Εκδηλώσεις με τίτλο «Αυγουστιάτικη ανάσα Πολιτισμού», οργάνωσε ο Σύλλογος Ποντίων Ν. Ροδόπης «Η Τραπεζούντα» στις 21, 22 και 23 Αυγούστου στον οικισμό των Ποντίων νεοπροσφύγων Νέας Μοσυνούπολης Κομοτηνής.
Το πρόγραμμα περιελάμβανε εκθέσεις φωτογραφίας και ζωγραφικής, ομιλίες, ντοκιμαντέρ, φεστιβάλ χορού και ποντιακό τραγούδι, χορό και προσφορά ποντιακών εδεσμάτων.
Οι εκδηλώσεις Πολιτισμού στη Νέα Μοσυνούπολη ανήκουν σε έναν ευρύτερο κύκλο καλοκαιρινών εκδηλώσεων που πραγματοποιηθήκαν κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, και στις οποίες συμμετείχε ενεργά ο Σύλλογος Ποντίων Ν. Ροδόπης «Η Τραπεζούντα».
Όπως τόνισε ο πρόεδρος της Νεολαίας, Γιάννης Νικολαϊδης, «η ολοένα και μεγαλύτερη συμμετοχή των νέων σε πρωτοβουλίες που αφορούν τον πολιτισμό, τα τελευταία χρόνια αποτελεί ένα αληθινό άρωμα ελπίδας, εγγύηση ότι ο Ποντιακός Ελληνισμός θα συνεχίσει να δίνει το δυναμικό «παρών» στη διεθνή σκηνή, διότι έχει αρωγό στις προσπάθειές του τη νεολαία του. Ο σύλλογος Ποντίων Ροδόπης «Η Τραπεζούντα» συνεχίζει κρατώντας γερά στο νου του και στην ψυχή μας τις αλησμόνητες πατρίδες και γενέτειρες των προγόνων μας, τον Πόντο και τον Καύκασο».
Oι Έλληνες της Pωσίας συμμετέχοντας στις κοινωνικές, οικονομικές, πολιτικές και στρατιωτικές δραστηριότητες της νέας τους πατρίδας, αναδείχτηκαν σε σημαντικό κομμάτι της ρωσικής κοινωνίας, γεγονός που τους επέτρεψε να συμβάλουν στην απελευθέρωση του ελλαδικού χώρου. Oι ελληνικές κοινότητες που υπήρχαν σχεδόν σε όλες τις πόλεις της Pωσίας έγιναν πραγματικές εστίες προετοιμασίας του απελευθερωτικού αγώνα.
Mε πρωτοπόρο την Oδησσό και τα μέλη της Φιλικής Εταιρίας, τα ελληνικά εμπορικά πλοία μετέφεραν κρυφά στην Eλλάδα οπλισμό για την εξέγερση και χρηματική βοήθεια. O Kριμαϊκός πόλεμος 1853-1856, η αποκάλυψη των Kρυπτοχριστιανών του Πόντου, η υποταγή και η μετακίνηση το 1864 των μουσουλμάνων Kιρκασίων από τον Kαύκασο στα οθωμανοκρατούμενα εδάφη του Πόντου επιδείνωσαν τις σχέσεις των Eλλήνων με τους ντόπιους και τους νέους πρόσφυγες μουσουλμάνους, με αποτέλεσμα οι κάτοικοι πολλών ελληνικών χωριών να πάρουν το δρόμο της σωτηρίας ξανά προς τη Pωσία.
H μαζικότερη μετοικεσία ποντιακών πληθυσμών στη Γεωργία, αλλά και στην υπόλοιπη Pωσία, έγινε αμέσως μετά τον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1876-1878.
Tο μεγαλύτερο κύμα φυγής όμως πραγματοποιήθηκε στις αρχές του 1918, αμέσως μετά την αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων. Oι Έλληνες του Aνατολικού Πόντου, φοβούμενοι την εκδικητική μανία των τουρκικών στρατευμάτων αλλά και των ντόπιων κατοίκων, αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια και τις περιουσίες τους και ακολούθησαν τα ρωσικά στρατεύματα.
Tην ίδια περίοδο, οι Mπολσεβίκοι, παραχωρώντας τις επαρχίες του Kαρς, του Aρνταχάν στην Oθωμανική Aυτοκρατορία, δημιούργησαν νέο οξύ προσφυγικό πρόβλημα με την ομαδική έξοδο των Eλλήνων του Kαρς, Aρνταχάν, μέσω Γεωργίας στην Eλλάδα. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ελληνικών προξενείων και των ελληνικών κοινοτήτων της Pωσίας το 1918 ο ελληνικός πληθυσμός ξεπερνούσε τις 700.000.
Aρκετοί από τους πρόσφυγες αυτούς δεν πρόφτασαν να φύγουν στην Eλλάδα και έτσι έμειναν έως πρόσφατα μας όμηροι ενός συστήματος, που σημάδεψε τραγικά τη ζωή τους, κυρίως δε μετά το 1937, όταν άρχισαν οι σταλινικές διώξεις και οι εκτοπίσεις των Eλλήνων στις στέπες του Kαζακστάν, Tουρκμενιστάν και στη Σιβηρία.
Ο πρόεδρος του Συλλόγου κ. Γιάννης Νικολαϊδης μίλησε επίσης για το ποντιακό ζήτημα αναφέροντας πως: «Είναι γεγονός ότι το Ποντιακό ζήτημα σε όλες τις συνιστώσες του (γενοκτονία την περίοδο 1916-1923, Ελληνόφωνοι- κρυπτοχριστιανοί, Πόντιοι της πρώην Σοβιετικής Ένωσης), παρέμεινε για πολλά χρόνια στο περιθώριο. Η σύναψη του ελληνοτουρκικού συμφώνου το 1930 αποτέλεσε την οριστική διακοπή των προσδοκιών που καλλιεργούνταν για επιστροφή και την απώλεια των περιουσιών των Ελλήνων, ωστόσο, η πιο σημαντική επίπτωση του συμφώνου, ήταν η εκδίωξη της μνήμης από το προσκήνιο.
Λίγο αργότερα προστέθηκε και η σύναξη στην Παναγία Σουμελά, στο όρος Βέρμιο και η πελατειακή αντιμετώπιση του εκλογικού σώματος των Ποντίων. Στο διάστημα αυτό το Ποντιακό ζήτημα παρέμεινε άγνωστο, την ίδια ώρα που χιλιάδες Πόντιοι – μουσουλμάνοι που έμειναν πίσω και οι Πόντιοι της Σοβιετικής Ένωσης αντιμετώπιζαν νέες διώξεις. Με την κοινή ένταξη της Ελλάδας και της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ το 1952, το Ποντιακό αποτέλεσε μέρος του ευρύτερου αποσιωπημένου εθνικού ζητήματος στην Κύπρο, στην Πόλη, στην Ίμβρο, την Τένεδο, στη Βόρειο Ήπειρο, στον εξωελλαδικό ελληνισμό.
Η χούντα η οποία επιβλήθηκε στην Ελλάδα το 1967 συνέχισε την ίδια πολιτική για το ζήτημα. Οι Πόντιοι μπορούσαν να χορεύουν και να τραγουδούν, όχι όμως και να διεκδικούν και κυρίως να μην αναδεικνύουν τις πολλές πτυχές της ιστορικής τους πορείας.
Η αποκατάσταση της δημοκρατίας στην Ελλάδα και η αρχή της δεκαετίας του 1980, ανοίγει ένα νέο κύκλο στο Ποντιακό ζήτημα, αφού οι Πόντιοι, παιδιά των προσφύγων του 1922-1923 έδωσαν μία νέα πνοή με το διεκδικητικό πλαίσιο που τέθηκε στο Α΄ και Β΄ Παγκόσμιο Ποντιακό Συνέδριο.
Η ενασχόληση με το Ποντιακό εντείνεται στις αρχές της δεκαετίας του 1990, όταν η έλευση των Ποντίων από την πρώην Σοβιετική Ένωση, δημιούργησε μία πίεση στον ελλαδικό χώρο και στο οργανωμένο Ποντιακό κίνημα, με αποτέλεσμα να τεθεί το αίτημα της αναγνώρισης της γενοκτονίας. Το 1994 η Βουλή των Ελλήνων αναγνωρίζει την 19η Μαΐου, ημέρα που αποβιβάστηκε το 1919 στη Σαμψούντα ο Κεμάλ για να συνεχίσει τις μαζικές δολοφονίες, ως ημέρα μνήμης των 350.000 και πλέον Ελλήνων που χάθηκαν.
Η Βουλή των Ελλήνων αναλαμβάνει με το νόμο να συνεισφέρει σε όλες τις διαστάσεις του Ποντιακού, εισαγωγή του Ποντιακού στην ελληνοτουρκική και διεθνή πολιτική, αποκατάσταση των Ποντίων της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, προστασία των
δικαιωμάτων των Ελληνόφωνων- κρυπτοχριστιανών της Τουρκίας. Παράλληλα δυνάμεις τους Ποντιακού χώρου στην Ελλάδα και στη Διασπορά δημιούργησαν ένα ευνοϊκό πλαίσιο στη διεθνή κοινότητα, με δεδομένη τη στάση ολιγωρίας και αδράνειας της ελληνικής πολιτείας.
Με παρεμβάσεις στον ΟΗΕ και άλλους οργανισμούς, προώθησαν το Ποντιακό ζήτημα σε όλες τις διαστάσεις του, ενώ κινήσεις από Πόντιους του εξωτερικού δημιούργησαν ένα θετικό κλίμα για την αναγνώριση της γενοκτονίας σε πολιτείες των ΗΠΑ και συνετέλεσαν στην ανέγερση μνημείων της γενοκτονίας (Τορόντο, Στουτγάρδη, Φιλαδέλφεια)».
Ο Γιάννης Νικολαίδης κλείνοντας την ομιλία του τόνισε τα εξής: «Το Ποντιακό ζήτημα σήμερα επανέρχεται και κυριαρχεί ως δείγμα ισχυρής ταυτότητας και πολιτισμικού πλούτου, με την ανάδειξη της υπόθεσης της γενοκτονίας, με την αναζήτηση της ιστορίας, με τη διάλεκτο, με τη γαστρονομία, το χορό, τη λύρα, το τραγούδι, την επίσκεψη- προσκύνημα στον Πόντο.
Παρά τα εμπόδια και τις δυσκολίες που αντιδημοκρατικές και άλλες αντιλήψεις επιβάλλουν, το Ποντιακό ζήτημα αναδεικνύεται καθημερινά, ως στοιχείο ζώσας πραγματικότητας με τους Ποντιόφωνους στην Τουρκία, ως μείζον θέμα ανθρώπινης διαβίωσης και αξιοπρέπειας με τους Πόντιους της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και τέλος, με την ανάδειξη της γενοκτονίας. Το Ποντιακό ζήτημα δεν είναι ένα θέμα της ιστορίας ή των μουσείων. Είναι ένα ζωντανό ζήτημα με εθνικές και διεθνείς διαστάσεις, το οποίο οι εξελίξεις στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου, του Παρευξείνιου χώρου και ολόκληρης της Ευρώπης το καθιστούν επίκαιρο ως θέμα δημοκρατίας, ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ελευθερίας και αξιοπρέπειας. Μένει λοιπόν στα ζωντανά κινήματα του Ποντιακού Ελληνισμού, στις δυνάμεις των Ποντίων σε όλο τον κόσμο να το φέρουν στο προσκήνιο».
Πηγή: "Παρατηρητής της Θράκης" 31-08-2009
Το πρόγραμμα περιελάμβανε εκθέσεις φωτογραφίας και ζωγραφικής, ομιλίες, ντοκιμαντέρ, φεστιβάλ χορού και ποντιακό τραγούδι, χορό και προσφορά ποντιακών εδεσμάτων.
Οι εκδηλώσεις Πολιτισμού στη Νέα Μοσυνούπολη ανήκουν σε έναν ευρύτερο κύκλο καλοκαιρινών εκδηλώσεων που πραγματοποιηθήκαν κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, και στις οποίες συμμετείχε ενεργά ο Σύλλογος Ποντίων Ν. Ροδόπης «Η Τραπεζούντα».
Όπως τόνισε ο πρόεδρος της Νεολαίας, Γιάννης Νικολαϊδης, «η ολοένα και μεγαλύτερη συμμετοχή των νέων σε πρωτοβουλίες που αφορούν τον πολιτισμό, τα τελευταία χρόνια αποτελεί ένα αληθινό άρωμα ελπίδας, εγγύηση ότι ο Ποντιακός Ελληνισμός θα συνεχίσει να δίνει το δυναμικό «παρών» στη διεθνή σκηνή, διότι έχει αρωγό στις προσπάθειές του τη νεολαία του. Ο σύλλογος Ποντίων Ροδόπης «Η Τραπεζούντα» συνεχίζει κρατώντας γερά στο νου του και στην ψυχή μας τις αλησμόνητες πατρίδες και γενέτειρες των προγόνων μας, τον Πόντο και τον Καύκασο».
Oι Έλληνες της Pωσίας συμμετέχοντας στις κοινωνικές, οικονομικές, πολιτικές και στρατιωτικές δραστηριότητες της νέας τους πατρίδας, αναδείχτηκαν σε σημαντικό κομμάτι της ρωσικής κοινωνίας, γεγονός που τους επέτρεψε να συμβάλουν στην απελευθέρωση του ελλαδικού χώρου. Oι ελληνικές κοινότητες που υπήρχαν σχεδόν σε όλες τις πόλεις της Pωσίας έγιναν πραγματικές εστίες προετοιμασίας του απελευθερωτικού αγώνα.
Mε πρωτοπόρο την Oδησσό και τα μέλη της Φιλικής Εταιρίας, τα ελληνικά εμπορικά πλοία μετέφεραν κρυφά στην Eλλάδα οπλισμό για την εξέγερση και χρηματική βοήθεια. O Kριμαϊκός πόλεμος 1853-1856, η αποκάλυψη των Kρυπτοχριστιανών του Πόντου, η υποταγή και η μετακίνηση το 1864 των μουσουλμάνων Kιρκασίων από τον Kαύκασο στα οθωμανοκρατούμενα εδάφη του Πόντου επιδείνωσαν τις σχέσεις των Eλλήνων με τους ντόπιους και τους νέους πρόσφυγες μουσουλμάνους, με αποτέλεσμα οι κάτοικοι πολλών ελληνικών χωριών να πάρουν το δρόμο της σωτηρίας ξανά προς τη Pωσία.
H μαζικότερη μετοικεσία ποντιακών πληθυσμών στη Γεωργία, αλλά και στην υπόλοιπη Pωσία, έγινε αμέσως μετά τον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1876-1878.
Tο μεγαλύτερο κύμα φυγής όμως πραγματοποιήθηκε στις αρχές του 1918, αμέσως μετά την αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων. Oι Έλληνες του Aνατολικού Πόντου, φοβούμενοι την εκδικητική μανία των τουρκικών στρατευμάτων αλλά και των ντόπιων κατοίκων, αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια και τις περιουσίες τους και ακολούθησαν τα ρωσικά στρατεύματα.
Tην ίδια περίοδο, οι Mπολσεβίκοι, παραχωρώντας τις επαρχίες του Kαρς, του Aρνταχάν στην Oθωμανική Aυτοκρατορία, δημιούργησαν νέο οξύ προσφυγικό πρόβλημα με την ομαδική έξοδο των Eλλήνων του Kαρς, Aρνταχάν, μέσω Γεωργίας στην Eλλάδα. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ελληνικών προξενείων και των ελληνικών κοινοτήτων της Pωσίας το 1918 ο ελληνικός πληθυσμός ξεπερνούσε τις 700.000.
Aρκετοί από τους πρόσφυγες αυτούς δεν πρόφτασαν να φύγουν στην Eλλάδα και έτσι έμειναν έως πρόσφατα μας όμηροι ενός συστήματος, που σημάδεψε τραγικά τη ζωή τους, κυρίως δε μετά το 1937, όταν άρχισαν οι σταλινικές διώξεις και οι εκτοπίσεις των Eλλήνων στις στέπες του Kαζακστάν, Tουρκμενιστάν και στη Σιβηρία.
Ο πρόεδρος του Συλλόγου κ. Γιάννης Νικολαϊδης μίλησε επίσης για το ποντιακό ζήτημα αναφέροντας πως: «Είναι γεγονός ότι το Ποντιακό ζήτημα σε όλες τις συνιστώσες του (γενοκτονία την περίοδο 1916-1923, Ελληνόφωνοι- κρυπτοχριστιανοί, Πόντιοι της πρώην Σοβιετικής Ένωσης), παρέμεινε για πολλά χρόνια στο περιθώριο. Η σύναψη του ελληνοτουρκικού συμφώνου το 1930 αποτέλεσε την οριστική διακοπή των προσδοκιών που καλλιεργούνταν για επιστροφή και την απώλεια των περιουσιών των Ελλήνων, ωστόσο, η πιο σημαντική επίπτωση του συμφώνου, ήταν η εκδίωξη της μνήμης από το προσκήνιο.
Λίγο αργότερα προστέθηκε και η σύναξη στην Παναγία Σουμελά, στο όρος Βέρμιο και η πελατειακή αντιμετώπιση του εκλογικού σώματος των Ποντίων. Στο διάστημα αυτό το Ποντιακό ζήτημα παρέμεινε άγνωστο, την ίδια ώρα που χιλιάδες Πόντιοι – μουσουλμάνοι που έμειναν πίσω και οι Πόντιοι της Σοβιετικής Ένωσης αντιμετώπιζαν νέες διώξεις. Με την κοινή ένταξη της Ελλάδας και της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ το 1952, το Ποντιακό αποτέλεσε μέρος του ευρύτερου αποσιωπημένου εθνικού ζητήματος στην Κύπρο, στην Πόλη, στην Ίμβρο, την Τένεδο, στη Βόρειο Ήπειρο, στον εξωελλαδικό ελληνισμό.
Η χούντα η οποία επιβλήθηκε στην Ελλάδα το 1967 συνέχισε την ίδια πολιτική για το ζήτημα. Οι Πόντιοι μπορούσαν να χορεύουν και να τραγουδούν, όχι όμως και να διεκδικούν και κυρίως να μην αναδεικνύουν τις πολλές πτυχές της ιστορικής τους πορείας.
Η αποκατάσταση της δημοκρατίας στην Ελλάδα και η αρχή της δεκαετίας του 1980, ανοίγει ένα νέο κύκλο στο Ποντιακό ζήτημα, αφού οι Πόντιοι, παιδιά των προσφύγων του 1922-1923 έδωσαν μία νέα πνοή με το διεκδικητικό πλαίσιο που τέθηκε στο Α΄ και Β΄ Παγκόσμιο Ποντιακό Συνέδριο.
Η ενασχόληση με το Ποντιακό εντείνεται στις αρχές της δεκαετίας του 1990, όταν η έλευση των Ποντίων από την πρώην Σοβιετική Ένωση, δημιούργησε μία πίεση στον ελλαδικό χώρο και στο οργανωμένο Ποντιακό κίνημα, με αποτέλεσμα να τεθεί το αίτημα της αναγνώρισης της γενοκτονίας. Το 1994 η Βουλή των Ελλήνων αναγνωρίζει την 19η Μαΐου, ημέρα που αποβιβάστηκε το 1919 στη Σαμψούντα ο Κεμάλ για να συνεχίσει τις μαζικές δολοφονίες, ως ημέρα μνήμης των 350.000 και πλέον Ελλήνων που χάθηκαν.
Η Βουλή των Ελλήνων αναλαμβάνει με το νόμο να συνεισφέρει σε όλες τις διαστάσεις του Ποντιακού, εισαγωγή του Ποντιακού στην ελληνοτουρκική και διεθνή πολιτική, αποκατάσταση των Ποντίων της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, προστασία των
δικαιωμάτων των Ελληνόφωνων- κρυπτοχριστιανών της Τουρκίας. Παράλληλα δυνάμεις τους Ποντιακού χώρου στην Ελλάδα και στη Διασπορά δημιούργησαν ένα ευνοϊκό πλαίσιο στη διεθνή κοινότητα, με δεδομένη τη στάση ολιγωρίας και αδράνειας της ελληνικής πολιτείας.
Με παρεμβάσεις στον ΟΗΕ και άλλους οργανισμούς, προώθησαν το Ποντιακό ζήτημα σε όλες τις διαστάσεις του, ενώ κινήσεις από Πόντιους του εξωτερικού δημιούργησαν ένα θετικό κλίμα για την αναγνώριση της γενοκτονίας σε πολιτείες των ΗΠΑ και συνετέλεσαν στην ανέγερση μνημείων της γενοκτονίας (Τορόντο, Στουτγάρδη, Φιλαδέλφεια)».
Ο Γιάννης Νικολαίδης κλείνοντας την ομιλία του τόνισε τα εξής: «Το Ποντιακό ζήτημα σήμερα επανέρχεται και κυριαρχεί ως δείγμα ισχυρής ταυτότητας και πολιτισμικού πλούτου, με την ανάδειξη της υπόθεσης της γενοκτονίας, με την αναζήτηση της ιστορίας, με τη διάλεκτο, με τη γαστρονομία, το χορό, τη λύρα, το τραγούδι, την επίσκεψη- προσκύνημα στον Πόντο.
Παρά τα εμπόδια και τις δυσκολίες που αντιδημοκρατικές και άλλες αντιλήψεις επιβάλλουν, το Ποντιακό ζήτημα αναδεικνύεται καθημερινά, ως στοιχείο ζώσας πραγματικότητας με τους Ποντιόφωνους στην Τουρκία, ως μείζον θέμα ανθρώπινης διαβίωσης και αξιοπρέπειας με τους Πόντιους της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και τέλος, με την ανάδειξη της γενοκτονίας. Το Ποντιακό ζήτημα δεν είναι ένα θέμα της ιστορίας ή των μουσείων. Είναι ένα ζωντανό ζήτημα με εθνικές και διεθνείς διαστάσεις, το οποίο οι εξελίξεις στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου, του Παρευξείνιου χώρου και ολόκληρης της Ευρώπης το καθιστούν επίκαιρο ως θέμα δημοκρατίας, ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ελευθερίας και αξιοπρέπειας. Μένει λοιπόν στα ζωντανά κινήματα του Ποντιακού Ελληνισμού, στις δυνάμεις των Ποντίων σε όλο τον κόσμο να το φέρουν στο προσκήνιο».
Πηγή: "Παρατηρητής της Θράκης" 31-08-2009