Κυριακή 9 Αυγούστου 2009
Το Ποντιακό ζήτημα στον 21ο αιώνα
της Σοφίας Ιορδανίδου
ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ
Η ιστορία λέει ότι στις τελευταίες κοινοβουλευτικές εκλογές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι Έλληνες του Πόντου εκπροσωπήθηκαν στο Οθωμανικό Κοινοβούλιο του 1908 – το μοναδικό πολυεθνικό και πολυπολιτισμικό κοινοβούλιο που γνώρισε μέχρι σήμερα η Μικρά Ασία – με 7 βουλευτές. Και καθώς η επίσημη απόφαση ήταν 1 βουλευτής ανά 100.000 πληθυσμού, συμπεραίνουμε ότι η ίδια η Οθωμανική Αυτοκρατορία αναγνώριζε την εποχή εκείνη ότι οι Έλληνες του Πόντου ήταν τουλάχιστον 700.000 ψυχές. Λίγα χρόνια αργότερα, όταν οι εναπομείναντες της μεγάλης καταστροφής βγήκαν από τα καράβια που τους έφεραν στην Ελλάδα και μετρήθηκαν, βρέθηκαν λιγότεροι. Πολύ λιγότεροι. Είχαν μείνει πίσω περισσότεροι από 350.000 άνθρωποι. Με τη σημερινή μου τοποθέτηση επιχειρώ να απαντήσω στο τι απέγιναν αυτοί οι άνθρωποι και στο γιατί τιμούμε σήμερα τη μνήμη τους με ανοιχτές εκδηλώσεις όπως η σημερινή.
Και λέω επιχειρώ διότι η τεκμηρίωση της Γενοκτονίας ως ιστορικού γεγονότος είναι έργο των ειδικών. Εγώ δεν είμαι ιστορικός. Θα περιοριστώ επομένως σε κάποιες χρήσιμες, κατά τη γνώμη μου, διαπιστώσεις, ελπίζοντας ότι πολύ σύντομα θα συνυπάρξουν οι ιστορικοί μας σε ένα συνέδριο και με τη βοήθεια νομικών και ξένων επιστημόνων θα καταλήξουν και επιστημονικά στο τι πραγματικά συνέβη εκείνη την περίοδο στα πάτρια εδάφη μας και τι νομίμως και ηθικά δικαιούμαστε να διεκδικούμε με τον τρόπο αυτό, δεν θα τοποθετούμαστε μόνο βάσει συναισθημάτων και ιστορικών πηγών που πολλές φορές αμφισβητούνται έντονα:
Διαπίστωση πρώτη, λοιπόν: ιστορικοί λένε ότι τη στιγμή της εμφάνισης των Τούρκων στην περιοχή μας το 1071, η Μικρά Ασία κατοικείτο από 22.000.000 χριστιανούς (όχι αποκλειστικά Έλληνες). Μερικούς αιώνες μετά, στις αρχές του 20ου αιώνα, είχαν απομείνει λιγότεροι από το 1/5. Επομένως, είναι λάθος να αντιμετωπίζουμε τη γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου ως μια μελανή στιγμή στη μικρασιατική ιστορία. Στην πραγματικότητα, είχε ένα εξαιρετικά εκτεταμένο ιστορικό υπόβαθρο, ήταν η δραματικότερη πράξη της συνεχιζόμενης μέχρι και σήμερα πορείας αποχριστιανοποίησης της Μικράς Ασίας. Ο Ουϊλιαμ Ντάριμπλ, ο νεαρός Ιρλανδός συγγραφέας που εντυπωσιάζει διεθνώς τα τελευταία χρόνια στο χώρο της «ιστορικής περιήγησης», στο καταπληκτικό βιβλίο του «Ταξίδι στη σκιά του Βυζαντίου» περιγράφει πολύ παραστατικά τον επιθανάτιο ρόγχο των τελευταίων χριστιανικών κοινοτήτων, που αργοπεθαίνουν σήμερα εντός των ορίων του τουρκικού κράτους.
Διαπίστωση δεύτερη: έχει υποστηριχθεί κατά κόρον –κυρίως από το χώρο της τουρκικής και όχι μόνο αριστεράς- ότι η Μικρασιατική καταστροφή ήταν ένα ιστορικό γεγονός με σαφείς οικονομικές και ταξικές προεκτάσεις. Υπάρχει ένας ρομαντισμός σε αυτήν την ιστορία. «Οι Έλληνες και οι Αρμένιοι εκμεταλλεύονταν τον μόχθο του τουρκικού έθνους. Άρα η εξολόθρευσή τους, όσο αποτρόπαια κι αν ήταν, ενείχε και το στοιχείο της απόδοσης ταξικής δικαιοσύνης». Αυτή η άποψη παραγνωρίζει το γεγονός ότι η εκκαθάριση έγινε από τον τουρκικό όχλο – όπως γίνεται πάντοτε εξάλλου -. Με μία διαφορά. Δεν έγινε προς όφελος του τουρκικού λαού, αλλά μιας ανερχόμενης ομάδας παρακρατικών πλιατσικολόγων, που αμέσως μετά έσπευσε να ξεπλύνει τα αιματοβαμμένα χέρια της, προκειμένου να υποδυθεί την ανύπαρκτη μέχρι τότε τουρκική αστική τάξη.
Προφανώς δεν είναι τυχαίο ότι οι απόγονοι του μέχρι τότε βαρκάρη Τοπάλ Οσμάν είναι ακόμη και σήμερα μία από τις πλουσιότερες οικογένειες ολόκληρης της Μαύρης Θάλασσας! Από την άλλη πλευρά, εκείνοι που πλήρωσαν τελικά το βαρύτερο φόρο του αίματος δεν ήταν οι Έλληνες ή οι Αρμένιοι μεγαλοαστοί, οι οποίοι – ένα μέρος τουλάχιστον – είχαν φροντίσει να εγκαταλείψουν έγκαιρα με τα κεφάλαιά τους την Οθωμανική επικράτεια, αλλά οι φτωχοί αγρότες που αφέθηκαν ανυπεράσπιστοι στην τραγική τους μοίρα.
Διαπίστωση Τρίτη: ένας άλλος μύθος που επικαλούνται συχνά οι κεμαλικοί είναι ότι αυτό που εμείς ονομάζουμε γενοκτονία, δεν ήταν παρά η αυτονόητη άμυνα του τουρκικού έθνους απέναντι στις αυτονομιστικές διαθέσεις των χριστιανικών μειονοτήτων. Ιδιαίτερα στην περίπτωση του Πόντου, συνηθίζουν να επικαλούνται την ύπαρξη του εξαιρετικά μαχητικού αντάρτικου, που αναπτύχθηκε στα ποντιακά βουνά. Όμως, τα εθνοκτόνα σχέδια των Κεμαλικών δεν περιορίστηκαν μόνο στις εστίες του ποντιακού αντάρτικου στον Ανατολικό Πόντο. Αναρωτιέται κανείς ποιες αμαρτίες πλήρωσαν οι φιλήσυχοι αστοί της Τρίπολης του Πόντου που εξολοθρεύτηκαν μαζικά στους δρόμους της εξορίας!
Διαπίστωση τέταρτη και τελευταία: κάποιοι άλλοι δίνουν έμφαση στο θρησκευτικό χαρακτήρα της γενοκτονίας. Επικαλούμενοι τη διαχρονική σύγκρουση μεταξύ Χριστιανισμού και Ισλάμ, επιχειρούν να απαλλάξουν τον τουρκικό εθνικισμό από το βάρος των εγκλημάτων του. Η περίπτωση όμως των Μουσουλμάνων Κούρδων, που ακολουθούν χρονικά στον τραγικό κατάλογο των θυμάτων του Kεμαλισμού, αποδεικνύει ότι το θρησκευτικό στοιχείο δεν ήταν εκείνο που έκρινε τη μοίρα των Ελλήνων του Πόντου. Το σύνθημα των Κεμαλικών δεν ήταν «η Τουρκία στους Μουσουλμάνους», ήταν «η Τουρκία στους Τούρκους». Ο Κεμαλισμός δεν είναι θρησκευτική υπόθεση, αλλά εθνικιστική. Και αυτό δεν μας επιτρέπει να ξεχάσουμε.
Μου λένε συχνά διάφοροι φίλοι μου –μη Πόντιοι- ότι δεν καταλαβαίνουν την εμμονή ημών των Ποντίων να περιχαρακώνουμε το γεγονός της γενοκτονίας μας, διαφοροποιώντας την από αντίστοιχες καταστάσεις που έζησε την ίδια περίπου περίοδο ο μείζων ελληνισμός. «Μόνο οι Πόντιοι υπέστησαν γενοκτονία; Γιατί να μιλάμε για γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού και όχι για Γενοκτονία του Μικρασιατικού ή του Θρακικού Ελληνισμού;» είναι κάποια συχνά ερωτήματα που καλείται να απαντήσει ένας Πόντιος.
Απ’ όσα είπα νωρίτερα, καταλαβαίνει κανείς ότι προσωπικά αντιλαμβάνομαι τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου ως μέρος ενός ευρύτερου ιστορικού γεγονότος, που είχε θύματα, όχι μόνο τους Πόντιους, αλλά όλους σχεδόν τους Χριστιανούς κατοίκους της Μικράς Ασίας. Μπορεί ενδόμυχα να θέλω να πιστεύω ότι υπάρχει μια διαφορά στη δική μας περίπτωση, που είναι η απουσία του ελληνικού στρατού στον ιστορικό Πόντο. Τους μήνες που προηγήθηκαν της Μικρασιατικής Καταστροφής, ως γνωστόν, η Ιωνία είχε καταληφθεί από ελληνικό στρατό. Το ίδιο και η Ανατολική Θράκη. Στον Πόντο, όμως, δεν αποβιβάστηκε ποτέ ούτε ένας Έλληνας στρατιώτης. Θα ήταν απλό, λοιπόν, να λέγαμε ότι, στην περίπτωση του Πόντου, ο τουρκικός εθνικισμός δεν μπορεί να επικαλεσθεί καμία δικαιολογία. Αυτό όμως είναι το αυθόρμητο συναίσθημά μου ως Πόντια.
Υποψιάζομαι ότι δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα, γιατί ποτέ δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα και γιατί το κάθε νόμισμα έχει πάντοτε δύο πλευρές. Χρειάζονται να ακουστούν περισσότερα για να βγάλουμε όλοι μας ασφαλή συμπεράσματα κι εδώ είναι που επικαλούμαι την ανάγκη ενός ιστορικού συνεδρίου για τα ιστορικά τεκταινόμενα της εποχής. (Απευθύνω ανοιχτή πρόταση στους Αργοναύτες Κομνηνούς και στην Πρόεδρό τους, την κ. Γκάγκα που για χρόνια τώρα αγωνίζεται με περίσσιο θάρρος και αυταπάρνηση για το ποντιακό ζήτημα να μπει μπροστά σ’ αυτήν την πρωτοβουλία και να οργανωθεί με ευθύνη τους). Σε κάθε περίπτωση, όμως, και για να ξαναγυρίσω στον Πόντο, ό,τι συνέβη εκείνη την περίοδο, περιγράφεται με μία και μόνη λέξη: εθνοκάθαρση. Και μάλιστα απρόκλητη. Και αυτό συμπεριλαμβάνει και τα όσα συνέβησαν σε βάρος των Ελλήνων της Ιωνίας και της Θράκης.
Η ΤΟΥΡΚΙΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ
Αφήνοντας προς στιγμήν την ιστορία, θέλω να σταθώ για λίγο στο παρόν. Τα πρώτα χρόνια που αρχίσαμε να διοργανώνουμε ανοιχτές εκδηλώσεις μνήμης για να τιμήσουμε τη μνήμη των θυμάτων της γενοκτονίας, ελάχιστοι στην Ελλάδα, κι ακόμη πιο λίγοι διεθνώς, ασχολούνταν μαζί μας. Εδώ και λίγα χρόνια η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου έρχεται στο επίκεντρο της διεθνούς δημοσιότητας με πρωτοβουλία της ίδιας της τουρκικής πλευράς, η οποία διαμαρτύρεται γιατί η συζήτηση αμαυρώνει τη μνήμη του ιδρυτή της σύγχρονης Τουρκικής Δημοκρατίας, Κεμάλ Ατατούρκ. Ωστόσο, υπάρχει κάτι που θα πρέπει να μας προβληματίσει σε αυτήν την ιστορία. Αναρωτιέμαι κατά πόσο είναι δυνατόν ο ίδιος ο δράστης, και μάλιστα ο δράστης ενός εξαιρετικά ειδεχθούς εγκλήματος, όπως είναι η γενοκτονία, να επαναφέρει στο προσκήνιο το έγκλημά του, απλά και μόνο για λόγους εντυπώσεων. Αυθόρμητα, απαντώ όχι βέβαια.
Είναι φανερό ότι η Τουρκία φοβάται. Ως Πόντια και ως μέλος της Ποντιακής Κοινότητας, θα ήθελα πάρα πολύ να φοβόταν τους Πόντιους και τα Σωματεία τους. Θα ήταν, άλλωστε, μια πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση εκδίκησης της Ιστορίας. Ωστόσο, πιστεύω ότι, παρά τα θετικά βήματα των τελευταίων ετών, με σημαντικότερο αυτό της συγκρότησης της Π.Ο.Ε., ο ποντιακός χώρος απέχει ακόμη αισθητά από το να μπορεί να επηρεάζει άμεσα τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και να παρεμβαίνει στην ατζέντα τους. Κάτι άλλο, λοιπόν, φοβάται η Τουρκία.
Νομίζω ότι οι σπασμωδικές αντιδράσεις της τουρκικής πολιτικής ηγεσίας αποκαλύπτουν περισσότερες από μία φοβίες. Κατ’ αρχήν, είναι προφανές ότι η συζήτηση για τη γενοκτονία «τσαλακώνει» το ευρωπαϊκό προφίλ της σύγχρονης Τουρκίας. Και μάλιστα σε μια περίοδο, κατά την οποία, η ένταξή της στην Ε.Ε. αντιμετωπίζεται από την πολιτική, στρατιωτική, διπλωματική και οικονομική νομενκλατούρα της γειτονικής χώρας, περίπου ως πανάκεια.
Η κυβέρνηση Ερντογάν δίνει στις μέρες μας τον «υπέρ πάντων αγώνα». Παράλληλα, γνωρίζει πολύ καλά ότι το βασικό εμπόδιο στην ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας δεν είναι τόσο το πασίγνωστο έλλειμμα δημοκρατίας στο εσωτερικό της, η δημοσιονομική της ανωριμότητα ή έστω, ο κοινωνικός της πρωτογονισμός. Η τουρκική νομενκλατούρα γνωρίζει πολύ καλά ότι το βασικό εμπόδιο στην ευρωπαϊκή προοπτική της σύγχρονης Τουρκίας είναι η κοινή πεποίθηση των ευρωπαϊκών λαών ότι η Τουρκία δεν είναι ευρωπαϊκό κράτος. Κανείς Ευρωπαίος πολίτης δεν μπορεί να φανταστεί ένα ευρωπαϊκό κράτος πρωταγωνιστή μιας αποτρόπαιης γενοκτονίας των χριστιανικών πληθυσμών ή τουλάχιστον, δεν μπορεί να φανταστεί ότι υπάρχει ευρωπαϊκό κράτος που διέπραξε γενοκτονία χωρίς να νοιώσει ποτέ την ανάγκη να ζητήσει συγνώμη γι αυτό.
ΤΟ ΠΟΝΤΙΑΚΟ ΖΗΤΗΜΑ
Μου είναι φανερό ότι εμείς οι Πόντιοι έχουμε ανοιχτούς λογαριασμούς με το παρελθόν, αλλά και με το μέλλον μας. Ζήσαμε επί 3.000 χρόνια σε έναν ευλογημένο τόπο, γνωρίσαμε την ιστορία από την καλή και από την ανάποδη, και ξαφνικά μας είπαν ότι πρέπει να συμβιβαστούμε με την ιδέα ότι δεν υπάρχουμε. Χιλιάδες παιδιά της δεύτερης και τρίτης προσφυγικής γεννιάς μεγάλωσαν με την ιδέα ότι ανήκουν σε ένα λαό, ο οποίος όχι μόνο δεν έχει πατρίδα –αυτό ήταν το λιγότερο- αλλά δεν έχει και θέση στην Ιστορία. Αν το βιβλίο της ιστορίας που διδάσκεσαι στο σχολείο σου δεν αναφέρει τίποτε για εσένα και την ιστορία σου, τότε έχεις κάθε δικαίωμα να υποθέσεις ότι δεν έχεις ιστορία, ότι δεν υπάρχεις. Και εμείς, τουλάχιστον για πάρα πολλά χρόνια, δεν υπήρχαμε, γιατί δεν έπρεπε να υπάρχουμε.
Αυτό είναι και η ουσία αυτού που ονομάζουμε σήμερα Ποντιακό Ζήτημα. Απαντώ έτσι στον προβληματισμό αν εμείς οι Πόντιοι δικαιούμαστε να μιλάμε για ζήτημα. Μας ρωτάνε: «Ζήτημα είναι το Μακεδονικό και το Παλαιστινιακό που διεκδικούν συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο. Εσείς, όμως, δεν διεκδικείτε γη. Πως λοιπόν, μιλάτε για ζήτημα;». Και απαντώ ρητά:
Ποντιακό Ζήτημα δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο αγώνας, ο συνεχής, ανένδοτος και ανυποχώρητος αγώνας του Ποντιακού Ελληνισμού να ξανακερδίσει τη θέση του στην παγκόσμια ιστορία και κατ’ επέκταση να κατοχυρώσει τη θέση του στο σημερινό, αλλά και το μελλοντικό διεθνές γίγνεσθαι. Επομένως, οι βασικές συνιστώσες αυτού του ζητήματος δεν μπορούν παρά να είναι:
* η γενοκτονία και ο ξεριζωμός
* η διασπορά και η αποδιάρθρωση
* η απώλεια της ιστορικής μνήμης
* η απουσία εθνικής πολιτικής που να αναδεικνύει τα παραπάνω σε εθνικό και διεθνές πολιτικό ζήτημα
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα πράγματα δεν ήταν πάντοτε τόσο απλά. Η εκάστοτε πολιτική ηγεσία του τόπου ουδέποτε συμπεριέλαβε το ποντιακό ζήτημα στην ατζέντα της, ενώ εξακολουθεί και σήμερα να αντιμετωπίζει το όλο θέμα με μια πελατειακή αντίληψη, που παραπέμπει σε άλλες εποχές.
Ο οργανωμένος ποντιακός χώρος από την άλλη, ασχολήθηκε πρωτίστως με τη διαφύλαξη και ανάδειξη της πολιτιστικής του παράδοσης, αγνοώντας ή προσποιούμενος πως αγνοεί ότι είχε – ή έπρεπε να έχει – και κάποιες άλλες προτεραιότητες. Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν να διαμορφωθεί μέχρι σήμερα μια άκρως ελλειμματική ποντιακή συνείδηση, η οποία εκφράζεται κυρίως σε επίπεδο πολιτιστικό, με το χορό και το τραγούδι. Το 2ο Παγκόσμιο Συνέδριο των Ποντίων όρισε για πρώτη φορά το ποντιακό ζήτημα ως ξεχωριστό εθνικό ζήτημα με ιδιαίτερες διεθνοπολιτικές διαστάσεις, η μεγάλη μάζα, όμως, των ποντιακών συλλόγων δεν κατάφερε να το αναδείξει. Τώρα έχουμε μια νέα, μεγάλη, μοναδική ευκαιρία. Το νέο διεθνές πολιτικό περιβάλλον, όπως αυτό δημιουργείται στην υπό διεύρυνση Ευρώπη και Ατλαντική συμμαχία, οδηγεί στην επανατοποθέτηση των λαών της ευρύτερης περιοχής μας στην Ιστορία.
Επανερχόμαστε στην παγκόσμια ιστορία για πρώτη φορά μετά από 90 χρόνια, γιατί τώρα έχουμε – ή τώρα μας αφήνουν – να πούμε σημαντικά πράγματα, που η ράτσα μας κρατούσε καλά φυλαγμένα επί τόσα χρόνια στη συλλογική της μνήμη. Σήμερα λοιπόν, διεκδικούμε:
Η 19η Μαΐου να είναι ευρωπαϊκή ημέρα μνήμης των θυμάτων του Κεμαλισμού και συνολικά του τουρκικού εθνικισμού όλων των αυτόχθονων λαών.
Διεκδικούμε επίσης, την ένταξη του ποντιακού ζητήματος στην πολιτική και διπλωματική ατζέντα της χώρας. Η πολιτική ηγεσία θα πρέπει κάποτε να σταματήσει να θεωρεί το Ποντιακό σημαντικό διεθνές ζήτημα όταν μιλάει στους Πόντιους, και να το ξεχνά με ευκολία όταν μιλά στα διεθνή fora. Αν έκανε ιστορικά λάθη και βλαβερούς συμβιβασμούς για τον ποντιακό λαό, είναι μονόδρομος να τα αποδεχθεί και να επανατοποθετηθεί με τα σημερινά δεδομένα. Αυτές είναι οι γενναίες πολιτικές που χαρακτηρίζουν τις γενναίες ηγεσίες. Και η πολιτική δεν μπορεί παρά να είναι γενναία, διαφορετικά δεν είναι πολιτική, είναι «κρυφτούλι».
Διεκδικούμε τη διεθνοποίηση της γενοκτονίας μέσω της συσπείρωσης και της συνεργασίας με δυνάμεις – ποντιακές και μη – σε ελληνικό και διεθνές επίπεδο, για την επίτευξη των στόχων μας. Με τους Αρμένιους συναντηθήκαμε για πρώτη φορά έξω από τα Τουρκικά Προξενεία ανά τον κόσμο, όταν διαμαρτυρηθήκαμε από κοινού για την τραγική μοίρα που επεφύλαξε ο τούρκικος εθνικισμός στους αυτόχθονες λαούς της Ανατολίας. (Αρμένιοι, Πόντιοι και Ασσύριοι). Στη συνέχεια, η συνδιάσκεψη των αυτόχθονων αυτών λαών της Μικράς Ασίας στη Βιέννη το 1987 και το 2002 στο Βερολίνο είχαν πολλά να μας διδάξουν. Οι Αρμένιοι υπήρξαν οι πρώτοι διδάξαντες στην προσπάθεια της διεθνούς αναγνώρισης της γενοκτονίας τους και μάλιστα, πολύ πριν το ολοκαύτωμα των Εβραίων προκαλέσει τη γνωστή σε όλους μας ευαισθησία της ευρωπαϊκής κοινωνίας απέναντι σε κάθε κρατικά καθοδηγούμενη εθνοκτόνο δραστηριότητα. Οφείλουμε να τους το αναγνωρίσουμε και να συσπειρωθούμε κι εμείς επιτέλους γύρω από το δικό μας αγώνα. Πρέπει να συναντηθούμε και να συντονίσουμε τα βήματά μας με κάθε λαό, σε κάθε μέρος του κόσμου, για τον οποίο κάποιοι επιφυλάσσουν μοίρα όμοια με τη δική μας. Αυτός είναι ο νέος πατριωτικός διεθνισμός, που μας επιβάλει η γνώση της ιστορίας μας.
Διεκδικούμε το χαρακτηρισμό της πολιτιστικής κληρονομιάς του ιστορικού Πόντου ως διατηρητέα από διεθνείς οργανισμούς. Δεν αρκεί να σωθεί η Παναγία Σουμελά ή τα υπόλοιπα μνημεία της ελληνικής παρουσίας στον ιστορικό Πόντο. Πρέπει και να αναδειχθεί η ταυτότητα τους, γιατί σήμερα, σύμφωνα με τους Τούρκους, τα μνημεία μας δεν έχουν εθνική ταυτότητα. Αυτός που επισκέπτεται σήμερα την Παναγία Σουμελά μαθαίνει από τον Τούρκο ξεναγό ότι πρόκειται για ένα σημαντικό μνημείο, χαρακτηρισμένο από την UNESCO ως μέρος της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, όσο όμως και να επιμείνει, δεν πρόκειται να ακούσει ούτε μια λέξη για αυτούς που το έχτισαν. Αυτό μπορεί και πρέπει να σταματήσει. Εμάς μπορεί κάποτε να μας έδιωξαν, τα μνημεία όμως που αφήσαμε πίσω μας, είναι τόσα πολλά και τόσο σημαντικά που θα μαρτυρούν για πάντα το πέρασμα του ελληνικού πολιτισμού από την περιοχή.
Επίσης, διεκδικούμε,
Την προβολή και στήριξη των στοιχείων της πολιτισμικής μας ταυτότητας από το ελληνικό κράτος. Δεν συμβάλαμε λίγο στη σημερινή του ταυτότητα και αυτό δεν μπορούμε και δεν πρέπει να το διαπραγματευόμαστε μαζί του!
Την ενσωμάτωση της ιστορίας του ποντιακού ελληνισμού στον κορμό της εθνικής και ιδιωτικής εκπαίδευσης. Ως εκπρόσωπος μιας σιωπηλής μεγάλης πλειοψηφίας του παρελθόντος, θα ήθελα να μπορώ να κοιτάζω τα παιδιά μας στα μάτια και να μπορώ να τους λέω: «σήμερα πια, μπορείς να μάθεις για την ιστορία σου και την καταγωγή σου στο σχολείο. Δεν χρειάζεται πια, τρομαγμένος να ζητάς αποδείξεις και επιβεβαίωση ότι ο Πόντος είναι μια υπαρκτή ιστορία.
Την οικονομική επανασύνδεση του ελλαδικού με τον παρευξείνιο χώρο και την ανάδειξη της γεωστρατηγικής σημασίας του στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Ο Πόντος τον έπαιξε αυτόν τον ρόλο με μεγάλη επιτυχία στις μέρες του. Σήμερα, μετά από σκληρό αγώνα πολλών δεκαετιών, είμαστε σε θέση να συμβάλουμε και πάλι προς αυτήν την κατεύθυνση. Έχουν πολλά να μάθουν από τη νοικοκυροσύνη και την προκοπή μας.
Είτε αρέσει, είτε όχι το Ποντιακό ζήτημα αποτελεί εδώ και καιρό μέρος της εξαιρετικά σύνθετης ατζέντας των διεθνών σχέσεων και συσχετισμών της ανατολικής λεκάνης της Μεσογείου. Είναι πολύ μεγάλη υπόθεση δίπλα στις συζητήσεις για πετρέλαια και γεωστρατηγικά συμφέροντα μεγάλων δυνάμεων σε μια περιοχή, που θα μπορούσε κάλλιστα να θεωρηθεί ως η πυριτιδαποθήκη του πλανήτη, να αρχίσει δειλά – δειλά να ακούγεται και η δική μας φωνή. Η φωνή ενός μικρού λαού, που αποκόπηκε κάποτε βίαια από την ιστορική του πατρίδα, και επανέρχεται σήμερα στο προσκήνιο διεκδικώντας απλά το δικαίωμά του στη μνήμη. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτή θα είναι για εμάς η μεγαλύτερη δικαίωση, η μνήμη.
Αν το χρέος της γενιάς που επέζησε και ξεριζώθηκε, ήταν να επιβιώσει, αν το χρέος των γενεών που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στην Ελλάδα ήταν να μην ξεχάσουν, αν το χρέος της δικής μας, της σημερινής γενιάς, ήταν να θέσει τις βάσεις μιας αγωνιστικής προσέγγισης της θέσης μας στην ιστορία, το χρέος της νέας γενιάς, των παιδιών που μεγαλώνουν σήμερα, είναι να πραγματοποιήσουν το μεγάλο ποιοτικό άλμα προς τα εμπρός. Το μεγάλο ποιοτικό άλμα προς τη γνώση, την έρευνα, την τεκμηρίωση. Και ας μην ξεχνάμε ούτε λεπτό, ότι όλα τα παραπάνω μπορούν να επιτευχθούν αφού προηγουμένως έχουμε λύσει τι θέμα της γλώσσας μας. Η καταγραφή, διατήρηση και συνέχιση της ομιλίας της ποντιακής διαλέκτου μέσα από τα τραγούδια, το θέατρο και τα συγγράμματα είναι μονόδρομος. Είναι ο δρόμος που θα μας υποστηρίξει πολιτισμικά, που θα μας δώσει τη δύναμη και το δικαίωμα να συνεχίσουμε να διεκδικούμε την ιστορία μας. Η καλύτερη δικαίωση των χιλιάδων ψυχών που αφήσαμε πίσω μας, θα είναι η αποκάλυψη σε ολόκληρη την ανθρωπότητα της τραγικής ιστορίας ενός λαού, που κάποιοι έκριναν ότι μπορούν να του στερήσουν το δικαίωμα να υπάρχει. Στο χέρι μας και στο χέρι των παιδιών μας είναι να τους διαψεύσουμε.
Στο χέρι μας είναι να στεριώσουμε τις βάσεις που ξεκινήσαμε να βάζουμε προς αυτήν την κατεύθυνση.
Είπαμε πριν ότι «ο ποντιακός χώρος απέχει ακόμη αισθητά από το να μπορεί να επηρεάζει άμεσα τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και να παρεμβαίνει στην ατζέντα τους». Σύμφωνοι. Είπαμε όμως ακόμη ότι «Η εκάστοτε πολιτική ηγεσία του τόπου ουδέποτε συμπεριέλαβε το ποντιακό ζήτημα στην ατζέντα της, ενώ εξακολουθεί και σήμερα να αντιμετωπίζει το όλο θέμα με μια πελατειακή αντίληψη».
Αναρωτιέμαι και θέλω και τη δική σας άποψη αν τελικά αυτό δεν είναι το πρόβλημα. Αναρωτιέμαι αν παρασυρθήκαμε από τις κομματικές υποσχέσεις και κατευθύνσεις και καταλήξαμε να θεωρούμαστε δεδομένοι. Απόλυτα εξαρτημένοι, άρα μη μετρήσιμη μονάδα. Δυστυχώς, έτσι γίνεται πάντα. Όσο περισσότερο εξαρτάσαι, τόσο λιγότερο εισακούγεσαι, τόσο μικρότερο μέρος της ατζέντας αποτελείς!
Αναρωτιέμαι και θέλω και τη δική σας άποψη αν ήρθε η ώρα να συσπειρωθούμε πραγματικά μεταξύ μας, μακριά από τις κομματικές κατευθύνσεις και να ξεκαθαρίσουμε ποιοι είμαστε, τι θέλουμε να κάνουμε, πως προχωράμε, πως επικοινωνούμε μεταξύ μας.
Μήπως έφτασε η στιγμή η άκρως ελλειμματική ποντιακή συνείδηση, για την οποία μιλήσαμε προηγουμένως να μεταμορφωθεί άμεσα σε μία συνειδητοποιημένη ποντιακή ταυτότητα, με αρχές και δικό της αξιακό σύστημα πέρα και πάνω από τις κομματικές σχέσεις και εξαρτήσεις! Γιατί κυρίες και κύριοι, αγαπητοί φίλοι και Πόντιοι, νοιώθω μια φλόγα μέσα μου να καίει και να μου λέει «Το Ποντιακό είναι όντως πέρα και πάνω από τα κόμματα». Είναι η ψυχή μας, τα δάκρυα των παππούδων μας, η παράφορα βίαιη αποκόλληση από τις πατρίδες μας. Δεν ανταλλάσσεται και δεν μπαίνει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με το τι ψηφίζουμε για τη ζωή μας στην Ελλάδα.
Μιλήσαμε για τη νέα, μεγάλη και μοναδική ευκαιρία. Τώρα που το διεθνές γίγνεσθαι οδηγεί στην επανατοποθέτηση των λαών της ευρύτερης περιοχής μας στην Ιστορία., τώρα λοιπόν κι εμείς οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε, να περιγράψουμε, να συμφωνήσουμε στις κοινές αξίες, τις κοινές αρχές μας και το κοινό μας πρόγραμμα.
ΜΟΝΟΙ ΜΑΣ, ΑΜΕΣΑ και ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΑ. Μόνο τότε, μόνο σε ένα ξεκάθαρο πολιτισμικό ποντιακό περιβάλλον θα μπορέσουμε να ακουστούμε δυνατά. Τη δικαιούμαστε αυτήν την ευκαιρία. Ας μην τη στερήσουμε από το ποντιακό D.N.A. μας που τόσο στέρεα οδηγεί τις ψυχές μας χιλιάδες χρόνια τώρα!
Πηγή: www.siordanidou.gr