Ο Σύλλογος Ποντίων Άνω Λιοσίων “Η Τραπεζούντα”, ο “Πυξίτης” και η εφημερίδα “Ποντιακή Φωνή“, οργάνωσαν Ημερίδα με τίτλο «Δικαίωμα στη Γνώση». Η Ημερίδα διοργανώθηκε την Κυριακή 29 Μαρτίου 2009 στην Πολιτιστική Αίθουσα της Στέγης Ποντίων στο Πάρκο Πόλης (Πλατεία Πόντου-Άγιος Γεώργιος). Ομιλητές ήταν ο Βλάσης Αγτζίδης, με θέμα “Η συμμετοχή των Ελλήνων της Ανατολής στην Επανάσταση του 1821″ και ο Αντώνης Παυλίδης, ο οποίος μίλησε για τη “Η δυναμική της ποντιακής παράδοσης”.
Ο Αγτζίδης αναφέρθηκε στην άγνωστη συμμετοχή των Ελλήνων της Ανατολής, και ειδικά του Πόντου και της Ιωνίας, στην Επανάσταση του 1821. Είπε: «Παρότι η Επανάσταση του 1821 έχει μελετηθεί σε μεγάλο βαθμό, εν τούτοις διάφορες παράμετροι που σχετίζονται με το ιδεολογικό, κοινωνικό αλλά και γεωγραφικό πλαίσιο, παραμένουν ακόμα άγνωστοι. Στις παραμέτρους αυτές περιλαμβάνεται και η συμμετοχή των Ελλήνων που κατοικούσαν στις περιοχές που χάθηκαν οριστικά για τον ελληνικό κόσμο μετά το 1922.»
Επίσης αναφέρθηκε στις αιτίες που δημιούργησαν τις Λευκές Σελίδες της ελληνικής ιστορίας: «Οι Λευκές Σελίδες της νεότερης ιστορίας μας συνδέονται κυρίως με τις ελλείψεις που παρουσιάστηκαν κατά την πορεία για εθνική αποκατάσταση των Ελλήνων, που ξεκίνησε στις αρχές του 19ου αιώνα και τελείωσε άδοξα στο τραγικό '22. Τα μεγάλα κέντρα των Ελλήνων, όπως η Κωνσταντινούπολη, η Σμύρνη και η Τραπεζούντα, βρέθηκαν εκτός των ορίων του εθνικού κράτους. Εντάχθηκαν όμως στο νέο τουρκικό κόσμο που άρχισε να διαμορφώνεται μετά το '23.
Η ελληνική περίπτωση είναι ιδιαίτερη σ' ολόκληρο τον ευρωπαϊκό χώρο. Το κράτος ιδρύθηκε σε μια περιοχή που βρισκόταν μακριά από το κέντρο του ελληνικού κόσμου, και επί πλέον δεν διέθετε αστική τάξη, η ύπαρξη της οποίας αποτελούσε προϋπόθεση για δημιουργία έθνους - κράτους. Αυτή ήταν η βασική γενετική αντινομία, η οποία έκανε μοναδικό το ελληνικό παράδειγμα. Το νεαρό ελληνικό κράτος του 1830 ήταν περισσότερο ένα εξαρτημένο Πριγκηπάτο του Μορέως και της Ρούμελης, παρά ένα πραγματικό έθνος - κράτος των Ελλήνων. Η μοναδική πιθανότητα φυσιολογικής αναίρεσης αυτής της βασικής αντινομίας, η ολοκλήρωση της επανάστασης του 1821 και ο ποιοτικός μετασχηματισμός του ελλαδικού κρατιδίου, θα μπορούσε να γίνει μόνο με την ενσωμάτωση των αναπτυγμένων ελληνικών περιοχών της Ανατολικής Θράκης και της Μικρά Ασίας.
Η ιδιομορφία της ελληνικής περίπτωσης, μαζί με την εμφάνιση μιας εκτεταμένης γραφειοκρατικής και κρατικοδίαιτης τάξης, προκάλεσε την περιχαράκωση της νέας κοινωνίας και την εμφάνιση ενός εθνικού συντηρητισμού, ο οποίος στόχευε στη διατήρηση της "μικράς πλην εντίμου Ελλάδος", δηλαδή των κεκτημένων των κυρίαρχων ομάδων. Παράλληλα, και η πολιτική αντιπολίτευση που δημιουργήθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα και αποκρυσταλώθηκε στο ΣΕΚΕ, εξέφρασε τον πλέον ακραίο εθνικό συντηρητισμό, ο οποίος μεγενθύνθηκε λόγω της ιδεολογικής εξάρτησης από το μπολσεβικικό κόμμα που ακολούθησε πολιτική στήριξης του τουρκικού εθνικισμού. Αυτοί είναι οι πραγματικοί λογοι, που η μεγαλύτερη καταστροφή που υπέστη ποτέ ο ελληνισμός - τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά - παραμένει τόσο πολύ άγνωστη, μόλις οκτώ δεκαετίες από το τέλος της ανθρωποσφαγής.
Το εντυπωσιακό στην περίπτωση της ελληνικής Αριστεράς είναι ότι κινήθηκε στον αντίποδα των θέσεων της Λούξεμπουργκ, του Τραπεζούντιου Γεώργιου Σκληρού και του Σμυρνιού Δημήτρη Γληνού. Οι κορυφαίοι αυτοί διανοούμενοι της Αριστεράς υποστήριξαν σε εντυπωσιακής εμβρίθειας αναλύσεις, ότι για να ανθίσουν οι κοινωνικοί αγώνες στην ευρύτερη περιοχή ήταν αναγκαίο να διαλυθεί η απολυταρχική Οθωμανική Αυτοκρατορία στα εξ ων συνετέθη και οι υπόδουλοι λαοί να ακολουθήσουν τη δική τους αυτόνομη πορεία εθνικής πολιτικής συγκρότησης.»