεώργιος Γρηγοριάδης, Οι Πόντιοι του Καυκάσου Περιφέρειας Καρς-Αρδαχάν, χ.ε., Θεσσαλονίκη 1957 • Σάββας Καλεντερίδης, Ανατολικός Πόντος, εκδ. Ινφογνώμων, Αθήνα 2006 • Στυλιανός Μαυρογένης, Το Κυβερνείον Καρς του Αντικαυκάσου (Κάρσκαγια Όμπλαστ), χ.ε., Θεσσαλονικη 1963 • Παρασκευή Κ. Μαυρομμάτη, «Παναγία Λάλογλη», ομιλία εκδήλωσης για τον Δεκαπενταύγουστο, Μεσονήσι 15/8/2013.

Στην Παναγία Σουμελά, αναζητώντας την χάρη Της

Στην Παναγία Σουμελά, αναζητώντας την χάρη Της
Στην Παναγία Σουμελά, αναζητώντας την χάρη Της

της Νατάσας Καραθάνου

Αναζητώντας την χάρη Της, χιλιάδες πιστοί συνέρρευσαν και φέτος στην Παναγία Σουμελά, στο Βέρμιο ανταποκρινόμενοι είτε σε ένα τάμα είτε σε μια βαθιά πίστη για την εθιμική επίσκεψη του Δεκαπενταύγουστου. Πολλοί είναι αυτοί που κατασκήνωσαν το Σαββατοκύριακο στο δάσος, έξω από την εκκλησία, τηρώντας μια οικογενειακή παράδοση που μπορεί να κρατάει δεκαετίες. Οπως στην οικογένεια της Ναζλή Γεωργιάδου που επί 45 χρόνια επισκέπτεται ανελλιπώς την Παναγία Σουμελά. ?Οι γονείς μου ήρθαν από τον Πόντο και γω έρχομαι να προσκυνήσω την Παναγία μας τα τελευταία 45 χρόνια. Στην αρχή είχα μικρό τον γιο μου αλλά μετά και τα 4 παιδιά μου και τα εγγόνια, ακολούθησαν την παράδοση και έρχονται μαζί μας? λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ.Γεωργιάδου. Μπορεί να παραδέχεται βέβαια ότι ?είναι λίγο ταλαιπωρία?, αλλά προσθέτει ότι, ?είναι για την Παναγία?. Ωστόσο, δεν ξεχνά να επισημάνει ότι ο κόσμος έχει μειωθεί πολύ ενώ οι υποδομές, όπως οι τουαλέτες και η αποκομιδή των σκουπιδιών, χρήζουν βελτίωσης.

Στην οικονομική κρίση απέδωσε την μειωμένη προσέλευση, κυρίως μετά το 2000, ο Χάρης Γαβρηιλίδης που επί 35 χρόνια ?κατασκηνώνει? ανήμερα του Δεκαπενταύγουστου στην Παναγία Σουμελά μαζί με συγγενείς. ?Εχει περιοριστεί πολύ ο κόσμος λόγω των οικονομικών προβλημάτων? σχολιάζει.

Με 12 μέλη, για την παροχή πρώτων βοηθειών και ένα πλήρως εξοπλισμένο κινητό ιατρείο, η Επίλεκτη Ομάδα ειδικών αποστολών βρίσκεται στο σημείο για να επιληφθεί τυχόν ιατρικών περιστατικών. Σύμφωνα με τον υπεύθυνο της αποστολής Γρηγόρη Μωυσίδη, ήταν περιορισμένα τα περιστατικά που έχρηζαν βοήθειας και αφορούσαν κυρίως κοψίματα και εγκαύματα από τις.....ψησταριές που έστησαν κατασκηνωτές στο Βέρμιο!

Στην Παναγία Σουμελά, αναζητώντας την χάρη Της

Στην Παναγία Σουμελά τα οστά του Λεωνίδα Ιασωνίδη

Το πρωί στην Παναγία Σουμελά τελέστηκε πανηγυρικό αρχιερατικό συλλείτουργο προεξάρχοντος του Μητροπολίτη Βεροίας Ναούσης και Καμπανίας.και ακολούθησε λιτάνευση της εικόνας και κατάθεση στεφάνων στην προτομή του Αλέξανδρου Υψηλάντη. Επίσης, εψάλη επιμνημόσυνη δέηση για τον Λεωνίδα Ιασωνίδη, τα οστά του οποίου μεταφέρθηκαν, σύμφωνα με την επιθυμία του, στο ναό.

Ο Λεωνίδας Ιασωνίδης,(1884-1959), νεοέλληνας πολιτικός με καταγωγή από τον Πόντο και πτυχιούχος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινουπόλεως, εκλέχθηκε το 1919 αντιπρόσωπος της απελευθερωτικής Εθνοσυνέλευσης των Ποντίων. Το Σεπτέμβριο του 1922 έρχεται πρόσφυγας στην Ελλάδα όπου και αγωνίζεται για τα δικαιώματα των προσφύγων που είχαν καταφύγει μετά τη μικρασιατική καταστροφή. Ασχολήθηκε ενεργά με την πολιτική και από το 1923 εκλεγόταν συνεχώς Βουλευτής Θεσσαλονίκης. Εργάστηκε στο Υπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας και διετέλεσε Υπουργός Πρόνοιας, συμμετέχοντας στην κυβέρνηση του κόμματος Φιλελευθέρων? (1930-1932). Μετά την κήρυξη της δικτατορίας Μεταξά, αυτοεξορίσθηκε στην Αγγλία απ΄ όπου αρθογραφούσε σε διάφορες εφημερίδες εμψυχώνοντας τους Έλληνες στον αγώνα τους εναντίον των δυνάμεων κατοχής.

Ιω. Αμανατίδης Από Την Παναγία Σουμελά: Μας Καθοδηγεί Στο Πέρασμα Από Την Κρίση Στην Αναγέννηση

Ιω. Αμανατίδης Από Την Παναγία Σουμελά: Μας Καθοδηγεί Στο Πέρασμα Από Την Κρίση Στην Αναγέννηση
Ιω. Αμανατίδης Από Την Παναγία Σουμελά: Μας Καθοδηγεί Στο Πέρασμα Από Την Κρίση Στην Αναγέννηση

«Ο ελληνισμός εντός και εκτός συνόρων τιμά σήμερα την Κοίμηση της Θεοτόκου, με τη σκέψη στους συνανθρώπους μας που δοκιμάζονται από τις πυρκαγιές και όλους όσοι καταβάλλουν προσπάθειες για την αντιμετώπισή τους. Άλλωστε, η Παναγία ήταν πάντα σύμβολο και πηγή θάρρους σε όλους τους αγώνες μας», δήλωσε ο υφυπουργός Εξωτερικών, Γιάννης Αμανατίδης, από την Παναγία Σουμελά, όπου βρίσκεται σήμερα.

«Συνεχίζοντας τη μεγάλη παράδοση του Πόντου, προσερχόμαστε σήμερα στην Παναγία Σουμελά, αυτό το πανελλήνιο και παμποντιακό προσκύνημα, για να συνεορτάσουμε θεωρώντας ιδιαίτερη τιμή τη στιγμή αυτή. Εύχομαι να μας καθοδηγεί στην προσπάθειά μας για το πέρασμα από την κρίση στην αναγέννηση», σημείωσε.

Σαν σήμερα (15-08-1461): Άλωση της Τραπεζούντας, τελευταίο προπύργιο του Βυζαντινού Ελληνισμού

Σαν σήμερα (15-08-2016): Άλωση της Τραπεζούντας, τελευταίο προπύργιο του Βυζαντινού Ελληνισμού
Σαν σήμερα (15-08-2016): Άλωση της Τραπεζούντας, τελευταίο προπύργιο του Βυζαντινού Ελληνισμού

Το τελευταίο προπύργιο του βυζαντινού ελληνισμού, που δεν είχε πέσει ακόμα στα χέρια των Οθωμανών μετά την κατάκτηση και της Πελοποννήσου από το Μωάμεθ Β΄ τον Πορθητή το 1458, ήταν η Τραπεζούντα. Ο κίνδυνος για την απώλειά της ήταν άμεσος, γι’ αυτό και ο αυτοκράτορας της Δαβίδ αποφάσισε να έρθει σε συνεννοήσεις με Δυτικούς και Ανατολικούς ηγεμόνες, οι οποίες όμως δεν απέδωσαν καρπούς. Η Τραπεζούντα πολιορκήθηκε από τους Οθωμανούς επί 32 ημέρες και παραδόθηκε στις 15 Αυγούστου 1461.

Ιστορικό πλαίσιο.

Όταν το 1458 πέθανε ο αυτοκράτορας της Τραπεζούντας Ιωάννης Δ΄, ο γιος και διάδοχός του Αλέξιος Ε΄ ήταν μόλις τεσσάρων ετών. Αυτός ήταν και ο λόγος για να αναλάβει τη διακυβέρνηση ο αδελφός του Ιωάννη, ο Δαβίδ. Η ισχυρή οικογένεια των Καβασιτών του Μεσοχαλδίου τον στήριξε και ο λαός τον δέχτηκε χωρίς καμία αντίσταση, γιατί θεώρησε ότι ήταν εκείνος ο ώριμος πολιτικός άνδρας που απαιτούσαν οι περιστάσεις. Ο μεγάλος κίνδυνος που απειλούσε την Τραπεζούντα στα χρόνια του Δαβίδ ήταν ο Μωάμεθ Β΄ Πορθητής. Μόλις πέντε χρόνια πριν (1453), είχε καταλάβει την πρωτεύουσα του βυζαντινού κράτους, την Κωνσταντινούπολη, γι’ αυτό και η απειλή του τώρα ήταν περισσότερο από ορατή.

Αν και ο Δαβίδ έχει ατυχώς κατηγορηθεί για τον αδύναμο χαρακτήρα του και την έλλειψη πολιτικής βούλησης, ο τουρκικός κίνδυνος δεν τον άφησε αδιάφορο. Συνέχισε την πολιτική του Ιωάννη.[1]

Ο Δαβίδ, στο πλαίσιο της προσπάθειας εξεύρεσης πολιτικής λύσης, κατέφυγε στην τακτική της σύναψης επιγαμιών, φέροντας εις πέρας την επιγαμία μεταξύ της ανιψιάς του Θεοδώρας (Δέσποινα Χατούν)[2] και του μουσουλμάνου εμίρη των Ασπροπροβατάδων Ουζούν Χασάν, επιγαμία που είχε ξεκινήσει από τον πατέρα της Θεοδώρας, τον Ιωάννη Δ΄, αλλά δεν πρόλαβε να ολοκληρωθεί πριν από το θάνατό του (1458). Η στρατιωτική συμμαχία που συνεπαγόταν ο «πολιτικός» αυτός γάμος, αναπτέρωνε τις ελπίδες του Δαβίδ, γιατί έτσι οι λαοί από τον Καύκασο και τον Τίγρη μέχρι τα Καρπάθια και από εκεί μέχρι τα νησιά της Μεσογείου, θα μπορούσαν να ενώσουν τις δυνάμεις τους εναντίον του κοινού εχθρού.

Στόχος του αυτοκράτορος Δαβίδ ήταν να οργανωθεί σταυροφορία, τόσο στην Ασία όσο και στην Ευρώπη. Στην Ανατολή ανανέωσε τις συμμαχίες και τις συνθήκες με τους ηγεμόνες της Ιβηρίας, της Γεωργίας, της Μιγκρελίας,[3] της Κιλικικής Αρμενίας, με τον ηγεμόνα της Σινώπης Ισμαήλ, καθώς και με το σουλτάνο της Καραμανίας.

Στην προσπάθειά του να πείσει τη Δύση για την οργάνωση αντιπερισπασμού εναντίον των Οθωμανών στην Ουγγαρία, ο Δαβίδ απευθύνθηκε στην ισχυρή Δημοκρατία της Βενετίας, με την οποία οι Τραπεζούντιοι διατηρούσαν φιλικές σχέσεις από το 1416, στο δούκα της Βουργουνδίας Φίλιππο Γ΄ τον Καλό, καθώς και στον πάπα Πίο Β΄, στο πρόσωπο του οποίου βρήκε ένα θερμό υποστηρικτή. Ο πάπας έστειλε προσωπική επιστολή προς τους περισσότερους χριστιανούς ηγεμόνες και οργάνωσε μία εκκλησιαστική σύνοδο στη Μάντουα, με σκοπό την αποστολή βοήθειας στην Τραπεζούντα.

Ως παπικός απεσταλμένος στην Τραπεζούντα έφτασε ο πατήρ Λουδοβίκος, ο οποίος ταξίδεψε στην Ιβηρία, τη Γεωργία, τη Μικρή Αρμενία και την Καραμανία για να συνασπίσει τις δυνάμεις αυτές κατά των Οθωμανών, ενώ έφτασε μέχρι το Ντιαρμπέργκ με σκοπό να συναντήσει το Χασάν. Από όλες τις δυνάμεις της Ανατολίας ο Δαβίδ μπορούσε να υπολογίζει ουσιαστικά μόνο στον Ουζούν Χασάν, ο οποίος όμως, όπως θα δούμε, σύντομα τον εγκατέλειψε.

Το 1459 ο Δαβίδ οργάνωσε στρατό 20.000 ανδρών και ναυτική δύναμη 30 πλοίων, ενώ από τη Γένουα και τη Βενετία στάλθηκε πολεμικό υλικό. Όμως, το μοναδικό αποτέλεσμα όλων αυτών των διπλωματικών και στρατιωτικών ενεργειών ήταν να αποκτήσει ο Μωάμεθ σαφή εικόνα σχετικά με το ποιοι είναι οι φίλοι και ποιοι οι εχθροί του, για να εκδικηθεί τους τελευταίους μετά την τελική επικράτησή του.

Παρά την ισχυρή στρατιωτική του δύναμη, ο Μωάμεθ ακολούθησε αρχικά το δρόμο των διπλωματικών ελιγμών. Η πρώτη του κίνηση ήταν να επιχειρήσει να αποσπάσει τον ηγεμόνα της Σινώπης Ισμαήλ από τη συμμαχία του με τους Τραπεζούντιους. Κι αυτό γιατί η Σινώπη διέθετε κατάλληλο λιμάνι για επιχείρηση εναντίον του εσωτερικού της Μικράς Ασίας κι επιπλέον η φρουρά της αποτελούνταν από 1.200 στρατιώτες και οι προμαχώνες της είχαν γύρω στα 300 τηλεβόλα. Ήταν δηλαδή η μόνη στρατιωτική βάση που θα μπορούσε να παραλύσει τις οθωμανικές δυνάμεις, γι’ αυτό και ο έλεγχός της ήταν μείζονος σημασίας για το Μωάμεθ.

Ο Ισμαήλ έστειλε πρέσβη το γιο του, ο οποίος υπέγραψε συμμαχία με το Μωάμεθ, για να καταλήξει τελικά αιχμάλωτος του και να αποτελέσει μέσο εκβιασμού προς τον ηγεμόνα της Σινώπης. Ο Ισμαήλ, μην έχοντας άλλη επιλογή, αναγκάστηκε να παραδώσει στο σουλτάνο τη Σινώπη με αντάλλαγμα τη Φιλιππούπολη και να μεταφερθεί σ’ αυτήν με μεγάλη χρηματική αποζημίωση.

Και ενώ ο οθωμανικός στόλος κατευθυνόταν από το νέο ορμητήριο, τη Σινώπη, εναντίον της Τραπεζούντας, ο στρατός ξηράς, ξεκινώντας από την ίδια αφετηρία και περνώντας από τη Σεβάστεια, συγκρούστηκε με τους Τουρκομάνους του Ουζούν Χασάν και τους συνέτριψε. Ο Ουζούν Χασάν, πανικοβλημένος από τις πρώτες νίκες του Μωάμεθ, έστειλε πρεσβεία ζητώντας ειρήνη. Ο Μωάμεθ δέχτηκε το αίτημα με μοναδικό όρο να λύσει τη συμμαχία του με τους χριστιανούς της Τραπεζούντας, ο οποίος έγινε δεκτός.

Οι εξελίξεις ήταν τραγικές για το Δαβίδ, γιατί με τα νέα δεδομένα οι συμφωνίες που είχε πετύχει ο Ιωάννης Δ΄ ακυρώνονταν και ο ίδιος βρισκόταν τελείως εκτεθειμένος στον οθωμανικό κίνδυνο.

Πολιορκία και παράδοση της Τραπεζούντας.

Ο οθωμανικός στόλος, αφού απέκλεισε κάθε δυνατότητα βοήθειας προς την Τραπεζούντα από τη Θεοδοσία και τη Γεωργία, ξεκίνησε από τη Σινώπη για να επιτεθεί στην πόλη. Όταν ο οθωμανικός στρατός αποβιβάστηκε από τα πλοία, άρχισε η λεηλασία των προαστίων της Τραπεζούντας. Η Τραπεζούντα πολιορκούνταν επί 32 ημέρες χωρίς αποτέλεσμα. Την εξέλιξη των πραγμάτων καθόρισε η είδηση ότι τα στρατεύματα του Ουζούν Χασάν κατατροπώθηκαν από τις τουρκικές δυνάμεις και ότι ο εμίρης παραιτήθηκε από τη συμμαχία του με τους χριστιανούς ηγεμόνες.

Στο μεταξύ, η εμπροσθοφυλακή του τουρκικού στρατού με στρατηγό τον Μαχμούτ, είχε ήδη καταλάβει τη Σκυλολίμνη, ενώ ο στρατός του Μωάμεθ όδευε προς την Τραπεζούντα προσπερνώντας τα οχυρωμένα στενά της περιοχής χωρίς καμία αντίσταση.

Υποστηρίζεται ότι ο Δαβίδ, όπως και ο λαός της Τραπεζούντας, παρά τον πανικό και την απόγνωση στην οποία βρίσκονταν, ιδίως μετά την εγκατάλειψή τους από τις συμμαχικές δυνάμεις, ήταν αποφασισμένοι να προβάλουν αντίσταση στην τουρκική απειλή. Αυτό εξάλλου φανερώνει και το γεγονός ότι υπέμεναν την πολιορκία επί 32 ημέρες.

Στο μεταξύ όμως είχαν αρχίσει διαπραγματεύσεις, με σκοπό την επίτευξη κάποιας συνθήκης. Μεσολαβητής των διαπραγματεύσεων αυτών ήταν ο πρωτοβεστιάριος Έλληνας εξωμότης Γεώργιος Αμιρούτζης, πρώτος εξάδελφος του στρατηγού Μαχμούτ. Θεωρείται ότι ο Αμιρούτζης ήταν αυτός που διεκπεραίωσε τα ζητήματα των διαπραγματεύσεων υπέρ των Τούρκων και στην ουσία ανάγκασε το Δαβίδ να δεχτεί τους ταπεινωτικούς όρους των συνθηκών που επιτεύχθηκαν. Στον υποδαυλιστικό ρόλο του Αμιρούτζη υπέρ των Τούρκων συνηγορεί και το γεγονός ότι μετά τη σύναψη των ευμενών για το Μωάμεθ συμφωνιών, ο Αμιρούτζης εξασφαλίστηκε από το σουλτάνο με ισόβια διατροφή.[4]

Ο Δαβίδ πρότεινε στο Μωάμεθ να επιστρέψουν στις παλιές συνθήκες. Έδειξε μάλιστα προθυμία να του προσφέρει ως σύζυγο την κόρη του Άννα, καθώς και περιοχές της επικράτειάς του. Ο Μωάμεθ, ευρισκόμενος σε θέση ισχύος, ήδη έξω από τα τείχη της πόλης, επέμεινε στην πλήρη υποταγή. Στις διαπραγματεύσεις με τον Αμιρούτζη επικαλούνταν την περίπτωση του Δημητρίου της Πελοποννήσου, ο οποίος του είχε παραδώσει την περιοχή του κατά τις υποδείξεις του και γι’ αυτό εξακολουθούσε να ζει ευτυχισμένος και ασφαλής. Απείλησε μάλιστα ότι σε περίπτωση αντίστασης οι Τραπεζούντιοι όχι μόνο θα αιχμαλωτίζονταν, αλλά και θα εκτελούνταν ταπεινωτικά.

Ο Δαβίδ, βλέποντας ότι ήταν ανώφελο να προβάλει οποιαδήποτε αντίσταση, απάντησε ότι ο ίδιος ήταν πρόθυμος να δεχτεί κάθε όρο του Τούρκου σουλτάνου, ζητώντας να μη λεηλατηθεί η χώρα του. Μπροστά στην ορατή και άμεση απειλή του οθωμανικού στρατού, δέχτηκε να παραδώσει την πόλη του, κάτι που –βάσει της συμφωνίας– εγγυούνταν τόσο τη σωτηρία του ίδιου και των υπηκόων του όσο και την ασφάλεια της περιουσίας τους. Η παράδοση της πόλης έγινε στις 15 Αυγούστου 1461.

Έπαρχος της πόλης διορίστηκε ο Χιτήρ μπέης. Ωστόσο οι δηλώσεις, οι αρπαγές, οι σφαγές και οι κάθε είδους βιαιότητες δεν αποφεύχθηκαν και η πραγματικότητα αυτή δικαίωσε τη στάση του λαού, που επιθυμούσε τη συνέχιση της αντίστασης αντί της άνευ όρων παράδοσης.

Ο Δαβίδ μαζί με την οικογένειά του και τους θησαυρούς του αναχώρησε με πλοίο για την Κωνσταντινούπολη και από εκεί κατέληξε στο Μαύρο Όρος κοντά στις Σέρρες. Τον τελευταίο αυτοκράτορα του Πόντου ακολούθησαν –κατ’ εντολή του Μωάμεθ– και πολλές οικογένειες ευγενών Τραπεζουντίων, όπως οι Δωρανίτες, οι Καβασίτες κ.ά. Στο νέο τόπο εγκατάστασης τους παραχωρήθηκαν κάποιες περιοχές ως αντάλλαγμα για την παράδοση της Τραπεζούντας. Αυτά στις πρώτες ημέρες της αιχμαλωσίας.

Είναι δυστυχώς συνήθεια, για κάθε καταστροφή να ρίχνονται οι ευθύνες μόνο στους ηγήτορες. Τα πραγματικά όμως αίτια ενυπάρχουν σε σύνθετες καταστάσεις και η νηφάλια διάγνωση ατυχώς παραθεωρείται. Αυτός που έχει την ατυχία να κυβερνά τις τελευταίες αυτές ώρες και να υφίσταται τους κλονισμούς της καταστροφής, αυτός θεωρείται και ο εκ του προχείρου υπεύθυνος, ο άνανδρος, ο προδότης. Τέτοιο διπλό θύμα υπήρξε δυστυχώς και ο αυτοκράτορας Δαβίδ. Δεν βουλευόταν όμως μόνος του! Οι ώρες ήταν κρίσιμες, και απαιτούσαν, ασφαλώς, συναινέσεις και προσοχή. Τέτοια χαρακτηριστικά ηγέτη υπέδειξε και ο αυθέντης της Τραπεζούντος, όπως φαίνεται και από το τέλος του βίου του.

Εδώ πρέπει να τονίσουμε ότι πάρα πολλοί ήσαν εκείνοι που θεωρούσαν την αντίσταση μάταιη και γι’ αυτό, πίεζαν για τη λύση της συνθηκολογήσεως, ελπίζοντας ότι θα μετριάζοταν το κακό και η οργή του πορθητού. Εμάς όμως μας ενδιαφέρει και το τέλος του αυτοκράτορα. Το ανώνυμο συναξάριο του γένους με λιτές γραμμές αναφέρεται στο μαρτυρικό του τέλος.

«Κατά την 26ην του μηνός Μαρτίου της ΙΑ΄ Ινδικτιώνος του 1463 έτους, ημέρα Σαββάτω, πικροτάτη, ώρα γ., (2 μόλις χρόνια μετά την πτώση της Τραπεζούντος), εκρατήθη ο Άγιος ημών Αυθέντης και Βασιλεύς Τραπεζούντος, κύριος Δαβίδ, ο Μέγας Κομνηνός, εν Ανδριανουπόλει καθειρχθείς συν αλύσεσι, εν τώ Πύργω ». «Εν δε τη πρώτη Νοεμβρίου, ημέρα Κυριακή και ώρα τετάρτη της νυκτός, ετελειώθη τώ ξίφει ο αυτός, συν άμα τοίς τρισίν αυτού υιοίς και τώ ανεψιώ, τώ 1463 ινδικτιώνος ΙΒ΄ εν Κωνσταντινουπόλει».

Οι παραπάνω συναξαριακές σημειώσεις βρίσκονται σε μεμβράνινο χειρόγραφο ευαγγελιστάριο της Μονής της Θεοτόκου στη νήσο Χάλκη. Τώρα το χειρόγραφο με τις ενθυμίσεις βρίσκεται στο σκευοφυλάκειο του Οικουμενικού Πατριαρχείου.

Έτσι, όταν ο Δαβίδ παρουσιάσθηκε στον Μωάμεθ, αυτός του πρότεινε ένα από τα δυό: ή να μείνει ζωντανός εφόσον απαρνηθεί την πίστη του ή να θανατωθούν αυτός και όλη η οικογένειά του. Από την τρομερή αυτή πρόταση ο Δαβίδ διάλεξε τη δεύτερη λύση, λέγοντας με παρρησία στον Μωάμεθ ότι : «Κανένα μαρτύριο δεν πρόκειται να με φέρει στο σημείο ν’ απαρνηθώ την πίστη των πατέρων μου». Έτσι πέρασε ο Δαβίδ στην αιωνιότητα, ανταλλάσσοντας τη βασιλική αλουργίδα με το φωτοστέφανο του μάρτυρα.

Το τέλος του κράτους των Μεγάλων Κομνηνών.

Κατά τη διάρκεια του χειμώνα του 1461, ο Μωάμεθ ολοκλήρωσε την κατάκτηση των περιοχών γύρω από την Τραπεζούντα. Η Κερασούντα, το Μεσοχάλδιο, καθώς και τα υπόλοιπα ορεινά κάστρα, παραδόθηκαν χωρίς καμία αντίσταση. Ο σουλτάνος, ωστόσο, παρά τα συμφωνημένα, εκδίωξε τους χριστιανούς από τα σπίτια τους με τη διαταγή να κατασκηνώσουν κοντά στο Τζυκανιστήριο, στον Άγιο Φίλιππο και στην Αγία Σοφία. Επίσης τους αφαίρεσε τις περιουσίες τους και τους απαγόρευσε την είσοδο εντός των τειχών. Μόνο στο ένα τρίτο των κατοίκων επετράπη να κατοικήσει γύρω από την Τραπεζούντα. Τόσο οι κόρες όσο και οι γιοι των ευγενών γέμισαν τα χαρέμια του Μωάμεθ και των άλλων Τούρκων ηγεμόνων, ενώ τουλάχιστον 800 αιχμάλωτοι Τραπεζούντιοι οδηγήθηκαν στα τάγματα των Γενιτσάρων.

Η μητρόπολη και οι γύρω από αυτή σχολές και βιβλιοθήκες έγιναν κατοικίες των Ουλεμάδων και αργότερα έδρα του εκάστοτε διοικητή. Όλες οι εκκλησίες της περιοχής, εντός και εκτός των τειχών, μετατράπηκαν σε τζαμιά, ενώ ο προσωρινός αρχιερέας ορίστηκε να εδρεύει όχι μέσα στην πόλη, αλλά σε προάστιο, στην περιοχή όπου βρισκόταν η μονή του Αγίου Φιλίππου.

Η πτώση της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας σήμανε την κατάλυση του κράτους των Μεγάλων Κομνηνών και την απόλυτη επικράτηση των Οθωμανών στην περιοχή. Παρά το άδοξο τέλος της, η επί περίπου τρεις αιώνες παρουσία της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας συνέβαλε στο να διασωθεί το εκεί ελληνικό και χριστιανικό στοιχείο, κάτι που θα μπορούσε από πολύ νωρίς να είχε αλλοιωθεί από τις ισχυρές πιέσεις των γειτονικών λαών, αντίστοιχες με τον εξισλαμισμό των Ελλήνων της Μικράς Ασίας.

Παραπομπές.
1. Finlay, G., The history of Greece (from its conquest by the crusaders to its conquest by the Turks) and of the Empire of Trebizond (1204-1461) (Edinburgh – London 1851), σελ. 480 κ.ε.
2. Ο Charles Diehl απέδειξε, με βάση έγγραφο των αρχείων της Βενετίας, ότι η κόρη του Ιωάννη Δ΄ Καλογιάννη ονομαζόταν Θεοδώρα και όχι Αικατερίνη. Βλ. Diehl, C., “Catherine où Théodora”, BZ 22 (1913), σελ. 88-89.
3. Η Μιγκρελία είναι περιοχή στη βορειοδυτική Γεωργία.
4. Λαόνικος Χαλκοκονδύλης, Αποδείξεις Ιστοριών δέκα, Bekker, Ι. (επιμ.), Laonici Chalcocondylae Atheinsis historiarum libri decem (CSHB, Bonn 1843), σελ. 494-495.
5. Νεομάρτυς Δαβίδ, ο Μ. Κομνηνός, τελευταίος Αυτοκράτορας της Τραπεζούντος. Από την ιστοσελίδα: Πεμπτουσία.gr: www.pemptousia.gr/2013/08/%ce%bf-%ce%ac%ce%b3%ce%b9%ce%bf%cf%82-%ce%bd%ce%b5%ce%bf%ce%bc%ce%ac%cf%81%cf%84%cf%85%cf%82-%ce%b4%ce%b1%ce%b2%ce%af%ce%b4-%ce%bf-%ce%bc%ce%ad%ce%b3%ce%b1%cf%82-%ce%ba%ce%bf%ce%bc%ce%bd%ce%b7%ce%bd/

Επιλογή κειμένων, από τον ιστορικό, Άλκη Ευστρατιάδη.

Όταν η "Παναγία Σουμελά" μεταφέρθηκε στη Βέροια

Όταν η "Παναγία Σουμελά" μεταφέρθηκε στη Βέροια
Όταν η "Παναγία Σουμελά" μεταφέρθηκε στη Βέροια

Χαρακτηρίστηκε “Παναγιά της προσφυγιάς”. Πιο γνωστή όμως είναι σαν “Παναγιά του Πόντου”. Πώς και πότε έφτασε στη Βέροια και εγκαταστάθηκε στις πλαγιές του Βερμίου η Παναγία Σουμελά;
     
Όταν η "Παναγία Σουμελά" μεταφέρθηκε στη Βέροια

Η εικόνα της Παναγίας Σουμελά, σύμφωνα με την παράδοση, είναι έργο του Ευαγγελιστή Λουκά και αποτελούσε την εφέστια εικόνας της ομώνυμης μονής στο όρος Μελά του Πόντου, που ιδρύθηκε το 386 μ.Χ. από τους Αθηναίους μοναχούς Βαρνάβα και Σωφρόνιο. Στα χρόνια της Μικρασιατικής καταστροφής και του ξεριζωμού η εικόνα μαζί με άλλα κειμήλια θάφτηκαν σε παρεκκλήσι του μοναστηριού. Δέκα χρόνια αργότερα ο μητροπολίτης Ξάνθης Πολύκαρπος Ψωμιάδης και ο υπουργός της Κυβέρνησης Βενιζέλου Λεωνίδας Ιασωνίδης ζήτησαν τη μεσολάβηση του Πρωθυπουργού για την επιστροφή της εικόνας στην Ελλάδα.

Το αίτημα του Βενιζέλου εγκρίθηκε από τον Τούρκο Πρωθυπουργό Ισμέτ Ινονού και έτσι αναχώρησε για τον Πόντο ο αρχιμανδρίτης Αμβρόσιος Σουμελιώτης, ένας από τους τελευταίους μοναχούς της μονής. Μετά από αρκετές προσπάθειες ο Αμβρόσιος εντόπισε τα κειμήλια τα οποία μετέφερε στην Αθήνα και τα παρέδωσε στον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Χρύσανθο, ο οποίος με τη σειρά του τα παρέδωσε για φύλαξη στο Βυζαντινό Μουσείο των Αθηνών.
  
Όταν η "Παναγία Σουμελά" μεταφέρθηκε στη Βέροια

Μετά από  είκοσι χρόνια παραμονής στο Βυζαντινό Μουσείο της Αθήνας, με ενέργειες του σωματείου Παναγία Σουμελά, που ιδρύθηκε το 1951 στη Θεσσαλονίκη, και του Προέδρου του Φίλωνα Κτενίδη η εικόνα της Παναγίας μεταφέρθηκε, τον Αύγουστο του 1952 στη Βέροια. Η εικόνα, έφτασε στην πόλη το απόγευμα του Σαββάτου 9 Αυγούστου 1952, όπου οργανώθηκε επίσημη υποδοχή στην Πλατεία Αγίου Αντωνίου. Ακολούθως, η εικόνα λιτανεύτηκε με επισημότητα στην πόλη και η πομπή κατέληξε στο μητροπολιτικό ναό της Βέροιας. Στην υποδοχή και τη λιτάνευση συμμετείχαν τμήματα του στρατού καθώς και οι εκκλησιαστικές και διοικητικές αρχές της πόλης.
  
Όταν η "Παναγία Σουμελά" μεταφέρθηκε στη Βέροια

Μετά από ολιγοήμερη παραμονή στην πόλη της Βέροιας, η εικόνα μεταφέρθηκε στις πλαγιές του Βερμίου, την Τετάρτη 13 Αυγούστου 1952, όπου τοποθετήθηκε σε νεόκτιστο ναό προς τιμήν της Παναγίας, σε έκταση η οποία παραχωρήθηκε για το σκοπό αυτό, από την κοινότητα Καστανιάς. Σε αυτόν το ναό γιορτάστηκε για πρώτη φορά η Κοίμηση της Θεοτόκου, τον Αύγουστο του 1952 με την παρουσία του ιερού κειμηλίου και πλήθους κόσμου.
   
Πηγή: InVeria

Οι ιδρυτές της Ιεράς Μονής Παναγίας Σουμελά στο Βέρμιο Όρος

Οι ιδρυτές της Ιεράς Μονής Παναγίας Σουμελά στο Βέρμιο Όρος
Οι ιδρυτές της Ιεράς Μονής Παναγίας Σουμελά στο Βέρμιο Όρος
Κτενίδης Φίλων

Οι ιδρυτές της Ιεράς Μονής Παναγίας Σουμελά στο Βέρμιο ΌροςΘεατρικός συγγραφέας, δημοσιογράφος, γιατρός. Ήταν ιδρυτής του σωματείου «Παναγία Σουμελά» και εμπνευ­στής της ιδέας για ανιστόρηση της νέας μονής Παναγίας Σουμελά στην Καστανιά Βερμίου.

Γεννήθηκε το 1889 στην Τραπεζούντα. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στην Κρώμνη, για αυτό και αναφέρεται συχνά σ' αυτήν. Το 1906 αποφοίτησε αριστούχος από το Φροντιστήριο της Τραπεζούντας. Από τον ίδιο χρόνο έως το 1909 εργάστηκε ως λογιστής. Παράλληλα ήταν φιλολογικός συνεργάτης της εφημερίδας της Τραπεζούντας «Εθνική Δράσις». Το 1910 εκδίδει το δεκαπενθήμερο περιοδικό «Επιθεώρησης». Καταδιώκεται από τους Νεότουρκους και κατεβαίνει στην Αθήνα, όπου γράφεται στην ιατρική σχολή του πανεπιστημίου.

Το 1912-13 τάσσεται εθελοντής στον Ελληνικό στρατό και συμμετέχει στις επιχειρήσεις των μετώπων Ηπείρου και Μακεδονίας. Το 1914-15 καταδιωκόμενος από τους Τούρκους, επειδή υπηρέτησε στον Ελληνικό στρατό, καταφεύγει στα ελληνικά χωριά του εσωτερικού της Τραπεζούντας, όπου προσφέρει δωρεάν τις πολύτιμες υπηρεσίες του ως γιατρός. Με την είσοδο των ρωσικών στρατευμάτων στην Τραπεζούντα πηγαίνει στον Καύκασο και από το 1915 ως το 1917 υπηρετεί ως γιατρός, διευθυντής του μεγαλύτερου ρωσικού στρατιωτικού νοσοκομείου στα Πλάτανα. Αποστρατεύτηκε μετά την επανάσταση του 1917. Το 1918 υπήρξε πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου των Ποντίων στο Κρασνοντάρ της Ρωσίας. Με πρόταση του, απαλλάσσεται από τα καθήκοντα του προέδρου (για να μπορεί να κινείται ελεύθερα) και πηγαίνει στην Αθήνα, για να ενημερώσει την Ελληνική κυβέρνηση πάνω στο ζήτημα της ανεξαρτησίας του Πόντου. Απογοητευμένος από τη δυσάρεστη τροπή του πήρε το εθνικό αυτό θέμα, φεύγει για το Παρίσι, για ιατρική ειδίκευση.

Το 1920 διακόπτει για δεύτερη φορά τις σπουδές του και σπεύδει εθελοντής στο μικρασιατικό μέτωπο, όπου πιστεύει πως κρίνεται η τύχη του Ελληνικού έθνους. Το 1922 πήγε με την οικογένεια του στη Θεσσαλονίκη. Το 1935 εκλέχτηκε βουλευτής Αθηνών με το Λαϊκό Κόμμα του Τσαλδάρη. Από το 1938 εγκαταστάθηκε μόνιμα στη Θεσσαλονίκη ασκώντας το επάγγελμα του γιατρού.

Νοσταλγός της αλησμόνητης πατρίδας, γράφει πολλά θεατρικά έργα, και το 1950 εκδίδει το λαογραφικό περιοδικό «Ποντιακή Εστία». Στόχος του περιοδικού, το οποίο βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών, ήταν η συγκέντρωση καν διαφύλαξη των ιστορικών και λαογραφικών θησαυρών του Πόντου. Παράλληλα κάνει σκληρό και επίπονο αγώνα για την ανιστόρηση στην Ελλάδα, της ερειπωθείσας στον Πόντο ιστορικής Σταυροπηγιακής Μονής της Παναγίας Σουμελά.

Το 1951 θεμελιώνει τον πρώτο μικρό ναό στην Καστανιά. Το λογοτεχνικό έργο του Κτενίδη, που περιλαμβάνει κυρίως ποιήματα, με κορυφαίο συνθετικό ποίημα την «Καμπάνα του Πόντου», είναι ένας ύμνος στις αλησμόνητες πατρίδες. Από τα πρώτα του ποιήματα, που δονούνταν από πατριωτισμό, ως την «Καμπάνα» της νοσταλγίας και το «Λάκριμα Ρέρουμ» (Τα δάκρυα των πραγμάτων) του γκρεμισμένου Κάστρου, οι στίχοι του σαν κελάρυσμα των νερών του Πυξίτη της Τραπεζούντας, σαν κελάηδισμα των πουλιών στα ποντιακά παρχάρια, συγκινούν και θα συγκινούν τους Πόντιους πάντοτε. Δυστυχώς, επειδή όλα τα ποιήματα του είναι γραμμένα στην ποντιακή διάλεκτο, δεν μπορούν να απολαύσουν την ομορφιά τους και οι μη Πόντιοι.

Από την «Καμπάνα του Πόντου» ένα δείγμα της ποίησης του:

«Έναν πουλίν, μαύρον πουλίν,
μαύρον άμον την νύχταν
ολονυχτίς τριγύριζεν ολόερα 'ς σον Κάστρον
'ς σον Κάστρον, 'ς σα μαντρότοιχα,
τη μαυρο Τραπεζούντας...
Κάποτ' εγέντονε σεισμός
κι η γη όλεν εσείεν κι έναν ημέραν άχαρον,
έναν ημέραν μαύρον,
επάρθαν τα κλειδιά 'θε
κι ο Κάστρεν εκρεμίεν.
Κι ο Κάστρεν, ο θεόρατον
εγέντον κοιμητήριν...».

Τα 17 θεατρικά του έργα, δράματα, ηθογραφίες και κωμωδίες, πολλά από τα οποία δεν έχουν τίποτε να ζηλέψουν από τα θεατρικά έργα άλλων Ελλήνων και ξένων δραματουργών, απαθανάτισαν τα ήθη και έθιμα του Πόντου, θεμελίωσαν και στέριωσαν το ποντιακό θέατρο στην Ελλάδα. Είναι ο μοναδικός Πόντιος θεατρικός συγγραφέας, που τα έργα του έχουν παρουσιαστεί από τους περισσότερους ερασιτεχνικούς θιάσους, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

Η Αλεξάνδρα Ιασονΐδου-Αργυροπούλου, σε δημοσίευμα της στο «Αρχείον του Πόντου» με τίτλο «Λαογραφικά στοιχεία μέσα από το θεατρικό έργο του Φίλωνα Κτενίδη», αναφέρει μεταξύ άλλων: «Μέσα στα θεατρικά έργα του Φ. Κτενίδη μπορούμε να παρακολουθήσουμε τη ζωή, όπως κυλούσε στην πατρογονική γη, στον Πόντο. Είναι μια πλούσια πηγή για τα ήθη και τα έθιμα, τις παρα­δόσεις, την κοινοτική ζωή κλπ.».

Ο Ιωακείμ Σαλτσής, στη νεκρολογία για το θάνατο του μεγάλου Πόντιου ποιητή, σημειώνει: «Υπέροχη -ξέχωρα- πνευματική προσφορά του ποιητή της «Καμπάνας του Πόντου» είναι τα θεατρικά του έργα. Η παραγωγή τους αρχίζει μεταπολεμικώς και συνεχίζεται αργότερα, παράλληλα με την έκδοση του περιοδικού του. Ανεβάζονται στη νεοδημιουργημένη «Ποντιακή Σκηνή» στην Αθήνα, Πάτρα και στις επαρχίες της Β. Ελλάδας κατ' επανάληψη. Πάταγο δημιουργεί και συναγερμό προκαλεί παντού το ανέβασμά τους. Είναι αλήθεια ότι η «Ποντιακή Σκηνή» δημιουργείται ήδη από την Κατοχή. Αλλά πάσχει από έλλειψη έργων. Συμπυκνωτής της αντιλήψεως ότι οι ποντιακοί λαογραφικοί θησαυροί και θρύλοι θ' αποδώσουν αν διδαχτούν από Σκηνής σε ιδιώματα ποντιακά είναι ο Φ. Κτενίδης, ο οποίος προχωρεί στο έργο αυτό της δημιουργίας ακαταπόνη­τος και αδάμαστος. Όλα του τα έργα (με κορωνίδα τον «Ξενητέαν») είναι εξαιρετικά και δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτε από την σύγχρονη Ελληνική ηθογραφική πα­ραγωγή. Δεκαέξι θεατρικά έργα συνθέτει έως το 1958. Ορυμαγδός γονιμότητας και παραγωγικότητας...».

Ο Ιωάννης Εφραιμίδης έγραψε: «Υπήρξε μία διακεκριμένη προσωπικότητα μεταξύ του πνευματικού κόσμου της Ποντιακής οικογενείας. Συγγραφέας αρίστων θεατρικών ποντιακών έργων, δημιούργησε καινούργια ζωή στο καθυστε­ρημένο Ποντιακό Θέατρο και του έδωσε πνευματική πνοή. Ηθογράφος και ποιητής. Χαρίσματα φυσικά. Ήταν ίσως ο πρώτος μεταξύ των Ποντίων όστις μελέτησε-ερεύνησε τον χαρακτήρα και την ζωή του Ποντίου, τις αναμνήσεις από την ζωή της αλησμόνητης Πατρίδος μας και συνέγραψε τα ωραία θεατρικά του έργα, τις ηθογραφίες και άλλες πολλές πνευματικές εργασίες. Δεν επιθυμώ να θεωρηθώ υπερβολικός στην διαπίστωσή μου, ότι με τον Κτενίδη ανυψώθηκε η στάθμη του πολιτισμού του Ποντιακού λαού στο Πανελλήνιο. Γεγονός το οποίο αναγνωρίζεται και από τον γηγενή κόσμο...».

Τα θεατρικά έργα του Κτενίδη είναι τα εξής: «Ο Ξενιτέας», «Ο Μάραντον», «Το Γιάντες», «Το Μαυροκόρτ'ς», «Ο Γκιαούρτς», «Η Προξενεία», «Ο Χωρέτες», «Ο Τελευταίον ο χορός», «Ο Κλήδονας», «Ο Διγενής Ακρίτας», «Οι Πατρίδες», «Σουμελά», «Η γυναίκα του πρωτομάστορα», «Ο Κλήδονας», «Η Αποθήκη της Στοφορίνας», «Η Ανεψιά τη Βέβαια», «Η Δασκαλίτσα», «Υπουργικά βάσανα», και «Ο Ζουρνάς».

Ως δημοσιογράφος άρχισε να γράφει φιλολογικά θέματα στην εφημερίδα της Τραπεζούντας «Εθνική Δράσις», όταν ήταν 20 χρόνων. Φίλος με τον εθνομάρτυρα δημοσιογράφο Νίκο Καπετανίδη και οι δυο τους «δεν ήξεραν αν έγραφαν παίζοντας ή αν έπαιζαν γράφοντας», όπως σημειώνει ο ίδιος στις αναμνήσεις του, στο περιοδικό «Ποντιακή Εστία». Στα 21 του χρόνια εκδίδει το δεκαπενθήμερο φιλολογικό και λαογραφικό περιοδικό «Επιθεώρησις». Σύντομα το περιοδικό ξεπερνά τα σύνορα του Πόντου και κυκλοφορεί και στη Ρωσία όπου έχει και συνεργάτες. Κτενίδης και Καπετανίδης ο ένας πάντοτε κοντά στον άλλον. Εκτός από τα εθνικά τους ενδιαφέροντα, παρακολουθούν και τα φιλολογικά δρώμενα στην Ελλάδα και στην Κωνσταντινούπολη μέσα από τα έντυπα που φτάνουν φανερά ή κρυφά στον Πόντο. Είναι αναγνώστες του περιοδικού του Γρηγόρη Ξενόπουλου «Η διάπλασις των παίδων» και διαβάζουν Έλληνες, Ρώσους και άλλους Ευρωπαίους συγγραφείς. Οι σπουδές του τον αναγκάζουν να πάει στην Αθήνα. Τότε αφήνει την διεύθυνση του περιοδικού του στο φίλο του Καπετανΐδη, ο οποίος εκδήδει τα τελευταία τεύχη. Ο Κτενίδης σημειώνει ότι τα τεύχη που έβγαλε ο Καπετανίδης ήταν τα καλύτερα. Το 1950 προχώρησε στην έκδοση του περιοδικού «Ποντιακή Εστία».

Ο Σταθης Αθανασιάδης (Γεροστάθης), στον προλογισμό μιας τριετίας (της «Ποντιακής Εστίας» τον Ιανουάριο του 1953), γράφει μεταξύ άλλων: «Εγώ τουλάχιστο, παίρνοντας παράδειγμα τα προηγούμενα ποντιακά περιοδικά, τα οποία ύστερα από ένα χρονικό διάστημα έπαψαν να εκδίδονται ή άλλα φυτοζωούν, νόμιζα πως και η «Ποντιακή Εστία» θα 'σβηνε σύντομα, για να παραχωρήσει τη θέση της σε κάποιο άλλο περιοδικό. Το οικονομικό προπάντων ζήτημα ήταν κατά τη γνώμη μου ο σκόπελος, πάνω στο οποίο η «Ποντιακή Εστία» ήθελε να προσκρούσει και να συντριβεί. Πόσο όμως βγήκα γελασμένος...». Ο ίδιος ο Γεροστάθης. στον επικήδειο του για τον Κτενίδη ανέφερε: «...Ανήσυχος νοσταλγός και οραματιστής, εκδίδει, το 1950 το λαογραφικό περιοδικό της Βόρειας Ελλάδας, την «Ποντιακή Εστία». Συγκεντρώνει γύρω του τους κορυφαίους Ποντίους λαογράφους των Επαρχιών και της Αθήνας και επιτυγχάνει τις συνεργασίες των Πανεπιστημίων μας. Και σύντομα η «Ποντιακή Εστία» ανεβαίνει σε περιωπή.

Στις σελίδες της βρίσκουν θεραπεία του νοσταλγημένου ψυχικού, ηθικού και εθιμικού τους κόσμου, χιλιάδες Πόντιοι πρόσφυγες. Αλλά και ποικίλες ιστορικές πληροφορίες από τη συνολική ζωή των πατέρων τους μέσα στην ιστορική διαδρομή 30 αιώνων καταγράφονται σε αυτή. Εξέχουσα θέση μέσα στο περιοδικό κατέχουν πεζογραφήματα του διευθυντή του: Ιστορικά, κοινωνικά, έργα θεατρικά. Μα καταγράφονται και λαογραφικά θέματα σε μορφή εύθυμου διαλόγου και περιγραφής σε ελληνοποντιακό γλωσσικό ιδίωμα, ό­πως είναι ο «Βεβαίας» και η «Καρτερή». Ποιήματα ολκής και αξίας, όπως είναι «Ο θάνατος τη Δήμο» κ.ά., με κορωνίδα και απαρχή την περιλάλητη ελεγεία «Η Καμπάνα του Πόντου». Λόγος ποιητικός, προορι­σμένος να ζήσει.

Ο Φίλων Κτενίδης είναι ορμητικός πατριώτης και πατριδολάτρης. Δεν πρόκειται καθαυτό για την έκδοση ενός λαογραφικού περιοδικού. Πρόκειται για κάτι άλλο. Με πόνο ο στοχαστής-εκδότης βλέπει ότι και η ποντιακή κοινωνία αργά αλλά σταθερά, παίρνει τη ροπή προς τη γνωστή -ξενική- διαφοροποίηση και σύγχυση και ανασκουμπώνεται αποβλέποντας με πάθος, ν' αναστυλώσει τις αρχαιόπρεπες παραδόσεις του Πόντου. Όσες είναι γόνιμες, βιώσιμες και άξιες ικανές να διδάξουν. Τα ήθη του Πόντου τα οποία είναι πρόσφορα για μια ανόρθωση, ανανέωση και φυσιολογική εξέλιξη και στερέωση των Ποντίων. Με το λόγο. Ναι με το λόγο. Διότι «ο λόγος είναι μαγεία». Μοχθεί. Μεταβάλλεται σε ασκητή του γραφείου του, μακριά από κοινωνικές συντροφιές. Μόνος του για χρόνια, άγρυπνος ερευνητής, κριτής και ρυθμιστής ύλης, διορθωτής τυπογραφικών δοκιμίων και φύλλων. Μεσάνυχτα περνούν. Έως την 2α και 3η πρωινή ώρα αγωνίζεται με την πένα στο χέρι. «Αντλεί εις πίθον Δαναΐδων»; Στάθηκε ανεδαφικός; Όχι.

Δεκατέσσερα χρόνια περνούν και η «Ποντιακή Εστία» -άθλος διάρκειας χρονικής, αποτελεί ένα θησαυρό και ένα κώδικα λαογραφικής, ιστορικής, εθνολογι­κής και γλωσσολογικής ύλης. Συγκίνησε και πότισε χορταστικά το δέντρο του πατρογονικού ήθους. Και επηρέασε τις σύγχρονες ποντιακές γενεές: Έδωσε αυτοεπίγνωση και συνείδηση του «είναι», στον Ελληνοποντιακό κόσμο. Και ενέγραψε υποθήκη αναμετάδοσης στις ερχόμενες γενεές του. Μεθαύριο οι τόμοι του περιοδικού θα κινούν την ευγενική περιέργεια, θα συγκι­νούν, θα οδηγούν, θα επηρεάζουν τους κουρασμένους από την αροθυμία και το ηθικό χρέος επιγόνους...

Η επίσημη αναγνώριση των πνευματικών μόχθων του γιατρού ήρθε πανηγυρική και επίκαιρη. Το 1956 η Ακαδημία Αθηνών βραβεύει την «Ποντιακή Εστία». Χωρίς, ποτέ, να το επιδιώξει ο ίδιος προσωπικά. Το Νοέμβριο του 1950, σε μια διάλεξη του, εμπιστεύεται, εξομολογείται την ορμή της ψυχής του. Ότι τον διαφλέγει ο πόθος να ανιστορήσει το εθνικοθρησκευτικό παλλάδιο του Πόντου, τη μονή της Παναγίας Σουμελά. Η πρόταση ξαφνιάζει, αλλά και επιδοκιμάζεται και ενθουσιάζει. Και το 1951 καταθέτει το θεμέλιο λίθο. Και γίνεται ο κτήτορας της μονής και ο κύριος ρυθμιστής και πρωτομάστορας των παραπέρα δομικών εξελίξεων. Με το τίποτε στην αρχή. Με μόνο βοηθό την πίστη του την ακράδαντη ότι οι Πόντιοι θα σπεύσουν να τον βοηθήσουν υλικά. Και το ένστικτο του δεν τον διαψεύδει. Μια δυο εκκλήσεις του από τις στήλες της «Ποντιακής Εστίας» και οι δωρεές, οι συνδρομές, καταφθάνουν η μια πίσω από την άλλη.

Το 1959 ο Κτενίδης έριξε την ιδέα για σύγκληση παμποντιακού συνεδρίου. Στενό συνεργάτη του στην υπόθεση αυτή έχει το Χρήστο Κουλαουζίδη, δημοσιογράφο, μέλος της διοίκησης της «Παναγίας Σουμελά». Η πρόταση του Κτενίδη δημοσιεύτηκε στην «Ποντιακή Εστία» και έτυχε ενθουσιώδους υποδοχής. Τα ποντιακά έντυπα άρχισαν να ασχολούνται με το θέμα αυτό. Οι αρθογράφοι επέμεναν στη συμμετοχή στο συνέδριο και των Ελληνοποντίων του εξωτερικού. Έγιναν και πολύ αυστηρές κρίσεις. Η πρώτη επίσημη σύσκεψη για τη σύγκληση του συνεδρίου έγινε στις 16 Αυγούστου 1959 στη μονή της Παναγίας Σουμελά, στο Βέρμιο. Πήραν μέρος 35 εκπρόσωποι 28 ποντιακών σωματείων. Μέλη της Κεντρικής Οργανωτικής Επιτροπής του συνεδρίου εκλέχθηκαν με σειρά επιτυχίας οι Φίλων Κτενίδης, Ελευθέριος Παυλίδης, Χρήστος Κουλαουζίδης, Νικόλαος Γεωργιάδης, Δημήτριος Σεϊτανίδης, Αγαθή Κογκαλίδου και Αντώνιος Σουρμελής. Επι­λαχόντες ήταν οι Ιωάννης Αβραμάντης, Ευστάθιος Αθανασιάδης, Αντώνιος Τερζόπουλος, Παναγιώτης Τανιμανίδης, Γεώργιος Σακκάς, Ηλίας Σπανάκης και Αθανάσιος Ανδρεάδης. Προσύσκεψη είχε γίνει στις 19 Απριλίου 1959. Θεωρήθηκε το σοβαρότερο βήμα για τη σύγκληση του συνεδρίου. Τελικά, αποφασίστηκε η σύγκληση του συνεδρίου στις 25 Σεπτεμβρίου 1959. Το συνέδριο όμως αυτό δεν έγινε ποτέ.

Ο Κτενίδης γράφει στην «Ποντιακή Εστία» του Αυγούστου-Σεπτεμβρίου 1959: «...Χωρίς αυτήν την προεργασία, πολύ φοβούμεθα ότι το Παμποντιακόν Συνέδριον, του οποίου η σύγκλησης αποτελεί έκδηλων ανάγκην του συντονισμού των ενεργειών όλων -Σωματείων και ατόμων- που πιστεύουν εις την σκοπιμότητα της καλλιέργειας και διαφυλάξεως της Ποντιακής Ιδέας, θα μείνει ένα από τα πολλά όνειρα που πλάθουν οι ίδιοι... Μόνον όνειρον...».


Παναγιώτης Τανιμανίδης

Οι ιδρυτές της Ιεράς Μονής Παναγίας Σουμελά στο Βέρμιο ΌροςΓεννήθηκε στο χωριό Ίμερα της Τραπεζούντα στις 2 Φεβρουαρίου 1914, από τον ιερέα πατέρα του, Γεώργιο και την μητέρα του Σωτηρία. Πρωτοπήγε σε Νηπιαγωγείο του Βατούμ, όπου με τη μητέρα του και τους δύο αδερφούς του Σπύρο και Χρίστο αποκλείστηκαν μετά την επανάσταση του 1917.

Στην Ελλάδα αντάμωσε όλη η οικογένεια του Παπαγιώργη το 1924 στο χωριό  Ίμερα (Σάλτικλη), όπου και τελείωσε το Δημοτικό. Οι δάσκαλοί του ήσαν οι Γεώργιος Ευθυβούλης και Ευθύμιος Μουρατίδης. Μπήκε με εξετάσεις στο τότε μικτό Γυμνάσιο Ξάνθης στην πρώτη τριάδα. Με τον μετέπειτα γεωπόνο αδελφό του Στέφανο και το συγχωριανό του Αναστάση Ιορδανίδη. Ο αδελφός του θύμα του εμφύλιου και ο συγχωριανός του της κατοχής. Ως μαθητής Β' τάξης του Γυμνασίου μπήκε στην Ιερατική Σχολή της Αγίας Αναστασίας, της οποίας χρημάτισε και Αρχηγός και απ' όπου αποφοίτησε, μεταξύ των πρώτων το 1938 σε ηλικία 24 ετών.

Το 1939 κατατάχτηκε στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών Σύρου και το 1940 τον Ιανουάριο τοποθετήθηκε στο 5ο Σύνταγμα Θεσσαλονίκης, γιατί είχε έρθει στην πρώτη πεντάδα στους τελικούς διαγωνισμούς της Σχολής. Από το 5ο Σύνταγμα, που είχε αποδεκατιστεί στο Αλβανικό μέτωπο, μετατέθηκε στο 7ο Σ.Π. για μια ειδική αποστολή στην περιοχή Κιζ-Μπουνάρ. Είναι ο πρώτος αξιωματικός, που αντιμετώπισε με δυο διμοιρίες ένα Γερμανικό Σύνταγμα στις 6 Απριλίου του 1941 στην περιοχή του Τριεθνούς και του Ντουβά-Τεπέ, όπου αμύνθηκε ως την ημέρα που καταλήφθηκε η Θεσσαλονίκη και έγινε η συνθηκολόγηση του Μπακόπουλου. Οδήγησε ως το Δερβένι πάνω από 200 στρατιώτες διαφόρων μονάδων, αφού παρέδωσε τον οπλισμό τους στο χωριό Ποντολίβαδο. Στην κατοχή 1941-1944 έμεινε στη Θεσσαλονίκη και παράλληλα με τον αγώνα επιβίωσης σπούδαζε και πρόσφερε αξιόλογες υπηρεσίες εθνικής αντίστασης.

Πτυχίο Θεολογικής Σχολής πήρε το 1947, αφού προηγουμένως είχε στεφανωθεί την Κασιανή Ι. Λαζαρίδου στα Γιαννιτσά, όπου βρέθηκε με άλλους συναδέλφους κυνηγημένους από τους νικητές των Δεκεμβριανών συγκρούσεων, χωρίς να είχε ποτέ σχέση με το ΚΚΕ. Από το Δεκέμβριο του 1947 ως το Φεβρουάριο του 1949 υπηρέτησε στην Ταξιαρχία Ρίμινι και ως το 1951, μετά τον δεύτερο τραυματισμό του, στο Γραφείο Τύπου του Γ’.Σώματος Στρατού, ως Έφεδρος Υπολοχαγός.

Ως εκπαιδευτικός υπηρέτησε από το 1952-1978 σε Γυμνάσια και Λύκεια Κατερίνης, Θεσσαλονίκης, Αμυνταίου, Βεροίας και βγήκε στη σύνταξη ως Λυκειάρχης, ύστερα από ένα καρδιακό επεισόδιο που έπαθε ως Γυμνασιάρχης Αμυνταίου. Στην Κατερίνη παράλληλα με το εκπαιδευτικό του έργο πρόσφερε αφιλοκερδώς υπηρεσίες και ως ιεροκήρυκας και στέλεχος του προσκοπισμού και των κατασκηνώσεων της Πρόνοιας. Σε όλα τα Σχολεία, που υπηρέτησε, συγκρότησε χορωδία μαθητική, η οποία διάνθιζε τα προγράμματα των Σχολικών γιορτών και εκδηλώσεων και έπαιρνε μέρος στη Θεία λειτουργία την ώρα του εκκλησιασμού.

Ως έφεδρος Αξιωματικός και ως εκπαιδευτικός πραγματοποίησε με ομάδες φοιτητών και Πολιτιστικών Οργανώσεων, καθώς και με μαθητές, εξορμήσεις σε φυλάκια, σε παραμεθόρια χωριά μέχρι και την Ορεστιάδα με το Στρατή Μυριβήλη και με πρόγραμμα μορφωτικό, εθνικό και ψυχαγωγικό και με διανομή δεμάτων διαφόρου περιεχομένου. Βάπτισε με τους μαθητές του παιδάκια φτωχών οικογενειών, συμπαραστάθηκε ανήμπορες οικογένειες μαθητών και αποφυλάκισε χρεώστες του Δημοσίου με οικονομίες μαθητριών και μαθητών.

Ως άμισθος ιεροκήρυκας μίλησε από το 1938-1967 στους ιερούς ναούς Τοξοτών, Κατερίνης, Βεροίας, Θεσσαλονίκης. Είναι γνωστή η δράση του και ως συνδικαλιστή, από το 1954-1974 και ως Προέδρου δύο Πανελληνίων Ετήσιων Συνεδρίων καθηγητών Μέσης Εκπαίδευσης. Ακόμη πρόσφερε αξιόλογες υπηρεσίες από το 1956, ως μέλος και Πρόεδρος Συλλόγων και Επιτροπών. Στη Φιλόπτωχο Αδελφότητα Ιμεραίων, στο σύλλογο Ιεροψαλτών Θεσσαλονικης στην Επιτροπή ανιστόρησης και διεύρυνσης του Ιερού Ναού Ταξιαρχών Άνω Πόλης Θεσσαλονίκης, στα Διοικητικά Συμβούλια ΟΔΕΠ Μητρόπολης Θεσσαλονίκης και της Ανωτέρας Εκκλησιαστικής Σχολής, όπου δίδαξε δωρεάν δύο χρόνια το μάθημα της Διδακτικής.

Από το 1955, συνεχής και ανιδιοτελής είναι η συστηματική, καρποφόρα κι δημιουργική προσφορά του στην Παναγία Σουμελά και από το 1964 έως το 1995 ήταν επιστρατευμένος Πρόεδρος, αιρετός και εθελοντής. Από το Φίλωνα Κτενίδη παράλαβε το δύσκολο ξεκίνημα, την ιστορική πρωτοβουλία και απόφαση της ανιστόρησης, με το πρώτο εκκλησάκι, τον πρώτο ξενώνα, μερικά κελιά και αποθήκες, δενδροφυτεύσεις, χωματόδρομο και ένα ημιτελές κτίριο για εστιατόριο.

Από το 1964 ως και την ημέρα του θανάτου του σε συνεργασία με εκλεκτούς συμβούλους, με την συμπαράσταση του λαού, του Στρατού, της Αστυνομίας, των Σχολείων, των Οργανισμών και των εκάστοτε Κυβερνήσεων, είχε ολοκληρώσει ένα απίστευτο έργο. Εννέα ξενώνες με 650 κρεβάτια, επέκταση και ολοκλήρωση του εστιατορίου, ενίσχυση του υδραυλικού δικτύου από δεύτερη και τρίτη πηγή, δημιουργία αποχετευτικού δικτύου, δενδροφύτευση άλλων δέκα χιλιάδων καλλωπιστικών και μη δενδρυλλίων, ηλεκτροδότηση του Προσκυνήματος, διεύρυνση και ασφαλτόστρωση του δρόμου πρόσβασης προς το Προσκύνημα, ανέγερση καθολικού ναού, ολοκλήρωση χωροταξικής μελέτης και προγραμματισμός έργων 700 εκατομμυρίων δραχμών.

Πέραν όλων αυτών καθιέρωσε το θεσμό των υποτροφιών και της πατροπαράδοτης γιορτής των Γραμμάτων, με βράβευση μαθητών και μαθητριών στην έδρα ενός Νομού κάθε χρόνο.

Διηύθυνε την έκδοση δυο ετήσιων Λευκωμάτων (1964-1974) της Παναγιας Σουμελά και από το 1975 διεύθυνε το περιοδικό "Ποντιακή Εστία". Έγραψε πολλά άρθρα και σχόλια σε περιοδικά και βιβλία, τα οποία αφιέρωσε στο Σωματείο "Παναγία Σουμελά" και ένα στη Φιλόπτωχο Αδελφότητα Ιμεραίων.

Δύο λαογραφικές του μελέτες δημοσιεύθηκαν στο Αρχείο του Πόντου (Τόμος  38 και 40) και η εισήγησή του στο Α' Παγκόσμιο Ποντιακό Συνέδριο "Η Εκκλησία του Πόντου" δημοσιεύτηκε στο επίσημο Λεύκωμα του Συνεδρίου. Η προσφορά του στον κοινωνικό, πολιτιστικό, πνευματικό και εθνικοθρησκευτικό στίβο είναι κρυμμένη πίσω από το τεράστιο έργο, τη δραστηριότητα και την παρουσία της Παναγίας Σουμελά και ολοκληρώνεται από μια σειρά ομιλιών, διαλέξεων, ραδιοφωνικών εκπομπών, εξορμήσεων και διαφόρων εκδηλώσεων.

Από το 1987 όλες οι Ομοσπονδίες και τα ποντιακά Σωματεία του ανάθεσαν την Προεδρία της Οργανωτικής επιτροπής του Β' Παγκόσμιου Συνεδρίου του Ποντιακού Ελληνισμού, που έγινε στη Θεσσαλονίκη τις 31 Ιουλίου ως τις 7 Αυγούστου 1988.

Ήταν πατέρας δυο αγοριών, από τα οποία το ένα είναι οδοντίατρος και το άλλο υπάλληλος ΟΣΕ, και παππούς έξι εγγονιών. Τιμήθηκε με μετάλλιο εξαιρέτων πράξεων, με πολεμικό σταυρό, με προαγωγή επ' ανδραγαθία και με αριστείο ανδρείας. Με μετάλλιο Α' Τάξεως από τη Μητρόπολη Θεσσαλονίκης και με το σταυρό της χιλιετηρίδος του Αγίου Όρους από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Με δίπλωμα τιμής από το Σύλλογο Ελλήνων Λογοτεχνών και με έπαινο από το Σύλλογο "Διογένης ο Σινωπεύς", με τιμητικές πλακέτες από την Ένωση Ποντίων Νομού Μαγνησίας, από το Σύλλογο Πολυτέκνων Θεσσαλονίκης από το Σύλλογο "Παναγία Σουμελά" Βοστώνης, από τον Ποντιακό Σύλλογο Κιλκισιωτών, από το Σύλλογο Ποντίων Πολίχνης, από την ένωση Ποντίων Νέων Θεσσαλονίκης, από την ΥΙ Μεραρχία Κιλκίς και το Β' Σώμα Στρατού Βεροίας.

Ανακηρύχθηκε επίτιμο μέλος του Ποντιακού Καλλιτεχνικού Ομίλου Σουρμένων Αττικής, Επίτιμος Πρόεδρος του Συλλόγου Ιεροψαλτών Θεσσαλονίκης "Ιωάννης ο Δαμασκηνός", επίτιμος Πρόεδρος του Ιερού Ιδρύματος "Παναγία Σουμελά" Νέας Υόρκης και επίτιμος Πρόεδρος της Φιλοπτώχου Αδελφότητος Ιμεραίων.

Στο Συνέδριο των Δελφών, το Σεπτέμβριο του 1988, ανάπτυξε το θέμα: ''Τα ιστορικά μοναστήρια του Πόντου", εργασία που δημοσιεύτηκε στον 3ο τόμο της Εγκυκλοπαίδειας του Ποντιακού Ελληνισμού.

Τέλος τιμήθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο με οφίκιο του Άρχοντος Διδασκάλου της Εκκλησίας και από την Ακαδημία Αθηνών στις 3 Δεκεμβρίου 1993.

Σουμέλα λεν την Παναγιά... (Βίντεο)

Σουμέλα λεν την Παναγιά... (Βίντεο)

Ποντιακά ερωτικά δίστιχα ...επικαλούνται την βοήθεια της Παναγίας Σουμελά...

Ποντιακά ερωτικά δίστιχα ...επικαλούνται την βοήθεια της Παναγίας Σουμελά...
Ποντιακά ερωτικά δίστιχα ...επικαλούνται την βοήθεια της Παναγίας Σουμελά...

Η Παναγία Σουμελά ήταν πέρα από την πιο σημαντική γιορτή στον Πόντο, το Πάσχα του καλοκαιριού, αλλά και τόπος κοινωνικής συνάντησης και μέρος όπου γνωρίζονται και ερωτεύονταν οι νέοι...πολλά ερωτικά δίστιχα επικαλούνται την Παναγία να βοηθήσει τον έρωτα τους...

Σουμελά λέν’ την Παναγιά, Σουμέλα λέν’ κι’εσέναν,
θα προσκυνώ την Παναγιάν και θα φιλώ κι’εσέναν.

Κρωμέτες σκύλ’ υιός είμαι, κανέναν ’κί φοούμαι,
σή Σουμελά την Παναγιάν, θα πάγω στεφανούμαι.

Ση Σουμελά την Παναγιάν, θα παίρω κοινωνίαν,
ν’έρχουμ’ αρνί μ’ ελέπω’σε με καθαρόν καρδίαν

Σουμέλα λέν την Παναγιάν, και ’σύ είσ’η Σουμέλα
ο άντρας σ’ πάει σήν Σουμελά, εσύ έλα με τ’εμέναν.

Σην Σουμελάν εγνώρτσα’σε, κ’εσέβες σό καρδόπο μ’,
σην Κρώμ’ άλλον εγάπεσες και έκαψες το ψόπο μ’.

Σην Σουμελάν την Παναγιάν θ’άφτω έναν κερόπον,
φώτισιν σό γιαβρί μ’ να δεί, και έρται σ’εγκαλόπο μ’.

Τη Σουμελάς το Μοναστήρ’ εβζύεν κ’εχαλάγεν
η Παναΐα ’πέταξεν, σα λείβια εταράγεν.

Αχπάσκουμαι σην Παναγιάν, ση Σουμελάν θα πάγω,
και για τ’εσέν’ παντέμορφον, τα παλαλά ντ’εφτάγω.

Ση Σουμελά την Παναγιάν, βαρέα ρούζ’ η δύσα,
την κόρ’ τιναν εγάπανα εξέβεν σεβταλίσσα.

Η Σουμελά η Παναγιά έχει μακρέας σκάλας,
η κόρ’ τινάν εγάπανα μακρέα έχ τα τσάμας.

Αέρη μ’ κι’Αε-Θόδωρε μ’, Σουμέλα Παναΐα,
εμέν να δίτε υπομονήν, τα’αρνί μ’ καλλιγνωμίαν.

Τέσσερα ομμάτια θλίφκουνταν, δύο κάρδιας ματούνταν,
αν θέλ’ ο Θεόν κ’η Παναγιά, έρχουνταν κ’ανταμούνταν.

Μεγάλη Ποντιακή βραδιά στη Νίψα Αλεξανδρούπολης

Μεγάλη Ποντιακή βραδιά στη Νίψα Αλεξανδρούπολης
Μεγάλη Ποντιακή βραδιά στη Νίψα Αλεξανδρούπολης

Ο Πολιτιστικός Σύλλογος Νίψας διοργανώνει και προσκαλεί τα μέλη και τους φίλους του συλλόγου στον ετήσιο καλοκαιρινό χορό του, που θα πραγματοποιηθεί την Τρίτη 15 Αυγούστου 2017, στις 9:30 μ.μ., στον προαύλιο χώρο του Δημοτικού Σχολείου Νίψας.

Στη βραδιά συμμετέχουν οι καλλιτέχνες:
- Κώστας Θεοδοσιάδης, τραγούδι,
- Αλέξης Παρχαρίδης, τραγούδι,
- Παναγιώτης Θεοδωρίδης, τραγούδι,
- Φάνης Κουρουκλίδης, λύρα,
- Παναγιώτης Κογκαλίδης, λύρα,
- Ζαφείρης Ευθυμιάδης, αγγείο,
- Γιάννης Αντωνιάδης, νταούλι.

Τιμή εισόδου: 15 Ευρώ (Περιλαμβάνει πλήρες μενού και ποτό).

8ο Ποντιακό Πανηγύρι Νεοχωρiου

8ο Ποντιακό Πανηγύρι Νεοχωρiου
8ο Ποντιακό Πανηγύρι Νεοχωρiου

Για ακόμα μια χρονιά ο Εκπολιτιστικός Μορφωτικός Σύλλογος Νεοχωρίου προσκαλεί τα μέλη και τους φίλους του συλλόγου στο 8ο Ποντιακό Πανηγύρι που διοργανώνεται στο γήπεδο του χωριού, την Τρίτη 15 Αυγούστου 2017 στις 9:00 μ.μ. 

Στην εκδήλωση θα συμμετάσχουν τα χορευτικά τμήματα των συλλόγων: Ε.Μ.Σ Νεοχωρίου, Μ.Σ. Υδραίας, Μ.Σ. Κωνσταντίας.

Οι καλλιτέχνες που θα συνοδεύσουν τη διάρκεια της βραδιάς είναι οι: 
Τραγούδι: Γιώτης Γαβριηλίδης,
Τραγούδι-Λύρα: Σταύρος Ματζερίδης,
Λύρα: Γιώργος Ευσταθιάδης,
Λύρα: Παύλος Ματζερίδης,
Κλαρίνο: Νίκος Ματζηρίδης,
Αρμόνιο: Γιώτης Ματζαρίδης,
Νταούλι: Ραφαήλ Δερμεντζόγλου,
Ντραμς: Λάζαρος Δημητριάδης.

Επίσης την Δευτέρα 14 Αυγούστου 2017 θα πραγματοποιηθεί λιτανεία της Ιεράς Εικόνας "Κοιμήσεως της Θεοτόκου" στον Ιερό Ναό Νεοχωρίου και έκθεση παλιάς φωτογραφίας στην αίθουσα του συλλόγου.

Οι εικόνες της Παναγίας Σουμελά και του Αγ. Γεωργίου Περιστερεώτα για πρώτη φορά στο Βέρμιο

Οι εικόνες της Παναγίας Σουμελά και του Αγ. Γεωργίου Περιστερεώτα για πρώτη φορά στο Βέρμιο
Οι εικόνες της Παναγίας Σουμελά και του Αγ. Γεωργίου Περιστερεώτα για πρώτη φορά στο Βέρμιο

Το απόγευμα της Δευτέρας 14 Αυγούστου ξεκίνησαν στην Καστανιά του Βερμίου οι πανηγυρικές εκδηλώσεις για την εορτή της Κοιμήσεως της Υπεραγίας Θεοτόκου.

Στην αρχή πραγματοποιήθηκε στον αύλειο χώρου του Ιερού Προσκυνήματος η υποδοχή της Ιεράς Εικόνος του Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα από το ομώνυμο προσκύνημα στο Ροδοχώρι Εδέσσης με την ευλογία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Εδέσσης, Πέλλης και Αλμπωπίας κ. Ιωήλ. Η εικόνα θα παραμείνει μέχρι αύριο για να συνεορτάσει με την Παναγία την Σουμελιώτισσα.

Στον λαμπρό πολυαρχιερατικό εσπερινό χοροστάτησε ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Μηδείας κ. Απόστολος συγχοροστατούντων των Σεβ. Μητροπολιτών Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού κ. Κυρίλλου, Τρίκκης και Σταγών κ. Χρυσοστόμου, του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Αρμαβίρ και Λαμπίνσκι κ. Ιγνατίου και του Σεβ.Μητροπολίτου Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμονος. Τον θείο λόγο κήρυξε ο ο σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κηφισίας κ. Κύριλλος.


Στο τέλος του εσπερινού επιδόθηκε τιμητική διάκριση (χρυσό μετάλλιο Σουμελιωτίσσης) στο Διοικητικό Συμβούλιο του Σωματείου “Άγιος Γεώργιος Περιστερεώτα”. Το μετάλλιο επέδωσε εκ μέρους του Σωματείου «Παναγία Σουμελά» ο Καθηγούμενος Αρχιμ. Αθηναγόρας Μπίρδας.

Ακολούθησε η λιτάνευση της ιεράς εικόνος με αθρόα συμμετοχή πιστών οι οποίοι, σύμφωνα με το έθιμο, περίμεναν υπομονετικά και γονατιστοί να περάσει η ιερά εικόνα από επάνω τους για να λάβουν την ευλογία της.

Δευτέρα 14 Αυγούστου 2017

Δεκαπενταύγουστος σε όλη την Ελλάδα - Ξεχωρίζει η Παναγία Σουμελά στο Βέρμιο

Δεκαπενταύγουστος σε όλη την Ελλάδα - Ξεχωρίζει η Παναγία Σουμελά στο Βέρμιο
Δεκαπενταύγουστος σε όλη την Ελλάδα - Ξεχωρίζει η Παναγία Σουμελά στο Βέρμιο

Μοναστήρι της Παναγίας στη Φολέγανδρο

Σκαρφαλωμένο στο βράχο πάνω από τη Χώρα και χτισμένο κατά πάσα πιθανότητα στη θέση αρχαίου ναού, το μοναστήρι της Παναγίας είναι η μεγαλύτερη εκκλησία της Φολεγάνδρου, αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου.

Ο ναός υπήρξε καθολικό γυναικείας μονής, ενώ υπάρχει μαρμάρινη επιγραφή του 1687 που αναφέρεται στην ανακαίνισή του. Η εικόνα της Παναγίας που φυλάσσεται στην εκκλησία, συνδέεται με πειρατικές ιστορίες και θρύλους του νησιού. Σύμφωνα με το παλιό φολεγανδρίτικο έθιμο, το Πάσχα γίνεται περιφορά της εικόνας σ’ όλους τους οικισμούς και στα σπίτια του νησιού.

Ανηφορίζοντας το «στρατάκι», το φιδωτό δρομάκι που ξεκινάει από την πλατεία της Πούντας, φτάνετε στο μοναστήρι της Παναγίας, για το πανηγύρι του Δεκαπενταύγουστου, και όχι μόνο. Η δε θέα από κει πάνω τόσο στη Χώρα χτισμένη, στην άκρη του βράχου, όσο και στο γαλάζιο του Αιγαίου είναι μοναδική!

Με καΐκια στο Κάτω Κουφονήσι

Αν βρεθείτε τέτοιες ημέρες στις Μικρές Κυκλάδες, και συγκεκριμένα στα Κουφονήσια, να ξέρετε ότι το Δεκαπενταύγουστο οι κάτοικοι του νησιού πηγαίνουν με τα καΐκια στο Κάτω Κουφονήσι για το πανηγύρι της Παναγίας, το εκκλησάκι της οποίας είναι χτισμένο στο μόλο, πάνω σε αρχαία ερείπια. Μετά τη λειτουργία προσφέρεται φαγητό με ψάρια, κατσίκι και αρνί.

Στην επιστροφή κάνουν αγώνες για το ποιος θα περάσει τον άλλο στο Πάνω Κουφονήσι. Με την επιστροφή ντόπιοι και ξένοι γλεντούν υπό τους ήχους των βιολιών.

Στην Όλυμπο Καρπάθου

Στην ορεινή Όλυμπο ο εορτασμός του Δεκαπενταύγουστου χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερη κατάνυξη, ενώ οι λειτουργίες είναι βαθιά συνδεδεμένες με το πένθος που χαρακτηρίζει την ημέρα (σ.σ. πανηγύρι αυτήν την ημέρα γίνεται και στα χωριά Μενετές, Απέρι και Πυλές).

Το αποκορύφωμα του παραδοσιακού εορτασμού είναι ο χορός που γίνεται στο Πλατύ, τη μικρή πλατεία μπροστά από την εκκλησιά της Κοίμησης της Θεοτόκου, με τους οργανοπαίκτες να παίζουν τον Κάτω Χορό. Ο χορός αργός και πάντα με σταθερό βήμα και κατανυκτική διάθεση, διαρκεί ώρες.

Αρχικά, οι άντρες καθισμένοι στο τραπέζι και με ένα κομμάτι βασιλικό στο πέτο, τραγουδούν και πίνουν, με τη συνοδεία λαούτου, λύρας και τσαμπούνας. Στη συνέχεια, ξεκινά ο χορός, στον οποίο μπαίνουν, σιγά σιγά, και οι γυναίκες ντυμένες με τις παραδοσιακές γιορτινές τους φορεσιές.

Στις 23 Αυγούστου, στην Κυρά Παναγιά, γίνεται επίσης πανηγύρι, ενώ ένα ακόμη σημαντικό είναι του Αγίου Ιωάννη, στις 28 – 29 Αυγούστου, στη Βρουκούντα, στο σπήλαιο του Αϊ - Γιάννη. Οι προσκυνητές αποβραδίς φτάνουν εκεί με τα καΐκια από το Διαφάνι ή πεζοί από την Αυλώνα. Μετά τον εσπερινό, γίνεται γλέντι και ολονύχτιος χορός, που επαναλαμβάνεται και την επομένη.

Στη μονή Ευαγγελισμού στη Σκιάθο

Στη Σκιάθο, και συγκεκριμένα στην ιερά μονή Ευαγγελισμού της Θεοτόκου -το μοναστήρι της Ευαγγελίστριας ή της Βαγγελίστριας, όπως το λένε οι Σκιαθίτες- την παραμονή της Κοίμησης της Θεοτόκου (14 Αυγούστου) ψάλλονται τα εγκώμια, όπως ακριβώς τη Μεγάλη Παρασκευή. Στη συνέχεια γίνεται περιφορά του Επιταφίου μέσα σε ατμόσφαιρα μοναδικής κατάνυξης.

Στο μοναστήρι λειτουργούν και τέσσερα πολύ ενδιαφέροντα μουσεία: Ιερών Κειμηλίων (Εκκλησιαστικό Μουσείο), Μουσικών Οργάνων του κόσμου, ιδιωτική συλλογή της οικογένειας Δεληγιάννη Μονιέ, Αρχείο Βαλκανικών Πολέμων της οικογένειας Ποταμιάνου και Λαογραφικό (σ.σ. εκεί μεταξύ άλλων θα δείτε τη σημαία αντίγραφο, όπου το 1807 σχεδιάστηκε, υφάνθηκε, ευλογήθηκε και υψώθηκε η πρώτη ελληνική σημαία με το λευκό Σταυρό στη μέση του γαλανού φόντου). Η μονή Ευαγγελισμού της Θεοτόκου απέχει 5 χλμ. από τη Χώρα της Σκιάθου (τηλ. 24270/ 22.012).

Στο Σέλι Βερμίου

Κάθε χρόνο, το Δεκαπενταύγουστο, το Σέλι, τιμά την πολιούχο και προστάτιδά του, την Παναγία, με θρησκευτικές εκδηλώσεις και παραδοσιακά βλάχικα πανηγύρια.

Το απόγευμα της παραμονής, 14 Αυγούστου, γίνεται η περιφορά της εικόνας της Παναγίας στο χωριό, την οποία συνοδεύουν νέες κοπέλες του χωριού ντυμένες με παραδοσιακές στολές. Ακολουθούν εορταστικές εκδηλώσεις με χορό και γλέντι με τη συμμετοχή του κόσμου.

Το πρωί της Παναγίας, 15 Αυγούστου, τελείται επίσημη δοξαστική λειτουργία στον ιερό ναό της Παναγίας, ο οποίος είναι αφιερωμένος στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας ακολουθούν παραδοσιακοί χοροί με τοπικά παραδοσιακά συγκροτήματα.

Την ένατη μέρα μετά τον Δεκαπενταύγουστο (9μερα της Παναγίας) τελείται λειτουργία στον ιερό ναό της Παναγίας της Σελιώτισσας, στην περιοχή Πριόνια.

Στην Παναγία Σουμελά

Στις πλαγιές του Βερμίου, κοντά στο χωριό Καστανιά, βρίσκονται οι εγκαταστάσεις του Ιερού Προσκυνήματος «Ι.Μ. Παναγίας Σουμελά». Η εκκλησία κτίστηκε το 1951 από τους πρόσφυγες του Πόντου, στη μνήμη της ιστορικής ομώνυμης μονής, τα ερείπια της οποίας βρίσκονται στο όρος Μελά, κοντά στην Τραπεζούντα του Πόντου. Εδώ φυλάσσεται η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, που είναι φιλοτεχνημένη από τον Ευαγγελιστή Λουκά.

Μετά τον μέγα εσπερινό της παραμονής γίνεται η λιτάνευση της Αγίας Εικόνας και στη συνέχεια ακολουθούν καλλιτεχνικές εκδηλώσεις με ποντιακά συγκροτήματα, ενώ ανήμερα της Παναγίας γίνεται η περιφορά της Αγίας Εικόνας.

Το προσκύνημα είναι πανελλήνιας ακτινοβολίας και πλήθη πιστών περνούν για να προσκυνήσουν τη θαυματουργή εικόνα, ενώ χιλιάδες χριστιανοί συρρέουν τις ημέρες της πανηγύρεως.

Καβαλάρηδες στη Σιάτιστα

Στη Σιάτιστα της Κοζάνης, το έθιμο των καβαλάρηδων, κατάλοιπο της εποχής της Τουρκοκρατίας, διατηρείται αναλλοίωτο από τη φθορά του χρόνου και αναβιώνει κάθε χρόνο.

Το γλέντι ξεκινάει δυο τρεις μέρες νωρίτερα από τη γιορτή της Παναγίας, όπου οι καβαλάρηδες πηγαίνουν τα άλογά τους στον Αλιάκμονα και τα πλένουν. Οι νοικοκυρές των σπιτιών ετοιμάζουν τους μεζέδες και τα φαγητά που θα πάρουν μαζί τους οι καβαλάρηδες για τη στάση που γίνεται στο ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία. Επίσης ετοιμάζονται οι στολές των καβαλάρηδων, ενώ οι μπότες τους βάφονται καλά μέχρι να γυαλίσουν.

Στο έθιμο συμμετέχουν παρέες καβαλάρηδων (περίπου 6 – 7 παρέες) και την παραμονή της Κοίμησης της Θεοτόκου, διασχίζουν με τα άλογα την κωμόπολη της Σιάτιστας καταλήγοντας η κάθε παρέα στη βάση της. Εκεί, ορχήστρες, στρωμένα τραπέζια και πολύς κόσμος τους περιμένει για να ξεκινήσει το γλέντι.

Ανήμερα το Δεκαπενταύγουστο, οι παρέες μαζεύονται στην πλατεία της Γεράνειας και με τη συνοδεία παραδοσιακής μουσικής (χάλκινα) με τα στολισμένα άλογα διασχίζουν τη γραφική κωμόπολη, και πηγαίνουν στο μοναστήρι της Παναγίας στο Μικρόκαστρο, ακολουθώντας το παλιό λιθόστρωτο μονοπάτι. Εκεί θα προσκυνήσουν την εικόνα της Παναγίας και με το πέρας της λειτουργίας επιστρέφουν καβάλα στο κέντρο της κωμόπολης, αφού πρώτα σταματήσουν στο ξωκλήσι του Αη Λιά, όπου γευματίζουν και ταΐζουν τα άλογά τους. Το μεσημέρι φτάνουν στη Σιάτιστα, όπου και ξεκινάει η γιορτή, με χορούς και τραγούδια στις πλατείες της Χώρας και της Γεράνειας, καθώς και στα σπίτια της κωμόπολης.

Τα «φιδάκια της Παναγίας» στην Kεφαλονιά.

Πλήθος πιστών συγκεντρώνεται στο ναό της Κοίμησης της Θεοτόκου στα χωριά Mαρκόπουλο και Αργίνια στη νότια Κεφαλονιά για να δουν τα «φιδάκια της Παναγίας».

Σύμφωνα με την παράδοση, τα φιδάκια φέρνουν καλή τύχη στο νησί και αν δεν εμφανιστούν, ο οιωνός είναι κακός, όπως έγινε, για παράδειγμα, την χρονιά των καταστρεπτικών σεισμών, το 1953. Επίσης, πιστεύεται πως όσα περισσότερα φιδάκια συλλέγονται και μεταφέρονται στο ναό τόσο καλύτερα είναι για την χρονιά αυτή.

- Στο παραδοσιακό χωριό Παναγία της Θάσου, παραμονή του Δεκαπενταύγουστου, στον ιερό ναό της Κοίμησης της Θεοτόκου, συρρέουν όλοι οι πιστοί για να προσκυνήσουν την εικόνα.

Μετά τη λιτάνευση της εικόνας, που συνοδεύεται από πολυμελή μπάντα, μαζεύονται στο προαύλιο της εκκλησίας, όπου γλεντούν με χορούς απ' όλη την Ελλάδα, και με τη συνοδεία μεζέδων και άφθονου κρασιού.