Η ανάγκη καλλιέργειας εκπαιδευτικής κουλτούρας γενοκτονικών σπουδών στην Ελλάδα και η εκπαίδευση νέων επιστημόνων στο εξωτερικό είναι αναμφισβήτητα μια διαπίστωση.
Εισαγωγικά θα μπορούσαμε να πούμε πως όταν κάνουμε λόγο για την τεκμηρίωση της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου η πρώτη σκέψη που μας έρχεται στο μυαλό είναι η ερευνητική δραστηριότητα του καθηγητή Κώστα Φωτιάδη, καρπός της οποίας είναι το 14τομο έργο του για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου. Σε δεύτερη μοίρα το έργο του Πολυχρόνη Ενεπεκίδη, παρ’ ότι προηγήθηκε του Φωτιάδη, το έργο του Χάρη Τσιρκινίδη και κάποιων άλλων ερευνητών.
Στον παρόν, όμως, άρθρο θα αναφερθούμε κυρίως, όπως δηλώνει και ο τίτλος, στην ανάγκη εκπαίδευσης νέων επιστημόνων από διάφορες ειδικότητες σε ζητήματα Γενοκτονίας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Πολύ μεγαλύτερη μάλιστα καθίσταται η ανάγκη αυτή όταν θέλουμε να διεθνοποιήσουμε το ζήτημα της αναγνώρισης της Γενοκτονίας των Ελλήνων.
Στο παρελθόν έχουμε γράψει κατ’ εξακολούθηση για την ανάγκη δημιουργίας ερευνητικού κέντρου για τις ποντιακές σπουδές γενικότερα και για την Γενοκτονία ειδικότερα. Κατά την προσωπική μου εκτίμηση βέβαια το ιδανικότερο θα ήταν να επικεντρωθεί η Επιτροπή Ποντιακών Μελετών στην Αθήνα στην ποντιακή ιστορία και τον πολιτισμό γενικότερα και να δημιουργηθεί στη Θεσσαλονίκη ένα επιστημονικό κέντρο το οποίο θα επικεντρωθεί στο ζήτημα της Γενοκτονίας. Δυστυχώς, όμως, στην Ελλάδα θα πρέπει ακόμη να συζητάμε τα αυτονόητα. Δηλαδή ενώ θα έπρεπε να μας προβληματίζει η δομή και οι πρωτοβουλίες ενός τέτοιου ερευνητικού κέντρου και η διεθνής του δικτύωση με σημαντικές ακαδημαϊκές συνεργασίες, εμείς βρισκόμαστε ακόμα στη συζήτηση για το αν θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα τέτοιο ερευνητικό κέντρο. Το ποια θα είναι η οργάνωση του και ποια η ερευνητική κατεύθυνση που θα ακολουθήσει, είναι μια συζήτηση που μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο αφού πειστούμε για την αναγκαιότητα της δημιουργίας του.
Το έχουμε ξαναπεί, αλλά ας μου επιτραπεί να το επαναλάβω γιατί είναι θεμελιώδους σημασίας. Για να διεθνοποιηθεί μεθοδικά το ζήτημα της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου αλλά και των υπολοίπων Ελλήνων θα πρέπει να καταστεί κτήμα της παγκόσμιας ακαδημαϊκής κοινότητας. Οι δυνάμεις που προσπαθούν να διεθνοποιήσουν το ζήτημα στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό, ενεργούν μόνο πολιτικά χωρίς να ενδιαφέρονται, όσο θα έπρεπε, για την ακαδημαϊκή προώθηση του θέματος, κι ας είναι η τελευταία αυτή που θα νομιμοποιήσει την αξίωση της διεθνούς αναγνώρισης.
Να δώσουμε ένα παράδειγμα. Αν λέγαμε σε κάποιον ειδικό ότι σκοπός μας είναι να διεθνοποιήσουμε το ζήτημα της Γενοκτονίας των Ποντίων, αυτός θα μας ρωτούσε αμέσως τις εξής αυτονόητες ερωτήσεις: Πόσα ερευνητικά στην Ελλάδα και το εξωτερικό διαθέτετε; Πόσοι γενοκτονολόγοι έλληνες και αλλοδαποί ασχολούνται με το δικό σας θέμα, έχετε προγράμματα για να προετοιμάσετε νέους μεταπτυχιακούς για να ασχοληθούν με το ζήτημα; Πόσες και πόσο σοβαρές εκδόσεις έχετε κάνει; Τι μελέτες υπάρχουν στην αγγλική γλώσσα; Ποιοι οργανισμοί δίνουν υποτροφία για το συγκεκριμένο θέμα και τι ύψους;
Πράγματι, μια σοβαρή μέριμνα για την προσπάθεια διεθνοποίησης του ζητήματος θα ήταν πρώτα-πρώτα η θεσμοθέτηση υποτροφιών για πανεπιστήμια κυρίως του εξωτερικού για μεταπτυχιακές σπουδές στο ζήτημα της Γενοκτονίας. Υποτροφίες, όμως, πραγματικές, δηλαδή τέτοιας οικονομικής στάθμης, ώστε ο φοιτητής να μην χρειάζεται να υποαπασχολείται αλλού για να ανταπεξέλθει στις αυξημένες οικονομικές απαιτήσεις της έρευνας στην αλλοδαπή.
Ένα βασικό σημείο που πρέπει να κατανοηθεί από όλους όσους ασχολούνται με την γενοκτονία των ποντίων είναι ότι διεθνώς οι γενοκτονικές σπουδές έχουν μια πρόοδο στα δυτικά πανεπιστήμια, θα λέγαμε πιο απλά πως οι γενοκτονικές σπουδές είναι μια σχετικά νέα τάση στην επιστήμη και ως τέτοια έχει μέλλον. Αυτό είναι ένα γεγονός που επαληθεύεται συνεχώς καθώς όλο και περισσότερα πανεπιστήμια εντάσσουν τμήματα και ινστιτούτα με αυτό το αντικείμενο στο δυναμικό τους. Ανακοινώνονται συνεχώς σχετικά συνέδρια και ημερίδες ενώ ειδικά περιοδικά φιλοξενούν σχετικές μελέτες. Σε αυτόν τον ακαδημαϊκό οργασμό για την έρευνα και τις σπουδές γύρω από το φαινόμενο γενοκτονία έχει ενδιαφέρον να δούμε που βρίσκεται η Ελλάδα και η δική της υπόθεση. Πόσοι από τους επιστήμονες που θέλουν να ασχοληθούν ή ασχολούνται έχουν σπουδάσει τη μεθοδολογία για τις συγκεκριμένες σπουδές, πόσοι γράφουν στα ειδικά με το θέμα επιστημονικά περιοδικά και πόσοι συμμετέχουν στα ειδικά αυτά συνέδρια; Φοβάμαι πως μετριούνται χωρίς υπερβολή στα δάχτυλα του ενός μόνο χεριού συμπεριλαμβανομένων κι αυτών που ζουν στο εξωτερικό.
Το τραγικότερο απ’ όλα είναι πως πιστεύουμε πραγματικά πως δίνουμε σημαντικό αγώνα. Μπορεί η πρόθεση να είναι καλή, όταν, όμως, δεν ακολουθείται η αναγκαία στρατηγική και μεθοδολογία χάνονται άσκοπα οι δυνάμεις. Με άλλα λόγια διακρίνεται μια ανικανότητα κατανόησης της σπουδαιότητας των οφειλόμενων ενεργειών καθώς και μια αδυναμία ορισμού προτεραιοτήτων.
Δεν είμαι μηδενιστής. Διακρίνω τη διάθεση, την ενέργεια και τα χρήματα που κάποιοι διαθέτουν. Το θέμα είναι πως αν δεν υπάρξει κάποια καθοδήγηση θα μείνουμε στα τετριμμένα, όπως εκδηλώσεις μνήμης, ομιλίες κλπ, τα οποία είναι βεβαίως χρήσιμα, ιδίως για τη νέα γενιά, αλλά δεν αρκούν αν θέλουμε σοβαρά να λέμε ότι αγωνιζόμαστε να διεθνοποιήσουμε το ζήτημα της Γενοκτονίας.
Για να προωθηθεί το ζήτημα αυτό χρειάζονται διάφορες ομάδες της κοινωνίας να συντονίσουν τις προσπάθειες τους. Για παράδειγμα επιστήμονες, πολιτικοί, ακτιβιστές, επιχειρηματίες κ. α. θα πρέπει να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να οργανώσουν ένα κοινό σχέδιο.
Πολλές φορές σε παλιότερα άρθρα έχουμε αναφερθεί σε μια ανάγκη αλλαγής της νοοτροπίας στους ποντιακούς συλλόγους και γενικότερα σε έναν επαναπροσδιορισμό των στόχων των ποντίων, αφού κατά την άποψή μας πολλές από τις σημερινές εκφάνσεις του σύγχρονου ανθρώπου δεν βρίσκουν ενδιαφέρον σημείο αναφοράς στην ποντιακή ταυτότητα. Αυτό συμβαίνει όχι γιατί η ταυτότητα αυτή είναι ανεπαρκής αλλά γιατί λείπει από τα υποκείμενα και τους διαμορφωτές της το όραμα, η φαντασία και η δημιουργική σύζευξη του παρελθόντος με το παρόν, ώστε να καταστεί για τους νέους ενδιαφέρουσα και ελκυστική η ενασχόληση με την ταυτότητα αυτή.
Πιο συγκεκριμένα, όσον αφορά στην αλλαγή νοοτροπίας, στον ερευνητικό τομέα και γενικότερα στον τομέα των ποντιακών ερευνών έχουμε επανειλημμένως γράψει για την ανάγκη της εξωστρέφειας. Ένας τρόπος πέρα από τη συμμετοχή ελλήνων ερευνητών σε συνέδρια του εξωτερικού είναι η δημιουργία Διεθνούς Ερευνητικού Κέντρου Ποντιακών Ερευνών. Οι συζητήσεις που συνεχίζονται γύρω από την έρευνα και την προώθησή της, καθώς και γύρω από το ζήτημα της διεθνούς αναγνώρισης της Γενοκτονίας καταντούν άσκοπες φλυαρίες, και άρα αναποτελεσματικές, από τη στιγμή που δεν συζητιέται σοβαρά και δεν λαμβάνουν χώρα σοβαρές δράσεις για τη δημιουργία ενός τέτοιου επιστημονικού φορέα. Είναι προφανές αλλά φαίνεται πως πρέπει να τονιστεί ξανά ότι το θέμα της Γενοκτονίας, όπως έχει συμβεί και με τις υπόλοιπες υποθέσεις γενοκτονιών, πρέπει να περάσει πρώτα από το ακαδημαϊκό επίπεδο ή έστω να γίνει παράλληλα. Δηλαδή μαζί με την διεκδίκηση να προωθηθεί και η ερευνητική και επιστημονική δουλειά της τεκμηρίωσης.
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφέρουμε ανεκδοτολογικά μια εύστοχη παρατήρηση ενός καλού φίλου από τον Καναδά, του George Shirinian. Σε μια πρόσφατη συνάντηση στο Zoryan Institute στο Τορόντο μου είπε το εξής χαρακτηριστικό: Εσείς οι Πόντιοι έχετε ένα πολύ ωραίο αυτοκίνητο. Αυτό είναι ο πολιτισμός σας, η παράδοσή σας και η ιστορία σας. Αυτό το ωραίο αυτοκίνητο το φροντίζετε επιμελώς και του βάζετε ακριβά αξεσουάρ. Αυτά είναι τα φεστιβάλ, οι χοροί, οι ακριβές στολές κλπ. Σε αυτό το ωραίο αυτοκίνητο, όμως, δε βάζετε βενζίνη, εννοώντας πως ενώ ξοδεύουμε τόσα πολλά χρήματα για διάφορα στοιχεία του πολιτισμού μας, δεν ξοδεύουμε ούτε σεντς για την έρευνα και την επιστήμη, μέσα από την οποία θα στοιχειοθετηθεί το έγκλημα της Γενοκτονίας.
Πιστεύω πως η προηγούμενη γενιά των επιστημόνων είχε χρέος να τεκμηριώσει το γεγονός με ντοκουμέντα, ένα ανοικτό ακόμη ζήτημα, αφού μοναδική σοβαρή και μεθοδική δουλειά έχει γίνει μόνο από τον καθηγητή Κώστα Φωτιάδη. Η υποχρέωση και το στοίχημα της νέας γενιάς των επιστημόνων είναι, όπως και αλλού έχουμε αναφέρει, η εξωστρέφεια του ζητήματος. Να θέσουν το ζήτημα σε διεθνή επιστημονικά συνέδρια και φόρα.
Επίσης, ένα τελευταίο ζήτημα που αφορά το θέμα της Γενοκτονίας είναι πως θα πρέπει, πριν προχωρήσουμε δυναμικά στη διεθνή διεκδίκηση της αναγνώρισης, να ξεκαθαρίσουμε το ζήτημα όσον αφορά στη συμπερίληψη και των υπολοίπων Ελλήνων στο αίτημά μας. Δηλαδή να αποφασίσουμε αν θα πρέπει να μιλάμε για Γενοκτονία γενικά των Ελλήνων στην οποία να συμπεριλαμβάνονται οι Ίωνες, οι Ανατολικοθρακιώτες και οι Πόντιοι. Δεν είναι δυνατόν να εμφανιζόμαστε στη διεθνή σκηνή με τρεις διαφορετικές γενοκτονίες και με διαφορετικά μάλιστα νούμερα ο καθένας. Όταν θα αρχίσουμε σοβαρά πλέον να ενοχλούμε την Τουρκία με το ζήτημα, αυτές οι ανακρίβειες είναι τα πρώτα στοιχεία που θα μας καταλογίσουν οι αρνητές της Γενοκτονίας. Και να είμαστε σίγουροι, όταν θέσουμε σοβαρά το ζήτημα στη διεθνή επιστημονική σκηνή θα βρεθούν πολλοί καλοπληρωμένοι από το τουρκικό κράτος καθηγητές που θα φροντίσουν να αποδομήσουν το περί Γενοκτονίας ζήτημα.
Πολλές φορές στην προσπάθειά μας να συμπεριλάβουμε πολλές δράσεις στους προγραμματισμούς που θέτουμε δεν ξεκινάμε από βασικούς και ρεαλιστικούς στόχους αλλά αναλωνόμαστε σε μαξιμαλιστικές δηλώσεις. Στην προσπάθειά μας τα τελευταία χρόνια να καταλάβουμε πως λειτουργεί το σύστημα στη διεθνή επιστημονική σκηνή συμμετείχαμε σε διάφορα διεθνή συνέδρια, σεμινάρια, συναντήσαμε και συνομιλήσαμε με εξειδικευμένους καθηγητές και ήρθαμε σε επαφή με ειδικά Ινστιτούτα ειδικευμένα στη μελέτη γενικά των γενοκτονιών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι το ετήσιο σεμινάριο που οργανώνει το Διεθνές Ινστιτούτο για τη Γενοκτονία και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (www.genocidestudies.org) σε συνεργασία με το πανεπιστήμιο του Τορόντο. Στο σεμινάριο αυτό διδάσκουν διεθνούς φήμης καθηγητές και κορυφαίοι εξειδικευμένοι επιστήμονες. Φέτος το Σεμινάριο πραγματοποιήθηκε στις 3-14 Αυγούστου στο πανεπιστήμιο του Τορόντο, στο Τμήμα Ιστορίας. Μεταξύ άλλων δίδαξαν η Joyce Apsel από το πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, η Doris Bergen από το πανεπιστήμιο του Τορόντο, η Maureen Hiebert από το πανεπιστήμιο του Calgary, ο Herbert Hirsch από το πανεπιστήμιο της Virginia, ο Richard Hovannisian από το UCLA στην Καλιφόρνια, ο William Schabas από το πανεπιστήμιο της Ιρλανδίας, ο Samuel Totten, o Alan Whitehorn, ο Brent Beardsley κ.α. Σημαντική ήταν και η παρουσία καθ’ όλη τη διάρκεια του Σεμιναρίου του διευθυντή σπουδών καθηγητή Roger Smith.
Όσοι παρακολουθούν τις γενοκτονικές σπουδές διεθνώς καταλαβαίνουν ότι οι περισσότεροι από τους προαναφερθέντες καθηγητές είναι κορυφαίοι στο αντικείμενό τους, ενώ κάποιοι από αυτούς πρωτοστάτησαν σε συγκεκριμένα γεγονότα απεσταλμένοι των Ηνωμένων Εθνών. Για παράδειγμα ο Brent Beardsley είχε σταλεί στη Ρουάντα με τον στρατηγό Roméo Dallaire, για να διευθετήσουν τη διένεξη, όπως πίστευε αρχικά η Διεθνής Κοινότητα, μεταξύ των Τούτσι και Χούτου. Ο William Schabas είναι κορυφαίος καθηγητής διεθνούς δικαίου και τωρινός πρόεδρος της Ένωσης Ακαδημαϊκών για τις Γενοκτονίες (IAGS). Ο Richard Hovannisian είναι από τους κορυφαίους καθηγητές για την Ιστορία και τη Γενοκτονία των Αρμενίων . Η Joyce Apsel είναι διαπρεπής ακαδημαϊκός σε ζητήματα Γενοκτονίας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, πρώην πρόεδρος της Ένωσης Ακαδημαϊκών για τις Γενοκτονίες, IAGS, (2001-2003) και είναι εκπρόσωπος του Διεθνούς Δικτύου Μουσείων για την Ειρήνη στα Ηνωμένα Έθνη.
Οι συμμετέχοντες στο σεμινάριο αυτό ήταν τριτοετείς τουλάχιστον φοιτητές, αλλά κυρίως μεταπτυχιακοί και υποψήφιοι διδάκτορες. Οι χώρες προέλευσης ήταν Αμερική, Καναδά, Σκωτία, Αργεντινή, Ελλάδα, Πολωνία, Ολλανδία, Αρμενία και Τουρκία. Οι νέοι επιστήμονες προέρχονταν από διάφορους τομείς του επιστητού, όπως ιστορία, νομική, κοινωνιολογία, δημοσιογραφία, πολιτικές επιστήμες, φιλοσοφία, κοινωνική ανθρωπολογία κ.α.
Στο σεμινάριο αυτό ήρθαμε σε επαφή με τους συγκεκριμένους καθηγητές και συμφωνήθηκε η από κοινού δράση, μέσω του Ερευνητικού Κέντρου του Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα, σε ζητήματα που αφορούν την προώθηση της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Έτσι, λοιπόν βρίσκονται σε εξέλιξη κάποιες συνεργασίες ακαδημαϊκού περιεχομένου, οι οποίες θα αποκρυσταλλωθούν με τη συνεργασία της Παμποντιακής Ομοσπονδίας Ελλάδος και του ελληνικού επιστημονικού δυναμικού.
Το Ερευνητικό Κέντρο του Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα αναγνωρίζοντας τη σπουδαιότητα του Σεμιναρίου αυτού και στα πλαίσια της προσπάθειας για εκπαίδευση νέων επιστημόνων στα ζητήματα της Γενοκτονίας, ανακοινώνει ετήσια υποτροφία τριτοετών τουλάχιστον ή μεταπτυχιακών φοιτητών για να παρακολουθήσουν το συγκεκριμένο σεμινάριο.
Για περισσότερες πληροφορίες οι ενδιαφερόμενοι θα πρέπει να επισκέπτονται την ιστοσελίδα του Ερευνητικού Κέντρου www.peristereota.com ή να στείλουν ένα email στο theodosis@peristereota.com.
Κλείνοντας, πρέπει να σημειώσουμε πως το τοπίο θα αλλάξει μόνο όταν αντιληφθούμε την αξία και την ανάγκη της εκπαίδευσης νέων επιστημόνων στο ζήτημα της Γενοκτονίας κοντά σε διαπρεπείς καθηγητές και εξειδικευμένους επιστήμονες διεθνώς καταξιωμένους.
Θεοδόσιος Κυριακίδης
Υπ. Διδ. Νεότερης Ιστορίας
Υπεύθυνος Ερ. Κέντρου Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα
Συντονιστής Π.Ε.Ν. Θεσσαλονίκης (Π.Ο.Ε.)
Εισαγωγικά θα μπορούσαμε να πούμε πως όταν κάνουμε λόγο για την τεκμηρίωση της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου η πρώτη σκέψη που μας έρχεται στο μυαλό είναι η ερευνητική δραστηριότητα του καθηγητή Κώστα Φωτιάδη, καρπός της οποίας είναι το 14τομο έργο του για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου. Σε δεύτερη μοίρα το έργο του Πολυχρόνη Ενεπεκίδη, παρ’ ότι προηγήθηκε του Φωτιάδη, το έργο του Χάρη Τσιρκινίδη και κάποιων άλλων ερευνητών.
Στον παρόν, όμως, άρθρο θα αναφερθούμε κυρίως, όπως δηλώνει και ο τίτλος, στην ανάγκη εκπαίδευσης νέων επιστημόνων από διάφορες ειδικότητες σε ζητήματα Γενοκτονίας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Πολύ μεγαλύτερη μάλιστα καθίσταται η ανάγκη αυτή όταν θέλουμε να διεθνοποιήσουμε το ζήτημα της αναγνώρισης της Γενοκτονίας των Ελλήνων.
Στο παρελθόν έχουμε γράψει κατ’ εξακολούθηση για την ανάγκη δημιουργίας ερευνητικού κέντρου για τις ποντιακές σπουδές γενικότερα και για την Γενοκτονία ειδικότερα. Κατά την προσωπική μου εκτίμηση βέβαια το ιδανικότερο θα ήταν να επικεντρωθεί η Επιτροπή Ποντιακών Μελετών στην Αθήνα στην ποντιακή ιστορία και τον πολιτισμό γενικότερα και να δημιουργηθεί στη Θεσσαλονίκη ένα επιστημονικό κέντρο το οποίο θα επικεντρωθεί στο ζήτημα της Γενοκτονίας. Δυστυχώς, όμως, στην Ελλάδα θα πρέπει ακόμη να συζητάμε τα αυτονόητα. Δηλαδή ενώ θα έπρεπε να μας προβληματίζει η δομή και οι πρωτοβουλίες ενός τέτοιου ερευνητικού κέντρου και η διεθνής του δικτύωση με σημαντικές ακαδημαϊκές συνεργασίες, εμείς βρισκόμαστε ακόμα στη συζήτηση για το αν θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα τέτοιο ερευνητικό κέντρο. Το ποια θα είναι η οργάνωση του και ποια η ερευνητική κατεύθυνση που θα ακολουθήσει, είναι μια συζήτηση που μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο αφού πειστούμε για την αναγκαιότητα της δημιουργίας του.
Το έχουμε ξαναπεί, αλλά ας μου επιτραπεί να το επαναλάβω γιατί είναι θεμελιώδους σημασίας. Για να διεθνοποιηθεί μεθοδικά το ζήτημα της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου αλλά και των υπολοίπων Ελλήνων θα πρέπει να καταστεί κτήμα της παγκόσμιας ακαδημαϊκής κοινότητας. Οι δυνάμεις που προσπαθούν να διεθνοποιήσουν το ζήτημα στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό, ενεργούν μόνο πολιτικά χωρίς να ενδιαφέρονται, όσο θα έπρεπε, για την ακαδημαϊκή προώθηση του θέματος, κι ας είναι η τελευταία αυτή που θα νομιμοποιήσει την αξίωση της διεθνούς αναγνώρισης.
Να δώσουμε ένα παράδειγμα. Αν λέγαμε σε κάποιον ειδικό ότι σκοπός μας είναι να διεθνοποιήσουμε το ζήτημα της Γενοκτονίας των Ποντίων, αυτός θα μας ρωτούσε αμέσως τις εξής αυτονόητες ερωτήσεις: Πόσα ερευνητικά στην Ελλάδα και το εξωτερικό διαθέτετε; Πόσοι γενοκτονολόγοι έλληνες και αλλοδαποί ασχολούνται με το δικό σας θέμα, έχετε προγράμματα για να προετοιμάσετε νέους μεταπτυχιακούς για να ασχοληθούν με το ζήτημα; Πόσες και πόσο σοβαρές εκδόσεις έχετε κάνει; Τι μελέτες υπάρχουν στην αγγλική γλώσσα; Ποιοι οργανισμοί δίνουν υποτροφία για το συγκεκριμένο θέμα και τι ύψους;
Πράγματι, μια σοβαρή μέριμνα για την προσπάθεια διεθνοποίησης του ζητήματος θα ήταν πρώτα-πρώτα η θεσμοθέτηση υποτροφιών για πανεπιστήμια κυρίως του εξωτερικού για μεταπτυχιακές σπουδές στο ζήτημα της Γενοκτονίας. Υποτροφίες, όμως, πραγματικές, δηλαδή τέτοιας οικονομικής στάθμης, ώστε ο φοιτητής να μην χρειάζεται να υποαπασχολείται αλλού για να ανταπεξέλθει στις αυξημένες οικονομικές απαιτήσεις της έρευνας στην αλλοδαπή.
Ένα βασικό σημείο που πρέπει να κατανοηθεί από όλους όσους ασχολούνται με την γενοκτονία των ποντίων είναι ότι διεθνώς οι γενοκτονικές σπουδές έχουν μια πρόοδο στα δυτικά πανεπιστήμια, θα λέγαμε πιο απλά πως οι γενοκτονικές σπουδές είναι μια σχετικά νέα τάση στην επιστήμη και ως τέτοια έχει μέλλον. Αυτό είναι ένα γεγονός που επαληθεύεται συνεχώς καθώς όλο και περισσότερα πανεπιστήμια εντάσσουν τμήματα και ινστιτούτα με αυτό το αντικείμενο στο δυναμικό τους. Ανακοινώνονται συνεχώς σχετικά συνέδρια και ημερίδες ενώ ειδικά περιοδικά φιλοξενούν σχετικές μελέτες. Σε αυτόν τον ακαδημαϊκό οργασμό για την έρευνα και τις σπουδές γύρω από το φαινόμενο γενοκτονία έχει ενδιαφέρον να δούμε που βρίσκεται η Ελλάδα και η δική της υπόθεση. Πόσοι από τους επιστήμονες που θέλουν να ασχοληθούν ή ασχολούνται έχουν σπουδάσει τη μεθοδολογία για τις συγκεκριμένες σπουδές, πόσοι γράφουν στα ειδικά με το θέμα επιστημονικά περιοδικά και πόσοι συμμετέχουν στα ειδικά αυτά συνέδρια; Φοβάμαι πως μετριούνται χωρίς υπερβολή στα δάχτυλα του ενός μόνο χεριού συμπεριλαμβανομένων κι αυτών που ζουν στο εξωτερικό.
Το τραγικότερο απ’ όλα είναι πως πιστεύουμε πραγματικά πως δίνουμε σημαντικό αγώνα. Μπορεί η πρόθεση να είναι καλή, όταν, όμως, δεν ακολουθείται η αναγκαία στρατηγική και μεθοδολογία χάνονται άσκοπα οι δυνάμεις. Με άλλα λόγια διακρίνεται μια ανικανότητα κατανόησης της σπουδαιότητας των οφειλόμενων ενεργειών καθώς και μια αδυναμία ορισμού προτεραιοτήτων.
Δεν είμαι μηδενιστής. Διακρίνω τη διάθεση, την ενέργεια και τα χρήματα που κάποιοι διαθέτουν. Το θέμα είναι πως αν δεν υπάρξει κάποια καθοδήγηση θα μείνουμε στα τετριμμένα, όπως εκδηλώσεις μνήμης, ομιλίες κλπ, τα οποία είναι βεβαίως χρήσιμα, ιδίως για τη νέα γενιά, αλλά δεν αρκούν αν θέλουμε σοβαρά να λέμε ότι αγωνιζόμαστε να διεθνοποιήσουμε το ζήτημα της Γενοκτονίας.
Για να προωθηθεί το ζήτημα αυτό χρειάζονται διάφορες ομάδες της κοινωνίας να συντονίσουν τις προσπάθειες τους. Για παράδειγμα επιστήμονες, πολιτικοί, ακτιβιστές, επιχειρηματίες κ. α. θα πρέπει να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να οργανώσουν ένα κοινό σχέδιο.
Πολλές φορές σε παλιότερα άρθρα έχουμε αναφερθεί σε μια ανάγκη αλλαγής της νοοτροπίας στους ποντιακούς συλλόγους και γενικότερα σε έναν επαναπροσδιορισμό των στόχων των ποντίων, αφού κατά την άποψή μας πολλές από τις σημερινές εκφάνσεις του σύγχρονου ανθρώπου δεν βρίσκουν ενδιαφέρον σημείο αναφοράς στην ποντιακή ταυτότητα. Αυτό συμβαίνει όχι γιατί η ταυτότητα αυτή είναι ανεπαρκής αλλά γιατί λείπει από τα υποκείμενα και τους διαμορφωτές της το όραμα, η φαντασία και η δημιουργική σύζευξη του παρελθόντος με το παρόν, ώστε να καταστεί για τους νέους ενδιαφέρουσα και ελκυστική η ενασχόληση με την ταυτότητα αυτή.
Πιο συγκεκριμένα, όσον αφορά στην αλλαγή νοοτροπίας, στον ερευνητικό τομέα και γενικότερα στον τομέα των ποντιακών ερευνών έχουμε επανειλημμένως γράψει για την ανάγκη της εξωστρέφειας. Ένας τρόπος πέρα από τη συμμετοχή ελλήνων ερευνητών σε συνέδρια του εξωτερικού είναι η δημιουργία Διεθνούς Ερευνητικού Κέντρου Ποντιακών Ερευνών. Οι συζητήσεις που συνεχίζονται γύρω από την έρευνα και την προώθησή της, καθώς και γύρω από το ζήτημα της διεθνούς αναγνώρισης της Γενοκτονίας καταντούν άσκοπες φλυαρίες, και άρα αναποτελεσματικές, από τη στιγμή που δεν συζητιέται σοβαρά και δεν λαμβάνουν χώρα σοβαρές δράσεις για τη δημιουργία ενός τέτοιου επιστημονικού φορέα. Είναι προφανές αλλά φαίνεται πως πρέπει να τονιστεί ξανά ότι το θέμα της Γενοκτονίας, όπως έχει συμβεί και με τις υπόλοιπες υποθέσεις γενοκτονιών, πρέπει να περάσει πρώτα από το ακαδημαϊκό επίπεδο ή έστω να γίνει παράλληλα. Δηλαδή μαζί με την διεκδίκηση να προωθηθεί και η ερευνητική και επιστημονική δουλειά της τεκμηρίωσης.
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφέρουμε ανεκδοτολογικά μια εύστοχη παρατήρηση ενός καλού φίλου από τον Καναδά, του George Shirinian. Σε μια πρόσφατη συνάντηση στο Zoryan Institute στο Τορόντο μου είπε το εξής χαρακτηριστικό: Εσείς οι Πόντιοι έχετε ένα πολύ ωραίο αυτοκίνητο. Αυτό είναι ο πολιτισμός σας, η παράδοσή σας και η ιστορία σας. Αυτό το ωραίο αυτοκίνητο το φροντίζετε επιμελώς και του βάζετε ακριβά αξεσουάρ. Αυτά είναι τα φεστιβάλ, οι χοροί, οι ακριβές στολές κλπ. Σε αυτό το ωραίο αυτοκίνητο, όμως, δε βάζετε βενζίνη, εννοώντας πως ενώ ξοδεύουμε τόσα πολλά χρήματα για διάφορα στοιχεία του πολιτισμού μας, δεν ξοδεύουμε ούτε σεντς για την έρευνα και την επιστήμη, μέσα από την οποία θα στοιχειοθετηθεί το έγκλημα της Γενοκτονίας.
Πιστεύω πως η προηγούμενη γενιά των επιστημόνων είχε χρέος να τεκμηριώσει το γεγονός με ντοκουμέντα, ένα ανοικτό ακόμη ζήτημα, αφού μοναδική σοβαρή και μεθοδική δουλειά έχει γίνει μόνο από τον καθηγητή Κώστα Φωτιάδη. Η υποχρέωση και το στοίχημα της νέας γενιάς των επιστημόνων είναι, όπως και αλλού έχουμε αναφέρει, η εξωστρέφεια του ζητήματος. Να θέσουν το ζήτημα σε διεθνή επιστημονικά συνέδρια και φόρα.
Επίσης, ένα τελευταίο ζήτημα που αφορά το θέμα της Γενοκτονίας είναι πως θα πρέπει, πριν προχωρήσουμε δυναμικά στη διεθνή διεκδίκηση της αναγνώρισης, να ξεκαθαρίσουμε το ζήτημα όσον αφορά στη συμπερίληψη και των υπολοίπων Ελλήνων στο αίτημά μας. Δηλαδή να αποφασίσουμε αν θα πρέπει να μιλάμε για Γενοκτονία γενικά των Ελλήνων στην οποία να συμπεριλαμβάνονται οι Ίωνες, οι Ανατολικοθρακιώτες και οι Πόντιοι. Δεν είναι δυνατόν να εμφανιζόμαστε στη διεθνή σκηνή με τρεις διαφορετικές γενοκτονίες και με διαφορετικά μάλιστα νούμερα ο καθένας. Όταν θα αρχίσουμε σοβαρά πλέον να ενοχλούμε την Τουρκία με το ζήτημα, αυτές οι ανακρίβειες είναι τα πρώτα στοιχεία που θα μας καταλογίσουν οι αρνητές της Γενοκτονίας. Και να είμαστε σίγουροι, όταν θέσουμε σοβαρά το ζήτημα στη διεθνή επιστημονική σκηνή θα βρεθούν πολλοί καλοπληρωμένοι από το τουρκικό κράτος καθηγητές που θα φροντίσουν να αποδομήσουν το περί Γενοκτονίας ζήτημα.
Πολλές φορές στην προσπάθειά μας να συμπεριλάβουμε πολλές δράσεις στους προγραμματισμούς που θέτουμε δεν ξεκινάμε από βασικούς και ρεαλιστικούς στόχους αλλά αναλωνόμαστε σε μαξιμαλιστικές δηλώσεις. Στην προσπάθειά μας τα τελευταία χρόνια να καταλάβουμε πως λειτουργεί το σύστημα στη διεθνή επιστημονική σκηνή συμμετείχαμε σε διάφορα διεθνή συνέδρια, σεμινάρια, συναντήσαμε και συνομιλήσαμε με εξειδικευμένους καθηγητές και ήρθαμε σε επαφή με ειδικά Ινστιτούτα ειδικευμένα στη μελέτη γενικά των γενοκτονιών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι το ετήσιο σεμινάριο που οργανώνει το Διεθνές Ινστιτούτο για τη Γενοκτονία και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (www.genocidestudies.org) σε συνεργασία με το πανεπιστήμιο του Τορόντο. Στο σεμινάριο αυτό διδάσκουν διεθνούς φήμης καθηγητές και κορυφαίοι εξειδικευμένοι επιστήμονες. Φέτος το Σεμινάριο πραγματοποιήθηκε στις 3-14 Αυγούστου στο πανεπιστήμιο του Τορόντο, στο Τμήμα Ιστορίας. Μεταξύ άλλων δίδαξαν η Joyce Apsel από το πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, η Doris Bergen από το πανεπιστήμιο του Τορόντο, η Maureen Hiebert από το πανεπιστήμιο του Calgary, ο Herbert Hirsch από το πανεπιστήμιο της Virginia, ο Richard Hovannisian από το UCLA στην Καλιφόρνια, ο William Schabas από το πανεπιστήμιο της Ιρλανδίας, ο Samuel Totten, o Alan Whitehorn, ο Brent Beardsley κ.α. Σημαντική ήταν και η παρουσία καθ’ όλη τη διάρκεια του Σεμιναρίου του διευθυντή σπουδών καθηγητή Roger Smith.
Όσοι παρακολουθούν τις γενοκτονικές σπουδές διεθνώς καταλαβαίνουν ότι οι περισσότεροι από τους προαναφερθέντες καθηγητές είναι κορυφαίοι στο αντικείμενό τους, ενώ κάποιοι από αυτούς πρωτοστάτησαν σε συγκεκριμένα γεγονότα απεσταλμένοι των Ηνωμένων Εθνών. Για παράδειγμα ο Brent Beardsley είχε σταλεί στη Ρουάντα με τον στρατηγό Roméo Dallaire, για να διευθετήσουν τη διένεξη, όπως πίστευε αρχικά η Διεθνής Κοινότητα, μεταξύ των Τούτσι και Χούτου. Ο William Schabas είναι κορυφαίος καθηγητής διεθνούς δικαίου και τωρινός πρόεδρος της Ένωσης Ακαδημαϊκών για τις Γενοκτονίες (IAGS). Ο Richard Hovannisian είναι από τους κορυφαίους καθηγητές για την Ιστορία και τη Γενοκτονία των Αρμενίων . Η Joyce Apsel είναι διαπρεπής ακαδημαϊκός σε ζητήματα Γενοκτονίας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, πρώην πρόεδρος της Ένωσης Ακαδημαϊκών για τις Γενοκτονίες, IAGS, (2001-2003) και είναι εκπρόσωπος του Διεθνούς Δικτύου Μουσείων για την Ειρήνη στα Ηνωμένα Έθνη.
Οι συμμετέχοντες στο σεμινάριο αυτό ήταν τριτοετείς τουλάχιστον φοιτητές, αλλά κυρίως μεταπτυχιακοί και υποψήφιοι διδάκτορες. Οι χώρες προέλευσης ήταν Αμερική, Καναδά, Σκωτία, Αργεντινή, Ελλάδα, Πολωνία, Ολλανδία, Αρμενία και Τουρκία. Οι νέοι επιστήμονες προέρχονταν από διάφορους τομείς του επιστητού, όπως ιστορία, νομική, κοινωνιολογία, δημοσιογραφία, πολιτικές επιστήμες, φιλοσοφία, κοινωνική ανθρωπολογία κ.α.
Στο σεμινάριο αυτό ήρθαμε σε επαφή με τους συγκεκριμένους καθηγητές και συμφωνήθηκε η από κοινού δράση, μέσω του Ερευνητικού Κέντρου του Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα, σε ζητήματα που αφορούν την προώθηση της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Έτσι, λοιπόν βρίσκονται σε εξέλιξη κάποιες συνεργασίες ακαδημαϊκού περιεχομένου, οι οποίες θα αποκρυσταλλωθούν με τη συνεργασία της Παμποντιακής Ομοσπονδίας Ελλάδος και του ελληνικού επιστημονικού δυναμικού.
Το Ερευνητικό Κέντρο του Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα αναγνωρίζοντας τη σπουδαιότητα του Σεμιναρίου αυτού και στα πλαίσια της προσπάθειας για εκπαίδευση νέων επιστημόνων στα ζητήματα της Γενοκτονίας, ανακοινώνει ετήσια υποτροφία τριτοετών τουλάχιστον ή μεταπτυχιακών φοιτητών για να παρακολουθήσουν το συγκεκριμένο σεμινάριο.
Για περισσότερες πληροφορίες οι ενδιαφερόμενοι θα πρέπει να επισκέπτονται την ιστοσελίδα του Ερευνητικού Κέντρου www.peristereota.com ή να στείλουν ένα email στο theodosis@peristereota.com.
Κλείνοντας, πρέπει να σημειώσουμε πως το τοπίο θα αλλάξει μόνο όταν αντιληφθούμε την αξία και την ανάγκη της εκπαίδευσης νέων επιστημόνων στο ζήτημα της Γενοκτονίας κοντά σε διαπρεπείς καθηγητές και εξειδικευμένους επιστήμονες διεθνώς καταξιωμένους.
Θεοδόσιος Κυριακίδης
Υπ. Διδ. Νεότερης Ιστορίας
Υπεύθυνος Ερ. Κέντρου Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα
Συντονιστής Π.Ε.Ν. Θεσσαλονίκης (Π.Ο.Ε.)