Επιμέλεια του Νικολάου Μαγγίνα
H τέλεση της Θείας Λειτουργίας από τον Οικουμενικό Πατριάρχη στο Μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά, για πρώτη φορά ύστερα από 87 χρόνια, ενέπνευσε τον Μητροπολίτη Πέργης Ευάγγελο να γράψει ένα ποίημα. Μέσα από τους πλούσιους σε νοήματα και εικόνες στοίχους του ποιήματός του, ο Μητροπολίτης Ευάγγελος, αγγίζει ευαίσθητες χορδές της ψυχής σε ένα ταξίδι ανάμεσα στο λαμπρό αλλά και μαρτυρικό παρελθόν και σε ένα πολλά υποσχόμενο μέλλον για την ειρηνική συνύπαρξη των λαών.
Ακολουθεί το ποίημα:
Αφιέρωμα στη Σουμελά
(15 Αυγούστου 2010)
Κει στου βουνού τη ράχη του Μελά
από των άγρυπων ψυχών το νάμα
στα τρίσβαθα του χρόνου στριμωγμένο
ξεχείλησαν τ’αγιάσματα στη Σουμελά.
Κι’αστράψανε της Παναγιάς τα όμματα
από των προσευχών κι’αυτά τη λαύρα
κι’από το θείο ρείθρο το ακένωτο
ηχήματα ακούστηκαν σαν ψάλματα,
λες κι’αντιλάλησε το θείο έλεος
από των νηστεμένων το ικέτευμα
το κερωμένο στην εικόνα Της
αένναα αποζητώντας ίλεως.
Κι’αρχίνησε των νηστεμένων η πορεία
σα μια ηρωϊκή καινή ανάβαση
με το ρυθμό της πίστης στην καρδιά
και με του προσκυνήματος την προσδοκία.
Πρόσφορα στάλθηκαν κι’από τον Βαζελώνα
κι’από την Περιστερεώτα μαρτυρία
με των Ρωμηών μπλεγμένα τον παλμό
που τάχθηκε να παραμείνει στον αιώνα.
Φτερούγα δε τ’αητού η αερόχαρη
στου όρους την κορφή στριφογυρνώντας
βούτηξε με μιας προς την σπηλιά
μαγνητεμένη λες από τη Χάρη.
Και ξεχυθήκανε σαν ξεπλερώματα
μέσα στις καταπράσινες βουνοπλαγιές
και στους γρανιτωμένους γεροβράχους
της Σουμελιώτισσας τα στεφανώματα.
Τον Πατριάρχη ν’ανταμώσουν «εν τω άμα»
των Ορθοδόξων το ρίγος φορτωμένο
που μέσα στο λιοπύρι τ’αυγουστιάτικο
όρθρισε με βακτηρία του το τάμα.
Και να το πρώτο στην πορεία θαύμα
όταν αντί σε «Κοίμηση» τη Μεγαλόχαρη
χαριτωμένη την αντίκρυσε με στέμμα
βασίλισσα του ουρανού σε όραμα.
«Εμέν Κρωμέτε λέγνε με»
ακούστηκαν οι Πόντιοι να λένε,
με τον Σωφρόνιο μαζί και τον Βαρνάβα
τ’απολυτίκιο της Παναγιάς να ξαναλένε.
Χαράδρες, δάση και βουνά
αρχίσανε τον ύμνο να υφαίνουν
ότι «τον κόσμον ου κατέλιπε»
αφού την ηύρανε ξανά.
Φωταυγής του νόστου η λαμπάδα
με της ανατολίτικης Μονής το θάμπος
κι’από της Μεγαλόχαρης το φάος
στόλισε μ’ελπίδα τη λαχτάρα.
(15 Αυγούστου 2010)
Κει στου βουνού τη ράχη του Μελά
από των άγρυπων ψυχών το νάμα
στα τρίσβαθα του χρόνου στριμωγμένο
ξεχείλησαν τ’αγιάσματα στη Σουμελά.
Κι’αστράψανε της Παναγιάς τα όμματα
από των προσευχών κι’αυτά τη λαύρα
κι’από το θείο ρείθρο το ακένωτο
ηχήματα ακούστηκαν σαν ψάλματα,
λες κι’αντιλάλησε το θείο έλεος
από των νηστεμένων το ικέτευμα
το κερωμένο στην εικόνα Της
αένναα αποζητώντας ίλεως.
Κι’αρχίνησε των νηστεμένων η πορεία
σα μια ηρωϊκή καινή ανάβαση
με το ρυθμό της πίστης στην καρδιά
και με του προσκυνήματος την προσδοκία.
Πρόσφορα στάλθηκαν κι’από τον Βαζελώνα
κι’από την Περιστερεώτα μαρτυρία
με των Ρωμηών μπλεγμένα τον παλμό
που τάχθηκε να παραμείνει στον αιώνα.
Φτερούγα δε τ’αητού η αερόχαρη
στου όρους την κορφή στριφογυρνώντας
βούτηξε με μιας προς την σπηλιά
μαγνητεμένη λες από τη Χάρη.
Και ξεχυθήκανε σαν ξεπλερώματα
μέσα στις καταπράσινες βουνοπλαγιές
και στους γρανιτωμένους γεροβράχους
της Σουμελιώτισσας τα στεφανώματα.
Τον Πατριάρχη ν’ανταμώσουν «εν τω άμα»
των Ορθοδόξων το ρίγος φορτωμένο
που μέσα στο λιοπύρι τ’αυγουστιάτικο
όρθρισε με βακτηρία του το τάμα.
Και να το πρώτο στην πορεία θαύμα
όταν αντί σε «Κοίμηση» τη Μεγαλόχαρη
χαριτωμένη την αντίκρυσε με στέμμα
βασίλισσα του ουρανού σε όραμα.
«Εμέν Κρωμέτε λέγνε με»
ακούστηκαν οι Πόντιοι να λένε,
με τον Σωφρόνιο μαζί και τον Βαρνάβα
τ’απολυτίκιο της Παναγιάς να ξαναλένε.
Χαράδρες, δάση και βουνά
αρχίσανε τον ύμνο να υφαίνουν
ότι «τον κόσμον ου κατέλιπε»
αφού την ηύρανε ξανά.
Φωταυγής του νόστου η λαμπάδα
με της ανατολίτικης Μονής το θάμπος
κι’από της Μεγαλόχαρης το φάος
στόλισε μ’ελπίδα τη λαχτάρα.
Πηγή: Amen